«Να μεγαλώνεις» σκεφτόμουν πηγαίνοντας στο Μεγάλο μας Σπίτι. Επιθυμία μου να μάθω πώς λειτουργεί ένας τέτοιος χώρος. Σε τι διαφέρει από έναν βρεφονηπιακό σταθμό, ή συμβουλευτικό κέντρο;

Τα πρόσωπα που συνάντησα, το καλωσόρισμα και η ανταλλαγή μαζί τους, κάτι άνοιξε μέσα μου σε αυτό το «να μεγαλώνεις», με την έννοια του μεγαλώματος του ψυχικού χώρου, ώστε να χωρά το μεγάλωμα του παιδιού -πρώτιστα τη διαφορά του, το μεγάλωμα μιας ιδέας, το μεγάλωμα του ανοίγματος στη ζωή. Φεύγοντας, η επιταγή του «να» έχει μαλακώσει και το «μεγαλώνω» στην ενεργητική μετοχή του, «μεγαλώνοντας», αποπνέει μια αίσθηση ελευθερίας και ρευστότητας που ως τέτοια μπορεί να ακολουθεί την κλίση, το χρόνο και το ρυθμό του κάθε ένα (παιδιού και γονιού).

Η ταινία τεκμηρίωσης του Ζαν Μισέλ Καρέλ “Μεγαλώνοντας με μικρά βηματάκια”[1],γυρίστηκε το 2011 στο Πράσινο Σπίτι, στο Παρίσι με στόχο την μετάδοση της εμπειρίας του χώρου. Ο σκηνοθέτης για έναν ολόκληρο χρόνο τραβούσε με την κάμερα στο ύψος των παιδιών κι «άνοιγε» το πλάνο στα μικρά καθημερινά στιγμιότυπα με τα παιδιά και τους γονείς. Αυτή είναι και η λειτουργία των ανά τον κόσμο δομών τύπου Maison Verte (Πράσινο Σπίτι), εμπνευσμένες από το έργο της Φρανσουάζ Ντολτό.[2]

Η συνομιλία με την Έφη Κονίδα, Χριστίνα Φωτοπούλου και Διονυσία Παναγίδου, ψυχολόγοι και πρόσωπα υποδοχής στο Μεγάλο μας Σπίτι στην Αθήνα, μεταφέρει την εμπειρία και την ατμόσφαιρα του πρωτοπόρου εγχειρήματος και στην Ελλάδα αλλά κύρια μεταφέρει μια επιθυμία ανοίγματος ψυχικού και κοινωνικού.

  • Τι είναι Το Μεγάλο μας Σπίτι;

Ε.Κ. Είναι ένας χώρος υποδοχής, παιχνιδιού και κοινωνικοποίησης των πολύ μικρών παιδιών. Ο πρώτος στην Ελλάδα με αυτή τη φιλοσοφία. Έρχονται παιδιά έως 4 ετών μαζί με τους γονείς ή τα οικεία τους πρόσωπα για να παίξουν, να κοινωνικοποιηθούν, να γνωρίσουν τα παιδιά άλλα παιδιά, οι γονείς άλλους γονείς, πιθανά να υπάρξουν και κάποια ερωτήματα.

Χ.Φ. Όταν ξεκινά αυτή η διαδικασία κοινωνικοποίησης με τη συνοδεία ενός φροντιστή, δίνει στα παιδιά συναισθηματική ασφάλεια. Ο συνοδός είναι πάντα μαζί τους και μάλιστα αν βγει έστω και για λίγο εκτός χώρου θα πρέπει πάντα να ειδοποιήσει το παιδί.

Ε.Κ. Το γνωρίζει αυτό το παιδί. Κι είναι κάτι που κι εμείς επισημαίνουμε: «Εδώ, όλη την ώρα, θα είναι ο άνθρωπος που σε συνοδεύει μαζί». Συχνά μας κάνουν την ερώτηση «Γιατί από τη γέννηση και έως 4 ετών;». Είναι η ηλικία που ένα παιδί μπορεί να μην έχει τη δυνατότητα πέρα από παιδικές χαρές, να βρεθεί με κάποια άλλα παιδιά σε ένα χώρο πλαισιωμένο. Εδώ στην Ελλάδα, το παιδί πάει συνήθως παιδικό σταθμό στα τρία έτη, γι’ αυτό και λέμε, ότι είναι ένας ενδιάμεσος χώρος μεταξύ σπιτιού και σχολείου.

