Η νέα Βουλή των Ελλήνων, όπως διαμορφώθηκε από τα αποτελέσματα των εκλογών της 7ης Ιουλίου 2019, έχει έξι κόμματα. Αυτή τη φορά το νεοναζιστικό κόμμα της Χρυσής Αυγής έμεινε εκτός Κοινοβουλίου και αυτό συνιστά μια νίκη για την κοινοβουλευτική δημοκρατία και ένα μήνυμα για τους ψηφοφόρους ανά την Ευρώπη: είναι εφικτό τα νεοναζιστικά μορφώματα να μείνουν εκτός Βουλής παρά τη βία και την τρομοκρατία που ασκούν.
Το συντηρητικό δεξιό κόμμα της Νέας Δημοκρατίας πέτυχε αυτοδυναμία με ποσοστό 38,84% και 158 έδρες. Το κόμμα του ΣΥΡΙΖΑ, που μόλις πριν μερικές μέρες ήταν στην κυβέρνηση, πήρε 31,54% και 86 έδρες. Δύο νέα κόμματα μπήκαν στο Κοινοβούλιο: η Ελληνική Λύση, κόμμα με ακροδεξιά ρητορική και το Μέρα25, στο οποίο ηγείται ο πρώην Υπουργός Οικονομικών, Γιάνης Βαρουφάκης.
Ψήφισε το 58% του εκλογικού σώματος δηλαδή 8% πάνω από τους μισούς. Η διαφορά σε ψήφους μεταξύ του πρώτου και του δεύτερου κόμματος ήταν 470.000 ψήφοι, όμως το παρόν εκλογικό σύστημα δίνει μια πολύ μεγάλη διαφορά σε έδρες μεταξύ τους, υπέρ φυσικά του πρώτου κόμματος.
Κατά την πρώτη μέρα της διακυβέρνησής του, ο νέος Πρωθυπουργός, Κυριάκος Μητσοτάκης, δημοσίευσε το Προεδρικό Διάταγμα 81, που συνυπέγραψε με τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας, όπου -μεταξύ άλλων αναδομήσεων – τέσσερις δείχνουν με σαφήνεια την κατεύθυνση της κυβέρνησης:
- περνά τη Γραμματεία Τύπου και Επικοινωνίας στο Πρωθυπουργικό γραφείο,
- καταργεί το Υπουργείο Μεταναστευτικής Πολιτικής και το περνά ως αρμοδιότητα του Υπουργείου Προστασίας του Πολίτη,
- στο ίδιο Υπουργείο Προστασίας του Πολίτη περνά την Γραμματεία Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων που μέχρι πρότινος ήταν στις αρμοδιότητες του Υπουργείου Δικαιοσύνης,
- αφαιρεί την αρμοδιότητα της Έρευνας από το Υπουργείο Παιδείας-Έρευνας και Θρησκευμάτων και την παραχωρεί στο Υπουργείο Ανάπτυξης και Επενδύσεων.
Ορισμένοι από το εκλογικό σώμα δεν ψήφισαν τον ΣΥΡΙΖΑ εξαιτίας της θέσης του μετά το δημοψήφισμα, τον Ιούλιο του 2015 αλλά και εξαιτίας των πολιτικών που εφάρμοσε, κυρίως στον τομέα της οικονομικής πολιτικής, που ήταν αντίθετες από αυτό που θα περίμενε κανείς από ένα κόμμα της αριστεράς αλλά και από αυτά που είχε υποσχεθεί, σε ένα ομολογουμένως σκληρό ευρωπαϊκό περιβάλλον. Έτσι και η Ελλάδα υποφέρει από αυτό που ήδη βλέπουμε σε διάφορες γεωγραφικές περιφέρειες: ο κόσμος είναι αρκετά αποπροσανατολισμένος και απογοητευμένος και είτε μένει αμέτοχος στην εκλογική διαδικασία με μεγάλα ποσοστά αποχής, είτε ψηφίζει προτεραιοποιώντας τα συμφέροντα της ολιγαρχίας, από τα οποία πιστεύει ότι με κάποιον τρόπο θα επωφεληθεί. Ο νεοφιλελευθερισμός γνωρίζει σήμερα πως να χειραγωγεί κάθε φορά καλύτερα τα ΜΜΕ, χειρότερα μάλιστα, βλέπουμε ήδη μεγαλοεπιχειρηματίες και υπευθύνους καναλιών είτε στην κυβέρνηση είτε σε άμεση πλέον διαπλοκή με τις κυβερνήσεις, χωρίς προσχήματα. Μερικά κόμματα προσπαθούν να εναντιωθούν σε αυτή την κατάσταση αλλά δεν εφαρμόζουν όσα υπόσχονται προεκλογικά και έτσι μεγάλο μέρος του εκλογικού σώματος απογοητεύεται και μένει χωρίς κάποιο πολιτικό φορέα που να μπορεί να τον εκφράσει με ρεαλιστικό σχέδιο, στο οποίο θα μείνει πιστό όχι μόνο ως αντιπολίτευση αλλά και ως κυβέρνηση.
Από την άλλη πλευρά μπορούμε να πούμε ότι έρχεται για μια ακόμα φορά η ώρα των κοινωνικών κινημάτων. Υπάρχει κόσμος που είναι δραστήριος σε αρκετούς τομείς και πραγματοποιεί ήδη εναλλακτικές δράσεις, σκέφτεται παγκόσμια και δρα τοπικά. Υπάρχει μεγάλο περιθώριο πρωτοβουλιών και ακτιβισμού και εκεί πρέπει σίγουρα να στρέψουμε το ενδιαφέρον, την υποστήριξη και τις ελπίδες μας.