Στο πλαίσιο του Φεστιβάλ Ιστορίας για τα 30 χρόνια των Αρχείων Σύγχρονης Κοινωνικής Ιστορίας στις 12 Φεβρουαρίου πραγματοποιήθηκε ένας ιστορικός περίπατος, από την ιστορικό Ελένη Κούκη και τη διδάκτορα τεχνών και ανθρωπιστικών επιστημών, Πηνελόπη Πετσίνη. Ο περίπατος εστίαζε σε επιλεγμένα κτήρια και μνημεία της δεκαετίας του 1950, ’60 και ’70 που διαμόρφωσαν την Αθήνα του Ψυχρού Πολέμου και καθόρισαν τις προσδοκίες για τη δημιουργία μιας μοντέρνας πρωτεύουσας εφάμιλλης των αντίστοιχων μητροπόλεων του δυτικού κόσμου.

Μερικοί βασικοί σταθμοί του ιστορικού περιπάτου ήταν το άγαλμα του Τρούμαν, το Ωδείο Αθηνών, το Εθνικό Ίδρυμα Ερευνών, το Πολεμικό Μουσείο, το Χίλτον, το κτίριο ΝΙΜ.Τ.Σ., το άγαλμα Βενιζέλου και η Αμερικάνικη Πρεσβεία. Υλικά αποτυπώματα που χτίστηκαν στη Βασιλίσσης Σοφίας και στην Κηφισίας μέσα από το όραμα του Κωνσταντίνου Καραμανλή και τα σχέδια της Απριλιανής δικτατορίας.
Στην περίοδο της πρώτης πρωθυπουργίας του Κωνσταντίνου Καραμανλή (1955-1963), υλοποιήθηκαν δημόσια έργα που θα σηματοδοτούσαν τον ευρωπαϊκό και φιλοαμερικανικό προσανατολισμό της χώρας.

 

Χίλτον
Το ξενοδοχείο “Hilton” των Αθηνών οικοδομήθηκε μεταξύ των ετών 1958-1963. Η ανέγερσή του ήταν αποτέλεσμα της κρατικής τουριστικής πολιτικής της πρωθυπουργίας του Κωνσταντίνου Καραμανλή, την περίοδο κυρίως μετά τη δεύτερη εκλογική νίκη της ΕΡΕ, τον Μάιο του 1958. Η κρατική ρητορική για την ανάπτυξη του τουρισμού εστίαζε κατά πρώτον στην εισροή του τουριστικού συναλλάγματος στη χώρα που θα αποτελούσε τη λύση για την αντιμετώπιση του δημοσιονομικού ελλείμματος και κατά δεύτερον στη διεύρυνση της επαφής με τη Δύση που θα εκσυγχρόνιζε τη χώρα, καθώς θα της προσέδιδε τον απαραίτητο ευρωπαϊκό προσανατολισμό.

Η Αθήνα του Ψυχρού Πολέμου – Ξενοδοχείο Χίλτον, φωτογραφία Μαριανέλλα Κλώκα | pressenza.

 

Η πολιτική της κυβέρνησης Καραμανλή παρέμεινε προσανατολισμένη στην προσέλκυση τουριστών υψηλών εισοδημάτων. Είναι η περίοδος που εγκαινιάστηκε η εποχή των μεγαλεπήβολων έργων στον τουριστικό κλάδο και των ακόμα πιο φαραωνικών σχεδίων. Τα έργα στον τουριστικό κλάδο προωθούνταν είτε απευθείας από το κράτος, είτε με ξένα κεφάλαια με τη διασφάλιση ευμενών οικονομικών μέτρων και πλήθος διευκολύνσεων, παρακάμπτοντας δηλαδή την υπάρχουσα νομοθεσία. Παραδείγματα τέτοιων επενδύσεων αποτέλεσαν το «Μίνως Παλλάς» στον Άγιο Νικόλαο, τα Καζίνο στη Ρόδο και στην Κέρκυρα, το “Kings Palace” στο Σύνταγμα, η αξιοποίηση του Λυκαβηττού, η δημιουργία του γκολφ στη Γλυφάδα και βέβαια τα δεκάδες πλέον «Ξενία». Σημαντικότερα όμως δείγματα της παραπάνω πολιτικής, από την άποψη των συζητήσεων που προκάλεσαν, τόσο στο κοινοβούλιο όσο και στον Τύπο, ήταν οι περιπτώσεις του Χίλτον και του Μοντ Παρνές.