Χ.Φ. Μεταξύ σπιτιού κι άλλων κοινωνικών πλαισίων. Έρχονται και παιδιά κάτω του έτους, που δεν έχουν την ευκαιρία να κοινωνικοποιηθούν σε έναν άλλο χώρο. Είναι ένας χώρος και για τους γονείς που μπορούν να συζητήσουν με άλλους γονείς που έχουν παρόμοιες σκέψεις, αναζητήσεις και κάπως να βρεθούνε σε μια ομάδα.

Ε.Κ. Κι έτσι γίνεται και μια διαφοροποίηση του τι είναι Το Μεγάλο μας Σπίτι. Ποια η διαφορά του με έναν παιδότοπο, με μια παιδική χαρά, με ένα παιδικό σταθμό; Θα έλεγα ότι είναι μεγάλες οι διαφορές. Ένα παράδειγμα που μου ήρθε στο νου, είναι μια μαμά που είπε κάποια στιγμή : «Α! Τελικά εδώ είναι πολύ διαφορετικά από παιδική χαρά. Στην παιδική χαρά όταν το παιδί μου χτυπάει ένα άλλο παιδί, οι άλλες μαμάδες θυμώνουν, πρέπει να το πάρω να φύγω». Εδώ θα λέγαμε, είναι ένας χώρος του ομιλείν και του ακούειν. Το παιδί και ο γονιός μπορούν να μιλήσουν και να ακουστούν, όλα αυτά που προκύπτουν μπαίνουν σε λόγια, τα συζητάμε. Πέρα από το παιδί, οι γονείς αισθάνονται πλαισιωμένοι.

Ένας πατέρας συνοδεύει το παιδί του στα πρώτα του μικρά βήματα στον κοινωνικό χώρο τον οποίο και συμβολίζει Το Μεγάλο μας Σπίτι

  • Γιατί Σπίτι; Τι σηματοδοτεί αυτή η ονοματοδοσία;

Ε.Κ. Το συζητούσαμε καιρό το όνομα. Το Πράσινο Σπίτι στη Γαλλία, ήταν η πηγή έμπνευσης. Το όνομά του είχε βγει από τα κάγκελα που είχε ο χώρος, τα οποία ήταν μπλε, τα παιδιά όμως τα λέγανε πράσινα… και το ονόμασαν έτσι τα ίδια τα παιδιά. Σκέφτομαι ότι Το Μεγάλο μας Σπίτι, αν το δει κανείς πιο συνολικά, κάπως εμπεριέχει, κι ένα “μεγάλωμα” μέσα. Χωράει όσους έρχονται. Εδώ δεν υπάρχει περιορισμός, μπορεί να έρθουν όσοι θέλουν. Δεν υπάρχει συγκεκριμένος αριθμός παιδιών, συνοδών, και εμείς το αισθανόμαστε σαν ένα Μεγάλο Σπίτι. Επίσης υπάρχει και η οικειότητα του σπιτιού, όλη αυτή η ατμόσφαιρα που εμπνέει Το Μεγάλο μας Σπίτι.

