Όταν σκεφτόμαστε τις μεγάλες εμπνευσμένες προσωπικότητες που στρατεύτηκαν για την ισότητα των δικαιωμάτων των αφροαμερικανών στις Ηνωμένες Πολιτείες, σκεφτόμαστε αυθόρμητα ονόματα όπως αυτό του Μάρτιν Λούθερ Κινγκ με τη διάσημη ομιλία του “I have a dream” να ηχεί ακόμα στις καρδιές πλήθους Αμερικανών. Ή ο Τζον Ρόμπερτ Λιούις, που ως Freedom Rider ήταν στους Μεγάλους Έξι του κινήματος πολιτών στη δεκαετία του ’60. Πολλοί επιπρόσθετα θα θυμούνται τη Ρόζα Πάρκς, που έγινε μύθος εν ζωή όταν αρνήθηκε σκόπιμα να παραχωρήσει τη θέση της στο λεωφορείο σε έναν λευκό επιβάτη. Ωστόσο, κάτι που πολλοί αγνοούν, είναι ότι τουλάχιστον μισό αιώνα πριν από το κίνημα των πολιτικών δικαιωμάτων της δεκαετίας του ’60, υπήρχαν ήδη κάποιες γενναίες γυναίκες των οποίων η αξιοσημείωτη δέσμευση για τα δικαιώματα των μαύρων απέχει μακράν από το να έχουν τιμηθεί όπως τους αξίζει.
Με αυτό το άρθρο, θα ήθελα να δανείσω τη φωνή μου σε μία θαρραλέα και εμπνευσμένη γυναίκα που το 19ο αιώνα, ως φυγάς αφροαμερικανή στις Ηνωμένες Πολιτείες, ξεπέρασε τα εμπόδια που θεωρούνταν μέχρι πρότινος ανυπέρβλητα, όπως η εθνότητα και το φύλο, για να βοηθήσει 300 αφροαμερικανούς σκλάβους να ξαναβρούν την ελευθερία. Τα ιδεώδη της θα μπορούσαν να αποτελέσουν πρότυπο για τους ακτιβιστές της εποχής μας.
Γεννημένη στη σκλαβιά
«Ονομάζομαι Χάριετ Τάμπμαν και η ιστορία μου ξεκινά τον Μάρτιο του 1820, όταν γεννήθηκα με το όνομα Araminta Ross σε μία φάρμα του Μέριλαντ. Οι γονείς μου ήταν σκλάβοι, γεγονός που με κατέτασσε αυτομάτως στους σκλάβους και κάτι αφάνταστο για τα σημερινά δεδομένα, ήμουν ιδιοκτησία. Από μικρή ηλικία, έπρεπε να φέρνω εις πέρας, μια σκληρή σωματική εργασία στις φυτείες των αφεντικών μου. Από καιρό σε καιρό, με «δάνειζαν» σε μια άλλη οικογένεια για να ασχολούμαι με τα παιδιά της, όπως κάνουμε με ένα αντικείμενο. Κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου, όπως και πολλά από τα μέλη της αφροαμερικανικής οικογένειάς μου, υπέφερα συχνά από τη σωματική βία για φερόμενα παραπτώματα. Τα μαστιγώματα, οι γροθιές και η έλλειψη τροφής αποτελούσαν μέρος των πιο συνηθισμένων μεθόδων για την «εκπαίδευσή» μας. Παρόλο που μετά από όλα όσα πέρασα έγινα μία δυνατή γυναίκα, ικανή να εκτελώ μια απαιτητική σωματική εργασία στη φάρμα, η μεταχείριση των αφεντικών μου, μου άφησε βαθιές πληγές στο σώμα και την ψυχή, που με συνόδευσαν για το υπόλοιπο της ζωής μου. Παραδόξως, ένα περιστατικό έμεινε ιδιαίτερα χαραγμένο στη μνήμη μου. Ήμουν μόλις 13 ετών, όταν το αφεντικό μου πέταξε ένα μεταλλικό αντικείμενο σε έναν άλλο σκλάβο το οποίο τελικά χτύπησε εμένα και μου προξένησε ένα σοβαρό τραύμα στο κεφάλι. Υπέφερα από ιλίγγους και απώλεια μνήμης μέχρι το τέλος της ζωής μου.
