Μια αμαρτωλή γραφειοκρατική ιστορία του 2016 ● Η «αναφορά που δεν κυκλοφόρησε ποτέ» και το κείμενό της δεν δημοσιεύτηκε ως επίσημο έγγραφο. Η θεωρούμενη επιτυχημένη εφαρμογή μεταφοράς της διαχείρισης των ροών στην Τουρκία αποτέλεσε πρότυπο για την επιθετική πολιτική που επιδιώκει έκτοτε η Επιτροπή ως κομμάτι της εξωτερικής πολιτικής της.

Γράφει ο Αποστόλης Φωτιάδης*, πρώτη δημοσίευση στην Εφημερίδα των Συντακτών

Το Μάιο και τον Ιούνιο του 2016, προσωπικό της Ευρωπαϊκής Υπηρεσίας Υποστήριξης για το Άσυλο (EASO) έκανε έρευνα για τη συγκρότηση αναφοράς σχετικά με τις συνθήκες που επικρατούσαν στην Τουρκία για τους αιτούντες διεθνή προστασία προερχόμενους από τη Συρία και άλλες τρίτες χώρες.

Η ανάλυση πληροφοριών και η ενημέρωση των αρχών των κρατών-μελών της Ε.Ε. για την κατάσταση του συστήματος προστασίας αιτούντων άσυλο και προσφύγων σε χώρες εκτός της Ε.Ε. είναι βασική αρμοδιότητα της υπηρεσίας.

Η ανάγκη για τη συγκρότηση της αναφοράς προέκυψε από την εφαρμογή της συμφωνίας Ε.Ε.-Τουρκίας τον Μάρτιο του 2016. Βασικό μέρος της συμφωνίας αποτελούσε και η πρόβλεψη για επιστροφή στην Τουρκία όσων Σύρων και άλλων πολιτών τρίτων χωρών θα εισέρχονταν στην Ελλάδα από την Τουρκία μετά την εφαρμογή της στις 20 Μαρτίου του 2016.

Μέσα από μια διοικητική διαδικασία που προβλεπόταν στη συμφωνία θα διευκρινιζόταν το αν η Τουρκία αποτελούσε «ασφαλή τρίτη χώρα» (safe third country) για κάθε αιτούντα άσυλο ώστε να μπορεί να επιστραφεί. Ήδη τον Απρίλιο και στις αρχές Μαΐου είχαν λάβει χώρα οι πρώτες επιστροφές, προκαλώντας έντονες αντιδράσεις από πλευράς υπερασπιστών δικαιωμάτων των προσφύγων που χαρακτήριζαν την Τουρκία ακατάλληλη χώρα για επιστροφές.

Από τότε και για μεγάλο χρονικό διάστημα τα κριτήρια που καθορίζουν μια χώρα ως «safe third country» και η πλήρωσή τους από την Τουρκία αποτέλεσαν πεδίο σύγκρουσης μεταξύ, από τη μια, κρατών-μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης και ειδικών που υποστήριξαν τη συμφωνία, και από την άλλη όσων θεωρούσαν ότι αυτή ήταν νομικά έωλη και προϊόν πολιτικών σκοπιμοτήτων.

Απόκρυψη και σκοπιμότητες

Σύμφωνα με τρεις διασταυρωμένες πηγές που μας μίλησαν διατηρώντας την ανωνυμία τους, η συγκρότηση της επίμαχης αναφοράς δεν ολοκληρώθηκε τυπικά από την EASO και το κείμενό της δεν δημοσιεύτηκε ποτέ ως επίσημο έγγραφο. Επίσης, η απόφαση να υποβαθμιστεί η αναφορά αυτή «δεν αποτέλεσε θέμα συζήτησης στο διοικητικό συμβούλιο της υπηρεσίας».

Η ύπαρξη της αναφοράς αναφέρεται δημόσια μόνο μία φορά σε δημοσίευμα του EUObserver στις 15 Ιουνίου 2016 με τίτλο «Η Ε.Ε. προσπαθεί να θάψει αναφορά σχετική με τις επιστροφές στην Τουρκία». Το ρεπορτάζ, προϊόν διαρροής που απλά αναφέρει την ύπαρξη του κειμένου και το οποίο δεν απαντήθηκε ποτέ από την DG Home ή την EASO, εκτιμά ότι η αναφορά θα μπορούσε να επιφέρει μεγάλο νομικό πλήγμα στη συμφωνία και να «προστεθεί στον όγκο των υπερασπιστών ανθρωπίνων δικαιωμάτων που λένε ότι είναι παράνομη».