Δ.Π. Είναι και μια αναφορά και με Το Πράσινο Σπίτι που είναι ένας πρόγονος. Το Πράσινο Σπίτι ιδρύθηκε το 1979 στο Παρίσι, από την Φρανσουάζ Ντολτό και συνεργάτες της. Οι κοινωνικοπολιτικές συνθήκες, συνέβαλαν στη δημιουργία του χώρου. Μακρινοί πρόγονοι του, υπήρξαν, στα πλαίσια των κινητοποιήσεων του Μάη του 68, διάφορες ομάδες που δημιουργούνταν μέσα στα πανεπιστήμια, όπου ψυχολόγοι, παιδαγωγοί, υποδέχονταν παιδιά και γονείς. Εκεί μπορούσαν να συνυπάρξουν, να μοιραστούν ιδέες, να παίξουν τα παιδιά. Υπήρχε λοιπόν μια τέτοια αναφορά, μια δεκαετία πίσω. Η Ντολτό με όλη την εμπειρία και την κοινοτική της δουλειά, είδε ότι χρειάζεται μια παρέμβαση μέσα στην κοινότητα, σε μια πρώιμη ηλικία, όταν ακόμα τα πράγματα διαμορφώνονται.

Ε.Κ. Όταν ακόμη δεν έχει υπάρξει και ο λόγος. Πριν δηλαδή τον έναρθρο λόγο, εκεί που τα πράγματα δεν μιλιούνται ακόμη, αλλά παίζονται, εκεί που πράττεις.

Δ.Π. Η πίστη της Φ. Ντολτό στην κοινοτική δουλειά, στην ψυχανάλυση εκτός των τειχών μέσα στην πόλη, στην κοινότητα, φάνηκε κι από άλλες πτυχές του έργου της, μέσα από τις εκπομπές της στο ραδιόφωνο και την όλη της πρακτική. Οπότε έτσι, το 1979 ιδρύθηκε το πρώτο Πράσινο Σπίτι στο Παρίσι και τώρα γιορτάζει τα 40 χρόνια.
Φαίνεται να υπάρχουν συνδέσεις. Και Το Μεγάλο μας Σπίτι στην Ελλάδα ξεκίνησε τη λειτουργία του το 2015, σε μια περίοδο οικονομικής και κοινωνικής κρίσης.

Ε.Κ. Εκεί που κανείς αισθάνεται ότι κλείνουν τα πράγματα και οι θεσμοί οι ίδιοι περνάνε κρίση, το να γίνεται ένα τέτοιο άνοιγμα και κάτι καινούργιο να γεννιέται, είναι ελπιδοφόρο. Είναι σημαντικό, ειδικά σε τέτοιες περιόδους, να πιστεύει κανείς σε κάτι όχι απλά νέο, αλλά και πρωτοπόρο για τα ελληνικά δεδομένα.

Χ.Φ. Πάει το μυαλό μου και σε μια πολυτισμικότητα. Σε περίοδο κρίσης, αυτό Το Μεγάλο Σπίτι το οποίο μπορεί να περικλείει διαφορετικές ομάδες, λειτουργεί ανακουφιστικά. Το να μπορούν να έρθουν και να ενταχθούν σε ένα θεσμό ανοικτό, με μια ασφάλεια για τα παιδιά. Χ.Φ. χρειάστηκε να αποχωρήσει από τη συνέντευξη λόγω αναγκαιότητας της βάρδιας).

Ε.Κ. Έρχονταν μπαμπάδες οι οποίοι μιλούσαν για αυτό που τους συνέβη, για το ότι είχαν χάσει τη δουλειά τους ή ότι δούλευαν part-time και το πόσο σημαντικό ήταν γι’ αυτούς το να μπορούν να έρθουν με το παιδί τους εδώ, στο Μεγάλο Σπίτι.

Δ.Π. Κι ο αρχικός πυρήνας της ομάδας δημιουργήθηκε από επαγγελματίες που εργάζονταν σε δομή ψυχικής υγείας που έκλεισε. Η επιθυμία να διατηρηθεί ο δεσμός μεταξύ τους αλλά ενδεχομένως να υπάρξει και κάτι δημιουργικό μέσα σε μια περίοδο καταστροφικότητας, όπου η δημιουργία, οι συνδέσεις, το όραμα, βάλλονταν από παντού, ήταν και μια κινητήριος δύναμη για να δημιουργηθεί. Οι συνθήκες οι καταστροφικές, συχνά, μπορεί να αναδείξουν και κάτι προς τη ζωή. Επίσης, στην κοινωνική στιγμή στην οποία ζούμε, η οριζόντια οργάνωση του χώρου, η συλλογικότητα είναι σημαντική για εμάς.

