Η έναρξη των διαδικασιών για τη συγκρότηση του εθνικού κράτους της Ελλάδας είναι μια σημαντική στιγμή, γιατί εκεί γεννιέται κάτι καινούριο. Μιλάμε για τις αρχικές συνθήκες που δεν είναι προσωπικές βιογραφίες αλλά η βιογραφία ενός συνόλου ανθρώπινων προθέσεων και προσδοκιών. Αν μας ενδιαφέρει να επέμβουμε αλλάζοντας το σήμερα και να δώσουμε ίσως ένα διαφορετικό νόημα στο τι σημαίνει επανάσταση, η εξέταση εκείνων των αρχικών συνθηκών είναι ιδιαίτερα σημαντική.
Στις διεργασίες της περιόδου πριν κατά τη διάρκεια και μετά το 1821 μέχρι τη δημιουργία του εθνικού κράτους το 1830, υπάρχουν κρυφοί και φανεροί πόθοι, ελευθερία στη φαντασία και διάθεση αλλαγής, υπάρχει παραγωγή κειμένων, διάλογος, υπάρχει βέβαια και ένοπλος αγώνας. Για τις γυναίκες στην επανάσταση και την ελευθερία στη φαντασία της εποχής, τοποθετήθηκε εν συντομία σε εκδήλωση του Culture through Politics η Ελισάβετ Παπαλεξοπούλου, ιστορικός από το Ευρωπαϊκό Ινστιτούτο Φλωρεντίας.
Η επανάσταση δεν μας ενδιαφέρει όλους/ες για τον ίδιο λόγο, άλλωστε δεν είμαστε ένα συνολικό υποκείμενο. Μας ενδιαφέρει ως πολίτες γιατί είναι η στιγμή που ξεκινούν να συγκροτούνται οι πολιτικοί και κοινωνικοί θεσμοί του ελληνικού κράτους, οπότε αν μας ενδιαφέρει η γενεαλογία των θεσμών που ζούμε τώρα, μας ενδιαφέρει πολύ η καταστατική τους στιγμή.
Σε ό,τι αφορά τις γυναίκες και τα νέα ερμηνευτικά σχήματα για τη συμμετοχή τους στην επανάσταση, πρόκειται δυστυχώς ακόμα για μια περιθωριακή μορφή ιστορίας. Άκουσα πριν για τον Ρουσσώ κλπ, όχι όμως για την Ολιβία ντε Γκουζ, ούτε για την Μαίρη Γουόλστονκραφτ, που έχουν επίσης γράψει καταστατικά κείμενα που επηρέασαν και την ελληνική επανάσταση και άλλες επαναστάσεις. Ακόμα και ο ίδιος ο όρος συμμετοχή των γυναικών είναι σα να μιλάμε για ένα γεγονός που συνέβαινε και στο οποίο κάποιες στιγμές οι γυναίκες συμμετείχαν. Στην πραγματικότητα όμως βλέπουμε από τις πηγές ότι η ελληνική επανάσταση έχει έναν έντονα έμφυλο χαρακτήρα και ιστορικά πολλές επαναστάσεις ξεκινούν από τις γυναίκες, ανεξάρτητα από το πώς μετά έχουν καταγραφεί για διάφορους λόγους. Τον πολύ έντονο έμφυλο χαρακτήρα τον ξέρουμε από πηγές που δεν είναι τόσο συμβατικές, αλλά όλοι και όλες έχουμε μια αντίληψη μέσα από δημοτικά τραγούδια και απεικονίσεις της επανάστασης για το πόσο σημαντική ήταν η συνεισφορά των γυναικών στον ένοπλο αγώνα και είναι και πολύ σημαντική η συνεισφορά των λόγιων γυναικών. Ως γυναίκες επίσης θεωρώ ότι είναι πολύ ενδιαφέρον το πώς αρθρώθηκε ο επαναστατικός λόγος από τις λόγιες γυναίκες, των ελίτ ή της μεσαίας τάξης, γιατί δεν έχουμε πρόσβαση στο τι πίστευαν οι άνθρωποι από τις κατώτερες τάξεις, ειδικά οι γυναίκες. Βλέπουμε ας πούμε έναν λόγο που θα παρέπεμπε σε φεμινιστικό αρθρώνουν πολύ λίγες γυναίκες, όπως είναι η Ελισάβετ Μαρτινέγκου αλλά και λιγότερο γνωστές όπως η Ραλλού Καρατζά Αργυροπούλου και οι υπόλοιπες κυρίως εκφράζουν έναν πατριωτικό λόγο, γιατί πιστεύουν όπως και πολλές ομάδες που βρίσκονται στη σκιά τέτοιων εξουσιαστικών σχέσεων πως με την επικράτηση της επανάστασης θα τους δοθεί ένας χώρος σε μια καινούρια ελληνική Πολιτεία. Εμείς ξέρουμε ότι αυτό δεν έγινε. Εκείνες όμως δεν το γνωρίζουν και πιστεύουν ότι εφόσον πολεμούν, θα τους δοθεί αυτός ο χώρος θα είναι πολίτιδες κι εκείνες με έναν τρόπο. Το πιστεύουν γιατί, εκτός των άλλων, υπάρχει και ένα αφήγημα ότι όλη αυτή η γυναικεία καταπίεση βασίζεται στην οθωμανική κυριαρχία. Ότι δεν είναι αυτός ο ελληνικός τρόπος, δεν είναι ο ευρωπαϊκός τρόπος και φεύγοντας από την οθωμανική πολιτιστική κυριαρχία οι γυναίκες θα πάρουν τη θέση τους στην κοινωνία.
