Είναι λίγος καιρός που επέστρεψα από το πρώτο μου ταξίδι στη Κίνα και σκέφτομαι ακόμα όλα όσα κατάφερα να δω, εκείνα που δίχως αμφιβολία κατάφερα να πραγματοποιήσω και πώς -ακόμα μια φορά- ο χειραγωγούμενος Τύπος από τα συμφέροντα της Δύσης μας δίνει καθημερινά παραμορφωμένα νέα. Δημιουργούμε την οπτική μας στον κόσμο από τις πληροφορίες που λαμβάνουμε μέσω των τηλεοπτικών δελτίων ειδήσεων και πιστεύουμε τυφλά σε μία κατευθυνόμενη ερμηνεία των γεγονότων. Είναι τα πρακτικά της οικονομικής και της γεωπολιτικής τοποθέτησης των Ευρωπαϊκών και Βορειο-Αμερικανικών δυνάμεων που θεωρούν ότι ο κόσμος είναι όπως δημιουργήθηκε βάσει αυτών.
Αλλά σε πόσους από εμάς τελικά είπαν για παράδειγμα, το πώς 740 εκατομμύρια άνθρωποι, σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία, κατάφεραν να βγουν από το επίπεδο της ακραίας φτώχειας σε λιγότερο από 40 χρόνια; Κι αυτό αφορά αρκετούς ανθρώπους. Σκέφτομαι, τη θεωρούμενη ως επιτυχή ”σταυροφορία” του Λούλα στη Βραζιλία το 2003, την επονομαζόμενη “πείνα-μηδέν”, όπου το ζητούμενο ήταν η εξάλειψη της πείνας και της φτώχειας, που βελτίωσε τις συνθήκες διαβίωσης των 23 εκατομμυρίων Βραζιλιάνων. Εδώ όμως, έχουμε να κάνουμε με 32 φορές επιπλέον ανθρώπους, των οποίων η μοίρα άλλαξε ριζικά.
Μου είπαν ότι, μετά το θάνατο του Μάο το 1976, το Κράτος, μετά βίας μπορούσε να διανέμει το μερίδιο διατροφής που αντιστοιχούσε σε κάθε κινέζικη οικογένεια κι ότι επίσης, είχαν μόλις δύο ενδύματα για να φορούν: ένα γκρι κι ένα πράσινο. Ήταν το αποτέλεσμα μιας επανάστασης που ανέλαβε μία χώρα φρικτά αποδεκατισμένη από τη φτώχεια.
Στην πόλη Τσονγτσίνγκ όπου διέμενα, δεν συνάντησα άνθρωπο που να μην είχε κάποια εφαρμογή στο κινητό του τηλέφωνο, που του επέτρεπε να καταλάβει τους ξένους μεταφράζοντας στην τοπική διάλεκτο, ενώ τα iphones τους ήταν τελευταίας τεχνολογίας. Για να μην μιλήσω για τις αμέτρητες λιχουδιές που διέθεταν τα καταστήματα διατροφής αλλά και τις ευκαιρίες ένδυσης που θα ζήλευαν όλες οι νοτιο-αμερικανικές μητροπόλεις, όπου πληρώνει κανείς με το ”εξαϋλωμένο” χρήμα, σκανάροντας έναν κωδικό QR με το smartphone.
Γιατί άραγε δεν δίνουμε καμία προσοχή στην Κίνα, όταν σε μόλις τέσσερις δεκαετίες υπέστη αλλαγές δίχως προηγούμενο; Είναι ίσως από τα πιο εξαιρετικά φαινόμενα που έχουν ποτέ συμβεί, τοποθετώντας στο παρόν αυτή την ασιατική χώρα ως τη δεύτερη οικονομική δύναμη σε παγκόσμιο επίπεδο.
