[Κατά τη χτεσινή ψηφοφορία στη Βουλή των Ελλήνων έγινε Νόμος του ελληνικού κράτους η κατάργηση του Πανεπιστημιακού ασύλου. Πρόκειται για μια εξέλιξη στην οποία μας οδήγησαν οι ψήφοι των βουλευτών της ΝΔ και της Ελληνικής Λύσης. Η χτεσινή διαμαρτυρία, που ακολούθησε της ψηφοφορίας στη Βουλή και πραγματοποιήθηκε στο κέντρο της Αθήνας, δείχνει ότι αυτό το ζήτημα δεν θα λυθεί τόσο εύκολα. Αναδημοσιεύουμε τη συνέντευξη που έδωσε λίγες μέρες πριν στο 3pointmagazine ο Γιώργος Πλειός, καθηγητής και πρόεδρος του τμήματος Επικοινωνίας και ΜΜΕ του ΕΚΠΑ. Μετά τα όσα ακούστηκαν από τις τοποθετήσεις των περισσότερων βουλευτών στη Βουλή, που σε μεγάλο βαθμό φανέρωσαν άγνοια και ανεξήγητη κινδυνολογία, με αυτή τη συνέντευξη θέλουμε να συνεισφέρουμε στο νηφάλιο διάλογο περί Πανεπιστημιακού aσύλου. Τη συνέντευξη για το 3pointmagazine πήρε η Ηλέκτρα-Ήλια Χατζηκάλφα.]

 

Κατά τη διάρκεια της προεκλογικής περιόδου και στις προγραμματικές δηλώσεις της νέας κυβέρνησης το πανεπιστημιακό άσυλο κατείχε κεντρική θέση. Γιατί ενοχλεί τόσο τη Νέα Δημοκρατία;
Αυτό δεν μπορώ να το ξέρω, αυτό είναι κάτι που πρέπει να απαντήσουν οι ίδιοι οι άνθρωποι της Νέας Δημοκρατίας και πλέον της κυβέρνησης. Αυτό όμως που μπορώ να πω από την μικρή μου εμπειρία είναι ότι τα τελευταία χρόνια όχι μόνο το Τμήμα στο οποίο βρίσκομαι και η Σχολή στην οποία βρίσκομαι, αλλά και γενικά τα πανεπιστήμια, είχαν ηρεμήσει από κάποιες αναστατώσεις που συνέβαιναν στο παρελθόν, παραδείγματος χάρη μακροχρόνιες καταλήψεις ή και φθορές που ενδεχομένως συνέβαιναν κατά τη διάρκεια των καταλήψεων. Επομένως λοιπόν, δεδομένου ότι γενικότερα υπάρχει μια ηρεμία, εγώ αδυνατώ να καταλάβω τον πραγματικό λόγο. Μπορώ να κάνω υποθέσεις, αλλά δεν μπορώ να καταλάβω τον πραγματικό λόγο.

Τι είναι το πανεπιστημιακό άσυλο;
Για την ακρίβεια δεν υπάρχει άσυλο, υπάρχει μια λανθασμένη εντύπωση η οποία μπορεί να είναι σκόπιμη ή μη σκόπιμη. Δεν υπάρχει πια το άσυλο όπως το ξέραμε παλαιότερα, τη δεκαετία του ’70 ή του ’80. Αυτό που υπάρχει εδώ και κάποια χρόνια είναι η λεγόμενη ακαδημαϊκή ελευθερία, η ελευθερία δηλαδή της έρευνας και της διδασκαλίας. Κατά συνέπεια, και αυτό λέγεται ρητά στον ν.4485/2017, η επέμβαση δημόσιας δύναμης γίνεται αυτεπάγγελτα σε περιπτώσεις που τελούνται κακουργηματικές πράξεις ή πράξεις κατά της ζωής. Άρα, ούτε πρόσκληση χρειάζονται οι αστυνομικές αρχές με βάση τα σημερινά δεδομένα ούτε καν έγκριση από τις πρυτανικές ή άλλες πανεπιστημιακές αρχές για να επέμβουν και να αντιμετωπίσουν τέτοιου είδους κακουργηματικές πράξεις, όταν και εφόσον συμβαίνουν.

