Το σχολείο σήμερα βρίσκεται σε μια καμπή που όμως μπορεί να αποδειχτεί πρόκληση αν οι πολίτες επιλέξουν να υπερασπίσουν τη μεταβίβαση μιας γνώσης που εξανθρωπίζει τη ζωή ως αυτό που το σχολείο οφείλει να μεταδίδει.
Η γνώση δεν είναι κάτι που ανακυκλώνεται, που αποβλέπει με αυτοματοποιημένο τρόπο στην αποστήθιση και στην επανάληψη. Η γνώση συνίσταται σε μια επιθυμία ανακάλυψης, που εμφυσείται από το/τη δάσκαλο/α στο/στη μαθητή/τρια. Προϋποθέτει μια σύνδεση με τον εαυτό και το άλλο -τον άλλο που έρχεται από έξω και συναντά τον εσωτερικό κόσμο του κάθε μαθητή/μαθήτριας. Σε αυτό το παιδευτικό εγχείρημα διακυβεύεται πάντα μια συνάντηση κατά την οποία γεννάται κάτι νέο. Υπάρχει μάθημα, μόνο όταν υπάρχει «ένα αποτέλεσμα υποκειμενοποίησης, ένας παράγοντας της τύχης, μια απρόσμενη συνάντηση με κάτι που μας αγγίζει, με μια πραγματικότητα που εξάπτει και ανατρέπει» [1].
Η τέχνη έχει πολλά να μας πει για αυτή τη συνάντηση.
Το γεγονός ότι σήμερα επιλέγεται από τους κυβερνώντες να περικοπεί η δυνατότητα των μαθητών να έλθουν σε επαφή μέσα από τα εικαστικά μαθήματα με τη δημιουργία ως ώθηση που κινητοποιεί και διατηρεί ζωντανή τη σχέση του κάθε υποκειμένου με τη γνώση, σημαίνει ένα καμπανάκι για το σημείο καμπής που βρισκόμαστε σε σχέση με τον πολιτισμό μας.
Αυτό που μένει από το σχολείο την εποχή της ταπείνωσής του, είναι εκείνη η ώρα του μαθήματος που κάποιος/α δάσκαλος/α μέσα από το μάθημά τους, συνοδεύουν το/τη μαθητή/τρια στη συνάντηση με κάτι νέο που «ανοίγει» σε έναν καινούργιο θαυμαστό κόσμο, τον οποίο ο/η μαθητής/τρια επιλέγει να δημιουργήσει, εξερευνώντας και μαθαίνοντας μέσα από συνδέσεις.
Είναι αυτός ο κόσμος που αποφάσισαν να κάνουν ορατό, καθηγητές καλλιτεχνικών μαθημάτων, μέλη όλοι της Ένωσης Εκπαιδευτικών Εικαστικών Μαθημάτων, μέσα από τη σελίδα Καλλιτεχνικά μαθήματα στο Γενικό Λύκειο.
Απέναντι στην κυρίαρχη απαίτηση αποδοτικότητας μιας καταδικασμένης σε μια στείρα επανάληψη γνωστικής προσπάθειας που εξαλείφει την ατομική διαφορά, η ομάδα διαχείρισης της σελίδας αναδεικνύοντας τα εικαστικά έργα των μαθητών, δίνει το προβάδισμα στην δημιουργικότητα και την ατομική διαφορά που ως τέτοια συναντά το συλλογικό και συν -δημιουργεί μια νέα γνώση. Αν και εστιάζουν στα καλλιτεχνικά μαθήματα στο Γενικό λύκειο όπου κι ασκούν την εκπαιδευτική τους πράξη, το αίτημα συνηχεί με την ανάγκη σε όλες τις βαθμίδες της δημόσιας εκπαίδευσης. Εκεί που κτυπά και η πραγματική καρδιά του σχολείου και την οποία μας καλούν να την ακούσουμε.
Ποια ήταν η πρόθεση για τη δημιουργία της σελίδας «Καλλιτεχνικά μαθήματα στο γενικό λύκειο»;
Προέκυψε ως μια συλλογική αυθόρμητη απάντηση στις ψευδείς και κατασκευασμένες πληροφορίες του Υπουργείου Παιδείας, περί «σποραδικότητας και μη επιτέλεσης του σκοπού των καλλιτεχνικών μαθημάτων». Ασκώντας την καλλιτεχνική εκπαίδευση επί δεκαετίες στα σχολεία όλης της επικράτειας, νιώσαμε την ανάγκη να υπερασπιστούμε το έργο και την κοινωνική παρουσία της τέχνης στο δημόσιο σχολείο, πολύ περισσότερο όταν αυτό συντελείται κάτω από τις αντίξοες συνθήκες που το υπουργείο Παιδείας προκάλεσε για τους εκπαιδευτικούς του καλλιτεχνικού κλάδου.
