Η Αυστραλία επιστρέφει πίσω σε μια θλιβερή ιστορία: Κατά τη διάρκεια του 20ού αιώνα αρπάχτηκαν πολλά παιδιά Αβορίγινων από τις οικογένειές τους, προκειμένου να αφομοιωθούν βίαια. Αυτό το πεπρωμένο χαρακτηρίζεται ως «Κλεμμένη Γενιά». Ωστόσο ακόμη και σήμερα περισσότερα από 16.000 παιδιά Αβορίγινων τοποθετούνται σε ιδρύματα. Αυτό είναι περισσότερο από το ένα τρίτο όλων των υιοθετημένων παιδιών σε ολόκληρο το αυστραλιανό σύστημα φροντίδας, παρόλο που οι Αβορίγινες ανέρχονται μόλις στο τρία τοις εκατό του συνολικού πληθυσμού.
Ποτέ δεν αρπάχτηκαν περισσότερα παιδιά Αβορίγινων από τις οικογένειές τους απ’ ότι στις μέρες μας. Η πιο συχνή δικαιολογία για την απομάκρυνση του παιδιού είναι «η παραμέληση». Ωστόσο η φτώχεια στις κοινότητες των Αβορίγινων είναι αποτέλεσμα του γεγονότος ότι έχουν παραμεληθεί και έχουν συστηματικά δεχτεί διάκριση για γενιές από το κράτος. Παιδιά χωρίζονται από τις μητέρες τους, που από τη μια εκθέτονται σε οικογενειακή βία, ενώ από την άλλη κλείνουν τα κοινωνικά ιδρύματα για την προστασία κακοποιημένων γυναικών εξαιτίας της περικοπής των κρατικών πόρων. Παιδιά παίρνονται από υπερπλήρη σπίτια ή από άστεγες οικογένειες, ενώ η κυβέρνηση αρνείται συγχρόνως να χτίσει νέα σπίτια ή και μάλιστα κλείνει ολόκληρες κοινότητες Αβορίγινων. Η επαίσχυντη κατάσταση του συστήματος νομική βοήθειας σημαίνει ότι πολλοί Αβορίγινες γονείς δεν μπορούν να προβούν σε νομικές ενέργειες σε τυχόν καταγγελίες που γίνονται σε βάρος τους.
Οι παρακάτω δυο δηλώσεις προέρχονται από Αβορίγινες γυναίκες από τη Βόρεια Επικράτεια, των οποίων τα παιδιά ή εγγόνια αρπάχθηκαν.
Μητέρα Αβορίγινων από το Alice Springs, Βόρεια Επικράτεια
Τον Μάρτιο του 2014 το Υπουργείο Παιδιών και Οικογένειας πήρε βίαια τα παιδιά μου και μόνο 8 μήνες μετά τα επέστρεψαν υπό την φροντίδα μου. Αυτή η αρπαγή των παιδιών μου ήταν τελείως αδικαιολόγητη. Οι κατηγορίες εναντίον μας δεν εξετάστηκαν ποτέ δικαστικά. Έχω πάρει πίσω τελικά τα παιδιά μου, αφού το Υπουργείο για Παιδιά και Οικογένειες αποσύρθηκε από την προσπάθειά του, να μου αφαιρέσει το δικαίωμα φροντίδας για δύο χρόνια. Υπάλληλοι του Υπουργείου είχανε αμφισβητήσει την υγεία των παιδιών μου. Η δύο χρονών κόρη μου έχει βάρος λιγότερο του κανονικού. Αφού μου είχαν πάρει τα παιδιά, μπορούσα να αποδείξω με ιατρική γνωμάτευση, ότι οι κατηγορίες ήταν απολύτως λάθος. Το Υπουργείο δεν ήθελε να δεχτεί τη γνωμάτευση, παρόλο που και η ίδιες οι αρμόδιες αρχές δεν μπορούσαν να επιβεβαιώσουν τις κατηγορίες τις.