Ο υπόγειος σιδηρόδρομος και η φυγή
Την εποχή που εργαζόμουν στις φυτείες των αφεντικών μου στο Μέριλαντ, οι πολέμιοι της σκλαβιάς έθεσαν σε εφαρμογή ένα ανεπίσημο δίκτυο μυστικών δρόμων και ασφαλών τόπων και σπιτιών φιλοξενίας, τον «Υπόγειο Σιδηρόδρομο», που θα έδινε τη δυνατότητα στους σκλάβους να φύγουν από τις Πολιτείες του Νότου για τις Πολιτείες του Βορρά ή τον Καναδά. Εκεί, η σκλαβιά θεωρείτο ξεπερασμένη και είχε σχεδόν καταργηθεί. Η νομική κατάσταση της εποχής στις Πολιτείες του Βορρά, έδινε τη δυνατότητα στους σκλάβους σε καθεστώς φυγής που είχαν καταφέρει να έρθουν, να ζουν ελεύθερα παρόλο το στίγμα του σκλάβου που είχαν στις Πολιτείες του Νότου. Οι θρησκευτικές κοινότητες όπως οι Κουάκεροι, οι ελεύθεροι στοχαστές και οι παλιοί σκλάβοι όπως εγώ, υποστηρίζαμε αυτή την επικίνδυνη πρωτοβουλία που έδινε τη δυνατότητα σε ένα μεγάλο αριθμό σκλάβων να περπατήσουν τη νύχτα βήμα – βήμα, να κρυφτούν μέσα στο δάσος κατά τη διάρκεια της ημέρας για να ξεφύγουν από τους κυνηγούς των σκλάβων και να φτάσουν εν τέλει στις Πολιτείες του Βορρά που υπόσχονταν την πολυπόθητη ελευθερία.
Δε θυμάμαι ακριβώς τη χρονική στιγμή που αποφάσισα να πάρω τον Υπόγειο Σιδηρόδρομο με κατεύθυνση το Βορρά. Υπήρξαν αμέτρητες φορές που ένιωθα διχασμένη μεταξύ της οικογένειάς μου, που δεν ήθελε να φύγει, και της επιθυμίας μου να ζήσω ελεύθερη. Το 1849, αποφασίσαμε με τα αδέρφια μου Μπεν και Χένρι, να τραβήξουμε το δρόμο μας και φύγαμε για τη Φιλαδέλφεια, 90 μίλια απόσταση από εκεί που ήμασταν. Με όρους και συνθήκες μίας τολμηρής απόδρασης, ήμουν η μόνη τελικά που πάτησα το πόδι μου στη Φιλαδέλφεια. Τα αδέρφια μου γύρισαν στα μισά του δρόμου, φοβούμενοι ότι θα διωχθούν αλύπητα. Τη στιγμή που έφτασα στις Πολιτείες του Βορρά, συγκινήθηκα μέχρι δακρύων, θεωρώντας τον εαυτό μου «ελεύθερο» για πρώτη φορά. Ήταν απερίγραπτο, από τη μία απερίγραπτα όμορφο και από την άλλη τραγικά θλιβερό: Είχα αφήσει πίσω μου όλα όσα είχα γνωρίσει μέχρι εκείνη τη στιγμή, συμπεριλαμβανομένης της οικογένειάς μου που παρέμενε σε καθεστώς δουλείας.
Όταν έγινα Μωυσής
Θα μπορούσα άραγε, να εκμεταλλευτώ την νεοαποκτηθείσα ελευθερία μου στη Φιλαδέλφεια και να αφήσω εντελώς πίσω μου την παλιά μου ζωή και όλους τους οικείους μου; Ποτέ. Είχα πετύχει, γιατί όχι και εκείνοι; Ορισμένα άτομα επιβεβαιώνουν σήμερα ότι αυτό το σκεπτικό ήταν αξιοσημείωτο, όχι μόνο λόγω των κινδύνων που είχαν προκύψει αλλά και λόγω του χρώματος του δέρματός μου. Ζούσα σε μία εποχή που η κοινωνία έδινε ρόλους εντελώς διαφορετικούς για τις γυναίκες και ιδιαίτερα τις αφροαμερικανές. Ωστόσο, μετά από όλα όσα μου είχαν συμβεί, πίστευα ακράδαντα ότι, η φυγή δεν είχε παρά ένα μόνο στόχο και ότι δεν έπρεπε να αναπαυτώ στην νεοαποκτηθείσα ελευθερία μου. Ίσως να ήταν αυτό το καθήκον μου, να βοηθώ τους συνανθρώπους μου να είναι ελεύθεροι; Αυτό που μέχρι πρότινος ήταν σχεδόν αδύνατο για πολλούς ανθρώπους, ελάχιστα θαρραλέους. Έτσι, λίγο μετά τη δική μου φυγή, έγινα μέλος στον Υπόγειο Σιδηρόδρομο είτε ως βοηθός φυγής είτε ως «οδηγός», δίνοντας τη δυνατότητα σε άλλους σκλάβους να χρησιμοποιήσουν τους μυστικούς δρόμους προς το Βορρά.