Σε περιπτώσεις που υπάρχει μικρότερης σημασίας παραβατικότητα, αυτό είναι μια ευθύνη των πρυτανικών αρχών, όπως βεβαίως και των αρχών κάθε θεσμού. Εμείς στο παρελθόν στο Τμήμα είχαμε κάποια περιστατικά τα οποία τα αντιμετωπίσαμε, τα έχουμε λύσει και δεν αντιμετωπίζουμε κάποιο πρόβλημα αυτή τη στιγμή. Νομίζω ότι και σε άλλες περιπτώσεις οι πανεπιστημιακές αρχές επενέβησαν, αντιμετώπισαν και έλυσαν τέτοια ζητήματα παραβατικότητας.

Από την άλλη πλευρά, πρέπει να δούμε και το εξής: πόσο μεγαλύτερη είναι η παραβατικότητα μέσα στα πανεπιστήμια από όσο είναι στην καθημερινή ζωή; Τι είδους άδεια χρειάζεται για παράδειγμα η αστυνομία για να επέμβει στην περίπτωση που ευθέως, ανοικτά και απροκάλυπτα πωλούν ναρκωτικά μπροστά στα Προπύλαια του Πανεπιστημίου, όπως συνέβαινε επί μακρόν. Τι άδεια χρειαζόταν η αστυνομία για να επέμβει και να αντιμετωπίσει τους πωλητές ναρκωτικών στον πεζόδρομο της Μασσαλίας, στο παρκάκι απέναντι από τη Νομική Σχολή. Εκεί γιατί δεν επεμβαίνει;

Υπάρχει μια στρεβλή εντύπωση για το τι συμβαίνει μέσα στα ελληνικά πανεπιστήμια…
Διαβάζοντας λίγο σχόλια αναγνωστών στις ιστοσελίδες, αυτό που διαπιστώνει κανείς είναι ότι η εντύπωση που έχουν πάρα πολλοί, οι οποίοι προφανώς δεν ζουν καθημερινά στα πανεπιστήμια ή μπορεί να μην έχουν περάσει την πόρτα των πανεπιστημίων, είναι ότι αυτό που γίνεται κάθε μέρα στα πανεπιστήμια είναι ξυλοδαρμοί, άσκηση βίας, πώληση ναρκωτικών, καταστροφές κ.ά.

Δεν είναι αυτή η καθημερινότητα των πανεπιστημίων. Αυτό το δείχνουν όχι μόνο τα όποια επιτεύγματα έχουν τα ελληνικά πανεπιστήμια αλλά και το γεγονός ότι εκατοντάδες χιλιάδες απόφοιτοι των ελληνικών πανεπιστημίων φεύγουν στο εξωτερικό, κάνουν μεταπτυχιακά, τα πάνε πάρα πολύ καλά και βεβαίως προσλαμβάνονται σε θέσεις εργασίας. Εάν συνέβαιναν αυτά τα οποία κάποιοι υποθέτουν ότι συμβαίνουν καθημερινώς στα πανεπιστήμια, θα είχαν τέτοιου είδους επιδόσεις τα ελληνικά πανεπιστήμια; Προφανώς και όχι.

Εδώ λοιπόν υπάρχει μια σύγχυση, μια παραπληροφόρηση, μπορεί να είναι και σκόπιμη ενδεχομένως, γύρω από το τι πραγματικά συμβαίνει μέσα στα πανεπιστήμια. Όποιος έχει αντίρρηση μπορεί να διανύει τους χώρους των πανεπιστημίων και να δει τι γίνεται. Οι γονείς, για παράδειγμα, που συνοδεύουν τα παιδιά τους στις εγγραφές βλέπουν τι γίνεται. Και πολλοί άλλοι, οι αίθουσες των πανεπιστημίων συνήθως όπως ξέρετε είναι ανοιχτές, ίσως να χρειάζεται να ζητήσουν άδεια οι άνθρωποι που δεν είναι φοιτητές για να παρακολουθήσουν μια διάλεξη, αλλά οι αίθουσες δεν είναι κλειστές.

Τα πανεπιστήμια δεν θα πρέπει να γίνουν μοναστήρια. Τότε θα είναι άβατο. Τώρα είναι χώροι διδασκαλίας και χώροι έρευνας, χώροι ανταλλαγής ιδεών. Βεβαίως, μέσα στα πλαίσια της νομιμότητας. Δεν νομίζω ότι κάποιος από εμάς, από τους καθηγητές και από τη συντριπτική πλειοψηφία των φοιτητών, θέλει να μην επικρατεί η νομιμότητα. Ας μου δείξει κάποιος κάποιον που έχει γνώση και θέση σοβαρή και υποστηρίζει την παραβατικότητα και την παρανομία στα πανεπιστήμια.