Παράλληλα όλες οι πηγές σημείωναν ότι η αναφορά υποβαθμίστηκε, όταν κρίθηκε ότι τα ευρήματα της έρευνας δεν στήριζαν επαρκώς τις προτεραιότητες μιας ομάδας κρατών-μελών της Ε.Ε. και της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για εφαρμογή της συμφωνίας.

Στη διάρκεια του ρεπορτάζ, παράγοντας διεθνούς οργανισμού αναφέρθηκε στην αναφορά ως «εκείνη που δεν κυκλοφόρησε ποτέ» (the one that never got out).

Πιθανή δημοσίευση ή ευρεία διανομή της αναφοράς – με κίνδυνο αυτή να διαρρεύσει στις αρχές του καλοκαιριού του 2016, ενώ η νομική διελκυστίνδα γύρω από τη συμφωνία εξελισσόταν – θα μπορούσε όντως να δυναμιτίσει την πολιτική διαδικασία που με πολλαπλές πιέσεις είχαν δρομολογήσει τόσο η Επιτροπή όσο και τα κράτη-μέλη που πρωταγωνιστούσαν τότε στις διαδικασίες προς την επίτευξη και εφαρμογή της συμφωνίας, όπως η Γερμανία και η Ολλανδία.

Την περίοδο εκείνη μέλη οργανώσεων και νομικοί έβαλλαν συστηματικά κατά της συμφωνίας και παρόμοιων παρεμβάσεων από πλευράς ελληνικής κυβέρνησης αλλά και των αρχών της Ε.Ε., που είχαν σκοπό να νομιμοποιήσουν τη συμφωνία αλλά και να δρομολογήσουν την απρόσκοπτη εφαρμογή της, οι οποίες κινούνται στα όρια του κράτους δικαίου.

Ποτέ στην ελληνική Βουλή
Όπως αναφέρει η δικηγόρος Γιώτα Μασουρίδου που παρακολούθησε στενά τη διαδικασία λόγω και της εμπλοκής της στη δικαστική κρίση τού εάν η Τουρκία αποτελεί ασφαλή τρίτη χωρά στο Ανώτατο Διοικητικό Δικαστήριο της χώρας, «η εφαρμογή της δήλωσης, μολονότι δεν εξετάστηκε ποτέ από την ελληνική Βουλή και παρά το γεγονός ότι συνιστά ένα μη νομικά δεσμευτικό κείμενο, επιβλήθηκε με νομοθετικές τροποποιήσεις που εισήγαγαν ταχεία διαδικασία ασύλου ειδικά για τα πέντε νησιά (Λέσβο, Σάμο, Χίο, Λέρο και Κω) και άλλαξαν τη σύνθεση των δευτεροβάθμιων επιτροπών ασύλου, οι οποίες μέχρι πριν από την αλλαγή της σύνθεσής τους διαπίστωναν ότι η Τουρκία δεν συνιστά ασφαλή τρίτη χώρα για τους Σύρους πρόσφυγες. Περαιτέρω εδραιώθηκε με τη συμμετοχή οργανισμών της Ε.Ε. στη διοικητική διαδικασία ασύλου, όπως η διενέργεια συνεντεύξεων ασύλου από εντεταλμένα πρόσωπα της ΕΑSΟ καθ’ υπέρβασιν των αρμοδιοτήτων της ΕΑSΟ. Έκτοτε, οι ελληνικές αρχές θεωρούν ότι η Τουρκία είναι ασφαλής τρίτη χώρα για τους Σύρους βασιζόμενες σε αδημοσίευτες επιστολές πολιτικών αξιωματούχων και σε παρωχημένες πληροφορίες σχετικά με το τουρκικό νομικό πλαίσιο και την πρακτική των τουρκικών αρχών».

Χαρακτηριστικά, ενώ εκκρεμούσε η έκδοση των πρώτων αποφάσεων σε β’ βαθμό από τις Επιτροπές Προσφυγών, μέλη των επιτροπών κατήγγειλαν δημόσια προσπάθειες επέμβασης της εκτελεστικής εξουσίας στο έργο τους.

Τελικά η έκτακτη τροπολογία που αλλάζει τη σύνθεση των δευτεροβάθμιων επιτροπών θα κατατεθεί στη Βουλή από τον αναπληρωτή υπουργό Μεταναστευτικής Πολιτικής Γιάννη Μουζάλα στις 15 Ιουνίου.