Οι πρώτες διαπραγματεύσεις για τη δημιουργία του Χίλτον στην Αθήνα άρχισαν το 1957. Στις 22 Απριλίου, ο όμιλος Αποστόλου Πεζά υπέγραψε τη σχετική συμφωνία. Η σύμβαση που θα υπογραφεί με τον Πεζά περιλαμβάνει αρκετές τροποποιήσεις σε σχέση με τα πρώτα σχέδια, στην έκταση που θα καταλάμβανε το κτήριο, στον αριθμό των δωματίων και φυσικά στο κόστος του, το μισό από το οποίο θα καλυφθεί από δάνειο χορηγούμενο από το κράτος στον ανάδοχο. Ειδικά η πολεοδομική παραβίαση του ύψους του υπό ανέγερση ξενοδοχείου προκάλεσε μεγάλες συζητήσεις, γιατί έρχονταν σε αντιπαράθεση με την μέχρι τότε κυρίαρχη Ακρόπολη. Επιπλέον ο συμβαλλόμενος Πεζάς, κατηγορούνταν ως δοσίλογος που πλούτισε κατά την Κατοχή και εκτός των άλλων ως άνθρωπος με μηδενική πείρα στη διαχείριση τουριστικών ζητημάτων. Η κυβέρνηση επικρινόταν από την αντιπολίτευση και για την εκποίηση του οικοπέδου που προηγουμένως ανήκε στο Μετοχικό Ταμείο Στρατού. Οι εργασίες για την ανέγερση του ξενοδοχείου το 1958 διακόπηκαν λίγους μήνες αργότερα, μετά τη χρεοκοπία της εταιρείας του Απόστολου Πεζά, ο οποίος αρνήθηκε να συνεχίσει τη χρηματοδότηση του έργου. Ο Στρατής Ανδρεάδης, πρόεδρος της Ιονικής Τράπεζας, αφού τον αποζημίωσε, ανέλαβε τη συνέχεια και την ολοκλήρωση του Hilton.

Το ξενοδοχείο έκανε εγκαίνια τον Απρίλιο του 1963, με τριήμερες εκδηλώσεις. Τα σχέδια του ξενοδοχείου υπογράφουν οι αρχιτέκτονες Εμμανουήλ Βουρέκας, Προκόπης Βασιλειάδης, Σπύρος Στάικος και Αντώνης Γεωργιάδης. Η βασική επιτυχία από αρχιτεκτονικής πλευράς συνίσταται στο στήσιμο “ενός περίοπτου κτιρίου αξιώσεων σε ένα δύσκολο οικόπεδο”, όπου ο κοίλος άξονας και άλλες λύσεις που επελέγησαν, καταφέρνουν ως ένα βαθμό να μειώσουν την ακαμψία του όγκου. Παράλληλα η χρήση του πεντελικού μαρμάρου και οι μνημειώδεις ανάγλυφες συνθέσεις του ζωγράφου Γιάννη Μόραλη, με την αρχαϊκή τους θεματολογία, επιχειρούν να δώσουν μια “ελληνική” πινελιά. Ο μεγάλος εικαστικός συνέβαλε με την καλλιτεχνική του ματιά στην τελική εικόνα του Hilton διακοσμώντας τις όψεις του. Ένα μεγαλεπήβολο έργο, αν αναλογιστεί κανείς πως η καθεμιά υπολογιζόταν στα 626 τ.μ. Χρειάστηκε να σχεδιάσει το τελικό θέμα πρώτα επάνω σε γύψο και έπειτα σταδιακά να χαραχθούν στις συνολικά 520 πλάκες υποκίτρινου, γιαννιώτικου μαρμάρου σύμβολα και πρωταγωνιστές αρχαϊκής θεματολογίας: Γλαυξ, Αθηνά, Νίκη, ασπίδα, περικεφαλαία, τριήρης, αλλά και απλά γεωμετρικά σχήματα.