Ε.Κ. Το Μεγάλο μας σπίτι ξεκίνησε να λειτουργεί το 2015 [3] , ωστόσο εμείς σαν ομάδα, είχαμε αρχίσει να δουλεύουμε πάνω σε αυτό το κοινό όραμα ήδη από το 2013. Αρχικά συναντιόμασταν στα γραφεία μας, μετά στα σπίτια μας, που κι αυτό έχει τους συμβολισμούς του, μέχρι τελικά, μετά από πολύ προσπάθεια και κόπο, να βρεθεί ο Δήμος της Αθήνας για να στεγάσει αυτό το εγχείρημα.

Τα πρόσωπα υποδοχής: Διονυσία Παναγίδου, Έφη Κονίδα, Χριστίνα Φωτοπούλου

  • «Να είναι πραγματικά, κυριολεκτικά, σχολεία, δηλαδή μαθητεία διαφορετικότητας»[4]. Πως μπορεί να βοηθηθεί μια τέτοια μαθητεία, σε ένα τέτοιο χώρο με τόσο μικρά παιδιά και τους γονείς τους;

Ε.Κ. Μία από τις βασικές αρχές του Μεγάλου μας Σπιτιού είναι όταν ένα παιδί περνάει το κατώφλι, να ρωτάμε ποιο είναι το όνομά του. Ακόμη κι όταν δεν έχει βαπτιστεί, και είναι για τους γονείς ο «μπέμπης», «το αστεράκι», θα ρωτήσουμε πώς σκέφτονται να το ονομάσουν. Αυτό προάγει την υποκειμενικότητα και τη διαφορετικότητα. Προσπαθούμε με ένα τρόπο να εστιάσουμε στη διαφορετικότητα του κάθε παιδιού, κι εδώ σεβόμαστε τη διαφορετικότητα και του παιδιού και του γονέα.

Δ.Π. Η διαφορετικότητα έχει να κάνει και με τη διαφοροποίηση. Η υποκειμενοποίηση είναι μια εφ’ όρου ζωής πορεία. Στο ξεκίνημα το βρέφος είναι μη διαφοροποιημένο, είναι θα λέγαμε ένα με τη μητέρα. Το πως σιγά σιγά το εγώ κτίζεται μέσα από το μη εγώ, το ότι πρέπει να περάσει από αυτή την κατάσταση πρώτα, αν μη τι άλλο, μας παραπέμπει σε μια θεμελιώδη αναγνώριση της διαφορετικότητας. Η διαφοροποίηση από το πρόσωπο φροντίδας και στη συνέχεια η αυτονόμηση του παιδιού έχει να κάνει με αυτή την απλή (για εμάς) και συνάμα τόσο σύνθετη συνειδητοποίηση: άλλο εσύ, άλλο εγώ.

Ε.Κ. Εδώ ένα παιδί, παρουσία του γονέα του, καταφέρνει να τον αποχωριστεί. Παιδιά έρχονται μη διαχωρίζοντας τον εαυτό τους από το γονιό τους και βλέπουμε τα βήματα που κάνουν σταδιακά. Βλέπουμε τα μικρά βήματα που κάνει το παιδί, ενώ ο γονιός είναι στον καναπέ και το παιδί στην άλλη άκρη του χώρου παίζοντας με τα παιχνίδια του ή/και με τα άλλα παιδιά. Είναι κι αυτό μία ψυχική διαδικασία. Για να μπορούμε να μιλήσουμε για διαφορετικότητα, είναι ανάγκη να έχουμε στο νου μας και τη διαφορά των παιδιών μεταξύ τους. Οι γονείς απευθύνουν σε άλλους γονείς ή σε μας ερωτήματα, όπως «γιατί το παιδί αυτό μιλάει κι εμένα που έχει την ίδια ηλικία δεν μιλάει;». Έχει σημασία να αναγνωρίσουμε και να σεβαστούμε το ρυθμό του κάθε παιδιού, τη διαφορά του, όσον αφορά στις ψυχικές διεργασίες.