Η αστυνομία ήρθε χωρίς προειδοποίηση με ανθρώπους από το Υπουργείο και ήθελε να πάρει μαζί της την δίχρονη κόρη μου. Όταν θέλησα να συζητήσω μαζί τους, με απείλησαν με σπρέι πιπεριού, που έστρεψαν προς το πρόσωπό μου, ενώ κρατούσα την κόρη μου στην αγκαλιά. Κανείς δεν σκέφτηκε «το καλύτερο συμφέρον του παιδιού» εκείνη την ημέρα. Η κόρη μου έκλαιγε, όταν κάποιος μου την πήρε. Δύο άλλα από τα παιδιά μου απομακρύνθηκαν από το σχολείο – χωρίς την άδεια μου, εν αγνοία μου. Η περίοδος χωρίς τα παιδιά μου ήταν για την οικογένεια μου τραυματική. Ήταν σε ένα ίδρυμα κοινωνικής πρόνοιας, στο οποίο το προσωπικό δούλευε με βάρδιες. Σε όλο αυτό το διάστημα τα παιδιά μου είχαν περισσότερους από 30 διαφορετικούς υπεύθυνους. Η επαφή με τα παιδιά μου ήταν πολύ περιορισμένη και λάμβανε χώρα μόνο υπό επιτήρηση. Με αντιμετώπισαν σαν εγκληματία.
Το Υπουργείο ήθελε τα παιδιά μου να με στερηθούν για δύο χρόνια. Η ακροαματική διαδικασία ορίστηκε μόνο έξι μήνες μετά την απομάκρυνση των παιδιών μου. Μόνο τότε είχα την δυνατότητα, να περιγράψω μπροστά σε ένα δικαστή την άποψή μου για τα πράγματα. Ευτυχώς είχα έναν καλό δικηγόρο, που έψαχνε και άλλους τρόπους. Πιστεύω, αν δεν ήμουν τόσο πεισματάρα με τους δικηγόρους μου για τη νομική βοήθεια Αβορίγινων, δεν θα με είχαν εκπροσωπήσει τόσο καλά. Στην αρχή μου πρότειναν, ότι θα πάρω τα παιδιά μου πίσω το συντομότερο, εάν συνεργαστώ με τις αρχές και ακολουθήσω τις οδηγίες τους. Αλλά απαίτησα η νομική βοήθεια να αμφισβητήσει αυτές τις οδηγίες. Πολλοί άλλοι Αβορίγινες στην θέση μου δεν διαθέτουν τη δική μου αυτοπεποίθηση και ικανότητα επικοινωνίας. Μπορεί να μην είχαν καταφέρει αυτό το αποτέλεσμα.
Η αρμόδια αρχή καταπολεμούσε την προσπάθειά μας να φέρουμε πίσω τα παιδιά στην οικογένειά μας, ενώ εμείς περιμέναμε για την ακροαματική διαδικασία. Η αδελφή μου είναι δασκάλα δημοτικού και ήταν έτοιμη να αναλάβει τα παιδιά. Πήρε μάλιστα την πρωτοβουλία να το εξηγήσει στον δικαστή. Αλλά η αρχή αρνήθηκε και επέμεινε ότι τα παιδιά θα έπρεπε να μείνουν στην κοινωνική πρόνοια. Μετά από μια αποτυχημένη διαδικασία διαμεσολάβησης ο δικαστής διέταξε ευτυχώς, ότι τα παιδιά θα μπορούσαν να μείνουν μέχρι την ακροαματική διαδικασία στην αδερφή μου. Τελικά το Υπουργείο αποφάσισε να αποσύρει τις κατηγορίες εναντίον μου. Τώρα τα παιδιά είναι ξανά μαζί μου.
Πιστεύω, πως η οικογένειά ήταν θύμα του Υπουργείου μόνο και μόνο επειδή είμαστε Αβορίγινες. Κατά τη διάρκεια των συνομιλιών μου με τη δημόσια αρχή έβγαλα το συμπέρασμα, ότι οι δημόσιοι υπάλληλοι εκεί είναι αλαζόνες, υποκριτές και ρατσιστές. Ενδιαφερόντουσαν περισσότερο να δικαιολογήσουν τις λανθασμένες αποφάσεις τους και να συγκαλύψουν τα λάθη τους απ’ το να βοηθήσουν την οικογένειά μου.