Θα θέλαμε να σταθούμε λίγο στις συνθήκες κάτω από τις οποίες γίνεται η εικαστική εκπαίδευση στα Ελληνικά σχολεία και να ενημερώσουμε και τους πολλούς που δεν γνωρίζουν. Οι περισσότεροι συνάδελφοί μας, όπως και μεις, εννοείται πως αποτελούμε θύματα των εκάστοτε πολιτικών στην παιδεία, με αποτέλεσμα, να είμαστε γυρολόγοι της εκπαίδευσης από τον διορισμό μας (και πριν ακόμα, σαν αναπληρωτές) για πολλά χρόνια σε δυσπρόσιτα σχολεία και παραμεθορίους μέχρι και την επιστροφή μετά από 10 και 15, ακόμα και 20 χρόνια στον τόπο μας.
Πολλοί από μας δεν έχουν οργανικές θέσεις, αλλά και εκείνοι που έχουν ακόμα, αναγκάζονται να πηγαίνουν σε 2, 3 ή και 5 σχολεία να συμπληρώσουν το διδακτικό τους ωράριο. Τα οποία σχολεία μπορεί να είναι διαφορετικά κάθε χρονιά, με ό,τι σημαίνει αυτό για την ημιτελή, μη συνεχή δουλειά και την αποσπασματικότητα των προσπαθειών μας.
Επίσης να σημειώσουμε εδώ πως ελάχιστα σχολεία της Β ‘θμιας εκπαίδευσης έχουν ειδικό χώρο για το μάθημα (εργαστήριο), το μάθημά μας δεν θεωρείται εργαστηριακό (αν είναι δυνατόν να υπάρχει καλλιτέχνης χωρίς εργαστήρι σε ένα μάθημα – κουζίνα, που σημαίνει πως έχουμε ολόκληρο το τμήμα των 25-27 παιδιών στην αίθουσα, πράγμα που δυσχεραίνει το έργο και τον συντονισμό δασκάλου-μαθητών) και στο Γυμνάσιο ο μαθητής έρχεται σε επαφή με τη δημιουργική πράξη της τέχνης μόνο για 45 λεπτά της ώρας την εβδομάδα(!), τη στιγμή που δεν υπάρχει αντίστοιχο μάθημα πουθενά στον ανεπτυγμένο κόσμο που να διαρκεί κάτω από 2 συνεχόμενες διδακτικές ώρες για να αποδώσουν τα εμπλεκόμενα στη διαδικασία μέλη τα αποτελέσματα που μπορούν. Κάτω από αυτές τις …”ιδανικές” συνθήκες θέλουν (;) κάποιοι να ανθεί ο πολιτισμός και οι τέχνες στη χώρα-κοιτίδα τους. Τα συμπεράσματα δικά σας.
Ποια η γενική εικόνα της καλλιτεχνικής αγωγής στην εκπαίδευση μέχρι σήμερα;
Δυστυχώς στη χώρα μας, η αντίληψη της τέχνης παραμένει πεισματικά αγκυλωμένη σε στερεοτυπικά αφηγήματα. Αντίστοιχα και στην εκπαίδευση, η θεσμική αντιμετώπιση των μαθημάτων των τεχνών διαχρονικά, χαρακτηρίζεται από άγνοια και τάσεις περιορισμού, παρά τις επίμονες προσπάθειες των φορέων εκπροσώπησης των εικαστικών εκπαιδευτικών να αναδείξουν την αξία τους. Σε αντίθεση με όλες τις χώρες του δυτικού κόσμου, όπου η τέχνη είναι βασικός πυλώνας του σχεδιασμού των εκπαιδευτικών πολιτικών, στην Ελλάδα φτάσαμε στο σημείο να την καταργούμε πλήρως από τη βαθμίδα του Γενικού Λυκείου.