Αυτό, ξεκίνησε δύο χρόνια μετά το θάνατο του Μάο, βασισμένο σ’ένα πρόγραμμα που ονομάστηκε ”Μεταρρύθμιση και άνοιγμα” προωθημένο απ’τον Deng Xiaoping, ηγέτη του κινέζικου κομμουνιστικού κόμματος της εποχής. Η τρίτη ολομέλεια της Κεντρικής Επιτροπής έλαβε χώρα μεταξύ 18 και 22 Δεκεμβρίου 1978, όπου για πρώτη φορά εγκρίθηκε για μερικούς χωρικούς να μπορούν έχουν την ιδιοκτησία της καλλιεργημένης γης τους. Εκείνο το πρώτο βήμα, ακολουθήθηκε απ’τη δημιουργία του Shenzhen, χωριό ψαράδων άλλοτε, τεχνολογικό και βιομηχανικό κέντρο σήμερα, όπου έφθασε να αγγίξει πληθυσμιακά στους 12,5 εκατομμύρια κατοίκους καθό,τι πρόκειται για “ειδική οικονομική ζώνη” και πειραματίζεται σε ένα πιο ευέλικτο σύστημα αγοράς. Στις μέρες μας, το Shenzhen περιγράφεται ως η “κινέζικη Silicon Valley”.
Υποστηρίζοντας την ιδέα ενός “Σοσιαλισμού με κινέζικα χαρακτηριστικά”, o Deng τα βάζει με το κατεστημένο και υπόσχεται πλήθος μεταρρυθμίσεων στοχεύοντας στη γεωργία, την απελευθέρωση του ιδιωτικού τομέα, τον εκσυγχρονισμό της βιομηχανίας και το άνοιγμα της Κίνας στο διεθνές εμπόριο. Στα χρόνια που ακολούθησαν, έγιναν πολλές αλλαγές οι οποίες εν συνέχεια θεωρήθηκαν ιδιαίτερα φιλόδοξες. Παρόλες τις αντιδράσεις που είχε να αντιμετωπίσει ο Deng από την πιο συντηρητική πτέρυγα του κόμματός του, οι αλλαγές αυτές υλοποιήθηκαν.
Ο πρωτογενής τομέας εγκατέλειψε το αγροτικό οικονομικό σύστημα που ήταν σχεδιασμένο από τον Μάο, αυξάνοντας την παραγωγικότητα και την τεχνολογία, για να φθάσει σήμερα η Κίνα να είναι τεράστια βιομηχανία εξαγωγής. Είναι αξιοσημείωτο ότι σε πείσμα της παρότρυνσης για μετακίνηση του ανθρώπινου δυναμικού προς τις μεγάλες πόλεις, το 46% του κινεζικού πληθυσμού σήμερα παραμένει αγροτικό.
Οι “αλυσίδες” στον ιδιωτικό τομέα χαλάρωσαν και ήταν η πρώτη φορά από τη δημιουργία της Λαϊκής Δημοκρατίας το 1949, που η χώρα έκανε άνοιγμα στις ξένες επενδύσεις.
Αυτό το άνοιγμα προς τα έξω συνεισέφερε στην αύξηση της παραγωγικής ικανότητας καθώς και σε νέες μεθόδους διαχείρισης. Αυτές οι αλλαγές οδήγησαν μετά από μια μεγάλη διεργασία την Κίνα να προσκολλήσει στον Παγκόσμιο Οργανισμό Εμπορίου το 2001, τη χρονιά που άνοιξε τις πόρτες της οριστικά στην παγκοσμιοποίηση που τόσο συνέβαλλε στην οικονομική της ανάπτυξη.
Είναι περίεργο, αλλά στη διάρκεια όλων αυτών των χρόνων, πολλά γράφτηκαν και εξιστορήθηκαν για τις επιπτώσεις της παγκοσμιοποίησης στην Ανατολική Ευρώπη, ακούγεται μάλιστα ότι πήρε μεγάλα κεφάλαια από την πρώην Σοβιετική Ένωση. Ωστόσο ο λατινο-αμερικανικός Τύπος δεν παρακολούθησε ιδιαίτερα τα όσα συνέβησαν στον Ασιατικό γίγαντα.
Μόλις το 2008, που ξέσπασε η παγκόσμια οικονομική κρίση, η Δύση άρχισε την έρευνα για νέες αγορές και η Κίνα χαρκτηριζόμενη μέχρι τότε ως η άκρη του κόσμου, μετατράπηκε στη “φάμπρικα του κόσμου”.