Έρχομαι λίγο σε μερικά πράγματα που είπαν και οι συνάδελφοι προηγουμένως. Είναι πολύ ενδιαφέρον να δούμε αυτό το ιστορικό γεγονός της ελληνικής επανάστασης, όσο είναι δυνατό, με όρους δικούς του, με τους παρελθοντικούς όρους. Για μας που κοιτάμε και πιο προσωπικές πηγές, δηλαδή όχι μεγάλα καταστατικά κείμενα όπως τα Συντάγματα, αλλά προσωπικά αρχεία, ημερολόγια, γράμματα, βλέπουμε ότι μιλάμε για μια περίοδο απολαυστική να τη διαβάζεις από την άποψη ότι είναι πάρα πολύ ανοιχτή. Για τους ανθρώπους εκείνης της εποχής διαλύεται ένα ολόκληρο πολιτειακό σύστημα και θα πάρει τη θέση του ένα καινούριο, το οποίο όμως κανείς δεν ξέρει ποιο είναι και όλοι φαντάζονται: ποια είναι η Ελλάδα και πού θα είναι, τι είναι το εθνικό κράτος και σε όλο αυτό υπάρχει μια μεγάλη ελευθερία σκέψης. Νομίζω λοιπόν ότι ένας λόγος για να μας ενδιαφέρει η αρχή του 19ου αιώνα και όχι μόνο στην Ελλάδα είναι ακριβώς το ότι είναι μια περίοδος που τα πάντα κινούνται, τίποτα δεν είναι σίγουρο, όλα είναι πιθανά, όλοι και όλες πιστεύουν ότι θα έχουν μια θέση σε ένα καινούριο και καλύτερο κόσμο και το πώς αυτό το διαχειρίζονται, πώς αυτό διαψεύδεται ή γίνεται πραγματικό.
Αναφερθήκαμε σε έναν μεθοδολογικό εθνικισμό που διέπει μέχρι σχετικά πρόσφατα την ελληνική ιστοριογραφία. Θέλω να πω ότι αυτό δεν είναι ελληνική ιδιαιτερότητα. Συμβαίνει γιατί η ιστορία έχει εν πολλοίς γραφτεί στο πλαίσιο των εθνικών κρατών, μέσα από πανεπιστημιακά και ερευνητικά ιδρύματα που συνήθως εντάσσονται σε ένα εθνικό κράτος και ότι η προσπάθεια να απεμπλακεί κανείς από την εθνική ιστορία και να τη δει σε ένα άλλο συγκείμενο είναι κάτι που συμβαίνει παγκοσμίως τα τελευταία χρόνια. Και νομίζω ότι ένα άλλο κομμάτι πολύ απολαυστικό και ενδιαφέρον του 1821, της ελληνικής δηλαδή πλευράς της ιστορίας των επαναστάσεων, είναι ότι μπορούμε να τη βάλουμε σε πολλά συγκείμενα: μπορούμε να τη δούμε σαν ένα μεσογειακό γεγονός, παράλληλα με τις επαναστάσεις στην Ισπανία, την Ιταλία κλπ. Μπορούμε να τη δούμε ως γεγονός που εντάσσεται μέσα στο πλαίσιο της οθωμανικής αυτοκρατορίας και της σταδιακής της διάλυσης, μπορούμε να τη δούμε μέσα στα βαλκάνια. Μας ενδιαφέρει λοιπόν ακριβώς γιατί είναι ένα πολύ ενδιαφέρον γεγονός και οφείλουμε να το δούμε με τους δικούς του όρους, με αυτή την «ανοικείωση» όπως είπε πολύ όμορφα νωρίτερα η κυρία Διάλλα.