Ποια η δυναμική της διδακτικής της τέχνης στο λύκειο από την εμπειρία σας;
Στη φάση της ώριμης εφηβείας και της εισαγωγής στην νεότητα, οι μαθητές έχουν απόλυτη ανάγκη για χώρο έκφρασης, με ποικιλία μέσων και πρακτικών. Η τέχνη είναι το κατεξοχήν πεδίο που καλύπτει αυτή την ανάγκη, παράγοντας παράλληλα κοινωνικό, πολιτισμικό και ανθρώπινο κεφάλαιο για τους νέους και ευρύτερα την κοινωνία. Οι καλλιτεχνικές δράσεις των νέων είναι το συμβολοποιημένο αφήγημα, που μας καταθέτουν και που οφείλουμε, ως παλαιότερες γενιές, να σκύψουμε πάνω του και να αφουγκραστούμε με προσοχή, προκειμένου να οικοδομήσουμε το μέλλον σε στέρεες βάσεις. Επιπλέον, σε λειτουργικό επίπεδο, η επαφή των εφήβων με την τέχνη έχει όλα αυτά τα χαρακτηριστικά που αποζητά ένα σύγχρονο παιδαγωγικό σύστημα: ομαδοσυνεργατικότητα και εξατομικευμένη αποτίμηση, δημιουργική και αποκλίνουσα σκέψη, κοινωνικογνωστική και κριτική προσέγγιση της γνώσης, συμπερίληψη κ.α. Παράλληλα, επιδρά θεραπευτικά σε φαινόμενα που πλήττουν τη σύγχρονη σχολική πραγματικότητα, όπως ο σχολικός εκφοβισμός, η σχολική αποτυχία και ο αποκλεισμός κοινωνικών ομάδων. Κλείνοντας, η παρουσία των καλλιτεχνικών μαθημάτων καλύπτει και την ακαδημαϊκή – επαγγελματική ανάγκη των νέων, για μια πληθώρα πανεπιστημιακών σχολών και επαγγελμάτων (Σχολές Καλών Τεχνών, Τμήματα Εφαρμοσμένων Τεχνών, Αρχιτεκτονικές κ.α.). Ενδεικτικά αναφέρουμε ότι 23 πανεπιστημιακές σχολές με περισσότερες από 1950 θέσεις εισακτέων έχουν ως προαπαιτούμενη εξέταση το ελεύθερο σχέδιο για την εισαγωγή των υποψηφίων.
Μπορείτε να μας δώσετε παραδείγματα μέσα από την εκπαιδευτική πράξη που φιλοξενεί η σελίδα, που να αναδεικνύουν τη σύνδεση της διδασκαλίας της τέχνης με τη σύνδεση με τον εαυτό και την κοινότητα;
Ατομική έκφραση – ενδοσκόπηση και αναπαράσταση
Ατομική έκφραση – ενεργοποίηση και ανάδειξη του κοινωνικού εαυτού
Συλλογική πράξη – σύνδεση με τη σχολική κοινότητα
Συλλογική πράξη – κριτική δημιουργική προσέγγιση στο δημόσιο σχολικό χώρο
Συλλογική πράξη – σύνδεση με την ευρύτερη κοινότητα και την τοπική ιστορία
Πιστεύετε ότι είναι η στιγμή για μια ριζική επανεξέταση της λειτουργίας της καλλιτεχνικής αγωγής στην εκπαίδευση; Ποια μπορεί να είναι αυτή;
Πιστεύουμε ότι η απρόσμενη απόφαση της κατάργησης των καλλιτεχνικών μαθημάτων από το Γενικό Λύκειο είναι η σταγόνα που ξεχείλισε το ποτήρι για την πολιτισμική πραγματικότητα της χώρας. Έχοντας τη διπλή ιδιότητα των ενεργών καλλιτεχνών και των εκπαιδευτικών, αισθανόμαστε το κοινωνικό χρέος να παρέμβουμε δυναμικά, όχι μόνο για τη «διάσωση» των μαθημάτων που υπήρχαν μέχρι πρότινος, αλλά και για την θεμελίωση μιας συνεχούς και αδιάλειπτης καλλιτεχνικής παιδείας, με υποστηρικτικές συνθήκες εφαρμογής, δηλαδή εργαστηριακή υποδομή και μειωμένο αριθμό μαθητών. Ως βασική ανθρώπινη ανάγκη, η τέχνη και η εκπαιδευτική της λειτουργία, οφείλει να διαπερνά όλη την σχολική ζωή, βοηθώντας τους μαθητές να εκφράζονται, να μοιράζονται πράγματα γνώσεις και συναισθήματα, να συγκροτούνται ως κοινωνικές οντότητες, να παρεμβαίνουν στην πραγματικότητα, να μας συνδέουν με την δικιά τους ματιά, μέσα από τις διαισθητικές πράξεις τους και τα συμβολικά τους έργα.
