Η κατάργηση και του τελευταίου ελάχιστου πλαισίου προστασίας της πρώτης κατοικίας είναι εδώ και χρόνια δεδομένη, με απαίτηση των εταίρων-δανειστών. Δεδομένη, επίσης, είναι και η απροθυμία της κυβέρνησης Μητσοτάκη να νομοθετήσει ένα στοιχειώδες δίχτυ ασφαλείας για δανειολήπτες που δυσκολεύονται να εξυπηρετήσουν τα στεγαστικά ή άλλα ενυπόθηκα δάνειά τους.
Οι δανειολήπτες, που τα στεγαστικά δάνειά τους έχουν, ερήμην τους, τιτλοποιηθεί και μεταβιβαστεί από τις τράπεζες σε funds, είχαν τελευταία γραμμή άμυνας απέναντι στους πλειστηριασμούς των κατοικιών τους τις αντιφάσεις της νομοθεσίας. Η οποία δεν είναι απολύτως σαφές αν επέτρεπε στις εταιρείες διαχείρισης των δανείων, τους λεγόμενους servicers που λειτουργούν για λογαριασμό των κερδοσκοπικών κεφαλαίων, κατόχων των «κόκκινων» στεγαστικών δανείων, να προχωρούν σε κατασχέσεις περιουσιακών στοιχείων και πλειστηριασμούς ακινήτων.
Οι εκτεθειμένοι στην γκιλοτίνα του πλειστηριασμού των κατοικιών τους πολίτες δεν είχαν τη δυνατότητα να κερδίσουν τον «πόλεμο», με τα κεφάλαια-κατόχους των δανείων τους, αλλά είχαν την ευκαιρία να κερδίσουν μια μάχη, στην πράξη μια καθυστέρηση του πλειστηριασμού.
Αυτή τη μικρή, έσχατη ευκαιρία καθυστέρησης του μοιραίου τούς τη στέρησε η προκλητική στον κυνισμό και σκληρότητά της απόφαση του Αρείου Πάγου. Προκαλούν απορία και πλήθος ερωτημάτων η ευκολία και η αστραπιαία ταχύτητα με την οποία το ανώτατο δικαστήριο κατέληξε σε μια τέτοια απόφαση.
Και ακόμη μεγαλύτερη απορία προκαλεί το εύρος της πλειοψηφίας με την οποία οι 56 ανώτατοι δικαστικοί λειτουργοί -από τους συνολικά 65 που συμμετείχαν- στην κρίσιμη ολομέλεια συντάχθηκαν υπέρ των funds, των servicers και των τραπεζών.
Το ανώτατο δικαστήριο, εκ πρώτης όψεως, απεφάνθη για ένα στενό δικονομικό ζήτημα: Μπορούν ή όχι οι εταιρείες διαχείρισης «κόκκινων» δανείων να κάνουν κατασχέσεις περιουσιακών στοιχείων και πλειστηριασμούς ακινήτων; Επί της ουσίας όμως ο Αρειος Πάγος νομιμοποίησε ένα έγκλημα.
Εγκλημα που συντελέστηκε όλη την προηγούμενη δεκαετία εις βάρος της ελληνικής κοινωνίας και οικονομίας, με μοναδικό κριτήριο τη διάσωση του τραπεζικού συστήματος.
Νομιμοποίησε τις ανακεφαλαιοποιήσεις των τραπεζών που κόστισαν στο Δημόσιο -δηλαδή στους φορολογούμενους- πάνω από 50 δισ. ευρώ. Το μεγάλο ξεφόρτωμα των «κόκκινων» δανείων, τις τιτλοποιήσεις με την εγγύηση του Δημοσίου, που πάλι μπορούν να φορτωθούν ως χρέος στους φορολογούμενους.
Την τεράστια μεταφορά δηλαδή πλούτου και ακίνητης περιουσίας στα χαρτοφυλάκια κερδοσκόπων που όχι μόνο βγάζουν στο σφυρί τα σπίτια δανειοληπτών, αλλά πυροδοτούν και μια νέα οικιστική κρίση απογειώνοντας τις τιμές των εκπλειστηριασμένων ακινήτων.
Πηγή: Εφημερίδα των Συντακτών