Σήμερα το Χίλτον δεν λειτουργεί. Είναι κλειστό από τις 31 Ιανουαρίου 2022 προκειμένου να ανακαινιστεί σε ένα τουριστικό συγκρότημα που θα περιλαμβάνει 50 ιδιόκτητα διαμερίσματα σε συνδυασμό με ξενοδοχειακές υπηρεσίες σε 280 δωμάτια και σουίτες. Αναμένεται να επαναλειτουργήσει το 2025. Στο μεταξύ όμως όλοι οι εργαζόμενοι του ξενοδοχείου βρίσκονται εκτός εργασίας, με αβέβαιες υποσχέσεις για τη διασφάλιση των θέσεων εργασίας και τον αριθμό των επαναπροσλήψεων, καθώς τα σχέδια της εργοδοσίας ήταν να τους οδηγήσει σε «οικειοθελείς» αποχωρήσεις.

 

Αμερικανική Πρεσβεία
Η Αμερικανική Πρεσβεία κατασκευάστηκε από τον αρχιτέκτονα Βάλτερ Γκρόπιους την περίοδο 1959 – 1961 και ακολουθεί τις φόρμες της σχολής Μπάουχαους. Θεωρείται ένα από τα σημαντικότερα έργα του αρχιτέκτονα και είναι εμπνευσμένο από την αρχιτεκτονική του Παρθενώνα.

Η Αθήνα του Ψυχρού Πολέμου – Αμερικανική Πρεσβεία, φωτογραφία Μαριανέλλα Κλώκα | pressenza.

 

Το νέο κτίριο εγκαινίασε στις 6 Σεπτεμβρίου του 1961, ο Αμερικανός πρέσβης Έλις Μπριγκς παρουσία του τότε Έλληνα πρωθυπουργού Κωνσταντίνου Καραμανλή, μελών του Υπουργικού Συμβουλίου και του Αρχιεπισκόπου Αθηνών, κόβοντας την κορδέλα στο άνω επίπεδο της μαρμάρινης κλίμακας της κεντρικής εισόδου, επί της λεωφόρου Βασιλίσσης Σοφίας. Αυτή η κλίμακα αργότερα, στη μεταπολίτευση, αφαιρέθηκε. Προηγουμένως, η αμερικανική πρεσβεία στεγαζόταν σε παλαιό νεοκλασικό τετραώροφο κτίριο που βρισκόταν στη συμβολή των οδών Ηρώδου Αττικού και λεωφόρου Βασιλίσσης Σοφίας, το οποίο στη συνέχεια κατεδαφίστηκε και στη θέση του οικοδομήθηκε νέο πολυόροφο κτίριο.