Η ιστορία της κλεμμένης γενιάς επαναλαμβάνεται. Κάθε μέρα Αβορίγινες οικογένειες παθαίνουν αυτό που έχω τραβήξει εγώ. Λυπάμαι αυτές οι φτωχές οικογένειες. Αισθάνονται ότι δεν μπορούν να απευθυνθούν πουθενά, ότι κανείς δεν θα τους βοηθήσει. Κάποιοι ξεκινάνε να πίνουν, επειδή νοιώθουν τόσο αβοήθητοι. Είναι θύματα, όπως ακριβώς και εγώ.
Γιαγιά Αβορίγινων από τη γη των Γουαλπίρι, Βόρεια Επικράτεια
Είμαι μια γιαγιά Γουαλπίρι, που φρόντιζε τα δύο της εγγόνια, μέχρι που μου τα πήρε το 2013 το Υπουργείο. Τα φρόντιζα και τα δύο μαζί με τον άνδρα μου, ήδη απ’ όταν ήταν ακόμα μώρα. Μας έχουν στηρίξει συγγενείς και επίσης άλλα παιδιά, που έχουμε επίσης μεγαλώσει.
Κάποια μέρα γύρισα στο σπίτι. Η εγγονή μου ήταν πολύ απελπισμένη. Μου εξήγησε στην γλώσσα μου, ότι «οι λευκοί είχαν πάρει τα παιδιά από το σχολείο». Δεν είχα ιδέα ότι το Υπουργείο θα έπαιρνε τα παιδιά. Δεν μου είχαν μιλήσει ποτέ γι’ αυτό.
Εργαζόμενοι του Υπουργείου και υπάλληλοι άλλων κοινωνικών υπηρεσιών είχαν υποβάλει σχόλια για μένα, που δεν μπορούσα να αντικρούσω. Δεν μπορούσαν να επικοινωνήσουν μαζί μας σωστά. Δεν προσπάθησαν καν να μας καταλάβουν. Δεν γνώριζαν από πού κατάγονταν αυτά τα παιδιά, ότι εμείς τα αγαπάμε και φροντίζουμε γι’ αυτά. Τόσοι πολλοί κοινωνικοί λειτουργοί, που λέγανε ότι θα με βοηθούσανε, μου έγραψαν μεγάλες δηλώσεις για το δικαστήριο, στις οποίες ισχυρίζονταν, ότι δεν είμαι σε θέση να φροντίσω τα παιδιά μου. Δεν είχαν μιλήσει ποτέ με εμένα την ίδια και επίσης δεν κάλεσαν ποτέ έναν διερμηνέα, για να μπορώ να κατανοήσω στη μητρική μου γλώσσα, τη Γουαλπίρι. Ένα από τα παιδιά ήρθε μετά το θάνατο των γονιών του. Τους είχα υποσχεθεί πριν το θάνατό τους ότι θα φροντίσω το αγόρι τους. Αυτός ωστόσο είχε προβλήματα με το να πάει στην τουαλέτα και αυτό μου το καταλόγισαν. Δεν κατάλαβαν ότι υπέφερε απ’ αυτό ήδη ολόκληρη τη ζωή του. Πίστευαν ότι δεν τον φροντίζαμε αρκετά. Πίστευαν ότι τον εκφοβίζουμε, αλλά είναι από τη φύση του ένα φοβισμένο μικρό παιδί. Δεν έχει ξεπεράσει ακόμα τον θάνατο τής οικογένειάς του. Τώρα που απομακρύνθηκε από μας, έγιναν όλα ακόμα χειρότερα γι’ αυτόν.
Ακόμα και στο σχολείο οι καθηγητές, από τους οποίους προέρχονται κάποιες από αυτές τις αναφορές, αντιμετωπίζουν την οικογένειά μας με προκαταλήψεις. Ο διευθυντής του σχολείου έχει περιγράψει τον άνδρα μου ως μια «ανέλπιδα περίπτωση», παρόλο που έχει μεγαλώσει πολλά παιδιά και τα έχει φέρει στο σχολείο. Πολλά από αυτά έχουν μεγαλώσει σήμερα και έχουν τα ίδια παιδιά. Όσο μεγάλωνα αυτά τα παιδιά, δεν είχα ποτέ προβλήματα με το Υπουργείο. Η δημόσια υπηρεσία μού είχε επιβεβαιώσει ήδη στο παρελθόν, ότι είμαι κατάλληλη για ανάδοχη μητέρα. Μου είχαν εμπιστευτεί ένα εξάχρονο ανάπηρο αγόρι. Μεγάλωσα αυτόν το αγόρι παρόλες τις προκλήσεις, μέχρι που ήταν ένας νέος άντρας.
