Της Μαρίας Λούκα
«Ο δρόμος έχει τη δική μας ιστορία». Το κεντρικό σύνθημα του φετινού Athens Pride πέρα από βαθιά πολιτικό, έχει κάτι πεισματικά και πονεμένα αποκαλυπτικό. Λέει μιαν αλήθεια απωθημένη, λησμονημένη και λογοκριμένη από την επίσημη αφήγηση της κανονικότητας. Οι δρόμοι του κόσμου έχουν να διηγηθούν μια ιστορία. Αν κολλήσεις τ’ αφτί σου στην άσφαλτο θα ακούσεις τους λυγμούς των βασανισμένων από τις ψυχιατρικές θεραπείες «επανόρθωσης», τα κρακ των σωμάτων δίχως σημασία τη στιγμή που δέχονται τα γκλοπ και τις κλωτσιές των τροχονόμων της ανθρώπινης σεξουαλικότητας, τις πνιγηρές σιωπές εκείνων που αναγκάστηκαν να υπογράψουν ένα ισόβιο συμβόλαιο καταπίεσης αλλά και την υπόκωφη ροή της καύλας που αρνείται να στερέψει, το lip sync που συλλαβίζει τους απαγορευμένους σκοπούς της επιθυμίας και της ελευθερίας, τον ρυθμό που έχουν τα χέρια όταν πιάνονται σφιχτά και υψώνονται πάνω το μίσος και τον καθωσπρεπισμό. Είναι η ιστορία της ΛΟΑΤΚΙ+ κοινότητας, συνυφασμένη με τη ριζική αμφισβήτηση της πατριαρχίας και του βιοπολιτικού ελέγχου στα σώματα.
Μια ιστορία που στη νεότερη της εκδοχή ξεκίνησε πριν 50 ακριβώς χρόνια σ’ ένα δρόμο στο Greenwich Village και που οι πρωταγωνίστριες/ες της τη φέρουν πάνω τους ακόμα σαν οξυγόνο μνήμης και διεκδίκησης. Ανάμεσα τους και ο Νίκος Διαμαντίδης, παιδί Ελλήνων μεταναστών από την Ικαρία, στα 82 του χρόνια ετοιμάζεται να παρελάσει την Κυριακή 30 Ιουνίου στο Pride της Νέας Υόρκης. Θα είναι εκεί, όπως ακριβώς ήταν και στο πρώτο Pride. Κι άραγε πόση συγκίνηση μπορεί να έχει να περπατάς τόσα χρόνια στους ίδιους δρόμους μετρώντας απουσίες αλλά χιλιάδες νέες παρουσίες; Να εξακολουθείς να αγωνίζεσαι γι’ αυτούς που λείπουν αλλά και γι’ αυτούς που τώρα έρχονται με τη φόρα που έχει η ζωή όταν θέλει να βιωθεί χωρίς περιορισμούς;
Τα γεγονότα είναι λίγο – πολύ γνωστά. Μετά το τέλος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου η «Ιερά Εξέταση» του Μακάρθι εγκαινιάζει ένα εφιαλτικό καθεστώς διώξεων στην Αμερική με στόχο τον «εσωτερικό εχθρό». Βασικός στόχος είναι οι κομμουνιστές και οι αναρχικοί. Ωστόσο, κι οι ομοφυλόφιλοι δε γλιτώνουν. Από το 1947 μέχρι το 1950, 1700 αιτήσεις για δουλειά στο δημόσιο απορρίφθηκαν, 4380 άνθρωποι εκδιώχθηκαν από το στρατό, 420 απολύθηκαν από τις δουλειές τους, επειδή θεωρήθηκε ότι είχαν ομοφυλοφιλικές τάσεις. Το 1952 η Ψυχιατρική Αμερικάνικη Ένωση περιλαμβάνει τους ομοφυλόφιλους στο «Διαγνωστικό κα Στατιστικό Εγχειρίδιο» ως «αντικοινωνικές και διαταραγμένες προσωπικότητες». Δημόσιες παρενοχλήσεις, εγκλεισμός σε φυλακές και ψυχιατρεία, ανελέητο κυνηγητό από την Αστυνομία. Το βράδυ της 28ης Ιουνίου του 1969 οι μπάτσοι εισβάλλουν στο μπαρ Stonewall Inn που σύχναζαν γκει, λεσβίες, τρανς, drag queens. Μια συνηθισμένη επιχείρηση ρουτίνας για την Αστυνομία ήταν η θρυαλλίδα που απεγκλώβισε το θυμό των υποκειμένων που βίωναν τον εξευτελισμό. Οι ταραχές που ξέσπασαν θα αποτελούσαν το σημείο αναγέννησης του ΛΟΑΤΚΙ κινήματος.
