Γράφει η Χρυσούλα Μπότση*
Η Παγκόσμια Οργάνωση Υγείας (ΠΟΥ) στις 12 Ιανουαρίου δήλωνε ότι η Κίνα είχε ήδη μοιραστεί με τη διεθνή κοινότητα το γονιδίωμα ενός νέου Κορονοϊού. Μια μέρα αργότερα η ΠΟΥ τύπωσε μια αναφορά Γερμανών ερευνητών για την εργαστηριακή διάγνωση του ιού του Wuhan. Ταυτόχρονα η Κίνα ανέπτυξε επίσης ένα διαγνωστικό τεστ για το νέο κορονοϊό 2019-nCoV.
Το 2003, το περιοδικό Science δημοσίευσε άρθρο με τίτλο: “China’s Missed Chance” – η χαμένη ευκαιρία της Κίνας – υποστηρίζοντας ότι η Κίνα είχε χάσει τότε την ευκαιρία να επιδείξει μια επιστημονική αξιοσύνη, καθώς δεν έλαβε εγκαίρως μέτρα ελέγχου για το SARS. Το ερώτημα έχει τεθεί ξανά: θα μπορέσει η Κίνα να αποκριθεί αποτελεσματικά στην πρόκληση του νέου κορονοϊού; Η ταχύτητα που ανταποκρίθηκε αυτή τη φορά ήταν σαφώς μεγαλύτερη εκείνης του SARS. Kαι στις δύο περιπτώσεις, απέτυχε να είναι η πρώτη στον τομέα έρευνας και ανάπτυξης (R&D).
Ο πρώτος ασθενής εμφανίσθηκε στις 08/12/2019. Ωστόσο μέχρι τις 11/01/2020 η διάγνωση ήταν «διάμεση πνευμονία αγνώστου αιτιολογίας». Δεν είχε γίνει άραγε για ένα μήνα, διερεύνηση του αιτιολογικού παράγοντα της πνευμονίας; Η Κίνα προφανώς είχε ξεκινήσει τη διερεύνηση και η ανακοίνωση έγινε όταν ο ιός εντοπίσθηκε. Η συλλογή δειγμάτων και η έρευνα είναι χρονοβόρες διαδικασίες αλλά η ταχύτητα έχει σημασία για τον έλεγχο των επιδημιών. Πίσω από τη μάχη ενάντια στις επιδημίες είναι η ανάπτυξη και ο ανταγωνισμός στην τεχνολογία.
Γιατί, ωστόσο, η Ασία είναι τόσο συχνά τόπος εμφάνισης δυνητικά επιδημικών νοσημάτων; Είναι περιοχή με πολύ μεγάλο πληθυσμό ανθρώπων που συνωστίζονται σε πυκνοκατοικημένες πόλεις, όπου απαντώνται και καταναλώνονται επίσης μορφές άγριας ζωής, όπως αυτές που ενοχοποιήθηκαν τώρα (νυχτερίδες, φίδια κλπ). Όλοι ταξιδεύουν πλέον και μεταναστεύουν. Οι περιβαλλοντικές αλλαγές έχουν συμβάλει στη διάδοση μεταδοτικών ακόμη και τροπικών νοσημάτων. Η κακή πληροφόρηση και το αντιεμβολιαστικό κίνημα στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης έχουν επιφέρει δυσπιστία προς τον επιστημονικό κόσμο και τα συστήματα επιτήρησης. Η μεγάλη ηλικία και τα μεταβολικά νοσήματα, όπως ο Σ. Διαβήτης, καταβάλλουν το ανοσοποιητικό σύστημα και η Ασία έχει περίπου το 60% των διαβητικών παγκοσμίως.
O κορονοϊός είναι σίγουρα ακόμη το μεγάλο θέμα των ειδήσεων με επιβεβαιωμένα κρούσματα σε περισσότερες απο 15 χώρες. Περισσσότερο ίσως από τον αριθμό και την κατάσταση υγείας των ανθρώπων που έχουν προσβληθεί (2.116 άτομα), το ενδιαφέρον εστιάζεται στον αριθμό των χωρών που εντοπίζονται. Ίσως γιατί έμμεσα, υποδηλώνεται ότι όλοι όσοι κατοικούν εκεί, κινδυνεύουν.
