Αναδημοσίευση από το Ελληνικό Φόρουμ Προσφύγων.
Ο Αντιπρόεδρος του Ελληνικού Φόρουμ Προσφύγων και Πρόεδρος της κοινότητας του Κονγκό στην Ελλάδα κ. Ζαν Ντιντέ Τοτό Τομ – Ατα προσκλήθηκε από το TEDx του Πανεπιστημίου Πειραιά προκειμένου να μοιραστεί την ιστορία της ζωής του στην Ελλάδα από το 2012 μέχρι και σήμερα. Δείτε τι είπε για τον ίδιο, τη ζωή, την κοινωνία και το δικό του όραμα.
«Η ιστορία μου στην Ελλάδα ξεκίνησε το 2012. Ένα έτος στο οποίο συνέβησαν πολλά σε κοινωνικό επίπεδο. Με την οικονομική κρίση και την ανάπτυξη του μεταναστευτικού θέματος. Κάποια άτομα που γνώρισα μου είπαν ξεκάθαρα ότι δεν είχα καμία ελπίδα εδώ. Κι ότι έπρεπε να φύγω. Δεν είχανε κι άδικο. Κοιτάζοντας το πόσο δύσκολο ήταν να ενσωματωθούν οι μετανάστες στη χώρα. Χωρίς τη δυνατότητα να δει κάποιος στο μέλλον. Ποιος μπορεί να βεβαιωθεί ότι η ντομάτα θα φτάσει στην ωρίμανσή της; Ότι από πράσινη θα γίνει κόκκινη; Ποιος μπορεί να το πει με σιγουριά; Ξέρουμε, όμως, όλοι ότι με ήλιο και νερό αυτός ο άνθρωπος έχει πιθανότητες να μεγαλώσει.
Η πιθανότητα να μείνω στην Ελλάδα και να σπουδάσω ήταν μικρή. Κι ο κύριος λόγος ήταν η ενσωμάτωση. Δεν ήξερα τη σωστή κατεύθυνση για να πετύχω το στόχο μου. Το σωστό ήταν να βελτιώσω το επίπεδο μου στα αγγλικά, αφού για να καταλάβεις τα αγγλικά μου, τότε, έπρεπε να ξέρεις και γαλλικά. Έπρεπε να βρω ένα κοινό σημείο μεταξύ αυτού που είμαι καλός, αυτού που μου αρέσει και το πιο σημαντικό, αυτού που χρειάζεται η κοινωνία. Έτσι ξεκίνησα να παρακολουθώ μαθήματα σε κάποιες διαδικτυακές πλατφόρμες. Συνήθιζα να πηγαίνω σε ένα Internet cafe στη γειτονιά μου για να παρακολουθήσω διαλέξεις και να κάνω τις εργασίες μου. Όπως καταλαβαίνετε όλα αυτά γίνονταν σε πολύ περιορισμένο χρόνο. Πήγαινα στο Internet cafe κι ήμουν ο περίεργος. Ο μαύρος με τη μαύρη φωνή του γεμάτη με κώδικα. Γενικά η επαφή με τους Έλληνες ήταν δύσκολη. Ο καθένας είχε μία εντύπωση για τον άλλο. Είτε καλή, είτε κακή. Αλλά συνήθως ήταν κακή. Είχα, όμως, φίλους Έλληνες που μου έδειξαν την εικόνα μίας άλλης χώρας. Ένιωθα ότι είχα μία θέση εδώ, ότι είχα μία οικογένεια.
Σε ένα σημείο ήταν αδύνατο να προχωρήσω με τα μαθήματά μου. Έπρεπε να έχω έναν υπολογιστή, έναν δικό μου υπολογιστή. Επισκεύαζα υπολογιστές και κινητά για να μπορέσω να ζήσω. Για πολύ καιρό κοίταζα την τσέπη μου κι η τσέπη μου με κοίταζε. Δεν είχα αρκετά λεφτά για να αγοράσω έναν υπολογιστή. Από τη μία πλευρά αυτό ήταν ένα εμπόδιο, από την άλλη, ήταν μία ευκαιρία. Να βελτιώσω τις τεχνικές μου ικανότητες. Τελικά κατάφερα να φτιάξω έναν υπολογιστή από υλικά που βρήκα στα σκουπίδια. Ήθελα να δουλέψω, ήθελα να μαζέψω τα λεφτά και να πάω για σπουδές κάπου αλλού.