Το αρχικό κτίριο της πρεσβείας όταν ανεγέρθηκε το 1961 ανέπνεε ελεύθερο στην κορυφή γήλοφου με απαλά πρανή φυτεμένα με ελαιόδεντρα και είχε στην πρόσοψή του μια φαρδιά κλίμακα που οδηγούσε στη λεωφόρο Βασιλίσσης Σοφίας. Η στόχευση ήταν να γίνει ένα κτίριο που να μοιάζει «ελληνικό», με το περιστύλιο και την ελαφρά πρασιά να θυμίζουν αρχαίο ναό. Έγραφε το περιοδικό Time στις 15.7.1957 για τη δημόσια παρουσίαση της μελέτης του νέου κτιρίου: «…η νέα πρεσβεία των ΗΠΑ θα είναι ανοιχτή και φιλόξενη, χωρίς τείχη και φράχτες, ούτε κλειστή πρόσοψη που να εμποδίζει τη θέα στο εσωτερικό αίθριο. “Το κτίριο θα είναι προσιτό, και ως εκ τούτου δημοκρατικό”, δήλωσε ο Γκρόπιους. “Ο επισκέπτης δεν θα αισθάνεται το βάρος της εξουσίας, αλλά θα μπαίνει στο κτίριο ως ελεύθερος άνθρωπος.”».

Από τη μεταπολίτευση και μετά το κτήριο έχει ζωστεί με χοντρές μεταλλικές διατομές στην περίφραξη και ογκόλιθους από σκυρόδεμα στο πεζοδρόμιο, ενώ η είσοδος γίνεται από ένα «λαγούμι» ανάμεσα στις σιδεριές. Η δε μνημειώδης κλίμακα έχει ακρωτηριαστεί για να κτιστεί στη θέση της φυλάκιο με συνέπεια να έχει καταργηθεί η μπροστινή είσοδος. Οι συνεχείς επεκτάσεις με προσθήκες νέων κτηρίων έχουν αλλοιώσει κατά πολύ τα αρχικά σχέδια του Γκρόπιους.

Στην πρόσφατη επίσκεψη του υπουργού εξωτερικών των ΗΠΑ, Άντονι Μπλίνκεν στις 21 Φεβρουαρίου 2023 έγιναν τα εγκαίνια μιας ακόμη επέκτασης του κτηρίου. Στην τελετή ο Μπλίνκεν συνέδεσε την ανακαίνιση με την ενίσχυση των διμερών σχέσεων Ελλάδας – Αμερικής. Στον δε χαιρετισμό του αρχιεπισκόπου Αθηνών και πάσης Ελλάδας, Ιερώνυμου η επέκταση της πτέρυγας που στεγάζει μέρος της προξενικής αρχής συνδέθηκε με τη μετανάστευση των Ελλήνων.

Διαβάζουμε από την ανακοίνωση του Ιερώνυμου: «Σε αυτό προσέρχονται επί πολλές δεκαετίες Έλληνες συμπολίτες αναζητώντας και οραματιζόμενοι ένα καλύτερο μέλλον. Για χιλιάδες ανθρώπους αυτό το σημείο απετέλεσε την πρώτη πύλη της Αμερικής, μιας νέας χώρας, στην οποία επέδειξαν εργατικότητα, φιλομάθεια και υψηλό μορφωτικό επίπεδο και την αγάπη τους για την Εκκλησία. Δημιούργησαν εκκλησίες, αλλά και κοινότητες, καταφέρνοντας να συνδυάσουν τη δημιουργία εκλεκτών οικογενειών με την κοινωνική προσφορά στον συνάνθρωπό τους. Από αυτή την πύλη είναι δυνατό να διέλθει μια οικογένεια με μια ελπίδα, και από την ίδια πύλη να επιστρέψει ένας απόγονος αυτής της οικογενείας ως πρέσβης».

Επίσης, ευχήθηκε αυτός ο χώρος να αποτελεί πάντοτε την εύφορη γη στην οποία θα καλλιεργείται πρωτίστως η ειρήνη και κατέληξε με τη φράση: «Μακάριοι οι ειρηνοποιοί».

 

Άγαλμα Χάρι Τρούμαν
Στη συμβολή της Λεωφόρου Βασιλέως Κωνσταντίνου 42 με την Οδό Βασιλέως Γεωργίου Β, βρίσκεται το πιο μισητό άγαλμα στην Αθήνα. Ο ανδριάντας του 33ου προέδρου των Ηνωμένων Πολιτειών, του Χάρι Τρούμαν.