Δε χρειάστηκε πολύς καιρός για να φανεί η κατάσταση αυτή επικίνδυνη για μένα. Ουσιαστικά, η ανεκτίμητη ελευθερία μου αποδείχθηκε γρήγορα εύθραυστη όταν πέρασε η Πράξη Περί Σκλάβων το 1850. Από τη στιγμή εκείνη, τα αφεντικά των σκλάβων είχαν το δικαίωμα να διεκδικήσουν την ιδιοκτησία των παλιών τους σκλάβων στο Βορρά. Συνεπώς, ένας μεγάλος αριθμός ιδιοκτητών φυτειών από τις Πολιτείες του Νότου ξεχύθηκαν σε ένα ανελέητο κυνηγητό των σκλάβων που είχαν διαφύγει στις Πολιτείες του Βορρά. Έτσι οι σκλάβοι έπρεπε να πάνε στον Καναδά που ο νόμος δεν ίσχυε εκεί. Τι και αν αυτή η ρύθμιση αποτελούσε ένα τεράστιο κίνδυνο για μένα, αποφάσισα την ίδια κιόλας στιγμή να συνεχίσω σαν οδηγός. Θα μπορούσα να τα παρατήσω και να φύγω για τον Καναδά; Πόσοι άνθρωποι βρίσκονταν σε αυτή την κατάσταση που θα μπορούσα να τους βοηθήσω να αποδράσουν; Άνθρωποι που εξαρτιόνταν από τους οδηγούς και άλλα γενναία άτομα τα οποία θα μπορούσαν να τους δώσουν την ελπίδα μιας ελεύθερης ζωής; Στη θέση μου δεν θα μπορούσα ποτέ να πουλήσω τα ιδανικά μου ή την ευθύνη μου απέναντι στους άλλους για την ασφάλεια που, πάντα πίστευα, ότι μου είχαν δοθεί μόνο για αυτόν τον σκοπό.
Κάποιοι λένε ότι στα χρόνια που οδήγησαν στον αμερικανικό εμφύλιο πόλεμο, έγινα μια από τις πιο διάσημες οδηγούς του Υπόγειου Σιδηροδρόμου. Άλλοι πάλι, μου απέδωσαν τον τίτλο «Μωυσής», ως αναφορά στο Μωυσή της Βίβλου που οδήγησε τους Ισραηλίτες μακριά από την αιγυπτιακή δουλεία. Δεν μπορώ να αποφασίσω αν τα 19 ταξίδια που πραγματοποίησα μεταξύ 1850 και 1860 δικαιώθηκαν, είμαι όμως ευγνώμων όταν ξέρω ότι κανένας από τους 300 «προστατευόμενούς» μου και κυρίως η οικογένειά μου, δεν χάθηκε στο δρόμο προς την ελευθερία.
Μετά τον Αμερικανικό Εμφύλιο
Με την έναρξη του Αμερικανικού Εμφυλίου, βρήκα άλλα μέσα να υπερασπιστώ τα ιδεώδη μου από το ρόλο της μαγείρισσας, το ρόλο της νοσοκόμας ή της κατασκόπου για λογαριασμό των Πολιτειών του Βορρά. Από το 1865, συνέχισα να παλεύω δημόσια για την κοινωνική δικαιοσύνη και τα δικαιώματα των γυναικών, στο μέτρο που μου επέτρεπαν οι σωματικές μου δυνάμεις. Για ποιο λόγο να σταματήσω; Μπορεί να είχαμε κερδίσει τον πόλεμο αλλά απέχαμε από μια πραγματική ισότητα των δικαιωμάτων για τους αφροαμερικανούς στην αμερικανική κοινωνία. Ακόμα και σήμερα, στον 21ο αιώνα, απέχουμε αρκετά. Ακόμα και μετά την εκλογή ενός αφροαμερικανού Προέδρου στο Λευκό Οίκο, του Μπαράκ Ομπάμα. Ο θάνατος του Τζορτζ Φλόιντ δεν το έδειξε αυτό με τρομακτικό τρόπο; Ας μην σταματήσουμε λοιπόν!»
Πρόταση ταινίας:
Μετάφραση από τα γαλλικά για την ελληνική Pressenza: Ανδρέας Παπαγγελόπουλος