Μόλις πριν ένα μήνα, με ευκαιρία την πρόδηλα αντισυνταγματική επιλογή νέων μελών της ΑΔΑΕ (από την κυβερνητική πλειοψηφία της διάσκεψης των προέδρων της βουλής), η Ελληνική Ένωση για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου επεσήμαινε ότι τέτοιες μεθοδεύσεις εγκυμονούν θανάσιμους κινδύνους, όχι μόνο για την προστασία των θεμελιωδών δικαιωμάτων, αλλά και για την ίδια τη δημοκρατία. Στο νου μας, όπως και πολλές και πολλοί άλλοι, είχαμε, πριν απ’ όλα, τον κίνδυνο η νέα παράνομη σύνθεση της ΑΔΑΕ να μεθοδεύσει με τη σειρά της τη νομιμοφανή συγκάλυψη της βαριάς προσβολής που αποτέλεσε και αποτελεί, για το πολίτευμά μας, το σκάνδαλο των υποκλοπών.
Πράγματι, πρώτη δουλειά της νέας ΑΔΑΕ ήταν να απορρίψει το αίτημα των δύο εισαγγελέων πρωτοδικών, που ερευνούν την υπόθεση ένα χρόνο τώρα, για να ελεγχθεί αν οι αριθμοί που παρακολουθούνταν παράνομα από «αγνώστους» μέσω Predator, παρακολουθούνταν και από την ΕΥΠ. Ακόμη πιο ανησυχητικό ήταν ότι, για να νομιμοποιήσει την «αποπομπή» των εισαγγελέων, η νέα ΑΔΑΕ επικαλέστηκε δημιουργικά, την ήδη αντισυνταγματική και επικίνδυνη γνωμοδότηση του απελθόντος Εισαγγελέως του Αρείου Πάγου Ισ. Ντογιάκου, ισχυριζόμενη μάλιστα ότι το αίτημα των εισαγγελέων δεν τη δεσμεύει παραπάνω από αυτό που θα υπέβαλε ένας απλός πολίτης. Λίγες μόλις μέρες μετά την εκδήλωση της θεσμικής αυτής δυστροπίας της ΑΔΑΕ απέναντι στους εισαγγελείς, τους αφαιρείται αιφνιδιαστικά ο φάκελος της όλης υπόθεσης (στην οποία φέρονται να έχουν συνενωθεί όλες οι συναφείς έρευνες) και ανατίθεται σε ανώτατο εισαγγελέα με πρωτοβουλία της Εισαγγελέως του Αρείου Πάγου και δικαιολογία την ανάγκη αναβάθμισης της έρευνας. Στο πλαίσιο αυτό, αναπόφευκτα, γεννώνται σοβαρά και δυσοίωνα ερωτηματικά όσον αφορά τις πραγματικές προθέσεις αυτής της πρωτοβουλίας.
Ωστόσο, δεν είχαμε φανταστεί ότι το ενδεχόμενο μεθόδευσης της συγκάλυψης του σκανδάλου θα συμπεριελάμβανε τον εκδικητικό διωγμό των στελεχών της ΑΔΑΕ που είχαν αντιδράσει δημόσια, αμφισβητώντας ως αντισυνταγματική την προσπάθεια κυβέρνησης και του απελθόντος εισαγγελέα του Αρείου Πάγου να απαγορεύσουν απόλυτα στην Ανεξάρτητη Αρχή να ενημερώνει έστω τους πολίτες, που τυχόν το ζητήσουν, ότι είχαν στο παρελθόν τελέσει υπό παρακολούθηση. Έτσι, με κατάπληξη πληροφορηθήκαμε ότι νυν και πρώην μέλη και στελέχη της ΑΔΑΕ καλούνται σε απολογία γιατί επιχείρησαν να διαφυλάξουν το κύρος και την ανεξαρτησία της Αρχής στην οποία υπηρετούν. Το αδίκημα για το οποίο φέρονται ως ύποπτοι; Ότι διέρρευσαν ευαίσθητα κρατικά μυστικά σε δημοσιογράφο, αποδεδειγμένα θύμα παρακολούθησης. Ποια μυστικά; Μα φυσικά ότι τον παρακολουθούσαν παρανόμως! Και όλα αυτά τη στιγμή που ακόμη και το ΕΔΔΑ έχει νομολογήσει ότι ο αποκλεισμός τέτοιας ενημέρωσης παραβιάζει την Ευρωπαϊκή Σύμβαση Δικαιωμάτων του Ανθρώπου. Την κλήση τους αυτή σε απολογία καθιστά ακόμη πιο εξοργιστική το ότι αυτή διενεργείται με βάση παραγγελία που ο απελθών εισαγγελέας του Αρείου Πάγου εξέδωσε λίγες ημέρες πριν τη λήξη της θητείας του.
Η εισαγγελική έρευνα σε βάρος των (νυν και πρώην) μελών της ΑΔΑΕ, Γκρίτζαλη και Παπανικολάου, καθώς και δύο ακόμη στελεχών της Αρχής, όχι απλώς δεν έχει καμία σχέση με την αναζήτηση της αλήθειας και την αποκατάσταση της αξιοπιστίας του Κράτους Δικαίου στη χώρα μας μέσα από μια διαδικασία ουσιαστικής διερεύνησης της υπόθεσης των παρακολουθήσεων, αλλά διαστρεβλώνει απόλυτα την πραγματικότητα και ματαιώνει την εγγυητική λειτουργία των θεσμών. Ιδίως όταν αυτό συνδυάζεται με την ευθεία δημόσια στοχοποίηση των Ανεξάρτητων Αρχών και των μελών τους και μάλιστα με τη μορφή ευθέων απειλών, όπως ανέφερε ο πρόεδρος της ΑΔΑΕ, Χρήστος Ράμμος στην επιτροπή LIBE του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου.
Όλα αυτά συνθέτουν πλέον μια εικόνα θεσμικής αποσταθεροποίησης που δεν μπορεί και δεν πρέπει να γίνει ανεκτή. Περιμένουμε τουλάχιστον από τη νέα Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου, που ξεκίνησε τη θητεία της με έμπρακτη επίδειξη ευαισθησίας για τα θεμελιώδη δικαιώματα, να αναλάβει άμεσα συγκεκριμένες πρωτοβουλίες που, αντί να δίνουν λαβή σε ερωτηματικά, θα στρέψουν επιτέλους τις εισαγγελικές αρχές στη διεξοδική αναζήτηση των ευθυνών για την υπονόμευση των θεσμικών αντιβάρων του πολιτεύματος και την κατάφωρη παραβίαση των δημοκρατικών μας δικαιωμάτων.