Η EASO αρνήθηκε αρχικά να διαθέσει την αναφορά στη μορφή που είχε τον Ιούνιο του 2016 αλλά και μια μεταγενέστερη εκδοχή της τον Μάρτιο του 2017. Όπως προκύπτει από την απαντητική επιστολή την υπηρεσίας, το κείμενο της αναφοράς παρέμεινε ανοιχτό και ενημερώθηκε αρκετές φορές κατά τη διάρκεια του 2016, αλλά και το 2017 και το 2018.

Απαντώντας σε επίσημο αίτημα για πρόσβαση σε σχετικά με την αναφορά έγγραφα, όπως προβλέπεται από τις διατάξεις του κανονισμού της Ε.Ε. 1049/2001, η EASO ανέφερε «την ανησυχία της για ένα δημόσιο αίτημα, το οποίο αφορά ένα κείμενο συνταχθέν από την υπηρεσία, το οποίο περιέχει πληροφορίες για εσωτερική χρήση ως μέρος μιας διαδικασίας συζητήσεων και προκαταρκτικών διαβουλεύσεων».

Εσωτερικές υποθέσεις…
Αρχικά η υπηρεσία έκρινε ότι το έγγραφο της αναφοράς εμπίπτει στις διατάξεις που εξαιρούν συγκεκριμένα έγγραφα, όταν δεν προκύπτουν ιδιαίτεροι λόγοι δημόσιου συμφέροντος προς δημοσίευσή τους.

Οι βασικοί λόγοι που προέβαλε στην απαντητική της επιστολή η EASO για τη μη δημοσίευσή της ήταν ότι δεν είχε ξεκάθαρα ζητηθεί από τους συνεντευξιαζόμενους στην Τουρκία η συναίνεσή τους, ώστε να εκτεθούν δημόσια η ταυτότητά τους και οι πληροφορίες που παρείχαν.

Επίσης ότι, «[Υ]πό το φως της έντονα πολιτικοποιημένης κουβέντας γύρω από τη συμφωνία Ε.Ε.-Τουρκίας, κρίθηκε από την EASO ότι η δημοσίευση των εγγράφων θα έθετε σε ρίσκο την ακεραιότητα της κατά περίπτωση εξέτασης αιτήσεων ασύλου στα ελληνικά νησιά».

Το ζήτημα της προστασίας της ταυτότητας των συνομιλητών της EASO αποτελεί όντως αξιολογήσιμο κριτήριο για τον χειρισμό της αναφοράς. Ωστόσο η χρονική συγκυρία δεν συνηγορεί υπέρ της απόφασης για πλήρη απόκρυψη του περιεχομένου των συνεντεύξεων.

H EASΟ αποφασίζει σε υψηλότατο επίπεδο να μη δημοσιεύσει μια αναφορά πριν από τον Ιούλιο του 2016 στην Τουρκία όπου η απόπειρα πραξικοπήματος οδηγεί σε συρρίκνωση των εγγυήσεων του κράτους δικαίου. Επίσης στα πρακτικά συνομιλίας στελεχών της ΕΑSO από το τμήμα ανάλυσης και τεκμηρίωσης της υπηρεσίας, που διενεργούν συνεντεύξεις στο πλαίσιο της έρευνας με οργάνωση στην Τουρκία, υπάρχει συναίνεση για χρήση τμημάτων της συνέντευξης και στοιχείων των συνεντευξιαζόμενων.

Σε δεύτερο αίτημα πρόσβασης η υπηρεσία θα αποφασίσει να διαθέσει τα έγγραφα σε μεγάλο βαθμό λογοκριμένα, αφαιρώντας όλα τα τμήματα των κειμένων που προέκυψαν από τις συνεντεύξεις στην Τουρκία και ίσως άλλα στοιχεία που δεν προκύπτουν από οποιαδήποτε δημόσια πηγή.

Ένα από τα κείμενα φαίνεται να αποτελεί την αναφορά στην περίοδο που εντοπίζεται η υποβάθμισή της, κάτι που διασταυρώνεται και με τις πληροφορίες της «Εφ.Συν.». Το κείμενο έχει τίτλο «Country Information Pack – The Asylum System in Turkey», ενώ τελευταία ημερομηνία τροποποίησής του αναφέρεται η 15η Ιουνίου 2016. Πρόκειται για την ίδια μέρα που δημοσιεύεται το άρθρο στον EUObserver.

