Από την Cecile Blanchet
Πώς η τοποθέτηση της ενέργειας στα κοινά αγαθά βοηθά στην αύξηση των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας και στην εξοικονόμηση ενέργειας.
Είναι η ενέργεια ένα απλό εμπορικό ή ένα κοινό αγαθό; Κατ’ αρχάς γιατί μας αφορά αυτό το ερώτημα; Θα εξετάσουμε εδώ γιατί η ενέργεια είναι μέρος των κοινών αγαθών, από τις πηγές μέχρι το ίδιο το προϊόν. Σε δεύτερο χρόνο, θα δούμε ότι η τοποθέτηση της ενέργειας στα κοινά αγαθά έχει πολύ σημαντικές συνέπειες: συμβάλλει στην επίλυση του διλήμματος ενεργειακής απόδοσης (δηλαδή πρέπει να μειώσουμε την κατανάλωση ενέργειας, αλλά ποιος πρόκειται να πληρώσει γι’ αυτό;) και την αύξηση των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας.
Τι είναι ένα κοινό αγαθό;
Μια φορά κι έναν καιρό… υπήρχε ένα βοσκοτόπι στις Άλπεις όπου έβοσκαν τα βοοειδή ενός χωριού. Ο αέρας ήταν φρέσκος και ζωηρός, υπήρχε αρκετό χόρτο για τα ζώα. Αλλά ήταν και ένα ευαίσθητο οικοσύστημα: αν έβαζες πολλή πίεση σε αυτό (πάρα πολλά ζώα) θα καταστρέφονταν αμέσως… Με άλλα λόγια, ο βοσκότοπος ήταν ένας πεπερασμένος πόρος, ο οποίος θα μπορούσε να στηρίξει ένα πεπερασμένο αριθμό βοοειδών .
Ένα φυσικό κοινό αγαθό είναι αυτό: Ένας (πεπερασμένος) φυσικός πόρος, που είναι απαραίτητος για όλους.
Υπάρχουν τρεις τρόποι μεταχείρισης των φυσικών κοινών αγαθών:
1)Το κοινό αγαθό (π.χ. το βοσκοτόπι) διεκδικείται από κάποιον, ο οποίος ελέγχει την πρόσβαση σε αυτό και δημιουργεί έσοδα από αυτό: μετατρέπεται σε εμπόρευμα και τα κέρδη χρήσης χρησιμοποιούνται κυρίως από λίγους.
2)Δεν υπάρχει επικοινωνία στην κοινότητα και δεν έχουν οριστεί κανόνες για τη χρήση του κοινού αγαθού. Συγκεκριμένα άτομα έχουν την τάση να εκμεταλλεύονται το κοινό αγαθό όσο το δυνατόν περισσότερο, προκειμένου να μεγιστοποιήσουν το δικό τους κέρδος και να ανταγωνιστούν για την πρόσβαση σε αυτό. Τελικά, το κοινό αγαθό καταστρέφεται. Αυτός είναι ο τρόπος με τον οποίο ο Garrett Hardin περιέγραψε τη συμπεριφορά του σύγχρονου ανθρώπου στην «Τραγωδία των Κοινοτήτων» το 1968, που τον οδήγησε να υποστηρίξει ότι μόνο η ιδιωτικοποίηση (όπως στο 1.) ή η κρατική ρύθμιση αποτελούν επιτυχή τρόπο διακυβέρνησης των κοινών.
3)Οι άνθρωποι πραγματικά συζητούν και συνειδητοποιούν το πρόβλημα της κατάχρησης των κοινών αγαθών. Επομένως, οι κοινότητες οργανώνονται και θεσπίζουν ορισμένους κανόνες, μηχανισμούς αποζημίωσης και κυρώσεις κατά των καταχραστών. Τα οφέλη μοιράζονται και διατηρούνται. Αυτό αναφέρει μέσ’ από όλη τη σταδιοδρομία της η Elinor Ostrom (και οι συνάδελφοί της): οι κοινότητες είναι σε θέση και (να) διαχειρίζονται τα κοινά αγαθά τους μόνες τους.
Δίπλα στους πεπερασμένους ή φυσικούς πόρους που καθορίζουν το κλασσικό πλαίσιο των κοινών αγαθών, μπορούμε να σκεφτούμε άλλους μη πεπερασμένους και πιο αφηρημένους πόρους που μπορούν να θεωρηθούν κοινά αγαθά και να αναφέρονται ως κοινωνικά κοινά: ψηφιακά κοινά, κοινά αγαθά γνώσης, υγείας, αστικά κοινά αγαθά… Η μετατόπιση του παραδείγματος από το εμπόρευμα στα κοινά συμβάλλει στη μείωση της (τεχνητής) έλλειψης των πόρων αυτών (η οποία δημιουργείται και συντηρείται από την ιδιωτικοποίηση και τη νομισματοποίηση) με τη δημιουργία μίας κοινής ιδιοκτησίας ή μη ιδιοκτησίας. Αυτό αναδεικνύεται καλύτερα από τις άδειες πνευματικών δικαιωμάτων Creative Commons, κάποιες από τις οποίες επιτρέπουν σε εταιρείες να πουλήσουν ένα προϊόν αλλά να μην διεκδικούν την κυριότητά του (πράγμα που σημαίνει ότι άλλες εταιρείες μπορούν να πουλήσουν το ίδιο προϊόν, να το τροποποιήσουν κ.λπ.).