Όπως ο ιός συνεχίζει να επεκτείνεται, καθώς η μετάδοση από άνθρωπο σε άνθρωπο έχει επιβεβαιωθεί, μια περιοχή με πάνω από 40 εκατομμύρια ανθρώπους τέθηκε σε καραντίνα. Στην εποχή της σεληνιακής νέας χρονιάς στη μεγαλύτερη μετακίνηση πληθυσμών, τη γιορτή της άνοιξης, σχεδόν όλα εχουν ακυρωθεί: μετακινήσεις, γιορτές, συγκεντρώσεις πλην του νέου νοσοκομείου που ανεγείρεται και που θα ‘ναι έτοιμο εως τις 02/02/2020. Στην περιοχή οι μάσκες έχουν εξαντληθεί, τα τρόφιμα λιγοστεύουν, το ιατρονοσηλευτικό προσωπικό καταρρέει. Εκεί έχουν ακόμη παγιδευτεί διπλωματικές αντιπροσωπείες, τουρίστες, φοιτητές. Η ορολογία μπορεί επίσης να μεταβληθεί καθώς τα δεδομένα αθροίζονται: η συρροή κρουσμάτων μπορεί να γίνει επιδημία, μετά πανδημία και ίσως η ΠΟΥ λίγες μέρες μετά να κηρύξει το νόσημα επείγον συμβάν δημόσιας υγείας διεθνούς ενδιαφέροντος, κάτι που δεν έκανε, λόγω και των ήπιων πρακτικά χαρακτηριστικών του νοσήματος, σε δυο συναντήσεις της πρόσφατα.
Οργανωτικά, για το συντονισμό επιτυχούς απόκρισης στις επιδημίες, οι επιστήμονες πρέπει να εχουν δυνατότητα λήψης αποφάσεων. Οι κυβερνήσεις οφείλουν να εξασφαλίζουν όλα τα απαραίτητα μέσα και συνθήκες που συνήθως περιγράφονται στα ανακοινούμενα μέτρα και συστάσεις. Και αυτό είναι μια πολιτική πράξη. Αλλιώς οι συστάσεις είναι κενές νοήματος. Τα συστήματα επιτήρησης οφείλουν να είναι ισχυρά, οπως τα περιγράφει η βιβιλογραφία, σε αλληλεπίδραση με εκείνα των άλλων χωρών και σε στενή σχέση με το αντίστοιχο δίκτυο της ΠΟΥ. Όλα αυτά χρειάζονται χρήματα, διαφάνεια, ελεύθερο επιστημονικό λόγο. Η υγεία είναι σαφώς πολιτική επιλογή. Οι συρροές νοσημάτων εκπροσωπούν την ευκαιρία των κυβερνήσεων να αποδείξουν την ικανότητά τους και να κερδίσουν εμπιστοσύνη.
Σύμφωνα με τα έως τώρα δεδομένα, η θνησιμότητα είναι κάτω του 3%, με εκείνη του Ebola να αγγίζει το 90%, ενώ το 1918 αυτή της Ισπανικής γρίπης έφτασε το 10-20%. Ακόμη και αν 6 μήνες μετά έχουν προσβληθεί περίπου 10.000 άνθρωποι, θα ‘χουν πιθανά πεθάνει περίπου 300. Το 2003 η Ασία ξεπέρασε την επιδημία του SARS με μερικές εκατοντάδες θανάτους. Το 2009 η πανδημία της γρίπης από Η1Ν1 είχε περίπου 19.000 εργαστηριακά επιβεβαιωμένους θανάτους. Χωρίς να υποτιμάται η σημασία αυτών των θανάτων, το υπερβολικό ενδιαφέρον των ΜΜΕ, μαζί με την τάση να θεωρείται ο ιός μυστηριώδης, μπορεί να προκαληθεί πανικός. Με τόσο ενδιαφέρον για τις συρροές νοσημάτων, τόση μαζική προσοχή στον κορονοϊό, μπορεί τελικά να μετακινηθούν κεφάλαια από άλλα νοσήματα, όπως η φυματίωση, που μόνη της σκότωσε το 2018 1.500.000 ανθρώπους ενώ ειναι θεραπεύσιμη.
Αυτό που τα ΜΜΕ αποφεύγουν να συζητήσουν είναι ότι η Inovio Pharmaceuticals πήρε ηδη 9 εκατομμύρια $ για την αντιμετώπιση της συρροής του Wuhan. Μια δεύτερη φαρμακευτική η Co-Diagnostic Inc, πήρε αντίστοιχη επιχορήγηση για την ανάπτυξη τεστ ελέγχου του κορονοϊού. Οι χρηματοδοτήσεις δόθηκαν απο την ΜΚΟ Coalition for Epidemic Preparedness Innovations (CEPI). Και είναι μονο η αρχή.
————
*Η Χρυσούλα Μπότση είναι ιατρός πνευμονολόγος – φυματιολόγος, στη Μονάδα Λοιμώξεων Ν.Α.Συγγρός.