Ποια η πρόκληση που φέρει η ενσωμάτωση της διδασκαλίας της τέχνης στον κορμό της εκπαίδευσης;
Η σταθερή παρουσία της διδασκαλίας των τεχνών στο εκπαιδευτικό πρόγραμμα, δεν αφορά αποκλειστικά τους σκοπούς του γνωστικού αντικειμένου, αλλά λειτουργεί ευεργετικά ως διεπιστημονικός κόμβος και ως οργανωτικός άξονας και άλλων γνωστικών πεδίων. Από τη φύση της η τέχνη, εκτός από την γνώση και την τεχνική των μορφοπλαστικών αξιών της, συνδέεται με όλα τα επιστημονικά πεδία, αντλώντας δεδομένα και προσφέροντας διαφοροποιημένες και απελευθερωμένες από τα κανονιστικά πλαίσια, επιλογές. Έννοιες όπως η παρατήρηση, το σχέδιο, οι αναλογίες, η αναπαράσταση, το σύμβολο, ο χρόνος, η ιστορικότητα, η αντίληψη, το σώμα κ.α. συνδέουν τις καλλιτεχνικές δραστηριότητες με όλα τα γνωστικά πεδία (θεωρητικό, θετικό, ανθρωπιστικό, κοινωνικό), ενώ στην εποχή της κυριαρχίας της εικόνας και του πληροφορικού -ψηφιακού γραμματισμού, η ικανότητα αντίληψης και ανάγνωσης των οπτικοακουστικών μηνυμάτων, είναι βασική δεξιότητα που μόνο η βιωματική εμπλοκή με την τέχνη μπορεί να υποστηρίξει.
Γιατί το κυρίαρχο σύστημα διστάζει να την αναλάβει;
Η κατεύθυνση των εκπαιδευτικών πολιτικών, παλινδρομεί ανάμεσα σε ένα σύστημα εξυπηρέτησης μικροπολιτικών συντεχνιασμών και σε μια αποσπασματική και αναχρονιστική αντιμετώπιση του περιεχομένου της εκπαίδευσης. Άτολμοι, άβουλοι και κατώτεροι των αναγκών και των περιστάσεων, οι πολιτικοί και επιστημονικοί προϊστάμενοι, αντιμετωπίζουν τις εκπαιδευτικές μεταρρυθμίσεις με ποσοτικά – λογιστικά κριτήρια. Ενίοτε, για επικοινωνιακούς λόγους, χρησιμοποιούν ορολογία που παραπέμπει στην «καινοτομία», ενώ στην ουσία αποδομούν με τις αποφάσεις τους ό,τι ο όρος σημαίνει. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί ο εντεινόμενος εξετασιοκεντρικός προσανατολισμός που αποτυπώνεται θεσμικά και οδηγεί στη διεύρυνση της σχολικής αποτυχίας και του στιγματισμού των νέων, με την ταυτόχρονη εισαγωγή «καινοτόμων» δράσεων για το σχολικό εκφοβισμό και τη συμβουλευτική από ανειδίκευτο προσωπικό. Αυτό που διαφαίνεται είναι η θεσμοθέτηση ενός σχολείου επιβολής, αποκλεισμού και κοινωνικής διαλογής στη βάση, στο οποίο οι μαθητές δεν θα έχουν χώρο δημιουργίας, έκφρασης και (κοινωνικής) παρουσίας, παρά μόνο μιας διλημματικής επιλογής: Ή υποτάσσεσαι, ή αποκλείεσαι.