Η Αθήνα του Ψυχρού Πολέμου – άγαλμα του Αμερικανού Προέδρου Χάρι Τρούμαν, φωτογραφία Μαριανέλλα Κλώκα | pressenza.

 

Ο Χάρι Τρούμαν συνδέθηκε με τη ρίψη της ατομικής βόμβας τον Αύγουστο του 1945, την αμερικανική επέμβαση στον ελληνικό εμφύλιο την περίοδο 1947 – 1949, εγκαινιάζοντας την δολοφονική χρήση βομβών ναπάλμ ενάντια στους μαχητές του ΔΣΕ και σε αμάχους, στο Γράμμο και το Βίτσι και την ιμπεριαλιστική στρατιωτική επέμβαση στην Κορέα το 1950. Είναι πολύ γνωστός για το περίφημο «δόγμα Τρούμαν», δηλαδή για τη διακήρυξη, στις 12 Μάρτη του 1947, ενώπιον της κοινής συνεδρίασης Κογκρέσου και Γερουσίας της ανάγκης στρατιωτικής και οικονομικής στήριξης για την αποκατάσταση των καταστροφών του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, μόνο όμως στις μη κομμουνιστικές χώρες. Συνδέθηκε, δηλαδή, με την απαρχή του «ψυχρού πολέμου».

Ο ανδριάντας είναι έργο του αμερικανού γλύπτη Φέλιξ Γουέλτον, γλύπτη του εμβληματικού μνημείου της μάχης της Ίβο Τζίμα στο Άρλινγκτον της Βιρτζίνια, Τοποθετήθηκε στο σημείο που βρίσκεται σήμερα τον Μάρτιο του 1963, κατόπιν επιθυμίας και με δαπάνες της οργάνωσης της Ομογένειας των ΗΠΑ, ΑΧΕΠΑ. Σε στήλες γύρω από το άγαλμα αναγράφονται σε ελληνικά και αγγλικά, κείμενα ευγνωμοσύνης του ελληνικού λαού για τον Τρούμαν και ο λόγος του ιδίου για την αποστολή στρατιωτικής και οικονομικής βοήθειας στην Ελλάδα, μέσω του Σχεδίου Μάρσαλ.

Ήδη από το 1963 η απόφαση για την τοποθέτηση του ανδριάντα προξένησε αντιδράσεις. Ήταν η πρώτη φορά που αποφασιζόταν η κατασκευή ενός ανδριάντα προς τιμή ενός ξένου και μάλιστα εν ζωή πολιτικού (ο Τρούμαν θα πεθάνει το 1972). Επιπρόσθετα το ελληνικό κράτος δεν είχε αποδώσει ακόμα τιμές σε Έλληνες πολιτικούς – δεν είχε ανεγερθεί ακόμη για πχ ένα άγαλμα για τον Βενιζέλο. Η δε τελετή των αποκαλυπτηρίων του αγάλματος, παρουσία του Κωνσταντίνου Καραμανλή, πραγματοποιήθηκε στις 29 Μαΐου 1963, μια μέρα μετά την κηδεία του Γρηγόρη Λαμπράκη.

Από την εγκατάστασή του στην Αθήνα το 1963, το ύψους 3,5 μέτρων μπρούτζινο άγαλμα έχει επανειλημμένως βεβηλωθεί, βομβαρδιστεί, πριονιστεί και καταρριφθεί έχοντας μετατραπεί σε κάποιου είδους αντι-ιμπεριαλιστικό ομοίωμα. Τη δεκαετία του 1980, το άγαλμα αποτελούσε «κόκκινο πανί» για τα αντιιμπεριαλιστικά αισθήματα. Μετά την τρίτη βόμβα που έσκασε στα πόδια του αγάλματος το 1986, ο τότε Δήμαρχος Αθηναίων, Δημήτρης Μπέης, αντιπρότεινε στα στελέχη της ΑΧΕΠΑ που ζητούσαν να επισκευαστεί, την αντικατάστασή του με ένα άγαλμα του Αβραάμ Λίνκολν, που είναι γενικά πιο συμπαθής φυσιογνωμία. Η τότε κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ αρνήθηκε να υλοποιήσει το λαϊκό αίτημα. Τα τελευταία ιδίως χρόνια το άγαλμα φρουρείται από την Ελληνική Αστυνομία επί 24ης βάσης.

