Η εμπλοκή της χώρας σ΄ έναν πόλεμο ευρείας κλίμακας εντός των συνόρων της θα είχε σοβαρές επιπτώσεις και εκτός των συνόρων της.

Από τον Χιλάλ Καζάν* – Μελλοντικές γεωπολιτικές.

Από την διακήρυξη της ανεξαρτησίας του Σουδάν το 1956 έως και σήμερα, η χώρα αυτή πλήττεται από συγκρούσεις. Η χώρα βρίσκεται σε μια ασταθή περιοχή στις ακτές της Ερυθράς θάλασσας, του Σαχέλ και του Κέρατος της Αφρικής. Πέντε από τις επτά γειτονικές χώρες του γνώρισαν σημαντικές αναταραχές κατά τη διάρκεια των τελευταίων ετών. Οι πρόσφατες διενέξεις ανάμεσα στην πρωτεύουσα της χώρας και στις μεγαλύτερες πόλεις της τράβηξαν ήδη την προσοχή των παγκόσμιων δυνάμεων. Πολλές ξένες κυβερνήσεις εκκένωσαν τους υπηκόους τους προσφάτως, καθώς οι διενέξεις έχουν εξαπλωθεί συνολικά σε 18 επαρχιακές πόλεις του Σουδάν. Η επείγουσα ανθρωπιστική κρίση ανησυχεί επίσης όχι μόνο τις γειτονικές χώρες του Σουδάν αλλά και τις διεθνείς ανθρωπιστικές οργανώσεις. Η χώρα θα μπορούσε να οδηγηθεί σ’ έναν ολοκληρωτικό πόλεμο καθώς επίσης και σε πλήρη κατάρρευση, κάτι το οποίο θα είχε σημαντικές επιπτώσεις για την Μέση Ανατολή και για ένα μεγάλο μέρος της υποσαχάριας Αφρικής.

Οι δυνατότητες αλλά και οι ενδεχόμενες παγίδες του Σουδάν

Το Σουδάν αντιπροσωπεύει το 10% του πληθυσμού του αραβικού κόσμου και περισσότερο από το 35% από τα καλλιεργήσιμα εδάφη του. Είναι πλούσιο σε φυσικούς πόρους όπως ο σίδηρος, ο χαλκός, ο άργυρος, ο μαρμαρυγίας, η πυρίτιδα, το μαγγάνιο, το χρώμιο και ο λευκόχρυσος καθώς επίσης και σε μαύρη άμμο, σε χρυσό, σε μάρμαρο και σε πολλά ορυκτά. Εντούτοις η χώρα διαθέτει επίσης πολυάριθμες γεωργικές και κτηνοτροφικές εκτάσεις καθώς και ορυκτούς πόρους που έχουν μείνει ανεκμετάλλευτοι. Αυτό συμβαίνει εξαιτίας του γεγονότος πως οι κυβερνήσεις που βρέθηκαν στην εξουσία διαδοχικά από τότε που ανεξαρτοποιήθηκε το Σουδάν δεν πέτυχαν να ενθαρρύνουν μία πιθανή ανάπτυξη της οικονομίας η οποία είχε εξαντληθεί από το δυσμενές πολιτικό κλίμα που επικρατούσε, τους εθνοτικούς πολέμους των μειονοτήτων και τα στρατιωτικά πραξικοπήματα.

Μετά την εκδίωξη το 2019 του Προέδρου Ομάρ ελ Μπεσίρ που είχε καταλάβει την εξουσία με πραξικόπημα το 1989, τα κόμματα του Σουδάν συμφώνησαν σε ένα διεθνώς υποστηριζόμενο σχέδιο για τη μετάβαση της κυβέρνησης σε πολιτική διακυβέρνηση. Ωστόσο όμως η συμφωνία αυτή παραβιάστηκε εξαιτίας των στρατιωτικών παρεμβάσεων στο Χαρτούμ ανάμεσα στον στρατό, υπό την ηγεσία του Αμπντέλ-Φατάχ Μπουρχάν και τις παραστρατιωτικές δυνάμεις ταχείας υποστήριξης (RSF) υπό την ηγεσία του Μοχάμεντ Χαμντάν Νταγκαλό, (γνωστότερος ως Χεμεντί). Οι σχέσεις ανάμεσα στους δύο στρατηγούς εντάθηκαν μετά από επίμονο αίτημα του Μπουρχάν να εντάξει τις RSF στον σουδανικό στρατό, κάτι το οποίο ο Χεμεντί θεώρησε ως προσπάθεια πολιτικής εκκαθάρισής του. Και οι δύο τους όμως είχαν συνεισφέρει στην ανατροπή του καθεστώτος του ελ Μπεσίρ, αλλά στην συνέχεια στράφηκαν εναντίον πολιτικών που ζητούσαν εκδημοκρατισμό. Τώρα όμως πια στρέφονται ο ένας εναντίον του άλλου.