Στην νέα ρύθμιση της υπουργού Παιδείας, Νίκης Κεραμέως, η νέα διάταξη δεν κάνει αναφορά στο άσυλο αλλά στην ακαδημαϊκή ελευθερία, την οποία δείχνει να προστατεύει. Άρα μήπως είναι παρωχημένος όρος το άσυλο;
Μπορεί κανείς να κάνει τρεις παρατηρήσεις για το νομοσχέδιο σχετικά με το άσυλο.

Πρώτον, ο προτεινόμενος νόμος επεκτείνει τη δυνατότητα επέμβασης της αστυνομίας και σε μη κακουργηματικές πράξεις (την οποία αυτεπαγγέλτως προέβλεπε ο ν.4485/2017). Διερωτώμαι ωστόσο κατά πόσο είναι σκόπιμη η επέμβαση της αστυνομίας σε πράξεις που θα μπορούσαν κάλλιστα να αντιμετωπίσουν τα αρμόδια πανεπιστημιακά όργανα. Σε περίπτωση δε που δεν το κάνουν θα ήταν ενδιαφέρον να μάθουμε, αφού ερωτηθούν σχετικά, γιατί δεν το πράττουν.

Δεύτερον, στον προτεινόμενο νόμο απουσιάζει η φράση του προηγούμενου ότι προστατεύεται το “δικαίωμα στη μάθηση και τη γνώση”. Όπερ σημαίνει ότι δεν προστατεύεται (μόνο) ως δικαίωμα η μάθηση και η γνώση. Συνεπώς προστατεύεται και ως εμπόρευμα. Με άλλα λόγια, διαφαίνεται η πρόθεση προστασίας της εμπορευματοποίησης της μάθησης και της γνώσης στην ανώτατη εκπαίδευση. Δεν είμαι όμως βέβαιος ότι, σε περίπτωση που κάτι τέτοιο ισχύει, είναι σύμφωνο με το Σύνταγμα και ιδιαίτερα με το άρθρο 16. Δεν θέλω να πιστεύω ότι είναι μια ρύθμιση που βρίσκεται σε αντίθεση με το άρθρο 16 ενόσω αυτό είναι ακόμα σε ισχύ ως έχει.

Τρίτον, σε περίπτωση που κάποια ιδιωτική εταιρεία θεωρεί ότι συκοφαντείται από τα δεδομένα μιας έρευνας ή μια άλλη οργάνωση θεωρεί ότι προσβάλλονται θρησκευτικά ή εθνικά σύμβολα από μια έρευνα ή μια πράξη διδασκαλίας και καταθέσουν σχετική μήνυση, τότε σε ποιο από τα άρθρα υπάγεται η σχετική έρευνα/διδασκαλία της πανεπιστημιακής ομάδας; Στο πρώτο του νέου νόμου στο οποίο αναφέρεται ότι προστατεύεται η ακαδημαϊκή ελευθερία και έρευνα ή στο τρίτο στο οποίο τα όργανα της πολιτείας μπορούν να ασκούν τις αρμοδιότητές τους όταν τελούνται αξιόποινες πράξεις -όπως πιθανόν θα ισχυρισθούν στη μήνυσή/αγωγή τους οι εταιρείες ή οι φορείς που προανέφερα; Και συνεπώς δημιουργείται μια γκρίζα ζώνη σε ό,τι αφορά την ακαδημαϊκή ελευθερία, στην οποία η θεωρούμενη ως ακαδημαϊκή ελευθερία θα αντιμετωπίζεται κατά το δοκούν;