Ο βανδαλισμός των μνημείων μπορεί να λειτουργήσει ως αποκάλυψη των ανοιχτών πληγών μιας κοινωνίας. Όπως επιβεβαιώνει και το πρόσφατο κύμα επιθέσεων σε αποικιακά, ιμπεριαλιστικά, ρατσιστικά, σεξιστικά και συνομοσπονδιακά αγάλματα στις Ηνωμένες Πολιτείες και σε όλο τον κόσμο. Αποτελεί ωστόσο μια αποκατάσταση της ιστορίας και μια φανέρωση των αδικιών που είχαν υποφέρει συγκεκριμένες ομάδες; Μήπως είναι σαφώς προτιμότερη η νηφάλια επαναπροσέγγιση της ιστορίας και ο αναστοχασμός της αναπόδραστης ιστορικής πραγματικότητας, με όλα τα τραγικά και σκοτεινά σημεία της, από την άλογη ηδονή της καταστροφής;

 

ΝΙΜ.Τ.Σ. – Νοσηλευτικό Ίδρυμα Μετοχικού Ταμείου Στρατού

Ο επόμενος σταθμός του περιπάτου, το ΝΙΜ.Τ.Σ. (Νοσηλευτικό Ίδρυμα Μετοχικού Ταμείου Στρατού) σχετίζεται με τη μεταπολεμική ασυλία των συνεργατών την περίοδο της κατοχής.

Η Αθήνα του Ψυχρού Πολέμου – Νοσηλευτικό Ίδρυμα Μετοχικού Κεφαλαίου Στρατου ΝΙΜΤΣ, φωτογραφία Μαριανέλλα Κλώκα | pressenza.

 

Το Νοσηλευτικό Ίδρυμα Μετοχικού Ταμείου Στρατού, ή αλλιώς ΝΙΜΤΣ βρίσκεται πίσω από το άγαλμα του Βενιζέλου. Ιδρύεται με το Ν.Δ. 597/1941 και αρχίζει να λειτουργεί στις 21 Ιανουαρίου του 1942 με την εγκατάστασή του στο κτήριο που στεγάζεται σήμερα η Διεύθυνση. Η ιδέα για τη σύσταση του νοσοκομείου έγκειται στην ανάγκη περίθαλψης των Πολεμιστών Αξιωματικών που γύριζαν από τα μέτωπα του 1940-41. Όπως διαβάζουμε σήμερα στην ιστοσελίδα του ΝΙΜΤΣ: «Τα χρόνια εκείνα, που όλα είχαν καταστραφεί και η Ελλάδα βρισκόταν κάτω από την κατοχή ξένων στρατευμάτων, φωτισμένοι άνθρωποι συνέλαβαν την ιδέα δημιουργίας ενός Νοσοκομείου, στο οποίο οι Πολεμιστές και οι οικογένειές τους θα εξασφάλιζαν υγειονομική περίθαλψη και νοσηλευτική φροντίδα». Και η ανάρτηση συνεχίζει αποτίνοντας φόρο τιμής στους εμπνευστές της δημιουργίας του νοσοκομείου: «Πρωτεργάτες της ιδέας και προσπάθειας υπήρξαν ο Στρατηγός Μπάκος Γεώργιος και ο Ανώτερος Γενικός Αρχίατρος Κυριακός Ιωάννης, που ήταν και ο πρώτος Διευθυντής του Ιδρύματος από το έτος 1942 μέχρι το θάνατό του.
Το ενδιαφέρον σ’ αυτή τη δημόσια ανακοίνωση είναι ότι το ΝΙΜΤΣ αναγνωρίζει δημόσια την πρωτοβουλία ίδρυσης του νοσοκομείου στον στρατηγό Γεώργιο Μπάκο.