Τέλος, υπάρχει και η πράξη της κοινής διαχείρισης (commoning): το να γίνονται πράγματα μαζί [στην κοινότητα], να μοιράζονται, να επωφελείται ο ένας από τον άλλον. Όπως είδαμε στο προηγούμενο μέρος, αυτό είναι ένα από τα επαναλαμβανόμενα επιχειρήματα που έδωσαν τα μέλη των ενεργειακών συνεταιρισμών ως έδαφος και ως συν-όφελος από το εγχείρημά τους.
Η ανανεώσιμη ενέργεια είναι κοινό αγαθό
Στο σημείο αυτό θα επικεντρωθούμε στην ανανεώσιμη ενέργεια (ΑΕ), αλλά αυτή η συζήτηση ισχύει και για τα ορυκτά καύσιμα. Σύμφωνα με τους παραπάνω ορισμούς, η ΑΕ είναι κοινό αγαθό και το αποδεικνύουμε μέσ’ από τρία διαφορετικά σημεία οπτικής που είναι:
- Η πηγή (άνεμος, ήλιος …),
- Tο προϊόν (ενέργεια και ειδικότερα ηλεκτρική ενέργεια), και
- H διαδικασία ενεργειακής μετάβασης (δηλαδή η μετάβαση προς καθαρές ανανεώσιμες πηγές ενέργειας).
Η πηγή. Οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας (ειδικά ο άνεμος, ο ήλιος, το νερό και σε μικρότερη έκταση η βιομάζα) αποτελούν σαφώς μέρος των φυσικών μας κοινών: κανείς δεν μπορεί να διεκδικήσει την ιδιοκτησία τους και ανήκουν σε όλους. Επιπλέον, και αυτό είναι ιδιαίτερα σημαντικό, είναι πεπερασμένοι πόροι. Επομένως, είναι ζωτικής σημασίας να εξασφαλιστεί ότι η πρόσβαση σε αυτούς τους πόρους θα είναι κοινή για ολόκληρη την κοινωνία.
Το προϊόν. Η ηλεκτρική ενέργεια και η ενέργεια με την ευρύτερη έννοια αποτελούν μέρος των κοινωνικών αγαθών. Πράγματι, η πρόσβαση στην ενέργεια που είναι απαραίτητη στις σύγχρονες κοινωνίες, μετατρέπεται σε κοινό αγαθό. Και λόγω πεπερασμένων πηγών, η ποσότητα της διαθέσιμης ενέργειας είναι επίσης πεπερασμένη.
Το να μην γίνει το κοινό αγαθό κτήμα μεμονωμένων ατόμων ή φορέων, είναι ζωτικής σημασίας, προκειμένου να αποφευχθεί η δημιουργία τεχνητής λειψυδρίας και να καταπολεμηθεί αποτελεσματικά η ενεργειακή φτώχεια. Αν αυτό δεν ακούγεται πολύ σοβαρό στο δυτικό κόσμο, πρόκειται για ένα τεράστιο ζήτημα στις φτωχότερες χώρες και έχει τοποθετηθεί στην Ατζέντα των Ηνωμένων Εθνών για το 2030 ως ο στόχος βιώσιμης ανάπτυξης αριθ. 7.
Ενεργειακή μετάβαση. Μελετώντας τη διαδικασία μετάβασης από ορυκτά καύσιμα σε ανανεώσιμες πηγές, μπαίνουμε στον τομέα «μετρίασης της κλιματικής αλλαγής». Η μείωση του άνθρακα στην ενέργεια εμπίπτει στον τομέα των παγκόσμιων κοινών: Κάθε γραμμάριο CO2 που απελευθερώνεται στην ατμόσφαιρα θα έχει επιπτώσεις σε όλους μας. Η Διακυβερνητική Επιτροπή για την Αλλαγή του Κλίματος (IPCC) υπογραμμίζει την απειλή που θέτουν οι ιδιώτες πάνω στις παγκόσμιες προσπάθειες μετριασμού (περίληψη για τους υπεύθυνους χάραξης πολιτικής, AR5): «Δεν θα επιτευχθεί αποτελεσματικός μετριασμός εάν μεμονωμένοι δρώντες προωθούν τα δικά τους συμφέροντα ανεξάρτητα».