Όλες οι προσπάθειές μου ήταν αποτυχημένες. Και σε ένα σημείο άρχιζα να χάνω την ελπίδα. Σκέφτηκα πως ίσως δε θα έπρεπε να φύγω ποτέ από τη χώρα μου. Μετά θυμήθηκα τους λόγους για τους οποίους έφυγα. Η ιδέα να δουλέψω σε μία εταιρεία που φτιάχνει υπολογιστές, μου φαινόταν πολύ μικρή. Ήθελα κάτι πιο μεγάλο. Ήθελα να φτιάξω τη δική μου εταιρεία. Και το περιβάλλον που ήμουν δε μπόρεσε να με βοηθήσει για να πετύχω αυτόν τον σκοπό. Ούτε κι υπήρχαν κατάλληλες δομές για να σπουδάσω αυτό που ήθελα. Ούτε κι ήμουν ασφαλής, αφού είχα κι άλλα προσωπικά προβλήματα. Ήμουν απογοητευμένος γιατί η δικιά μου χώρα δε μπορούσε να δημιουργήσει ευκαιρίες για ένα άτομο σαν κι εμένα. Έτσι έφυγα…
Είχα όλα αυτά στο μυαλό μου. Για να πετύχεις σπουδαία πράγματα στη ζωή δεν αρκεί μόνο να έχεις τις τεχνικές γνώσεις. Πρέπει κι ο χαρακτήρας να βελτιωθεί. Πρέπει να βελτιώσεις την προσωπικότητά σου. Ευτυχώς κατάφερα να τελειώσω τα μαθήματα μου διαδικτυακά και σε μεγάλα πανεπιστήμια της Αμερικής (σ.σ. Berkeley, University of California). Έκανα ανάλυση της κατάστασής μου και κατάλαβα ότι ήμουν στο κατώτερο επίπεδο της ελληνικής κοινωνίας. Ήταν, όμως, το κατάλληλο περιβάλλον για να κάνω προσπάθειες. Ήμουν πολύ μακριά από τα χρήματα των γονιών, οπότε η προσπάθεια ήταν η μοναδική μου επιλογή. Στην Αφρική λέμε αυτός που κρυώνει, αυτός είναι που πρέπει να πάει προς τη φωτιά. Ήξερα ότι θα είναι δύσκολο, αλλά ήταν ευκαιρία για εμένα. Για να αναπτύξω κάποιες βασικές ιδιότητες και στο μέλλον να αναλάβω περισσότερες ευθύνες. Έτσι, αποφάσισα να ξεκινήσω τα μαθήματα ελληνικών τον Οκτώβριο του 2013. Και τον Οκτώβριο του 2014 κατάφερα να μπω στο Πανεπιστήμιο Πειραιά και στο τμήμα ψηφιακών συστημάτων. Μαθηματικά, προγραμματισμός, δίκτυα και τηλεπικοινωνίες, ανάλυση συστημάτων. Το κατάλληλο πακέτο για να έχω το προφίλ που ονειρευόμουν. Ήμουν πολύ χαρούμενος. Πολύ χαρούμενος.
Την πρώτη μέρα έφυγα με πονοκέφαλο. Δε μπορούσα να καταλάβω τίποτα. Είχα την εντύπωση ότι η γλώσσα που έχω μάθει, δεν ήταν η γλώσσα που μιλούσαν τα παιδιά εκεί. Όμως μπορούσα να καταλάβω κάτι: το διάλειμμα. Κάπως έτσι πέρασε η πρώτη μου εβδομάδα. Μια μέρα στο διάλειμμα, στην αγαπημένη μου ώρα, με φώναξε ένας καθηγητής και μου είπε: παιδί μου, άμα δυσκολεύεσαι, έλα στο γραφείο και θα σου εξηγήσω. Δεν ήταν μόνο λόγια. Ήταν ειλικρινής. Κατάλαβα ότι είχα κάνει ένα λάθος. Δεν ήμουν ανοιχτός. Έπρεπε να αφήσω αυτούς που πραγματικά ήθελαν να με βοηθήσουν, να έχουν τη δυνατότητα να το κάνουν.
