Το Ινστιτούτο Εναλλακτικών Πολιτικών ENA στο πλαίσιο των εργασιών του Παρατηρητηρίου των Κοινών διοργάνωσε εκδήλωση-συζήτηση με θέμα «Κατά πόσο συνιστούν τα κοινά ένα ξεχωριστό υπόδειγμα;» Οι καλεσμένοι, ομιλήτρια και ομιλητές εστίασαν στα πεδία του κράτους και της παραγωγής υπεραξίας στο παράδειγμα των κοινών, επιδιώκοντας κάποιες πρώτες απαντήσεις στο ερώτημα που τέθηκε με τον τίτλο της εκδήλωσης.
Τη συζήτηση άνοιξε η Συντονίστρια του Παρατηρητηρίου των Κοινών του ΕΝΑ Δώρα Κοτσακά, σημειώνοντας ότι η εμπειρία της πανδημίας, ανάμεσα στα άλλα, εμπλούτισε ουσιαστικά και τη συζήτηση γύρω από τα κοινά (commons). Ο τρόπος που λειτούργησαν τα δίκτυα των κοινών όταν οι υπηρεσίες του κράτους και της αγοράς είχαν παραλύσει, ο διεθνής διάλογος γύρω από την αναγκαιότητα κατοχύρωσης των εμβολίων ως κοινού αγαθού και της διασφάλισης της ανοικτότητας των ευρημάτων της επιστημονικής έρευνας, ανέδειξαν νέες πτυχές και διεύρυναν το ακροατήριο της σχετικής συζήτησης. Ωστόσο, επισήμανε ότι το ερώτημα κατά πόσο τα κοινά συνιστούν ένα ξεχωριστό υπόδειγμα οργάνωσης της οικονομικής και κοινωνικής ζωής παραμένει και επηρεάζει την στρατηγική με την οποία μπορούν να προωθηθούν οι πολιτικές που τα αφορούν. Υποστήριξε ότι τα κοινά συχνά συγχέονται ή υποστηρίζεται ότι προωθούνται μέσα από πολιτικές σχετικά με την κοινωνική και αλληλέγγυα οικονομία (ΚΑΛΟ) ή την κυκλική οικονομία, από Οδηγίες της ΕΕ για την ψηφιακή διαβούλευση ή από την εφαρμογή της αρχής της επικουρικότητας κ.ά. Σε ποιο βαθμό είναι επαρκείς ή ωφέλιμες τέτοιου τύπου παρεμβάσεις για τις εφαρμοσμένες πολιτικές στο πεδίο των κοινών; Σε ποιο βαθμό είναι απαραίτητες νομικές και θεσμικές παρεμβάσεις στοχευμένες στα κοινά και τι συμπεράσματα μπορούμε να συνάγουμε από τα έως σήμερα γνωστά παραδείγματα. Τα παραπάνω ερωτήματα πλαισίωσαν το κεντρικό ερώτημα- τίτλο της συζήτησης.
Ο Ερευνητής του Tallinn University of Technology και μέλος του P2P Lab Αλέξανδρος Παζαΐτης χρησιμοποίησε ως παράδειγμα την περίπτωση παραγωγής αξίας στο διαδίκτυο. Στη βάση δεδομένων επιχείρησε να απαντήσει σε πιο βαθμό η αξία είναι προϊόν των ψηφιακών κοινών ή της λειτουργίας της αγοράς. Αναφέρθηκε στο Facebook και στη Wikipedia ως δύο διαφορετικά μοντέλα που ενώ, αμφότερα λειτουργούν με διαδικασίες P2P, η δομή τους είναι εκ δια μέτρου αντίθετη. «Τα ψηφιακά κοινά παράγουν αξία με διαφορετικούς τρόπους ανάλογα με το πλαίσιο στο οποίο θα τοποθετηθούν» ανέφερε. Σημείωσε τη σημασία των ψηφιακών υποδομών των κοινών οι οποίες προτιμώνται με μεγάλη διαφορά και από τους κερδοσκοπικούς παίκτες. Για παράδειγμα, στην περίπτωση των web servers το Apache και άλλοι servers ανοιχτού και ελεύθερου κώδικα, αφήνουν κατά πολύ πίσω σε προτίμηση την αντίστοιχη υπηρεσία της Microsoft, απλά επειδή λειτουργούν καλύτερα. Το αντίστοιχο συμβαίνει με τους υπερ-υπολογιστές, τα μεγάλα data centers των μεγάλων επιχειρήσεων που τρέχουν με Linux. Το Corpress συνιστά το 60%-70% των συστημάτων διαχείρισης περιεχομένου των ιστοσελίδων, καθιστώντας ασύγκριτα περισσότερες τις ιστοσελίδες που «τρέχουν» με ανοιχτό λογισμικό.
Ακόμη, σημείωσε ότι ενώ έχουμε παραγωγή αξίας η οποία προέρχεται από την αγορά, η τελευταία στηρίζεται σε υποδομές των ψηφιακών κοινών, των οποίων υπάρχει τρόπος να αποτιμηθεί και η αγοραία αξία. Σύμφωνα με μελέτη της Ευρωπαϊκής Επιτροπής υπολογίζεται ότι το λογισμικό ανοιχτού κώδικα συνεισφέρει από 65 έως 96 δισ. ευρώ στο ΑΕΠ της ΕΕ. Παρόλα αυτά δεν είναι αυτός ο μόνος τρόπος να αποτιμηθεί η αξία τους, η λογική της ποσοτικοποίησης και μέτρησης όλων ανεξαίρετων των μεγεθών είναι αδύνατη και οδηγεί σε εσφαλμένα συμπεράσματα.