Όπως μπορεί κανείς να διαβάσει στο δικτυακό τόπο του ερευνητικού Ινστιτούτου Mercator πάνω στα Παγκόσμια Κοινά (MCC), η ενέργεια είναι επίσης μέρος των κοινωνικών αγαθών: «Πρόκειται για δημόσια αγαθά που παρέχουν πρόσβαση σε υπηρεσίες υγείας, εκπαίδευση, καθαρό νερό, αποχέτευση, ενέργεια ή μεταφορά και επικοινωνιακή υποδομή. Είναι ουσιαστικής σημασίας για την ανθρώπινη ευημερία, καθώς το επίπεδο παροχής αυτών των αγαθών έχει σημαντικές επιπτώσεις τόσο στην ανάπτυξη όσο και στην ανισότητα». Το MCC περιγράφει το δίλημμα της ενεργειακής μετάβασης ως κατάχρηση των παγκόσμιων κοινών και έλλειψη πρόνοιας για τα κοινωνικά αγαθά.
Η μετάβαση στην ενέργεια αποτελεί τεράστιο έργο της γενιάς μας και δημιουργεί τόσο προκλήσεις όσο και ευκαιρίες. Από την πλευρά των νικητών, δημιουργείται μια νέα αγορά, η οποία είναι ήδη αρκετά κερδοφόρα ώστε να προσελκύσει θεσμικούς επενδυτές. Οι μεγάλες επενδύσεις σε ανανεώσιμες πηγές από ιδιωτικές πηγές είναι δυνητικά καλή είδηση, καθώς επιταχύνει τη μετάβαση στην ενέργεια. Ωστόσο, υπάρχουν σοβαρά μειονεκτήματα στην εμπορευματοποίηση της ενέργειας. Πρώτον, οι αποδόσεις των επενδύσεων θα παραμείνουν σε ιδιωτικά χέρια, γεγονός που αποτελεί απώλεια εσόδων για την κοινωνία και αυξάνει τη συγκέντρωση κεφαλαίων στα χέρια λίγων. Δεύτερον, καθώς οι επενδύσεις αυτές είναι κερδοφόρες, ο πρωταρχικός στόχος είναι να εγκαταστήσει την τεχνολογία που παρέχει το υψηλότερο εισόδημα, ανεξάρτητα από τις ανάγκες και τις επιθυμίες των ανθρώπων (και επομένως δεν εγκαθίσταται απαραίτητα η κατάλληλη τεχνολογία).
Συνοψίζοντας, παρατίθεται πώς το ερευνητικό πρόγραμμα της ΕΕ Rescoop, ΑΕ Horizon 2020, παρουσιάζει την κοινωνική σημασία της πλαισίωσης της ΑΕ στα κοινά αγαθά (σύσταση πολιτικής):
«Η αιολική, ηλιακή, υδροηλεκτρική, γεωθερμική ενέργεια και η βιομάζα είναι φυσικοί πόροι. Στην πραγματικότητα δεν ανήκουν σε κανέναν και είναι καταρχήν διαθέσιμοι σε όλους. Είναι κοινά αγαθά. Από την άποψη της κοινωνικής δικαιοσύνης, πρέπει να δοθεί μεγαλύτερη προσοχή στον τρόπο διαχείρισης των αποκεντρωμένων ανανεώσιμων πηγών ενέργειας. Σε έναν κόσμο όπου η ενέργεια σπανίζει, αυτές οι πηγές ενέργειας θα σημαίνουν εισόδημα για τους φορείς. Ως εκ τούτου, οι πολίτες και οι χρήστες έχουν κάθε συμφέρον να διατηρούν όσο το δυνατόν περισσότερο αυτή την τοπική παραγωγή ενέργειας στα χέρια τους. Οι κυβερνήσεις έχουν επίσης κάθε συμφέρον να αγκιστρώνουν όσο το δυνατόν περισσότερο τις αποκεντρωμένες ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, έτσι ώστε η προστιθέμενη αξία της παραγωγής να ωφελεί και την κοινωνία. Αυτό ισχύει ιδιαίτερα για την αιολική ενέργεια, μια πηγή ενέργειας έχει εύρος έκτασης αλλά τελικά την εκμεταλλεύεται μια μικρή περιοχή. Το όφελος της εκμετάλλευσης αυτής πρέπει να επεκταθεί στην ευρύτερη δυνατή ομάδα ανθρώπων. Έτσι, η εκμετάλλευση της αιολικής ενέργειας δεν πρέπει να ιδιωτικοποιηθεί έτσι απλά, αλλά να διατίθεται και βάσει κοινωνικοοικονομικών κριτηρίων».
