Ομάδες ανθρωπίνων δικαιωμάτων έχουν χαρακτηρίσει την Τσβέτκοβα κρατούμενο συνείδησης
Γράφει η Τάνια Λοκότ.
Η Γιούλια Τσβέτκοβα, ακτιβίστρια ΛΟΑΤΚΙ και φεμινίστρια καλλιτέχνης που αντιμετωπίζει ποινή φυλάκισης με την κατηγορία της διανομής πορνογραφικών εικόνων στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης μέσα από τη σειρά σχεδίων με τίτλο «θετικό σώμα», ανακοίνωσε ότι θα κάνει απεργία πείνας.
Καθώς η ίδια η Τσβέτκοβα απαγορεύεται να χρησιμοποιεί το Διαδίκτυο και τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, η μητέρα της, Άννα Χοντέρεβα, ενημέρωσε τους φίλους/ες στο Facebook εκ μέρους της κόρης της την 1η Μαΐου για τις προθέσεις της. Στην ανάρτηση, η Τσβέτκοβα αναφέρει ότι το κύριο αίτημα πίσω από την απόφασή της είναι να δικαστεί γρήγορα. Η έρευνα και οι ποινικές διαδικασίες στην υπόθεση της ακτιβίστριας συνεχίζονται εδώ και περίπου δύο χρόνια.
Στη μακρά δήλωση στο Facebook, την «πρώτη δημόσια ανάρτηση εδώ και οκτώ μήνες», η Γιούλια Τσβέτκοβα εξηγεί τα κίνητρά της για την εκκίνηση απεργίας πείνας:
Λένε ότι στην απεργία πείνας καταφεύγει κανείς από απελπισία, και ναι, είναι δύσκολο να μην συμφωνήσω με αυτό. Λέγεται επίσης ότι είναι ένα μέτρο που οι άνθρωποι χρησιμοποιούν όταν αντιμετωπίζουν βαριά ποινικά αδικήματα. Αυτό δεν είναι απολύτως αλήθεια. Η απεργία πείνας είναι ένα μέσο ειρηνικής διαμαρτυρίας ενάντια στην αδικία, έχει χρησιμοποιηθεί από πολλούς καλλιτέχνες και ακτιβιστές σε όλο τον κόσμο, εντός και εκτός του φυσικού περιορισμού της ελευθερίας τους. Η απεργία πείνας είναι επίσης ένας τρόπος για να τραβήξει κανείς την προσοχή σε ένα προσωπικό ή παγκόσμιο πρόβλημα.
Αναγνωρίζοντας το γεγονός ότι η Ρωσία έχει πολλούς πολιτικούς κρατούμενους φορτωμένους με αδιανόητες ποινές για πράγματα που είπαν ή για πράγματα που σκέφτηκαν, η Τσβέτκοβα επικεντρώνεται σε ένα «ελαφρώς διαφορετικό πρόβλημα, ένα ίσως λιγότερο εύκολα αντιληπτό» – το πρόβλημα των διοικητικών ποινικών διαδικασιών και δικαστικών ακροάσεων, οι οποίες είναι μακρόχρονες στη Ρωσία και είναι συχνό το φαινόμενο οι κατηγορούμενοι/ες να περνούν μήνες ή χρόνια σε προδικαστική κράτηση ή σε κατ ‘οίκον περιορισμό.
Δύο χρόνια έρευνας. Δύο χρόνια κλεμμένης ζωής. Για αναδημοσιεύσεις. Και αυτά τα δύο χρόνια δεν μπορούν καν να αφαιρεθούν από τυχόν επίδοση ποινής, γιατί θεωρείται ότι βρίσκομαι σε ήπιο μέτρο κράτησης. Και η περίπτωσή μου δεν είναι μοναδική. Πολλοί άνθρωποι περνούν χρόνια σε προδικαστική κράτηση, υπό σύλληψη ή υπό έρευνα. Πολλοί περνούν την κόλαση ακόμη και πριν καταδικαστούν. Το σύστημα παίρνει όσο χρόνο θέλει. Δεν βιάζεται καθόλου. Δεν ενδιαφέρεται για τους ανθρώπους και τη ζωή τους. Και είναι σχεδόν αδύνατο να υπερασπιστεί κανείς τον εαυτό του από το σύστημα.
Στην ανάρτησή της, η Τσβέτκοβα υπογραμμίζει το βάρος και τον πόνο του «αόρατου βασανισμού» των λιγότερο εμφανών περιορισμών στην πολιτική ελευθερία που επιβάλλει το κρατικό δικαστικό σύστημα. Λέει ότι δεν είναι σχεδόν καθόλου σε θέση να αντέξει άλλο την απομόνωση και την αδυναμία εργασίας, λόγω της απαγόρευσης που της έχει επιβληθεί να έχει οποιαδήποτε κοινωνική επαφή.
Οι άνθρωποι που υπομένουν τα βασανιστήρια της αναμονής, του άγνωστου, της απομόνωσης δεν πρέπει να ξεχνιούνται. Δεν μπορείτε να μετρήσετε ποιος υποφέρει περισσότερο ή πιο έντονα ή πιο σωστά. Η απλή αλήθεια είναι ότι κανείς και καμία δεν πρέπει να αντιμετωπίζει διωγμούς επειδή είναι διαφορετική ή δεν είναι του χεριού τους.
Περιγράφοντας γιατί κάνει απεργία πείνας, η ακτιβίστρια γράφει ότι είναι έτοιμη να αντιμετωπίσει φυλάκιση και δεν ζητά να αθωωθεί, αλλά απαιτεί ταχεία διαδικασία, ανοιχτή δίκη και πρόσβαση σε δημόσιο υπερασπιστή για να ασκήσει τα νόμιμα δικαιώματά της.
Το αίτημά μου είναι απλό. Ζητώ από το κράτος να αναλάβει τις ευθύνες του.
Θέλουν να με καταδικάσουν; Εντάξει. Αλλά με διαδικασία δημόσιας ακρόασης.
Ζητώ η δίκη μου να είναι ανοιχτή στο κοινό, καθώς οι λόγοι του εγκλεισμού μου είναι στην καλύτερη περίπτωση αδύναμοι.
Ζητώ την ευκαιρία να υπερασπιστώ τον εαυτό μου με όλα τα νομικά μέσα και να έχω πρόσβαση σε έναν δημόσιο υπερασπιστή στη δίκη. Και ζητώ να προχωρήσει η δίκη μου χωρίς καθυστέρηση. Οι ακροάσεις να προγραμματίζονται συχνότερα από μία φορά το μήνα.
Η δήλωση της Τσβέτκοβα καταλήγουν σε μια ευάλωτη σημείωση: παραδέχεται τον φόβο της, αλλά επίσης λέει ότι δεν μπορεί να συμφιλιωθεί με τις τρέχουσες συνθήκες και δεν μπορεί να αρπάξει την ευκαιρία «να βγει από τα όρια του εαυτού της και να σκεφτεί παγκόσμια».
Αν φοβάμαι; Ναι, έτσι νομίζω. Αλλά δεν έχω πολλά να χάσω. Η υγεία μου αντιμετωπίζει προβλήματα εδώ και αρκετό καιρό. Χάρη στις ενέργειες του κράτους, δεν έχω σχεδόν καθόλου δεσμούς στη δουλειά, παρά μόνο με ελάχιστους συναδέλφους/ισες ή φίλους/ες. Μου έχει μείνει μόνο η αξιοπρέπειά μου και τώρα χαίρομαι που κάνω αυτό που μου υπαγορεύει η συνείδησή μου.
Μετάφραση από αγγλικά: Pressenza Athens.