Κλείνοντας έθεσε το εξαιρετικά σημαντικό θέμα της πληρωμένης εργασίας στις κοινότητες των ψηφιακών κοινών, όπως και το θέμα της κρατικής χρηματοδότησης που βρίσκεται πίσω από τις σημαντικότερες τεχνολογικές καινοτομίες (από το ίδιο το διαδίκτυο ή τη μηχανή αναζήτησης της Google, έως το touch screen, τις μπαταρίες λιθίου, ή το GPS μεταξύ πλήθους άλλων). «Προκειμένου να λειτουργήσει η διαδικασία παραγωγής αξίας στο διαδίκτυο προϋποτίθεται πληθώρα θεσμών, ρυθμίσεων, οργανώσεων κρατικών φορέων, νομοθεσιών κ.ά. Η σημερινή ψηφιακή αγορά διαμορφώθηκε από στοχευμένες κρατικές πολιτικές, άρα δεν έχουμε κανένα λόγο να πιστεύουμε ότι αυτές πολιτικές δεν μπορούν να κατευθυνθούν στην υποστήριξη των ψηφιακών κοινών. Η κυριαρχία της αγοράς ή των ψηφιακών κοινών είναι μία πολιτική επιλογή» επισήμανε.
Ο Αναπληρωτής Καθηγητής Σύγχρονης Πολιτικής Θεωρίας του ΑΠΘ Αλέξανδρος Κιουπκιολής λαμβάνοντας το λόγο, επανέφερε το αρχικό ερώτημα της συζήτησης και σημείωσε ότι δεν μπορούμε να δώσουμε μία κοινά αποδεκτή απάντηση στο ερώτημα κατά πόσο τα κοινά συνιστούν ξεχωριστό υπόδειγμα.
«Εξαρτάται από την πολιτική μας θεώρηση και από το κατά πόσο θέτουμε κάτι τέτοιο ως στόχο, ως επίκεντρο μίας κοινωνικής αλλαγής ή ενός νέου φαντασιακού. Η απάντηση δεν εμπεριέχεται μέσα στα ίδια τα κοινά τα οποία υπόκεινται σε πολλαπλούς ορισμούς και μορφές» ανέφερε. Στη συνέχεια επιχείρησε να περιγράψει τι θα σήμαινε η διακριτότητα των κοινών ως ξεχωριστού παραδείγματος δίνοντας έμφαση στην ιδιαίτερη κοινωνική και πολιτική λογική των κοινών. Αναφέρθηκε στην τριμερή τους δομή: κοινότητα, αγαθό και κανόνες διαχείρισης και αναπαραγωγής του αγαθού. Υπενθύμισε ότι στις περισσότερες κοινωνικές πρακτικές υπάρχει αυτή η δομή, ωστόσο αυτό που διακρίνει τα κοινά είναι τα χαρακτηριστικά της κοινότητας και η ιδιαίτερη λογική των κανόνων. «Η ισότιμη συναπόφαση και η επιδίωξη του κοινού οφέλους συνιστούν επιπλέον κριτήρια. Πλήθος άλλων μπορεί να προστεθεί ανάλογα με την περίπτωση όπως η βιωσιμότητα, η ανοικτότητα την κοινότητας ή το εύρος του κοινού οφέλους. Στην περίπτωση της αγοράς δεν πληρείται η προϋπόθεση της επιδίωξης του κοινού οφέλους και στην περίπτωση της κρατικής διαχείρισης δεν πληρείται η προϋπόθεση της ισότιμης συναπόφασης» τόνισε. Με αυτά τα δεδομένα υποστήριξε ότι το πραγματικό ερώτημα δεν είναι κατά πόσο το υπόδειγμα των κοινών είναι διακριτό, αλλά κατά πόσο είναι ανταγωνιστικό. Σε αυτό το σημείο υπάρχουν διαφορετικές προσεγγίσεις «οι οποίες είτε αντιλαμβάνονται τα κοινά ως ένα τρίτο πόλο μεταξύ του κράτους και της αγοράς ή ως μετασχηματιστικό υπόδειγμα που θα υποσκελίσει τις λογικές τους. Κάτι που μας επαναφέρει στην πολιτική βάση του ερωτήματος» συμπλήρωσε.
Στη συνέχεια επισήμανε ότι στις περιπτώσεις όπου τα κοινά συνιστούν ένα διακριτό παράδειγμα είναι ενδιαφέρον ότι η αρχή έγινε στα πλαίσια κοινωνικών αγώνων με τη συγκρότηση κοινωνικών κινημάτων. Εστίασε στις περιπτώσεις της Ισπανίας και ιδιαίτερα της Ιταλίας όπου υπάρχουν δημόσιες πολιτικές που αναγνωρίζουν τα κοινά με αυτόν τον όρο, κυρίως στο επίπεδο της Τοπικής Αυτοδιοίκησης, με τη δημιουργία υποστηρικτικού θεσμικού πλαισίου από τις υπηρεσίες των Δήμων και τα πανεπιστήμια. Συγκεκριμένα ανέλυσε περιπτώσεις όπως αυτή του Teatro Valle στη Ρώμη που ακολούθησαν το δημοψήφισμα για την κατοχύρωση του νερού ως κοινού αγαθού και τις αντίστοιχες κινητοποιήσεις. Αναλύθηκε εκτενώς η σημασία της πρωτοβουλίας των νομικών που οδήγησε στον «Κανονισμό της Μπολόνια», ο οποίος σήμερα έχει υιοθετηθεί από περισσότερες από 200 πόλεις. «Τα κοινά προστατεύθηκαν και ενισχύθηκαν στις πολλές διαφορετικές τους μορφές στηριζόμενα είτε στο δημόσιο είτε στο εθιμικό δίκαιο» ανέφερε.
Το βίντεο της εκδήλωσης, διάρκειας 54′:51″