«Εγώ τότε ζούσα στο Σαν Φρανσίσκο. Είχα κάνει coming out πριν 10 χρόνια. Η οικογένεια μου με απέρριψε. Μου πήρε καιρό να αποδεχτώ κι ό ίδιος τον εαυτό μου. Γενικά ήταν πολύ δύσκολα. Άνηκα σε έναν κύκλο ποιητών αλλά πουθενά δεν ένιωθα εντελώς καλά. Το αποτύπωμα του μακαρθισμού ήταν ενεργό. Μπορούσες να απολυθείς μόνο και μόνο, επειδή ήσουν γκει. Κυριαρχούσε ο φόβος. Είχαμε πάντα το άγχος ότι η Αστυνομία θα μπει σ’ ένα μπαρ για να μας συλλάβει. Ήταν πάγια πρακτική των αστυνομικών να προσποιούνται τους γκει, να μπαίνουν σε χώρους, να συλλαμβάνουν και να ξυλοκοπούν κόσμο. Τα γεγονότα του Stonewall τα διάβασα στην εφημερίδα. Δε μπορούσα ακόμα τότε να συνειδητοποιήσω την επίδραση τους. Δε φανταζόμουν ότι θα άλλαζαν και τη δική μου ζωή. Προφανώς έκανα λάθος» λέει ο Νίκος Διαμαντίδης σε μια σύνδεση skype που κάπως ακολουθεί τις διακυμάνσεις της έντασης των συμβάντων που διαμεσολαβεί.
Απότοκο του Stonewall ήταν η ίδρυση του Gay Liberation Front, της οργάνωσης για την απελευθέρωση των ομοφυλόφιλων σε σύμπνοια και ανατροφοδότηση με τα υπόλοιπα κινήματα της εποχής, όπως οι Μαύροι Πάνθηρες και οι αντιπολεμικές διαδηλώσεις για τον πόλεμο στο Βιετνάμ. Στην επέτειο της εξέγερσης του Stonewall, τον Ιούνιο του 1970 πραγματοποιήθηκε το πρώτο Pride της Νέας Υόρκης. Σταδιακά ο Ιούνιος καθιερώθηκε διεθνώς ως ο μήνας διατράνωσης της ομοφυλοφιλικής περηφάνιας, ως μια νοητή σκυτάλη αγώνα που παίρνουμε κάθε χρόνο για να πούμε ότι η αυτοδιάθεση του σώματος είναι θεμελιώδης για την ύπαρξη μας. Δε θα την υποβάλλουμε προς αξιολόγηση.
«Πήγα στη Νέα Υόρκη το Δεκέμβρη του 1969. Υπήρχε ένα παράνομο μπαρ. Έπρεπε να χτυπήσεις το κουδούνι για να μπεις. Αν ήσουν ομοφυλόφιλος, ήσουν καλοδεχούμενος. Είχα πάει μερικές φορές. Σε μια επιδρομή της Αστυνομίας συνελήφθησαν 17 άτομα και οδηγήθηκαν το αστυνομικό τμήμα. Ανάμεσα τους κι ένας μετανάστης που φοβόταν ότι θα απελαθεί. Πήδηξε από το παράθυρο του 2ου ορόφου. Τον μετέφεραν στο νοσοκομείο και επέζησε από θαύμα. Μόλις το πληροφορήθηκα, αναστατώθηκα. Σκεφτόμουν ότι κανένας δεν πρέπει α φοβάται τόσο για τη σεξουαλικότητα του, ώστε να ρισκάρει τη ζωή του. Αποφάσισα ότι θέλω να ασχοληθώ και εντάχθηκα στο Gay Liberation Front. Συμμετείχα στο πρώτο Pride τον Ιούνιο του 1970 στη Νέα Υόρκη. Την προηγούμενη νύχτα τρία μέλη του μετώπου είχαν δεχτεί επίθεση στο δρόμο. Στην πορεία υπολογίζω ότι ήμασταν περίπου 5000 άτομα. Φοβόμασταν ασφαλώς αλλά το αντιμετωπίσαμε όλες και όλοι μαζί. Υπήρχαν μερικές ομάδες χριστιανών που διαμαρτύρονταν εναντίον μας. Οι περαστικοί μας τραβούσαν φωτογραφίες, γιατί ήταν μια ασυνήθιστη εικόνα» συνεχίζει ο Νίκος Διαμαντίδης.
Ο Νίκος Διαμαντίδης είναι ζωντανό κομμάτι της θρυλικής γενιάς που με τα δάκρυα της και το αίμα της άνοιξε ένα παράθυρο στην πιο ασφυκτική δυστοπία. Σ’ αυτόν το μισό αιώνα έζησε συγκλονιστικές εμπειρίες και γνώρισε υπέροχα πλάσματα που μπορούσαν μέσα από τις πληγές τους να ακτινοβολούν δύναμη. Είχε την τύχη να πορευτεί μαζί με δύο εμβληματικές φυσιογνωμίες της παγκόσμιας ΛΟΑΤΚΙ+ κοινότητας, τη Marsha Johnson και τη Sylvia Rivera, να χορέψει μαζί με τη Marsha και να ακούσει εκείνον το λόγο της Sylvia Rivera το 1973 που μέχρι σήμερα παραμένει το μεγαλύτερο λεκτικό στιλέτο ενάντια στην ουσιοκρατία και τον κοινωνικό ανταγωνισμό που ενσωματώνουν τα ίδια τα καταπιεσμένα υποκείμενα.