Ποιος είναι ο στρατηγός Γεώργιος Μπάκος;
Ο Μπάκος (1892-1945) ήταν στενός συνεργάτης του Τσολάκογλου, του πρώτου κατοχικού πρωθυπουργού. Διετέλεσε Υπουργός Εθνικής Άμυνας στις κυβερνήσεις Τσολάκογλου και Λογοθετόπουλου. Ο Μπάκος είχε προτείνει να δημιουργηθεί ένα στρατιωτικό σώμα Ελλήνων εθελοντών («κυανόλευκη μεραρχία»), το οποίο θα έστελναν στο ανατολικό μέτωπο για να πολεμήσει στο πλευρό του γερμανικού στρατού. Την ίδια ακριβώς επιθυμία με το Μπάκο είχε και η οργάνωση ΕΣΠΟ. Μάλιστα στην οδό Φιλελλήνων, στο Σύνταγμα, είχαν στηθεί γραφεία στα οποία όποιος επιθυμούσε μπορούσε να συμπληρώσει μια αίτηση για να καταταγεί στην «κυανόλευκη μεραρχία». Σύμφωνα με τις πληροφορίες που είχε ο Τσολάκογλου, στη Θεσσαλονίκη υπήρχαν περίπου 2.000 αιτήσεις από εθελοντές και στην Αθήνα περίπου 200. Τελικά το σχέδιο του Μπάκου για συγκρότηση ελληνικής μεραρχίας στο πλευρό του γερμανικού στρατού ματαιώθηκε από τον ίδιο τον Τσολάκογλου.

Στα Δεκεμβριανά του 1944 ο Μπάκος συνελήφθη από αντάρτες του ΕΛΑΣ. Στην αρχή κρατήθηκε όμηρος στη βίλα Παπαλεονάρδου. Αργότερα μεταφέρθηκε σε άλλες περιοχές. Δικάστηκε και καταδικάστηκε σε θάνατο. Εκτελέστηκε από τους αντάρτες του ΕΛΑΣ στις 6 Ιανουαρίου 1945 στο χωριό Κρώρα Βοιωτίας.

Ο Γεώργιος Μπάκος επομένως κρίθηκε ένοχος για τις πράξεις του. Παρόλα αυτά ο Μπάκος τιμάται και σήμερα για την ίδρυση του νοσοκομείου ΝΙΜΤΣ, ενώ και ένας δρόμος στη Νέα Φιλοθέη έχει ονομαστεί ως οδός Γεωργίου Μπάκου. Η εθνική αναβάπτιση του Μπάκου δεν είναι ωστόσο πρωτοφανής. Ας θυμηθούμε ότι στις δίκες των δωσιλόγων στην Ελλάδα, από τις 15.000 μηνύσεις και καταγγελίες τελικά φτάνουν στο δικαστήριο μόλις οι 2.200. Και από αυτές μόνο ένα μικρό ποσοστό υποθέσεων εκδικάστηκε. Το 85% των υποθέσεων αρχειοθετήθηκε. Ο λόγος, σύμφωνα με τον ιστορικό Δημήτρη Κουσουρή, είναι ότι «πολλοί δωσίλογοι προσέφεραν κατόπιν τις υπηρεσίες τους στο νέο καθεστώς που στήθηκε υπό την αιγίδα των συμμάχων για την καταπολέμηση του Κομμουνισμού. Επίσης διέθεταν σοβαρή οικονομική επιφάνεια και διασυνδέσεις με τον κρατικό μηχανισμό. Και έτσι σε ένα μεγάλο βαθμό κατάφεραν να διαφύγουν της τιμωρίας».