Μείωση της κατανάλωσης ενέργειας
Ο ανεμόμυλος των πολιτών – έξω από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, Βρυξέλλες. Περισσότερα από 150 άτομα σχημάτισαν τη μορφή γιγαντιαίας ανεμογεννήτριας μπροστά από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο στις Βρυξέλλες για να ζητήσουν περισσότερη υποστήριξη για κοινοτικά έργα ανανεώσιμων πηγών ενέργειας. Φωτογραφία από τους Φίλους της Γης CC-BY-NC 2.0
Μια πτυχή της εμπορευματοποίησης της ενέργειας που συχνά παραβλέπεται είναι ότι, προκειμένου να αυξηθούν τα κέρδη, οι επιχειρήσεις κοινής ωφελείας έχουν ένα εγγενές κίνητρο να παράγουν και να πουλήσουν όσο το δυνατόν περισσότερη ενέργεια. Αυτό αντισταθμίζει εντελώς όλες τις προσπάθειες που καταβάλλονται για την αύξηση της ενεργειακής απόδοσης και της διατήρησης.
Όπως αναγνωρίζουν πολλοί ειδικοί, η μείωση των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου (αυξάνοντας την αποδοτική χρήση της ενέργειας) αποτελεί βασικό πυλώνα της ενεργειακής μετάβασης. Ωστόσο, τα μέτρα αποτελεσματικότητας συχνά παρουσιάζονται ως επιβάρυνση, η οποία είναι δαπανηρή και δεν παράγει αρκετά κέρδη.
Όπως δήλωσε ο John Byrne και η ομάδα του στο Πανεπιστήμιο του Delaware, η αποτελεσματική «μεταφορά ενέργειας στα κοινά αγαθά» (έκλεψα αυτή την έκφραση από αυτό το αξιόλογο και προσβάσιμο ερευνητικό έγγραφο) έχει το διπλό πλεονέκτημα τόνωσης της εγκατάστασης ανανεώσιμων σταθμών ηλεκτροπαραγωγής και ταυτόχρονης εξοικονόμησης ενέργειας, ενώ η ενέργεια ως εμπόρευμα οδηγεί σε κατάσταση «ενεργειακής παχυσαρκίας». Αυτή η «κοινοτικοποίηση» της ενέργειας παρουσιάζεται μέσω των Ιδρυμάτων Αειφόρου Ενέργειας (SEU), τα οποία είναι κοινοτικά ιδρύματα που στοχεύουν στο σχεδιασμό και τη χρηματοδότηση τοπικών ενεργειακών έργων. Η ιδέα είναι να ληφθεί υπόψη η κατανάλωση ενέργειας μιας κοινότητας σε παγκόσμιο επίπεδο, με πρωταρχικό στόχο την εξοικονόμηση: όταν απαιτείται ενέργεια, η SEU θα πρέπει να εφαρμόσει μια κατάλληλη ανανεώσιμη τεχνολογία και να ενσωματώσει συστήματα θερμότητας και μεταφοράς στο σχεδιασμό.
Αυτή ήταν μια κάπως μεγαλύτερη και πιο πυκνή ανάρτηση αυτή τη φορά, αλλά ελπίζω ότι είστε ακόμα ξύπνιοι! Περισσότερα θα ακολουθήσουν σύντομα! Παρακαλώ, στείλτε μου ερωτήσεις και προβληματισμούς στην ενότητα σχολίων.
Cecile Blanchet – Συνεργάτης Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας στο Δίκτυο Commons. Η Cecile σπούδασε θαλάσσια γεωλογία και κατέχει διδακτορικό δίπλωμα από το πανεπιστήμιο της Aix-Marseille (Γαλλία) που έλαβε το 2006. Εργάστηκε ως ερευνήτρια σε πολλά επιστημονικά ινστιτούτα σε όλη την Ευρώπη (κυρίως στη Γαλλία, τη Γερμανία και την Ολλανδία), εξερευνώντας τις σχέσεις μεταξύ των κλιματικών αλλαγών, του περιβάλλοντος και των ανθρώπινων πληθυσμών κατά τη διάρκεια της τέταρτης εποχής. Από το 2013, ακολουθεί μια νέα σταδιοδρομία και σπούδασε διαχείριση έργων, ανανεώσιμες πηγές ενέργειας (Proventus Energie Academy) και δημοσιογραφίας (CNED). Μέσω της συμμετοχής της στον πολιτικό ακτιβισμό, η Cecile έχει επίσης αναπτύξει ένα μεγάλο ενδιαφέρον για την κοινοτική υποδομή, ιδίως την αποκεντρωμένη παραγωγή πράσινης ενέργειας. Από τον Ιανουάριο, υποστηρίζει τη CN με την ανάπτυξη της επικοινωνιακής στρατηγικής της για τη Συνέλευση των Ευρωπαϊκών Αγαθών. Επικοινωνία: twitter @ clblanchet
Αρχικά δημοσιεύθηκε στο Energy Commons Blog