Με λίγα λόγια, όχι, αυτό που αποκαλείται «άσυλο», δηλαδή η ακαδημαϊκή ελευθερία χωρίς όρους και προϋποθέσεις – που θα μπορούσαν να απορρέουν από το άρθρο 3 του προτεινόμενου νόμου, καθώς και η ελεύθερη διακίνηση ιδεών δεν είναι παρωχημένα για ακόμα έναν λόγο. Αυτή τη στιγμή ζούμε σε μια εποχή ανόδου του Ορμπανισμού, δηλαδή της ιδεολογίας και των πολιτικών πρακτικών που εγκαινίασε ο Ούγγρος πρωθυπουργός Όρμπαν και το κόμμα του Fidesz, ενόσω η Ουγγαρία είναι στην ΕΕ. Πρόκειται για πολιτικές αρκετά επιθετικές όσον αφορά τα ανθρώπινα δικαιώματα, ιδιαίτερα επιθετικές και αρνητικές σε ό,τι αφορά τη δημοκρατία, την ελευθερία του Τύπου και άλλες ατομικές ελευθερίες. Δεδομένου λοιπόν της ανόδου του ακροδεξιού λαϊκισμού και του Ορμπανισμού, έχω ή δεν έχω λόγους να ανησυχώ για το τι θα συμβεί αν τεθεί υπό όρους και προϋποθέσεις που εξαρτάται από την εκτελεστική εξουσία η ακαδημαϊκή ελευθερία;

Άρα, είναι και ένα δείγμα γραφής από την νέα κυβέρνηση;
Δεν θέλω να κρίνω συνολικά τη νέα κυβέρνηση, δεν είμαι πολιτικός. Μπορώ, όμως, να μιλήσω για την πολιτική της στον τομέα της ανώτατης εκπαίδευσης, όπου τυχαίνει να εργάζομαι. Μπορώ να έχω άποψη, δικαιούμαι και οφείλω να έχω άποψη. Το οφείλω απέναντι στους φοιτητές μου, τους γονείς τους και την κοινωνία που χρηματοδοτεί από το πενιχρό της εισόδημα την ανώτατη εκπαίδευση, ιδιαίτερα σε καιρούς κρίσης.

Ο τρόπος που παρουσιάζεται στα ΜΜΕ το άσυλο είναι προβληματικός, η δαιμονοποίησή του και το πώς επιτελείται αυτό, οι μέθοδοι…
Να ρωτήσω κάτι; Όλοι όσοι επικαλούνται την παραβατικότητα, την εγκληματικότητα και τα λοιπά μέσα στα πανεπιστήμια, γιατί δεν μας δίνουν τα στοιχεία και μάλιστα συγκριτικά, τα οποία πιστοποιούν τους ισχυρισμούς τους; Να μας πουν για παράδειγμα ότι τόσες ληστείες έγιναν, τόσες απόπειρες βιασμών, πού έγιναν, πότε έγιναν… Όπως δίνει η αστυνομία το δελτίο εγκληματικότητας περιοδικά, γιατί δεν κάνουν κάτι ανάλογο για τους χώρους των πανεπιστημίων; Να συγκρίνουμε το τι γίνεται εντός των πανεπιστημιακών αιθουσών και εκτός. Μιλάμε για τις πανεπιστημιακές αίθουσες φυσικά, δεν μιλάμε γενικώς και αορίστως, διότι αν μπει για παράδειγμα κάποιος έμπορος ναρκωτικών μέσα στον προαύλιο χώρο του πανεπιστημίου φυσικά έχει κάθε δικαίωμα να μπει η αστυνομία και να τον συλλάβει. Γιατί δεν μας δίνουν τα στοιχεία αυτής της παραβατικότητας; Για να δούμε, κατά πόσο ισχύουν αυτοί οι ισχυρισμοί.

Κάτι ακόμα, τις προάλλες σε μια επισκόπηση της ηλεκτρονικής αρθρογραφίας για το πώς περιγράφουν τα ζητήματα εγκληματικότητας στο πανεπιστήμιο, σε ένα site υπήρχε η εξής περιγραφή: “ένας καθηγητής δέχθηκε επίθεση στους χώρους του ΑΠΘ όταν προσπάθησε να κάνει ανάληψη χρημάτων από ένα ATM που υπάρχει εκεί”. Πουθενά δεν υπήρχε κανένα όνομα, κανένα στοιχείο. Εγώ δεν το αμφισβητώ, αλλά δεν τεκμηριώνεται. Υπήρχε μόνο μια γενικόλογη αναφορά η οποία απλώς δημιουργούσε την αίσθηση ενός χάους, ενός τοπίου Mad Max. Αυτό το τοπίο περιγράφουν τα μέσα επικοινωνίας.