Οι εργαζόμενοι του Υπουργείου μας κατέκριναν, επειδή είμαστε Αβορίγινες. Λένε, ότι όταν οι συγγενείς τής οικογένειας έρθουν σε μας, το σπίτι είναι χαοτικό και γι’ αυτό δεν θα έχουν τα παιδιά καμιά κανονική καθημερινότητα. Αλλά αυτή η επαφή με μια μεγάλη οικογένεια είναι σημαντική για τα παιδιά. Αγαπούν την οικογένειά τους και είναι ευτυχισμένα κάθε φορά που τους βλέπουν. Είναι σημαντικό για την ταυτότητα των παιδιών Γουαλπίρι, να μεγαλώνουν σε μια μεγάλη οικογένεια.
Αφού μας είχαν πάρει τα παιδιά, τα στέγασαν σε εφτά διαφορετικές ανάδοχες οικογένειες. Αυτό ήταν φυσικά απίστευτα τραυματικό για αυτά. Έκλαιγαν όταν μας επισκέπτονταν. Μας λείψατε και θέλανε να ζήσουνε πάλι μαζί μας, λέγανε. Μας διηγήθηκαν επίσης, ότι χτυπήθηκαν από τους υπεύθυνούς τους, ότι είναι πεινασμένα και δεν έτρωγαν αρκετά. Επιπλέον είχαν απαιτήσει οι υπεύθυνοι από τα παιδιά να μην μας λένε εμένα και τον σύντροφό μου «μητέρα και πατέρα». Δεν επιτρεπόταν επίσης να μιλήσουν για τις συνθήκες στα κοινωνικά ιδρύματα φροντίδας.
Δεν συμπεριλήφθηκε κανείς από τον οικογενειακό μου κύκλο ή από την κοινότητα Γουαρλίπι στην απόφαση για το τι πρέπει να γίνει με τα παιδιά. Όσο ήταν υπό την προστασία του Υπουργείου, τους αρνήθηκε η πρόσβαση στον πολιτισμό τους, στη γλώσσα τους, στην οικογένειά τους και στη χώρα τους.
Όταν προσπάθησα να βρω έναν δικηγόρο, δεν με βοήθησε κανένας. Οι δημόσιες υπηρεσίες μου λέγανε, πως δεν μπορούσαν να με βοηθήσουν, επειδή ούτως ή άλλως δεν είχα καμιά πιθανότητα. Είμαι τυχερή, που ένας φίλος μπόρεσε να μου βρει έναν καλό δικηγόρο, που έχει αναλαμβάνει τώρα την υπόθεση. Ο δικαστής δεν μπορούσε να πιστέψει, τι είχε κάνει το Υπουργείο στα παιδιά μου. Φαίνεται πάντως καλό, ότι θα τα πάρουμε πίσω σύντομα.
Το έγκλημα της «κλεμμένης γενιάς» μας έχει συμβεί στο παρελθόν ακόμη μια φορά. Παιδιά αρπάχτηκαν από την κοινότητά μας και επέστρεψαν σε μας μόλις έγιναν ενήλικες. Ήταν χαμένα. Δεν μπορούσαν να μιλήσουν τη γλώσσα τους και δεν μπορούσαν να επικοινωνήσουν με την οικογένειά τους. Όλα αυτά ήταν αρκετά θλιβερά.
Τώρα αυτό συμβαίνει ακόμα. Δεν θέλουμε τα παιδιά μας να ζουν με μη Αβορίγινες. Θέλουμε να τα έχουμε μαζί μας, έτσι ώστε να μπορούν να μιλάνε τη γλώσσα τους και να μπορούν να βιώσουν την αγάπη και την υποστήριξη από τις μεγάλες οικογένειές τους.