Ήξερα ότι κάποια μαθήματα έπρεπε να τα αφήσω πίσω για 1 – 2 χρόνια μέχρι να ανέβει το επίπεδο μου στα ελληνικά. Εγώ έπρεπε να είμαι στην τάξη κάθε μέρα για δύο κύριους λόγους: Πρώτον, ήμουν ο μοναδικός μαύρος στην τάξη κι αν έλειπα, όλοι το ήξεραν. Δεύτερον, έπρεπε να συνηθίσει το αυτί μου και να ακούω τη γλώσσα. Έπρεπε να μάθω δύσκολες λέξεις. Δειγματοληψία, διάστημα εμπιστοσύνης, ακτίνα ακτινοβολίας…
Στα τέσσερα χρόνια ήμουν ο μοναδικός από την τάξη που τελείωσε το τμήμα ψηφιακών συστημάτων. Πριν πάω στο πανεπιστήμιο ήμουν σαν ένα άτομο που επιθυμεί να πάει στο ποτάμι για να πάρει νερό. Στο ποτάμι το νερό υπάρχει, υπάρχει για όλους. Η ποσότητα νερού που θα πάρω εγώ εξαρτάται από το μέγεθος του κουβά που έχω μαζί μου. Άμα επιλέγω ένα μικρό κουβά έτσι ώστε να τον κουβαλήσω εύκολα, το νερό που θα φέρω πίσω δε θα είναι ούτε αρκετό για εμένα, ούτε για τους άλλους. Έτσι, μειώνω στην ποιότητα και στην ποσότητα σε αυτό που μπορώ να δώσω στην κοινωνία. Αν πηγαίνω, όμως, με ένα μεγάλο δοχείο, αυτό που θα φέρω θα είναι αρκετό για εμένα, αλλά και για τους άλλους. Υπάρχει μία λέξη που αγαπώ πάρα πολύ. Είναι ubuntu. Είναι ένα λειτουργικό σύστημα, ναι, αλλά πρώτα απ’ όλα, είναι μία λέξη που στη Νότια Αφρική σημαίνει είμαι αφού είμαστε. Για να ζήσω εγώ, πρέπει να ζήσουν οι άλλοι. Για να ζήσουν οι άλλοι, πρέπει να ζήσω εγώ. Από τη μία πλευρά αυτό σημαίνει ότι πρέπει να είμαι ευγνώμων απέναντι στους άλλους, αφού εγώ επωφελήθηκα από τις υπηρεσίες τους. Σπουδάζω χωρίς δίδακτρα κι ενώ κάποιοι άνθρωποι πληρώνουν τους φόρους τους. Σήμερα σας μιλάω εδώ και κάποιοι άνθρωποι έχουν αφιερώσει το χρόνο, την ενέργεια, τις γνώσεις τους έτσι ώστε αυτό το γεγονός να πραγματοποιηθεί. Ubuntu σημαίνει ότι εσείς ως ένα στοιχείο της κοινωνίας, έχετε υποχρεώσεις απέναντι σε αυτήν. Οικονομικές, εάν πρέπει να καταβάλετε κάποιους φόρους. Πολιτικές, εάν έχουμε εκλογές. Εκεί θα πρέπει να πάτε να ψηφίσετε. Η επιτυχία ενός ατόμου, είναι επιτυχία μίας ολόκληρης κοινωνίας, αφού είμαστε όλοι συνδεδεμένοι.
Ολοκληρώνοντας τον κύκλο του προπτυχιακού μου, ήθελα να φύγω. Όμως, ξαφνικά έλαβα μία πρόταση από το Πανεπιστήμιο Πειραιά για να δουλέψω σε ένα ερευνητικό έργο πάνω στα «Big Data». Κι εγώ αναρωτιόμουν γιατί κάθε φορά που ετοιμάζομαι να φύγω, κάτι συμβαίνει. Τότε κατάλαβα, πως δεν είναι η ώρα μου ακόμα. Τότε κατάλαβα πως η επιλογή μου, πίσω στο 2012, να έρθω εδώ στην Ελλάδα και να ξεκινήσω από το μηδέν, παρ’ όλο που θα μπορούσα να πάω στη Γαλλία, εκεί που τα είχα όλα έτοιμα, ήταν η καλύτερη.
Έμαθα κάποιες βασικές αξίες που μου είναι πολύτιμες μέχρι σήμερα. Σήμερα συνεχίζω να δουλεύω σε αυτό το έργο. Και σήμερα είμαι πιο ενεργός από ποτέ. Έγινα Πρόεδρος της Κονγκολέζικης κοινότητας στην Ελλάδα. Πρόσφατα κι Αντιπρόεδρος στο Ελληνικό Φόρουμ Προσφύγων. Έφυγα από τη χώρα μου, απογοητευμένος γιατί εκείνη δε μπορούσε να δημιουργήσει ευκαιρίες για εμένα. Σήμερα, πρέπει να οργανώσω δραστηριότητες για τα μέλη της δικής μου κοινότητας, για να έχουν κι εκείνοι μία ευκαιρία. Είμαι ευγνώμων που είμαι Πρόεδρος της κοινότητάς μου. Είναι ευκαιρία για εμένα.
Δεν τα έχω καταφέρει μόνος μου. Ήμουν ο καπετάνιος του δικού μου πλοίου, όμως, ένα πλοίο δε δουλεύει μόνο με τον καπετάνιο του. Έχω το Θεό που με προστατεύει, τους γονείς μου που με μεγάλωσαν με πολλή αγάπη και με σκληραγώγησαν, γι’ αυτό έμαθα την πειθαρχία στη ζωή. Έχω τους φίλους μου που από την αγάπη τους έχω κίνητρο, λόγο για να ζήσω.
Καμιά φορά φαίνεται αδύνατο να πετύχουμε έναν στόχο. Με προσπάθειες, αργές και συνεχείς θα δείτε ότι ο δρόμος φτιάχνεται. Με προσπάθεια, μία πράσινη, άγουρη ντομάτα, ωριμάζει και γίνεται κόκκινη και ζουμερή και φέρνει νοστιμιά σε ένα φαγητό.»