Ενώ ο Μπουρχάν δεν μίλησε στα ΜΜΕ από την έναρξη των συγκρούσεων στις 15 Απριλίου, ο Χεμεντί βγήκε στα κοινωνικά δίκτυα για να κάνει έκκληση βοήθειας και υποστήριξης από τη διεθνή κοινότητα στον αγώνα του εναντίων των εξτρεμιστών ισλαμιστών, όπως τους αποκάλεσε. Η έκκλησή του για βοήθεια είχε υποκινηθεί από το γεγονός πως η στρατιωτική κατάσταση στη χώρα δεν είχε εξελιχθεί όπως περίμενε ο Χεμεντί. Η υποστήριξή του προς το πολιτικό καθεστώς, η εκστρατεία του εναντίον των εξτρεμιστών αλλά και το έμμεσο αίτημά για βοήθεια από το Ισραήλ δεν ήταν τίποτα άλλο από προπέτασμα καπνού από έναν μαχητικό ηγέτη που έχει συσσωρεύσει τόσο πλούτο και τόση εξουσία χρησιμοποιώντας αθέμιτα και παράνομα μέσα. Στην πραγματικότητα, οι RSF διέπραξαν σφαγές στο Νταρφούρ και συμμάχησαν με τους αντεπαναστάτες για να καταπνίξουν την εξέγερση του 2011 στη Λιβύη, όπου οι RSF διαδραμάτισαν ενεργό ρόλο στον παρατεταμένο εμφύλιο πόλεμο.

Το 2021 και 2022 μισθοφόροι της ιδιωτικής ρωσικής στρατιωτικής εταιρείας Wagner Group παρείχαν εκπαίδευση για τις RSF σε περιοχές της Λιβύης οι οποίες ελέγχονταν από τον Χαλιφά Χαφτάρ, διοικητή του Εθνικού Στρατού της Λιβύης (LNA) που είχε τη βάση του στο Τομπρούκ. Για την Wagner, οι RSF αποτελούν βασικό σύνδεσμο ανάμεσα των κέντρων εφοδιασμού της στη Λιβύη και των πεδίων μάχης της στο Μάλι και την Κεντροαφρικανική Δημοκρατία. Εντούτοις η υποστήριξη των δυνάμεων του Χεμεντί θα κοστίσει ακριβά στην Wagner και τον Χαφτάρ. Οι ηγέτες του LNA φοβήθηκαν πως η συνεργασία με τον Χεμεντί θα επιδείνωνε τις σχέσεις του Χαφτάρ με την Αίγυπτο, τη σημαντικότερη πηγή στρατιωτικής βοήθειας. Έτσι λοιπόν αποφάσισε να διακόψει τις σχέσεις του με τις RSF.

Προσφυγική κρίση

Τα τελευταία χρόνια, το Σουδάν έγινε δίαυλος διέλευσης για τους μετανάστες οι οποίοι κατευθύνονται προς την Ευρώπη διερχόμενοι από τη Λιβύη κάτι το οποίο κάνει τους διακινητές να επωφελούνται από την αστάθεια της περιοχής υποσχόμενοι στους πρόσφυγες διέλευση μέσα από την Μεσόγειο. Αποτελεί επίσης μία από τις σημαντικότερες διόδους διέλευσης μεταναστών που διαφεύγουν προς την Ευρώπη και τις γειτονικές χώρες. Το ίδιο το Σουδάν φιλοξενεί 800.000 πρόσφυγες από το Νότιο Σουδάν. Μια μαζική επιστροφή θα μπορούσε να επιβαρύνει περαιτέρω τις προσπάθειες για την παροχή βασικής βοήθειας στους περισσότερους από δύο εκατομμύρια εκτοπισμένους στο Νότιο Σουδάν που εγκατέλειψαν τον βορρά μετά την ανεξαρτησία του νότου το 2011.