Δ.Π. Και η ομάδα μας βέβαια. Για σκεφτείτε πόσα διαφορετικά φωνές, εμπειρίες , παρελθόντα φέρει ο καθένας. Είμαστε 18 άτομα και χρειάζεται να πάρουμε ζωτικές αποφάσεις που αφορούν τη λειτουργία, ο καθένας με τον τρόπο του. Άλλωστε, η κάθε βάρδια έχει διαφορετική ατμόσφαιρα. Έχει κάτι πολύ διαφορετικό η κάθε μέρα με την άλλη, γιατί είναι κάτι που αναδημιουργείται. Αναδημιουργείται καθημερινά από τα παιδιά, τους συνοδούς και τα πρόσωπα υποδοχής.

Ε.Κ. Στην Ελλάδα, έχουμε συνηθίσει σε ένα εκ των υστέρων, από την πλευρά της θεραπείας, κι όχι σε ένα εκ των προτέρων, από την πλευρά της πρόληψης. Αυτό είναι που διαφοροποιεί και Το Μεγάλο μας Σπίτι από άλλα πλαίσια. Ότι δεν είναι συμβουλευτικός σταθμός, δεν είναι χώρος θεραπείας, όλα αυτά που συμβαίνουν εδώ γίνονται στη στιγμή, αφουγκραζόμαστε αυτό που συμβαίνει στο εδώ και τώρα, το οποίο τελικά μέσα από το λόγο, μιλώντας με τα παιδιά με τους γονείς ή παίζοντας, μπορεί εν δυνάμει να είναι κάτι πολύ θεραπευτικό.

“Το Μεγάλο μας Σπίτι, αν το δει κανείς πιο συνολικά, κάπως εμπεριέχει, κι ένα “μεγάλωμα” μέσα. Χωράει όσους έρχονται”.

  • Ομιλία, Υποδοχή, Ακρόαση, Φιλοξενία, είναι οι λέξεις που αντηχούν τη φιλοσοφία και τη λειτουργία του Μεγάλου Σπιτιού;

Ε. Κ. Υποδεχόμαστε εδώ, το λόγο του άλλου.

Δ.Π. Φιλοξενούμε αυτό που κανείς μπορεί να φέρει, είτε με τη συμπεριφορά του είτε με το λόγο του, προσπαθούμε να το νοηματοδοτούμε. Κι αυτό ο καθένας, κάτι θα το κάνει, ενδεχομένως, μπορεί και όχι. Κάπου θα το αφήσει στην άκρη, κάπου θα το “ξαναπιάσει”. Μπορεί μετά από καιρό να γίνει μια σύνδεση. Υποδεχόμαστε τον κάθε ένα ξεχωριστά, χωρίς απαιτήσεις, ώστε να μπορέσει εδώ γονιός και παιδί να είναι και όχι να κάνει. Δεν είναι σπίτι, έχει όμως μια ζεστασιά που μπορεί να παραπέμπει σε κάτι από το σπίτι. Μια ζεστασιά με μια ελαφρότητα, με την έννοια που έδινε η Ντολτό. Μια τέτοια ελαφρότητα που επιτρέπει και σε μας να εκφραστούμε με έναν άλλο τρόπο και στα παιδιά αλλά και τους γονείς. Χωρίς προϋποθέσεις ή απαιτήσεις.

Ε.Κ. Όλοι είμαστε εργαζόμενοι στο χώρο της ψυχικής υγείας, αλλά το ότι εδώ δεν είμαστε με την ιδιότητά μας αλλά ως πρόσωπα υποδοχής, έχει κι αυτό τη σημασία του και εμπίπτει σε όλο αυτό το κλίμα που περιγράφουμε. Εδώ δεν είμαστε ως ψυχολόγοι, ψυχοθεραπευτές, ψυχαναλυτές, είμαστε εδώ να υποδεχτούμε τον άλλον.