Θα ήθελα να δώσουν στοιχεία. Πότε, ποιος, τι, συγκεκριμένα πράγματα. Ειδάλλως, είμαστε στη φάση των fake news. Χωρίς να λέω ότι δεν υπάρχουν περιστατικά στα πανεπιστήμια, λέω όμως ότι αυτού του είδους οι περιγραφές των βίαιων περιστατικών στα πανεπιστήμια αρκετές φορές ανήκουν στη σφαίρα των fake news. Φυσικά, δεν κατάλαβα γιατί υπάρχουν fake news για κάθε είδους τομέα της κοινωνικής ζωής και της δημόσιας σφαίρας και όχι για τα πανεπιστήμια;

Όλη αυτήν την κατάσταση με τα fake news οι πολίτες την αναγνωρίζουν πια και είναι οι ίδιοι που έχουν απαξιώσει τα ΜΜΕ, πώς γίνεται όμως να συνεχίζουν να προτιμούν για την ενημέρωσή τους αυτά τα Μέσα;
Αυτό είναι μια πολιτική συζήτηση στην οποία δεν θα ήθελα να μπω με την ιδιότητα του ακαδημαϊκού. Μην ξεχνάμε όμως ότι και οι πολίτες οι οποίοι βιώνουν τα γεγονότα, έχουν κι αυτοί τη δική τους ιδεολογική τοποθέτηση και τα εξηγούν με βάση αυτή, το οποίο είναι απολύτως φυσιολογικό και νόμιμο. Καλώς ή κακώς, κακώς κατά την άποψή μου, ζούμε σε μια εποχή όπου η έννοια του δημοσίου έχει απαξιωθεί και θεωρώ ότι είναι καθήκον των οργανισμών που παράγουν δημόσια αγαθά να προασπίσουν την ποιότητα και το κύρος αυτών των αγαθών και να φροντίσουν για την εικόνα τους, πέρα από την παραγωγή αξιόλογου έργου στον τομέα τους.

Εμείς στα πανεπιστήμια πρέπει να προασπίσουμε την νομιμότητα και να προσπαθήσουμε να βελτιώσουμε ακόμα περισσότερο την ποιότητα των δημόσιων αγαθών τα οποία παράγουμε. Αυτό είναι απαραίτητο, αλλά δεν αρκεί πιστεύω αυτό. Θεωρώ ότι εκείνοι οι παράγοντες ή φορείς που συμμετέχουν ενεργά στον ευρύτερο δημόσιο διάλογο στον οποίο σφυρηλατούνται οι ιδέες κάθε εποχής, έχουν το δικό τους χρέος να τοποθετηθούν απέναντι στη σχέση δημόσιου και ιδιωτικού.

Αν θέλουμε ή όχι δημόσια αγαθά, αν θέλουμε να πληρώνουμε γι’ αυτά, αν θέλουμε εκ νέου την αύξηση των κοινωνικών ανισοτήτων ή θέλουμε μια πιο δίκαιη, μια πιο ισορροπημένη κοινωνία. Αν θέλουμε μια κοινωνία μονομάχων ή αν θέλουμε μια κοινωνία στην οποία καθένας έχει μοίρα στον ήλιο. Αλλά θα πρέπει να ξέρουν όσοι θέλουν μια κοινωνία μονομάχων, ότι μπορεί να φαντάζονται τον εαυτό τους στη θέση του θύτη, όμως η πιο συχνή θέση σε μια ανταγωνιστική κοινωνία, ειδικά όταν κάποιος δεν είναι ισχυρός σε πολιτικό και οικονομικό κεφάλαιο, είναι αυτή του θύματος και όχι του θύτη.

Ποιος έχει συμφέρον από την απαξίωση των δημόσιων πανεπιστημίων;
Η απαξίωση παρουσιάζεται με διάφορους τρόπους, είτε επειδή δεν παράγουν έργο, είτε επειδή τεμπελιάζουν, είτε επειδή είναι χώροι άσκησης βίας, είτε… Ποιοι έχουν συμφέρον από την με οποιοδήποτε τρόπο απαξίωση των δημόσιων πανεπιστημίων; Υπάρχουν τρεις παράγοντες: 1ον. Εκείνοι οι ιδιώτες που θέλουν να μπουν στα πανεπιστήμια, 2ον. οι ιδιώτες που θέλουν να ανοίξουν ιδιωτικά πανεπιστήμια, 3ον. όσοι ιδεοληπτικοί για ιδεολογικούς λόγους θεωρούν ότι οτιδήποτε είναι δημόσιο εξ ορισμού είναι καταδικασμένο στην αντι-παραγωγικότητα και την αποτυχία. Οτιδήποτε δημόσιο το θεωρούν κομμουνισμό και περιβάλλουν με κομμουνιστοφοβία ή αριστεροφοβία καθετί δημόσιο. Δεν είναι ελληνική πρωτοτυπία αυτό. Ο Τσόμσκυ τα έχει γράψει αυτά για τη Αμερική εδώ και κάτι δεκαετίες, δεν πρωτοτυπούμε.