Οι πρόσφατες συγκρούσεις ανάγκασαν χιλιάδες πρόσφυγες από το Σουδάν να κατευθυνθούν προς το Τσαντ, τον φτωχό δυτικό γείτονα του Σουδάν, όπου περισσότεροι από 400.000 εκτοπισμένοι Σουδανοί έχουν καταφύγει σε προηγούμενες συγκρούσεις. Η χώρα φοβάται πως αυτή η κρίση θα μπορούσε να εξαπλωθεί πέρα από τα κοινά σύνορά της σε ζώνες που γνώρισαν για πολλά χρόνια εθνοτικές συγκρούσεις και τώρα φιλοξενούνται χιλιάδες πρόσφυγες εκ των οποίων οι περισσότεροι από το Νταρφούρ. Κατά τη διάρκεια της αιματηρής σύγκρουσης στο Νταρφούρ, η αραβικές πολιτοφυλακή, γνωστές ως Τζαντζαουίντ και που εν συνεχεία εξελίχθηκε στις RSF, έκαναν συχνά επιδρομές στο Τσαντ επιτιθέμενοι σε πρόσφυγες αλλά και λεηλατώντας κατοίκους χωριών.

Η Αίγυπτος ανησυχεί επίσης για πιθανή εισροή προσφύγων. Οι οικονομικές συνθήκες στην Αίγυπτο είναι ήδη δυσχερείς που σημαίνει πως η χώρα δύσκολα θα κατάφερνε να υποδεχτεί ένα νέο κύμα μεταναστών. Η κατάρρευση του Σουδάν θα μπορούσε επίσης να επιδεινώσει ακόμη περισσότερο τα προβλήματα ασφάλειας της Αιγύπτου, διευκολύνοντας το λαθρεμπόριο όπλων και ριζοσπαστικών ισλαμιστών στην κοιλάδα του Νείλου και στην καρδιά του Δέλτα.

Η κρίση στο Σουδάν δημιουργεί επί προσθέτως ανησυχίες στο Ισραήλ. Χιλιάδες Αφρικανοί μετανάστες, κυρίως από το Σουδάν, καταφεύγουν κάθε χρόνο στο Ισραήλ. Από το 2017 οι ισραηλινές κυβερνήσεις έχουν εκδώσει προσωρινές άδειες διαμονής σ’ αυτούς τους πρόσφυγες, ενώ προσπαθούν να τους επαναπατρίσουν στις χώρες καταγωγής τους. Αυτό το ζήτημα έχει ωθήσει το Ισραήλ να επισπεύσει τις συνομιλίες για την εξομάλυνση των σχέσεών του με το Σουδάν. Από τότε που δέχτηκε να συνάψει διπλωματικές σχέσεις με το Χαρτούμ το 2020, η κυβέρνηση του Ισραήλ επιδίωξε να καταλήξει σε μια συμφωνία που θα επέτρεπε σε ορισμένους μετανάστες να επιστρέψουν στις χώρες τους.

Διεθνείς διαστάσεις

Το Σουδάν αποτελεί εδώ και καιρό πεδίο αντιπαράθεσης για τις περιφερειακές και παγκόσμιες δυνάμεις. Η Σαουδική Αραβία και τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα έψαχναν για πολύ καιρό να παρέμβουν στο Σουδάν και είδαν στην εκδίωξη του πρώην ηγέτη του Σουδάν, Ομάρ ελ Μπεσίρ, το πρώτο βήμα για τη μείωση της επιρροής των Ισλαμιστών μέσα στη χώρα αλλά και την επίτευξη σταθερότητας στην περιοχή. Επιχειρηματίες από τη Σαουδική Αραβία και τ’ Αραβικά Εμιράτα έχουν επενδύσει σε φιλόδοξα σχέδια στο Σουδάν συμπεριλαμβανομένης της γεωργίας, της αεροπορίας και των λιμανιών στις ακτές της Ερυθράς Θάλασσας.