 

Εθνικό Ίδρυμα Ερευνών
Το Εθνικό Ίδρυμα Ερευνών ιδρύθηκε στις 10 Οκτωβρίου 1958 με την επωνυμία Βασιλικό Ίδρυμα Ερευνών με Βασιλικό Διάταγμα της 9ης Οκτωβρίου 1958. Σκοπός της ίδρυσής του ήταν η ενίσχυση των επιστημονικών ερευνών οι οποίες πραγματοποιούνταν στην Ελλάδα και η εξασφάλιση περισσότερων ευκαιριών δημιουργικής έρευνας από Έλληνες επιστήμονες.

Η Αθήνα του Ψυχρού Πολέμου – Εθνικό Κέντρο Ερευνών, φωτογραφία Μαριανέλλα Κλώκα | pressenza.

Για την ανέγερσή του παραχωρήθηκε έκταση 8.000 τ.μ στην οδό Ρηγίλλης και Βασιλέως Γεωργίου, πλησίον του Ωδείου Αθηνών. Ο πανελλήνιος διαγωνισμός που προκηρύχθηκε το 1959 δεν ολοκληρώθηκε, αφού τελικά για την ανέγερση του Β.Ι.Ε. παραχωρήθηκε οικόπεδο στην απέναντι πλευρά της Βασιλέως Κωνσταντίνου, στην διασταύρωση με την οδό Β. Γεωργίου. Ένα οικοδομικό τετράγωνο εμβαδού έντεκα στρεμμάτων, όπου παλαιότερα ήταν εγκατεστημένοι οι στάβλοι των ανακτόρων.
Το Δ.Σ του Β.Ι.Ε. ανέθεσε τη μελέτη των κτηρίων στους Δημήτριο Πικιώνη και Κωνσταντίνο Δοξιάδη. Η οικοδομική άδεια εγκρίθηκε στις 22 Απριλίου 1964. Ωστόσο η θεμελίωση του πραγματοποιήθηκε στις 10 Μαΐου 1965. Το κτίριο ολοκληρώθηκε μετά από 3,5 χρόνια και παραλήφθηκε στις 25 Οκτωβρίου 1968. Οι πόροι προήλθαν σε μικρότερο ποσοστό από άλλο βασιλικό ίδρυμα και κατά το μεγαλύτερο μέρος από αμερικανική χρηματοδότηση στο πλαίσιο του Σχεδίου Μάρσαλ για την Ελλάδα.
Η αρχική πρόταση των μελετητών για ένα «υπερμοντέρνο» γυάλινο κτίριο |δεν έγινε δεκτή και, στην τελική λύση που εφαρμόστηκε, ο άκαμπτος ορθολογισμός και ο λειτουργικός δογματισμός που χαρακτήριζε τη “σχολή” Δοξιάδη, επικράτησαν έναντι της αισθητικής διάστασης (με την παρέκκλιση της μαρμάρινης επένδυσης των εξωτερικών επιφανειών). Το κτίριο του ΕΙΕ προσφέρει στη δημόσια αρχιτεκτονική του τόπου ένα από τα βασικά μορφολογικά της παραδείγματα, αντιπροσωπευτικό της διεθνούς αρχιτεκτονικής της μεταπολεμικής περιόδου στη χώρα μας.

 

Αρκετοί από τους σχεδιασμούς του Κωνσταντίνου Καραμανλή δεν μπόρεσαν να υλοποιηθούν κατά τη διάρκεια της πρωθυπουργίας του. Όπως θα δούμε στο δεύτερο μέρος, θα έρθει το καθεστώς της Απριλιανής δικτατορίας να υιοθετήσει και να προχωρήσει όσα από αυτά έκρινε ότι ταίριαζαν με την ταυτότητα που προσπαθούσε να αποκτήσει.