Σε μια εποχή ανόδου του Ορμπανισμού αυτή η φοβία σε οτιδήποτε δημόσιο βαδίζει παράλληλα. Όσο περισσότερο ανεβαίνει ο Ορμπανισμός, τόσο περισσότερο αυξάνεται η απαξίωση και το μίσος θα έλεγα καμιά φορά, για τα δημόσια αγαθά και φυσικά για τα δημόσια πανεπιστήμια. Το ζήτημα αυτό δεν είναι μόνο ελληνικό, αυτή την επίθεση κάθε δημοσίου αγαθού την βλέπουμε στην Ουγγαρία, στην Ιταλία, στην Κροατία, στο Ισραήλ και σε άλλες χώρες. Την βλέπουμε για παράδειγμα στη Βραζιλία.

Στη Βραζιλία η κυβέρνηση Μπολσονάρο θέλει να καταργήσει τα πανεπιστημιακά τμήματα φιλοσοφίας και κοινωνιολογίας και οι κοινωνιολόγοι από όλο τον κόσμο, το λέω με την ιδιότητά μου ως Προέδρου της Ελληνικής Κοινωνιολογικής Εταιρίας, έχουμε κάνει ενέργειες προκειμένου να αναχαιτιστεί αυτή η προσπάθεια εκεί. Μάλιστα η Βραζιλία είναι μια χώρα που έχει σε κάποιους τομείς των κοινωνικών επιστημών μια ισχυρή παράδοση, δεν είναι ανύπαρκτη στο παγκόσμιο χάρτη της κοινωνιολογίας. Κι όμως, η κυβέρνηση Μπολσονάρο με μίσος επιτίθεται κατά αυτών των τμημάτων, θέλει να τα κλείσει και δεν είναι η μόνη χώρα στην οποία συμβαίνει αυτό.

Το άσυλο παρουσιάζεται ως το μοναδικό πρόβλημα των πανεπιστημίων, εν τέλει είναι;
Δεν νομίζω ότι το άσυλο είναι το βασικό μας πρόβλημα. Το βασικό μας πρόβλημα, ειδικά για την περίοδο της κρίσης, είναι η υποχρηματοδότηση καταρχήν και η ηθική απαξίωση που υφίσταται το δημόσιο πανεπιστήμιο από ένα μέρος των μέσων επικοινωνίας.

Η υποχρηματοδότηση όχι μόνο σε όρους χρήματος αλλά και υλικοτεχνικής υποδομής και η ηθική απαξίωση με την επίθεση την οποία δέχονται τα πανεπιστήμια ως ένα μέρος της επίθεσης προς τα δημόσια αγαθά που λέγαμε πριν. Σας το λέω με την ιδιότητα ενός ανθρώπου που αντιμετώπισε στο Τμήμα, που έχω τη χαρά και την τιμή να είμαι πρόεδρος, τέτοια προβλήματα και τα λύσαμε. Δεν σας το λέω όντας άκαπνος, σας το λέω με την εμπειρία ανθρώπου που συμμετείχε στην αντιμετώπιση τέτοιων προβλημάτων και τα διευθετήσαμε.

Αυτά τα δύο βασικά προβλήματα του πανεπιστημίου όμως δεν παίρνουν καθόλου δημοσιότητα. Είναι κάτι που πρέπει να το επικοινωνήσουν καλύτερα τα ίδια τα πανεπιστήμια;
Νομίζω ότι τα ίδια τα πανεπιστήμια δεν αρκεί να κάνουν καλή δουλειά, πρέπει να προσπαθούν αυτή η δουλειά να γίνει αποδεκτή από την κοινή γνώμη. Σε αυτό έχετε απόλυτο δίκιο.