Ωστόσο, ορισμένοι είναι επιφυλακτικοί με τη Σαουδική Αραβία και την αυξανόμενη επιρροή των Ηνωμένων Αραβικών Εμιράτων εκεί. Η Αίγυπτος, ιδιαίτερα, ανησυχεί για την όλο αυξανόμενη συνεργασία του Σουδάν με τις χώρες του Περσικού Κόλπου αλλά και την Τουρκία κυρίως όσον αφορά τον αγροτικό τομέα. Αυτού του είδους οι συνεργασίες μπορούν με το πέρασμα του χρόνου να υπονομεύσουν τον παραδοσιακό ρόλο του Καϊρου στο Σουδάν και να περιορίσουν τις οικονομικές συνεργασίες με το Χαρτούμ. Η Αίγυπτος, φοβάται επίσης πως οι επενδύσεις στον αγροτικό τομέα από μέρους της Τουρκίας και του Περσικού Κόλπου θα οδηγήσουν στην επέκταση των φραγμάτων του Νείλου στο Σουδάν, γεγονός που θα μπορούσε να εξαντλήσει το μερίδιο της Αιγύπτου στα νερά του Νείλου. Η ανάμειξη του Σουδάν σ’έναν τέτοιου είδους πόλεμο θα είχε επιπτώσεις στο Μεγάλο Φράγμα της Αναγέννησης της Αιθιοπίας μέσα από την οποία η Αίγυπτος ήταν στενά συνδεδεμένη με το Σουδάν. Εάν το Σουδάν διαλυθεί, η Αίγυπτος θ’ αναγκαζόταν ν’ αντιμετωπίσει μικρά κρατίδια που θα επέρχονταν σ΄ εμπόλεμες συρράξεις, αποδυναμώνοντας μ΄ αυτόν τον τρόπο τη θέση της.

Καταρρακωμένη κι έχοντας έρθει σε αδιέξοδο από τα εσωτερικά πολιτικά και οικονομικά προβλήματα, η Αίγυπτος σταδιακά άρχισε να χάνει όλο και περισσότερο την επιρροή που ασκούσε στην περιοχή, αφήνοντας έτσι ένα σημαντικό κενό στο Σουδάν που είχε υποστηριχτεί από την Σαουδική Αραβία και τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα. Οι επαφές του υπουργού Εξωτερικών των ΗΠΑ με τους υπουργούς Εξωτερικών της Σαουδικής Αραβίας και των Ηνωμένων Αραβικών Εμιράτων σχετικά με το ζήτημα του Σουδάν επιβεβαιώνουν τον φθίνοντα περιφερειακό ρόλο της Αιγύπτου. Πέρυσι, η Αίγυπτος έστειλε μαχητικά αεροπλάνα και πιλότους για να υποστηρίξει τον σουδανικό στρατό. Οι RSF τους αιχμαλώτισε στο αεροδρόμιο Merowe και τους απελευθέρωσε μόνο αφού τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα διαπραγματεύτηκαν μια συμφωνία με τον Χεμεντί. Η Αίγυπτος και άλλες χώρες της περιοχής φοβούνται ότι το Σουδάν θα μπορούσε να γίνει μια άλλη Σομαλία, οδηγώντας στην άνοδο περισσότερων ένοπλων πολιτοφυλακών. Με την απόσυρση των ΗΠΑ από την περιοχή τα τελευταία χρόνια, η κατάσταση ασφαλείας θα μπορούσε να ξεφύγει από τον έλεγχο αν ξεσπάσει μια νέα σύγκρουση.

Κατά τη διάρκεια όλων αυτών των ετών, η Κυβέρνηση του Νότιου Σουδάν ισχυρίζεται ότι οι μάχες έχουν ήδη εμποδίσει την εξαγωγή 170.000 βαρελιών πετρελαίου την ημέρα μέσω του λιμανιού του Σουδάν. Εντούτοις λαμβάνοντας ως δεδομένο πως το Σουδάν λαμβάνει 9 δολάρια το βαρέλι ως αποζημίωση εξόδων μεταφοράς, δεν συμφέρει κανένα από τα δύο αντιμαχόμενα μέρη να εμποδίζει τον αγωγό από τον οποίο διέρχεται το πετρέλαιο από το Νότιο Σουδάν εώς το λιμάνι.