«Την ήξερα τη Μάρσα. Ερχόταν στις εβδομαδιαίες συναντήσεις του Gay Liberation Front. Την είχα καλέσει σ’ ένα reunion party. Εμφανίστηκε με καθυστέρηση αλλά κομψότατη μέσα στα μαύρα και κρατώντας ένα κόκκινο τριαντάφυλλο. Θυμάμαι τη Σύλβια το 1973 να παίρνει το μικρόφωνο και να βγάζει την ψυχή της. Είχε προηγηθεί η ομιλία μιας γυναίκας που είχα ισχυρά τρανσφοβικά στοιχεία. Υπήρχε αυτή η άποψη τότε και δυστυχώς υπάρχει και σήμερα σ’ ένα κομμάτι του φεμινιστικού κινήματος που δεν αγκαλιάζει τα τρανς άτομα» υπενθυμίζει ο Νίκος Διαμαντίδης και καθώς μιλάμε σκέφτομαι ότι ορισμένα πράγματα αλλάζουν με την ταχύτητα του φωτός και κάποια άλλα πιο αργά κι από το βηματισμό της χελώνας. Γιατί, ρε γαμώτο, και στη δική μας εποχή κάποιες δε θα έδιναν μικρόφωνο στη Marsha Johnson και τη Sylvia Rivera. Θα έπρεπε πάλι να παλέψουν μόνες τους για να το πάρουν. Ένα κομμάτι του φεμινισμού (TERF – Trans Exclusionary Radical Feminists) παραμένει προσκολλημένο στην αντίληψη της έμφυλης γενετικής καθαρότητας, απαξιώνοντας trans ή queer σώματα, παρότι βιώνουν πολλαπλή καταπίεση από την ίδια μήτρα της τοξικής αρρενωπότητας.
Κι άλλα πράγματα δεν αλλάζουν ή αλλάζουν με δυσκολία που μας πληγώνει. «Εμείς θέλαμε να συνδεθούμε με άλλους αγώνες αλλά οι πολιτικές οργανώσεις δεν επιθυμούσαν να έχουν γκει στο εσωτερικό τους. Ήταν πολύ απογοητευτικό. Θυμάμαι στέλεχος αριστερής οργάνωσης να επιμένει πως όταν γίνει η επανάσταση, δε θα υπάρχουν γκει γιατί η ομοφυλοφιλία είναι σύμπτωμα της αρρώστιας του καπιταλισμού» συμπληρώνει ο συνομιλητής μας. Είναι από τα επιχειρήματα που επέδειξαν τρομερή ανθεκτικότητα στο χρόνο. Το χουμε διαβάσει όλες μας στα εγχειρίδια της μαρξιστικής ορθοδοξίας. Το χουμε ακούσει σε κάποια συνέλευση. Μπορεί και σε κάποια συνεδρίαση της Βουλής. Ηχεί πάντα εξίσου παρασιτικά, απλά τα τελευταία χρόνια πιο άτονα. Κάποια στιγμή δε μπορεί θα σιγήσει και θα μείνει μόνο η επίγευση της ντροπής.
Σήμερα ο Νίκος Διαμαντίδης είναι επίτιμο μέλος της ελληνικής οργάνωσης Proud Seniors Greece ( ομάδα υποστήριξης ΛΟΑΤΚΙ+ ατόμων ηλικίας από 50 ετών και πάνω). Επισκέπτεται την Ελλάδα κάθε δύο χρόνια, νιώθει οικεία στους χώρους της κοινότητας αλλά πάντα τον εντυπωσιάζει το επικριτικό βλέμμα του πιο συντηρητικού κομματιού της κοινωνίας. Η απόρριψη της οικογένειας του παραμένει η πιο αβάσταχτη απ’ όσες «πλήρωσε», επιλέγοντας την ορατότητα και τη δράση. Κάπου, όμως, μέσα στην απογοήτευση αναδείχθηκε η δυνατότητα να υφάνει τη δική του εναλλακτική και διευρυμένη οικογένεια. Βοήθησε ένα ζευγάρι λεσβιών φίλων του να αποκτήσει παιδί, κάνοντας δωρεά σπέρματος. Και το μοιράζεται με τρυφερότητα. Νιώθει σπίτι του κάθε μέρος αλληλεγγύης. Είναι παρήγορο όταν χάνεις ένα σπίτι, να βρίσκεις πολλά σπίτια που θα σε χωράνε και να εξακολουθείς να παλεύεις να γίνει όλος ο κόσμος σπίτι.
Η κατακλείδα δική του: «Δε θέλαμε να μας αποδεχτεί ο κόσμος, όπως ήταν. Θέλαμε να αλλάξουμε τον κόσμο, ώστε να υπάρχει δικαιοσύνη και ελευθερία για όλους. Πιστεύω ότι το νόημα των αγώνων είναι ακόμα το ίδιο. Να αλλάξουμε τον κόσμο. Ο καπιταλισμός και η πατριαρχία δεν κάνουν τους ανθρώπους ευτυχισμένους»