Λογοκριμένα αποσπάσματα
Το διοικητικό συμβούλιο της υπηρεσίας είχε συναντηθεί στις 6 και 7 Ιουνίου 2016, και από την ατζέντα προκύπτει ότι η συμφωνία Ε.Ε.-Τουρκίας ήταν στην ημερήσια διάταξη. Ωστόσο σε όλες τις περιπτώσεις οι πηγές που μίλησαν με την «Εφ.Συν.» ανέφεραν ότι το θέμα της αναφοράς δεν συζητήθηκε ποτέ σε αυτό το επίπεδο.

Η υπηρεσία διέθεσε επίσης λογοκριμένη την από Μαρτίου 2017 ανανεωμένη εκδοχή του κειμένου με τίτλο «Country Information factsheet JAP Product 3.1.g. – Content of Protection in Turkey». Από τα μη λογοκριμένα αποσπάσματα στις παραγράφους των προκαταρκτικών παρατηρήσεων και των δύο κειμένων προκύπτει ότι οι ερευνητές διαπιστώνουν πως: «Σύμφωνα με διάφορες πηγές, υπάρχει έλλειψη ανεξάρτητης επιτήρησης στα κέντρα απελάσεων από την αρχή της εφαρμογής της συμφωνίας Ε.Ε.-Τουρκίας. Η πρόσβαση των διεθνών οργανισμών και τοπικών ΜΚΟ είναι εξαιρετικά περιορισμένη, γεγονός που με τη σειρά του έχει υποσκάψει την ικανότητα να παρακολουθηθεί η κατάσταση στην οποία βρίσκονται όσοι επιστρέφονται από την Ελλάδα από τον Απρίλιο του 2016».

Στη μεταγενέστερη εκδοχή του κειμένου (Μάρτιος 2017) υπάρχει εκτεταμένη αναφορά σε επιστολή της Ύπατης Αρμοστείας του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες, η οποία διέρρευσε τον Δεκέμβριο 2016, όπου ο Οργανισμός αναφέρει ότι αδυνατεί να παρακολουθήσει τι έχει συμβεί με την πλειονότητα των ήδη επιστραφέντων στο πλαίσιο της συμφωνίας.

Η ύπαρξη κειμένου με αυτό το περιεχόμενο το 2016 και το 2017 από πλευράς μιας υπηρεσίας της Επιτροπής θα ερχόταν σε άμεση αντιπαράθεση με τις δημόσιες επαναλαμβανόμενες θέσεις των στελεχών της Επιτροπής ότι η Τουρκία αποτελεί ασφαλή τρίτη χώρα.

Αν και το κομμάτι της συμφωνίας που αφορούσε τις επιστροφές δεν λειτούργησε ποτέ αποτελεσματικά, παραμένει σήμερα βασικός στόχος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής αλλά και κρατών-μελών της Ε.Ε., όπως η Γερμανία, όσον αφορά τη διαχείριση των μεταναστευτικών και προσφυγικών ροών στα εξωτερικά σύνορα της Ε.Ε.

Εκτός αυτού η συμφωνία θεωρήθηκε εξαιρετικά επιτυχημένη, καθώς οι αφίξεις στα ελληνικά νησιά μετά την εφαρμογή της μειώθηκαν κατά 97%. Ωστόσο ο περιορισμός του πληθυσμού στα ελληνικά νησιά, κομμάτι και αυτό της συμφωνίας, υπό συνθήκες που η ίδια η Επιτροπή χαρακτήρισε στις αρχές Μαρτίου 2019 «άθλιες», πολλαπλασίασε το ανθρώπινο κόστος της συμφωνίας.

Δεκάδες χιλιάδες άνθρωποι παγιδεύτηκαν σε ακατάλληλους χώρους με συχνή συνέπεια την επιδείνωση της ψυχικής τους υγείας, την έλλειψη απρόσκοπτης πρόσβασης σε αναγκαίες υπηρεσίες υγείας, αλλά και την έκθεσή τους σε διαρκή κίνδυνο για τη σωματική τους ακεραιότητα.

Τέλος, η θεωρούμενη επιτυχημένη εφαρμογή μεταφοράς της διαχείρισης των ροών στην Τουρκία με μεγάλα οικονομικά ανταλλάγματα αποτέλεσε πρότυπο για την επιθετική πολιτική που επιδιώκει έκτοτε η Επιτροπή ως κομμάτι της εξωτερικής πολιτικής της.

Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή και η EASO έλαβαν ερωτήματα σχετικά με την έρευνα, στα οποία μέχρι τη στιγμή που έκλεισε η ύλη της εφημερίδας δεν είχαν απαντήσει.

———————–
*Ερευνητής ευρωπαϊκών θεμάτων

Μπορείτε να βρείτε το αρχικό άρθρο εδώ