Από τότε, εδώ στην πόλη μου (σ.τ.σ Σαντιάγκο Χιλής), ντυνόμαστε με ενδύματα που κατασκευάζονται στην Κίνα. Μαγειρεύουμε με κινέζικα σκεύη, τα εργαλεία και τα έπιπλά μας κατασκευάζονται από Κινέζους. Αυτοκίνητα, ηλεκτρονικοί υπολογιστές και άλλα τόσα, φτιάχνονται στη Κίνα.
Στις μέρες μας, οι γυναίκες λαμβάνουν τη σύνταξή στα 55 τους χρόνια και οι άνδρες στα 60. Ωστόσο, παρατήρησα μία κλήση απ’όλους προς την εργασία, για να απασχολούνται και να έχουν τη δυνατότητα να συμβάλλουν. Είναι σαν να δημιουργούν το μέλλον με τα μάτια στραμμένα στον ορίζοντα. Ένα κοινό μέλλον κοινωνιών που μοιράζονται για το κοινό πεπρωμένο του ανθρώπινου είδους, όπως είχε πει ο Xi Jinping στην εναρκτήρια ομιλία του στα Ηνωμένα Έθνη το 2018.
Ένας φίλος μου στη Τσονγκτσίνγκ μου είπε ότι σχεδόν μόλις η ομιλία ολοκληρώθηκε, μεταφράστηκε κατευθείαν σε όλες τις ομιλούμενες κινέζικες διαλέκτους, εκτυπώθηκε σε μορφή βιβλίου και εστάλη σε λιγότερο από ένα μήνα μέσω ταχυδρομείου σε κάθε νοικοκυριό της αχανούς αυτής χώρας. Εξεπλάγη τόσο με αυτή τη διευκρίνηση, ότι η κυβέρνηση δηλαδή διένειμε σε κάθε σπίτι το βιβλίο αυτό, που του ζήτησα ένα αντίγραφο.
Και, να’το, το έλαβα με το ταχυδρομείο. Ένα αντίγραφο πολύ καλής ποιότητας, 197 σελίδων, τυπωμένο και στην αγγλική γλώσσα.
Αυτή την εβδομάδα ο Xi, υπογράμμισε τη σημασία της “κατεύθυνσης” του Κομμουνιστικού Κόμματος προς μία εορταστική διάλεξη για τα τεσσαρακοστά γενέθλια του οικονομικού ανοίγματος της χώρας. Ο Πρόεδρος Xi υπογράμμισε ότι η Κίνα θα συνεχίσει προς την οδό του ανοίγματος και της ανάπτυξης, αλλά ακολουθώντας τους δικούς της ρυθμούς. “Θ’αλλάξουμε με αποφασιστικό τρόπο ό,τι μπορεί να μεταρρυθμιστεί και δεν θα’αλλάξουμε ό,τι δεν πρέπει ν’αλλάξουμε“. Ιδιαίτερη σημασία δόθηκε στο ζήτημα της ατμοσφαιρικής ρύπανσης.
“Σε μία χώρα με 5000 χρόνια ιστορίας και πληθυσμό άνω του 1,4 δισεκατομμυρίου κατοίκων, κανένα εγχειρίδιο δεν μπορεί να θεωρηθεί ο χρυσός κανόνας και δεν υπάρχει καθοδηγητής που θα μπορούσε να δώσει διαταγές στο λαό”, είπε μεταξύ άλλων…
Από την πλευρά μου, παραμένω προσηλωμένη στη διαδικασία αυτού του αξιαγάπητου λαού, που αιχμαλωτίζει το ενδιαφέρον μου, παρόλο τον ύποπτο τρόπο που η Δύση μεταχειρίζεται τις πληροφορίες γύρω απ’αυτόν. Έναν λαό που δεν φαίνεται να υποφέρει από την παρούσα κρίση, ούτε και ν’αμφιβάλλει για τις εναλλακτικές που του προσφέρονται αλλά παραμένει υπερβολικά απασχολημένος στην επιθυμία του να δημιουργήσει το μέλλον.
——————-
Μετάφραση από τα γαλλικά για την ελληνική Pressenzza: Ανδρέας Παπαγγελόπουλος.