Τι μπορεί να διδάξει η καλλιτεχνική διεργασία στο προσωπικό και κοινωνικό γίγνεσθαι;
Η καλλιτεχνική πράξη, σαν συνάρθρωση της γνωστικής και κοινωνικής πραγματικότητας, μέσα από την διαισθητική και εμπειρική προσέγγιση του δημιουργού, αποτελεί τον πυλώνα του ανθρώπινου πολιτισμού, δίπλα στην επιστήμη. Εναλλάσσονται στην πρωτοπορία, κινούμενες σπειροειδώς και ωθούν τον άνθρωπο προς το μέλλον. Αν ο ρόλος της επιστήμης είναι να κανονικοποιεί και να συστηματοποιεί τη γνώση, διευρύνοντας τους ορίζοντές της, η τέχνη έρχεται μέσα από την οργανική της λιτότητα, να αποστάξει την ανθρώπινη και κοινωνική λειτουργία, με αισθητικά και αισθητηριακά μέσα, συνδέοντας τον άνθρωπο και την κοινωνία με την πραγματικότητα και τις πολλαπλές εκδοχές της. Η τέχνη μας προσφέρει, σε ατομικό και συλλογικό επίπεδο, την αναπαράσταση αυτού που δεν μπορέσαμε να αντιληφθούμε, συμπληρώνει την ατελή μας φύση και λειτουργεί συμπεριληπτικά ως προς τα κενά μας. Η τέχνη είναι η ατομική και κοινωνική παράβαση στο συμβατικό και καθιερωμένο και έτσι λειτουργεί εξισορροπητικά στην κοινωνία. Το γεγονός αυτό επαληθεύτηκε πλήρως στην πρόσφατη κατάσταση κοινωνικού εγκλεισμού, με την πολιτιστική αναγκαιότητα που προέκυψε αυθόρμητα σε παγκόσμιο επίπεδο.
Η τέχνη ως μέσο προσωπικής έκφρασης αλλά και ως πολιτιστικό και κοινωνικό φαινόμενο, τι αλλαγές μπορεί να επιφέρει στην λειτουργία του σχολείου;
Αυτό που εμείς ως εικαστικοί εκπαιδευτικοί βιώνουμε και υποστηρίζουμε για την παραμονή και ενίσχυση των καλλιτεχνικών μαθημάτων, είναι ο απελευθερωτικός και εξανθρωπιστικός χαρακτήρας τους. Λειτουργώντας παράλληλα σε επίπεδο περιεχομένου, φόρμας και τεχνικής – διαδικασίας, η επαφή με την τέχνη στη βαθμίδα του Λυκείου, ανατρέπει την ατομικιστική, ποσοτικοποιημένη παρουσία του μαθητή που οδηγεί σε υψηλά ποσοστά σχολικής αποτυχία και αποκλεισμού. Πέραν της αποσυμπιεστικής – εκτονωτικής της λειτουργίας, η συμμετοχή στην καλλιτεχνική εκπαίδευση, αναπτύσσει αντιληπτικές και εννοιολογικές συνάψεις, που δεν είναι εφικτές από καμία γνωστική προσέγγιση. Δεν είναι τυχαίο ότι στα καλλιτεχνικά σχολεία, όπου αυτά λειτουργούν, οι δείκτες των ποσοστών ικανοποίησης, παρακολούθησης και επιτυχίας των μαθητών, είναι εξαιρετικά υψηλοί.
Τι έχουν να μας παραδώσουν οι μαθητές από την μέχρι σήμερα καλλιτεχνική τους έκφραση στα σχολεία ως δείκτη της ανάγκης και επιθυμίας τους και προς ποια κατεύθυνση;
Οι μαθητές κάθε χρόνο μας εκπλήσσουν, με τη δημιουργικότητα, την ευελιξία και το περιεχόμενο των έργων τους. Το βασικό στοιχείο που συνενώνει τις ιδιαίτερες προσεγγίσεις τους είναι η ανάγκη να αποκτήσουν “φωνή” για να εκφράσουν την υποβαθμισμένη από συστήματα κυριαρχίας κοινωνική τους ταυτότητα. Έχουν απόλυτη ανάγκη να είναι συνδιαμορφωτές της πραγματικότητας που ζουν, ενώ έχουν πλήρη επίγνωση της επισφάλειας και της επιβολής που ακολουθεί στην φάση της νεότητας. Ευτυχώς, οι νέοι ακόμα θέλουν να αλλάξουν τον κόσμο και η τέχνη είναι ο τρόπος να μας δείξουν πώς τον ονειρεύονται και πόσο πολύ το θέλουν. Εμείς ως καλλιτέχνες και εκπαιδευτικοί, θα παλέψουμε μέχρι τέλους, για να τους διατηρήσουμε αυτή την δυνατότητα, για να μη χαθεί η «φωνή» τους.
[1] Recalcati Massimo, Η ώρα του μαθήματος, εκδόσεις κέλευθος, Αθήνα:2020.