«Πήραν τα παιδιά μακριά»*
Αυτή η ιστορία είναι σωστή, αυτή η ιστορία είναι αληθινή
Δεν θα σας διηγηθώ κανένα ψέμα
Όπως οι υποσχέσεις, που δεν κράτησαν
Μας λένε, ελάτε πάρτε το χέρι μας
Στείλτε μας μακριά στην Αποστολική χώρα
Διδάξτε μας να διαβάζουμε να γράφουμε και να προσευχόμαστεΜετά πήραν τα παιδιά μακριά
Πήραν τα παιδιά μακριά
Τα παιδιά μακριά
Αρπάχτηκαν από το στήθος της μητέρας τους
Λένε, είναι για το καλό τους
Πάρτε τα μακριάΜια σκοτεινή μέρα στο Φράμινγκχαμ
Ήρθαν και δεν νοιάστηκαν
Η μητέρα μου φώναζε τον πατέρα μου
Ήρθε τρέχοντας, πάλεψε άγρια
Η μητέρα δάκρυσε
Ο πατέρας κάθισε και διαμήνυσε
Είπε: «αγγίξτε τα παιδιά μου, και θα έχετε να κάνετε μαζί μου»Και μας πήραν μακριά από την οικογένειά μας
Μας πήραν μακριά
Εκείνοι μας πήραν μακριά
Μας άρπαξαν από το στήθος της μητέρας μας
Λένε είναι για το καλό μας
Μας πήραν μακριάΜας είπαν τι να κάνουμε και τι να πούμε
Μας έφεραν όλο αυτό, τι κάνουν οι λευκοί
Μετά μας είπαν ξανά
Και μας έδωσαν δώρα, για να απαλύνουμε τον πόνο
Στείλτε μας σε γηροκομεία,
Όσο μεγαλώνουμε, νοιώθουμε μόνοι
Επειδή γνωρίζουμε τη συμφωνία
Αλλά μας νοιώθουν μαύρουςΜια γλυκιά μέρα επέστρεψαν όλα τα παιδιά
Τα παιδιά επέστρεψαν
Τα παιδιά επέστρεψαν
Πίσω εκεί, που οι καρδιές τους δυναμώνουν
Πίσω εκεί που ανήκουν
* Στο τραγούδι του «Πήραν τα παιδιά μακριά» (Took the Children away) ο μουσικός Archie Roach περιγράφει τη δικιά του ιστορία ζωής ως παιδί της κλεμμένης γενιάς. Ο Roach έζησε με την οικογένειά του – η μητέρα του ανήκει στην φυλή Gunditjmara, ο πατέρας του ανήκει στη φυλή Bundjalung- στην ιεραποστολή Αβορίγινων στο Φάρμινγκχαμ, πριν τους πάνε αυτόν και τα αδέλφια του οι αυστραλιανές αρχές σε ένα ορφανοτροφείο. Τα επόμενα χρόνια μεγάλωσε, χωρισμένος από τα αδέλφια του, σε διαφορετικές ανάδοχες οικογένειες λευκών. Απομακρύνθηκε ως νέος ενήλικας και έζησε κάποια χρόνια στους δρόμους του Σίδνεϋ. Η ζωή του άλλαξε όταν γνώρισε τη μουσικό και αργότερα γυναίκα του Ruby Hunter. Μαζί άρχισαν να αφομοιώνουν τα βιώματά τους με τη βοήθεια της μουσικής. Το «Πήραν τα παιδιά μακριά» είναι ο κύριος τίτλος του πρώτου του άλμπουμ, που του αποκόμισε όχι μόνο παγκόσμια δόξα, αλλά επίσης τιμήθηκε με βραβείο για τα ανθρώπινα δικαιώματα. Στα τραγούδια του ο Roach μιλάει μέχρι σήμερα για τη δύσκολη θέση των Αβορίγινων στην Αυστραλία.
Ο Padraic Gibson είναι διευθυντής μιας ερευνητικής ομάδας στο Jumbunna, Κέντρο εκμάθησης ιθαγενών, του τεχνικού πανεπιστημίου του Σίδνεϋ.
Η τρέχουσα έκδοση της εφημερίδας «επίθεση σε απειλούμενους λαούς» φέρει τον τίτλο «Ήμασταν πάντα εδώ». Ιστορίες που πρέπει να ειπωθούν. Δημοσιεύουμε επιλεγμένα άρθρα στο «Hineinschnuppern». Το πλήρες περιοδικό είναι διαθέσιμο στο ηλεκτρονικό κατάστημα του GfbV.
Μετάφραση από τα Γερμανικά: Γιώργος Κομνηνόπουλος
Επιμέλεια: Όλγα Πατεράκη