  • Πώς το φαντάζεστε στο μέλλον Το Μεγάλο μας Σπίτι;

Ε.Κ. Όπως έλεγε η Ντολτό για το Πράσινο Σπίτι, δεν μπορεί να υπάρξουν πολλά Πράσινα Σπίτια, αλλά μπορεί να εμπνευστεί κανείς από τη φιλοσοφία του ώστε να γίνουν κι άλλοι αντίστοιχοι χώροι. Μακάρι και στην Ελλάδα να προκύψουν ανάλογοι χώροι υποδοχής. Όσοι άνθρωποι το σκέφτονται, να μπορέσουν να προχωρήσουν προς αυτή την κατεύθυνση.

Δ.Π. Σκέφτομαι Το Πράσινο Σπίτι και πως μετά από 40 χρόνια παραμένει επίκαιρο. Μακάρι και εμείς μετά από καιρό να εξακολουθούμε να μιλάμε για τη λειτουργία αυτού του χώρου και άλλων παρόμοιων και να ονειρευόμαστε παρέα.

Το κατώφλι του Μεγάλου μας Σπιτιού

  • Πώς λειτουργεί Το Μεγάλο μας Σπίτι εν καιρώ πανδημίας;

Δ.Π. Το Μεγάλο μας Σπίτι εν καιρώ πανδημίας παραμένει κλειστό. Μέχρι να επαναλειτουργήσει ο χώρος, υποδεχόμαστε τηλεφωνικά ή διαδικτυακά (μέσω μέηλ ή facebook) όσα θα ήθελαν οι γονείς να μοιραστούν μαζί μας. Τρεις μέρες την εβδομάδα και για δύο ώρες, ένα πρόσωπο υποδοχής είναι διαθέσιμο. Για περισσότερες πληροφορίες, μπορείτε να ενημερωθείτε από τον ιστότοπο ή τη σελίδα Facebook (Το Μεγάλο μας Σπίτι).


[1] Η ταινία τεκμηρίωσης του Ζαν Μισέλ Καρέλ “Μεγαλώνοντας με μικρά βηματάκια”

[2] Η Φρανσουάζ Ντολτό (1908-1988) ήταν Γαλλίδα παιδίατρος και ψυχαναλύτρια. Από τις σημαντικότερες μορφές της γαλλικής ψυχανάλυσης με ιδιαίτερη συνεισφορά στον τομέα της παιδικής ψυχανάλυσης

[3] Ιδρύθηκε το 2015 από μια ομάδα επαγγελματιών στον τομέα της ψυχικής υγείας , οι οποίοι εμπνεύστηκαν από τις ανά τον κόσμο δομές τύπου Maison Verte (Πράσινο Σπίτι). Άνοιξε τις πόρτες του το Δεκέμβρη του 2015, επί Δημαρχίας κ.Καμίνη και με την στήριξη ως προς την υλοποίηση της ιδέας, από την τότε Αντιδήμαρχο για το Παιδί (ψυχολόγου στο επάγγελμα) κ. Μαρία Ηλιοπούλου. Ο Δήμος παραχώρησε το οίκημα για τη στέγασή του, στο Πάρκο για το Παιδί και τον Πολιτισμό. Μέχρι σήμερα ο Δήμος παραχωρεί το χώρο και καλύπτει μέρος των λειτουργικών εξόδων. Τα πρόσωπα που το στελεχώνουν δουλεύουν με τη θέλησή τους αμισθί, αφού δεν αμείβονται, όχι γιατί δεν το επιθυμούν, αλλά γιατί μέχρι σήμερα δεν έχει βρεθεί χρηματοδότηση.

[4]Λέχθηκε από την Ελισάβετ Κούκη, κλινική ψυχολόγος-ψυχαναλύτρια, στην έναρξη εργασιών της διημερίδας του Σωματείου «Το Μεγάλο μας Σπίτι», στο Γαλλικό Ινστιτούτο της Αθήνας, στις 4-5 Μαΐου 1918. Τα πρακτικά κυκλοφορούν από τις εκδόσεις Κουκίδα.