“Όπου στην κείμενη νομοθεσία για την Ε.Υ.Π. αναφέρεται ο Υπουργός Εσωτερικών, εφεξής νοείται ο Πρωθυπουργός”.
[Άρθρο 30 παρ.1 Ν.4704/2020,ΦΕΚ Α 133/14.7.2020, Κεφάλαιο ΣΤ, Εκσυγχρονισμός Εθνικής Υπηρεσίας Πληροφοριών και λοιπές διατάξεις].
Η βδομάδα που ξεκινάει είναι κρίσιμη για την πολιτική επιβίωση της κυβέρνησης Μητσοτάκη, υπό το φως των διεργασιών για το σκάνδαλο των παρακολουθήσεων και την αποκάλυψη υποκλοπής του τηλεφώνου του Νίκου Ανδρουλάκη. υποκλοπή
Για την κοινωνία και τους δημοκρατικούς πολίτες, οι ώρες είναι κρίσιμες: αν η κυβέρνηση Μητσοτάκη υπερβεί αλώβητη την κρίση των υποκλοπών, θα μιλάμε πλέον για επισφράγιση όχι κυβέρνησης αλλά καθεστώτος.
Στην επερχόμενη βαρυχειμωνιά για την μεγάλη εργαζόμενη πλειοψηφία, μια κυβέρνηση που λειτουργεί αποδεδειγμένα υπέρ των λίγων και των προνομιούχων θα εκλάβει την επιβίωσή της ως μήνυμα πολιτικής ασυδοσίας. Το διακύβευμα είναι εξόχως υλικό.
Το ουσιωδώς ξεχωριστό στη συγκυρία δεν είναι το καθεστώς των αυθαίρετων παρακολουθήσεων, “νόμιμων” και παράνομων, καθώς αυτό υπάρχει διαχρονικά και με ευθύνη όλων των κυβερνήσεων.
Αυτό που ξεχωρίζει είναι η αποδεδειγμένη παρακολούθηση πολιτικών αντιπάλων της κυβέρνησης από τις μυστικές υπηρεσίες της χώρας με ευθύνη του ίδιου του Πρωθυπουργού, ο οποίος είχε θέσει την ΕΥΠ υπό την δικαιοδοσία του και είχε επιλέξει προσωπικά τον διοικητή της, τροποποιώντας ακόμα και τα προβλεπόμενα κατά νόμο προσόντα.
Οι καταγγελίες για αποδεδειγμένες παρακολουθήσεις δημοσιογράφων, όπως αυτή του Θανάση Κουκάκη, με ταυτόχρονη χρήση του λογισμικού Predator, όπως και στην περίπτωση Ανδρουλάκη, υποδεικνύουν την ύπαρξη οργανωμένου συστήματος παρακολουθήσεων με ωτακουστή τον ίδιο τον Πρωθυπουργό.
Η απόπειρα του πρωθυπουργού να προσπεράσει την αυταπόδεικτη ευθύνη του είναι ίσως ακόμα πιο σκανδαλώδης από την ίδια την παρακολούθηση.
Η παραίτηση του γενικού γραμματέα του πρωθυπουργικού γραφείου παρουσιάστηκε από τον Κυριάκο Μητσοτάκη με το σκεπτικό ότι ο γενικός γραμματέας είχε την “αντικειμενική πολιτική ευθύνη”.
Πρόκειται για πρωτάκουστο σόφισμα: όπως έχει αναλυτικά εξηγήσει ο καθηγητής Γ. Σωτηρέλης, η πολιτική ευθύνη δεν ανήκει σε υπηρεσιακούς παράγοντες και σε μετακλητούς υπαλλήλους, όπως ήταν ο πρωθυπουργικός ανιψιός και γραμματέας. Η πολιτική ευθύνη ανήκει στα μέλη του Υπουργικού Συμβουλίου κατά το άρθρο 85 του Συντάγματος.
Από τη στιγμή που ο Πρωθυπουργός επέλεξε να υπαγάγει την ΕΥΠ στη δικαιοδοσία του, έχει ο ίδιος την πολιτική ευθύνη που σε άλλη περίπτωση θα είχε ο Υπουργός του. Η διατύπωση του νόμου που ο ίδιος ψήφισε δεν θα μπορούσε να είναι σαφέστερη: “Όπου στην κείμενη νομοθεσία για την Ε.Υ.Π. αναφέρεται ο Υπουργός Εσωτερικών, εφεξής νοείται ο Πρωθυπουργός”.
Ας αφήσει λοιπόν το Μαξίμου τα σοφίσματα: ο πρωθυπουργικός ανιψιός δεν ήταν Υπουργός Προεδρίας, ώστε να έχει “αντικειμενική πολιτική ευθύνη”. Το επιτελικό κράτος δημιούργησε ένα συγκεντρωτικό υπερ-υπουργείο χωρίς υπουργό μέσα στο πρωθυπουργικό γραφείο, αλλά σε κάθε περίπτωση πολιτικός επικεφαλής ήταν ο ίδιος ο Πρωθυπουργός.
Στο οργανόγραμμα που είναι ακόμα και σήμερα αναρτημένο στον ιστότοπο του πρωθυπουργού (https://primeminister.gr/wp-content/uploads/2020/09/organogramma-kivernisi.png), ο γενικός γραμματέας προϊσταται όλων των αρμοδιοτήτων. Αυτό που παραβλέπει το οργανόγραμμα είναι να χαράξει τη γραμμή που συνδέει τον γενικό γραμματέα με τον Πρωθυπουργό.
Διόλου παράξενο: έτσι βλέπουν τον εαυτό τους οι γόνοι της δυναστείας Μητσοτάκη.
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης κοιτάζεται στον καθρέφτη ως ανεύθυνος «Ανώτατος Άρχων». Γι’ αυτό και αποτόλμησε να εμφανιστεί οργισμένος στο διάγγελμά του και να μας ανακοινώσει την απόλυση του… κηπουρού του.
Όμως ο καιρός που τα πολιτικά πράγματα καθορίζονταν σε κάποιο Παλάτι έχει περάσει ανεπιστρεπτί, ό,τι και αν δίδαξε στον νεαρό γόνο ο πατέρας του.
Κρίσιμος όπως πάντα, πέραν των όσων σημαντικών μπορούν να αποκαλυφθούν στη Βουλή ή από την ερευνητική δημοσιογραφία, θα είναι ο ρόλος του λαϊκού παράγοντα. Γι’ αυτό και η οποιαδήποτε κοινοβουλευτική διαδικασία πρέπει να νιώθει την ανάσα των πολιτών και των κινημάτων.
Σήμερα, περισσότερο από ποτέ, είναι κρίσιμο να τραβήξουμε την κόκκινη γραμμή. Ο Πρωθυπουργός πρέπει να αναλάβει την πολιτική ευθύνη. Κι ετούτη η κυβέρνηση πρέπει να φύγει.
*Ο Θανάσης Καμπαγιάννης είναι δικηγόρος, μέλος του ΔΣ του ΔΣΑ με την Εναλλακτική Παρέμβαση – Δικηγορική Ανατροπή.