Εάν η βία συνεχιστεί, η εμπλοκή και ξένων παραμέτρων δεν θα κάνει τίποτα άλλο από το να εμπλέξει την επικράτηση ενδεχόμενης Ειρήνης στην περιοχή. Το Τσαντ φοβάται πως οι αντάρτες που είχαν εξεγερθεί στο έδαφός του θα λάβουν υποστήριξη από την Wagner Group της γειτονικής Δημοκρατίας της Κεντρικής Αφρικής, η οποία διατηρεί στενούς δεσμούς με τις RSF. Οι συγκρούσεις πιθανότατα θα εξαπλωθούν και στις δύο χώρες και σ΄άλλα μέρη της περιοχής. Το Ισραήλ ανησυχεί για τις καλές σχέσεις της Ρωσίας με το Ιράν και της παρουσίας τους στην Ερυθρά θάλασσα. Αναζήτησε λοιπόν να εντάξει το Σουδάν στο Φόρουμ Νεγκέβ, το αποτέλεσμα της αραβοϊσραηλινής διαδικασίας εξομάλυνσης, για να επιδείξει την επιθυμία του για πρόσβαση στην Ερυθρά Θάλασσα και να αντιμετωπίσει την αυξανόμενη ναυτική παρουσία της Ρωσίας και του Ιράν. Η επιδείνωση της κατάστασης του Σουδάν θα μπορούσε να θέσει σε κίνδυνο αυτή τη διαδικασία.

Δυσοίωνες προοπτικές

Ο Μπουρχάν δεν μπορεί να διοικήσει μόνος του τη χώρα. Πρέπει να καταλήξει σε συμφωνίες διαμοιρασμού της εξουσίας με άλλα πολιτικά κόμματα, αλλά δεν έχει την υποστήριξη για να το πράξει. Καμία από τις δύο πλευρές σε αυτή τη σύγκρουση δεν θα μπορέσει να κερδίσει μια αποφασιστική πολιτική ή στρατιωτική νίκη, εν μέρει επειδή το πολιτικό τοπίο της χώρας είναι τόσο κατακερματισμένο. Οι δύο μαχητές συμμαχούν με διαφορετικές πολιτικές παρατάξεις που ανταγωνίζονται για την ένταξη και το μερίδιο των λαφύρων από έναν ενδεχόμενο πόλεμο πλήρους κλίμακας.

Το Σουδάν κινδυνεύει τώρα να προστεθεί στον κατάλογο των αραβικών χωρών που έχουν περιέλθει σε παρατεταμένους εμφυλίους πολέμους, οι οποίοι ενδεχομένως να καταλήξουν σε de facto διχοτόμηση. Η εμπλοκή του σε φυλετικό πόλεμο θα εξαλείψει κάθε πιθανότητα ταχείας επίλυσης της σύγκρουσης και θα αποκλείσει το ενδεχόμενο επανένωσης, ιδίως καθώς ο σουδανικός στρατός αποτελείται από τις διάφορες εθνοτικές ομάδες της χώρας. Περισσότερο από μια δεκαετία μετά την έναρξη των εμφυλίων πολέμων στη Συρία και τη Λιβύη, το Σουδάν θα μπορούσε να αντιμετωπίσει μια παρόμοια μοίρα.


*Ο Χιλάλ Καζάν είναι καθηγητής Πολιτικών Επιστημών στο Πανεπιστήμιο της Βηρυτού στην Αμερική. Είναι συγγραφέας και αναλυτής με κύρος στις υποθέσεις που αφορούν τη Μέση Ανατολή. Είναι συγγραφέας 6 βιβλίων, ένα από αυτά είναι το Χιζμπουλάχ: Μία αποστολή στο πουθενά. (Λάναμ, ΣΝ, Εκδόσεις Λέξινγκτον 2019). Προς το παρόν γράφει το εξής βιβλίο με τον τίτλο, Σαουδική Αραβία: Το δίλημμα της Πολιτικής Μεταρρύθμισης και της Ψευδαίσθησης της Οικονομικής Ανάκαμψης. Είναι επίσης συγγραφέας περισσότερων από 110 άρθρα που δημοσιεύθηκαν σ’ επιστημονικά περιοδικά όπως τα παρακάτω: Όρμπις, Εφημερίδα επίλυσης πολιτικών κρίσεων και κοινωνικών συγκρούσεων, Εφημερίδα Παγκόσμιων Υποθέσεων Μπράουν, στην τριμηνιαία εφημερίδα Μέση Ανατολή, στην τριμηνιαία επίσης εφημερίδα Ο Τρίτος Κόσμος, Υποθέσεις του Ισραήλ, στην Εφημερίδα θρησκεία και Κοινωνία, Εθνικισμός και Πολιτική σχετικά με τις Εθνοτικές Μειονότητες και στην Βρετανική Εφημερίδα Μεσανατολικών Σπουδών.

 

Μετάφραση από τα γαλλικά: Χριστίνα Κηπουρού

Μπορείτε να βρείτε το αρχικό άρθρο εδώ