Η Ύπατη Αρμοστεία του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες (Υ.Α.) εκφράζει τη βαθιά ανησυχία της για την απόφαση της κυβέρνησης, που ξεκίνησε να υλοποιείται από χθες, 1η Ιουνίου, να αποχωρήσουν από το σύστημα υποδοχής περίπου 9.000 αναγνωρισμένοι πρόσφυγες. Τους επόμενους μήνες, ακόμα 11.000 πρόσφυγες θα πρέπει να μεταβούν από τη βοήθεια που λαμβάνουν ως αιτούντες άσυλο στο γενικό σύστημα κοινωνικής πρόνοιας, μόλις αναγνωριστούν ως πρόσφυγες από τις ελληνικές αρχές ασύλου.
Με βάση τη νέα νομοθεσία, η οποία υιοθετήθηκε τον Μάρτιο του 2020, η περίοδος χάριτος για τους αναγνωρισμένους πρόσφυγες μειώνεται από τους έξι μήνες στις 30 ημέρες προκειμένου να μεταβούν από την παροχή οργανωμένης στέγασης και βασικής υποστήριξης στην ανεξάρτητη διαβίωση.
Είναι κατανοητός ο στόχος να διατεθούν περισσότεροι πόροι και θέσεις για τους αιτούντες άσυλο, καθώς το σύστημα υποδοχής της χώρας αντιμετωπίζει έλλειψη σε θέσεις στέγασης. Οι αναγνωρισμένοι πρόσφυγες πρέπει να αποδεσμεύσουν θέσεις στέγασης που είναι ιδιαίτερα αναγκαίες για τους αιτούντες άσυλο που περιμένουν σε συνωστισμένες δομές υποδοχής στα νησιά του Αιγαίου. Πάνω από 31.000 γυναίκες, άνδρες και παιδιά ζουν σε πέντε κέντρα υποδοχής στα νησιά με χωρητικότητα για λιγότερους από 6.000 ανθρώπους.
Ωστόσο, η Υ.Α. έχει εκφράσει επανειλημμένα την ανησυχία της για την πρόωρη παύση της παροχής βοήθειας σε πολλούς αναγνωρισμένους πρόσφυγες, προτού να έχουν αποτελεσματική πρόσβαση στην αγορά εργασίας και σε προγράμματα κοινωνικής πρόνοιας, όπως προβλέπεται από την ελληνική νομοθεσία. Επίσης, η Υ.Α. έχει απευθύνει εκκλήσεις στην Ελλάδα να αυξήσει την εθνική ικανότητα υποδοχής σε δομές, διαμερίσματα, ξενοδοχεία αλλά και μέσω της παροχής μετρητών για την εξεύρεση στέγης.
Το να αναγκάζονται οι άνθρωποι να αποχωρήσουν από τη στέγασή τους χωρίς να υπάρχει ένα δίχτυ ασφαλείας, ούτε μέτρα για να εξασφαλιστεί η αυτάρκειά τους μπορεί να οδηγήσει πολλούς στη φτώχεια και την αστεγία. Οι περισσότεροι από τους πρόσφυγες που πλήττονται άμεσα δεν έχουν ένα σταθερό εισόδημα, υπάρχουν πολλές οικογένειες με παιδιά σε σχολική ηλικία, μονογονεϊκές οικογένειες, επιζήσαντες και επιζήσασες βίας καθώς και άλλες περιπτώσεις ανθρώπων με ιδιαίτερες ανάγκες. Η συνεχιζόμενη πανδημία του COVID-19 και τα μέτρα για τη μείωση της εξάπλωσής της έχουν δημιουργήσει επιπλέον προκλήσεις, περιορίζοντας τη δυνατότητα των ανθρώπων να μετακινηθούν και να βρουν εργασία ή στέγη.
Το να μετατίθεται ένα πρόβλημα από τα νησιά στην ενδοχώρα δεν είναι λύση. H Ύπατη Αρμοστεία έχει απευθύνει έκκληση στις αρχές για την εφαρμογή μιας σταδιακής προσέγγισης και να δοθεί μεγαλύτερο περιθώριο για την παράταση της βοήθειας σε ευάλωτους ανθρώπους που δεν μπορούν να αποχωρήσουν σε αυτό το στάδιο.
Η ένταξη των προσφύγων είναι μια διαδικασία που απαιτεί ειλικρινείς προσπάθειες από τους πρόσφυγες προκειμένου να γίνουν αυτάρκεις και να συνεισφέρουν στην κοινωνία υποδοχής τους. Ταυτόχρονα, είναι κρίσιμης σημασίας η αποτελεσματική πρόσβαση στα εθνικά συστήματα και προγράμματα ένταξης που παρέχουν μαθήματα γλώσσας, επαγγελματική κατάρτιση και πρόσβαση σε επ’ αμοιβή εργασία.
Οι πρόσφυγες είναι επιλέξιμοι για πολλά εθνικά προγράμματα, όπως το Ελάχιστο Εγγυημένο Εισόδημα ή το Επίδομα Στέγασης καθώς και άλλες παροχές προς τους πλέον ευάλωτους. Στην πράξη, ωστόσο, οι πρόσφυγες αντιμετωπίζουν εμπόδια στο να αποκτήσουν πρόσβαση σε αυτή τη στήριξη. Η Ύπατη Αρμοστεία έχει προτείνει συγκεκριμένα μέτρα στις ελληνικές αρχές και συνεργάζεται με την κυβέρνηση για να προωθήσει την αποτελεσματική ένταξη των αναγνωρισμένων προσφύγων.
Μεταξύ των ανθρώπων που προβλέπεται να αποχωρήσουν από τη στέγασή τους αυτή τη στιγμή είναι 4.000 πρόσφυγες που διαμένουν στο πρόγραμμα στέγασης ESTIA, το οποίο διαχειρίζεται η Υ.Α. με τη χρηματοδότηση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. Οι κανόνες και τα κριτήρια επιλεξιμότητας του προγράμματος καθορίζονται από την ελληνική κυβέρνηση. Η Ύπατη Αρμοστεία υλοποιεί το πρόγραμμα ESTIA σε όλη την Ελλάδα σε συνεργασία με δήμους και ΜΚΟ, ενώ έχουν γίνει σημαντικές προσπάθειες από κοινού για να ενισχυθεί η ένταξη και να ενδυναμωθούν οι πρόσφυγες προκειμένου να συμμετέχουν στην κοινωνική ζωή των κοινοτήτων υποδοχής τους. Το πρόγραμμα ESTIA παρέχει ασφαλή και αξιοπρεπή στέγαση σε διαμερίσματα σε 22.700 ευάλωτους αιτούντες άσυλο και πρόσφυγες.
Η Ύπατη Αρμοστεία καλωσορίζει το πρόγραμμα ένταξης HELIOS, το οποίο χρηματοδοτείται από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή και υλοποιείται από τον Διεθνή Οργανισμό Μετανάστευσης (ΔΟΜ), σε συντονισμό με τις ελληνικές αρχές. Το πρόγραμμα HELIOS μπορεί να γεφυρώσει σημαντικά κενά αλλά χρειάζεται ευελιξία για να καλυφθεί ένας μεγάλος αριθμός προσφύγων που αποχωρούν τώρα από τις δομές στέγασής τους.
Παραμένουμε στη διάθεση των ελληνικών αρχών για να συνεχίσουμε τη στήριξή μας προκειμένου να βρεθούν λύσεις και να αντιμετωπιστεί η περίπλοκη αυτή κατάσταση, διασφαλίζοντας ότι οι αναγνωρισμένοι πρόσφυγες λαμβάνουν επαρκή στήριξη στη συνεχιζόμενη μετάβασή τους προς την αυτονόμηση.