Γράφει ο Άρης Χατζηστεφάνου.
Πρώτη δημοσίευση, Εφημερίδα των Συντακτών, 15/12/2018.
Ο θεός, υποστηρίζουν ορισμένοι, έφτιαξε τον κόσμο και οι Ολλανδοί την Ολλανδία. Σε αντίθεση όμως με τον πρώτο, ο οποίος αποφάσισε κάποια στιγμή να ξεκουραστεί, οι Ολλανδοί συνέχισαν απτόητοι μέχρι τη στιγμή που συνειδητοποίησαν ότι είναι σε θέση να παράγουν ακόμη και τους δικούς τους σεισμούς.
To Χρόνινγκεν, μια πόλη περίπου 200 χιλιόμετρα βορειοανατολικά του Αμστερνταμ αντιμετωπίζει εδώ και δεκαετίες καταστροφικές σεισμικές δονήσεις λόγω της άντλησης φυσικού αερίου από το γιγαντιαίο κοίτασμα που βρίσκεται στο υπέδαφός του.
Υστερα από χρόνια κινητοποιήσεων, η εταιρεία φυσικού αερίου ΝΑΜ (κονσόρτσιουμ της Shell και της ExxonMobil) αναγκάστηκε να πληρώσει εκατομμύρια δολάρια σε αποζημιώσεις, ενώ η κυβέρνηση υποσχέθηκε να σταματήσει την εκμετάλλευση του κοιτάσματος τα επόμενα χρόνια.
Η «κατάρα του Χρόνινγκεν» όμως δεν ξεκίνησε με τους σεισμούς. Η ανακάλυψη του φυσικού αερίου το 1959 λίγο έλειψε να προκαλέσει ανεπανόρθωτη ζημιά στην εθνική οικονομία, αποδεικνύοντας ότι το πετρέλαιο και το φυσικό αέριο δεν αποτελούν πάντα ευλογία για μια χώρα. Οπως μου εξηγούσε την περασμένη εβδομάδα ο Ρικ βαν ντερ Πλόεγκ, Ολλανδός καθηγητής Οικονομικών και πρώην υπουργός Οικονομικών στην κυβέρνηση των εργατικών, «οι τεράστιες εξαγωγές φυσικού αερίου σήμαιναν και μεγάλη ζήτηση για το εθνικό νόμισμα της Ολλανδίας, γεγονός το οποίο πίεσε ανοδικά την τιμή του.
Το αποτέλεσμα ήταν η υπόλοιπη βιομηχανία στην Ολλανδία να γίνει λιγότερο ανταγωνιστική, καθώς ήταν πλέον πολύ πιο δύσκολο να εξαγάγεις προϊόντα στο εξωτερικό».
Σύμφωνα με τον Βαν ντερ Πλόεγκ, «παρά το γεγονός ότι ήμασταν πλούσιοι από πλευράς φυσικού αερίου, η βιομηχανία μας υπέφερε δημιουργώντας ανεργία». Το συγκεκριμένο φαινόμενο ονομάστηκε Ολλανδική Ασθένεια και είναι μία μόνο από τις αρνητικές συνέπειες που μπορεί να επιφέρει η αιφνίδια ανακάλυψη πλουτοπαραγωγικών πηγών σε μια οικονομία.
«Αρκετές χώρες που ανακάλυψαν πετρέλαιο», μου εξηγεί ο οικονομολόγος που θεωρείται αυθεντία στη λεγόμενη Ολλανδική Ασθένεια, «κατέληξαν με πολύ χειρότερες οικονομικές αποδόσεις αλλά και πολύ μεγαλύτερη ανισότητα και φτώχεια από ό,τι είχαν πριν ανακαλύψουν το πετρέλαιο ή το φυσικό αέριο».
Προφανώς υπάρχουν και περιπτώσεις όπου η ανακάλυψη φυσικών πόρων ήταν ευλογία. Χαρακτηριστικότερο παράδειγμα αποτέλεσε η Νορβηγία, η οποία τοποθέτησε τα έσοδα του πετρελαίου σε ένα ταμείο κρατικών επενδύσεων το οποίο δραστηριοποιείται στο εξωτερικό και το οποίο θα αποτελέσει το δίχτυ ασφαλείας για τις επόμενες γενιές, όταν θα εξαντληθούν τα αποθέματα ή όταν οι διεθνείς τιμές του πετρελαίου καταστήσουν την άντληση μη κερδοφόρα.
Οπως μου εξηγεί όμως ο Ολλανδός πρώην υπουργός, σε χώρες που έχουν προβληματικά Συντάγματα και ασθενές κράτος δικαίου το αποτέλεσμα είναι να γιγαντωθεί η διαφθορά. «Τα καλύτερα μυαλά της χώρας δεν σκέφτονται πώς να μεγαλώσουν την πίτα, αλλά πώς να πάρουν το μεγαλύτερο κομμάτι».
Οταν όμως του έθεσα το ερώτημα εάν η Ελλάδα και η Κύπρος κινδυνεύουν να «κολλήσουν» την Ολλανδική Ασθένεια, σε περίπτωση που επιβεβαιωθούν οι εκτιμήσεις για την ύπαρξη κοιτασμάτων φυσικού αερίου στη νοτιοανατολική Μεσόγειο, έλαβα μια απρόσμενη απάντηση:
Η Ελλάδα, μου είπε, γνώρισε ήδη μια μορφή της Ολλανδικής Ασθένειας στα πρώτα χρόνια της ευρωζώνης όταν σημειωνόταν μεγάλη ροή κεφαλαίων από χώρες με πλεονάσματα, όπως η Ολλανδία και η Γερμανία, σε χώρες με ελλείμματα, όπως η Ελλάδα, η Ιταλία και η Ισπανία. Το φαινόμενο αυτό, μου εξήγησε, αποτελεί εξίσου μεγάλη ευθύνη της Γερμανίας και όχι μόνο της Ελλάδας, η οποία έχοντας ενταχθεί στην ευρωζώνη έδινε μια μάχη χωρίς τα νομισματικά της όπλα, δηλαδή «με το ένα χέρι δεμένο στην πλάτη».
«Οπως συνέβη και με την Ολλανδική Ασθένεια», αναφέρει ο Ρικ βαν ντερ Πλόεγκ, «η αληθινή ισοτιμία των νομισμάτων αυτών των χωρών επιδεινώθηκε. Οι οικονομίες έγιναν λιγότερο ανταγωνιστικές και παρήγαγαν τεράστια επίπεδα ανεργίας».
Σήμερα η Ολλανδική Ασθένεια, αλλά και αρκετές ακόμη σχετικές «παθήσεις» ίσως χτυπήσουν και πάλι την πόρτα της ελληνικής αλλά και της κυπριακής οικονομίας εάν επιβεβαιωθούν οι πληροφορίες για τη δυνατότητα κερδοφόρας εξόρυξης φυσικού αερίου στη Μεσόγειο. «Σε αυτή την περίπτωση», υποστηρίζει ο συνομιλητής μου, «η Ελλάδα ίσως δει και πάλι ξένο χρήμα να μπαίνει στη χώρα. Και το ερώτημα είναι τι θα το κάνει. Αν το σπαταλήσει θα έρθει η καταστροφή. Η λύση όμως δεν είναι να το τοποθετήσει σε ένα ταμείο (όπως η Νορβηγία), αλλά να το επενδύσει στην ελληνική οικονομία και σε ιδιωτικά πρότζεκτ που θα αντιμετωπίσουν την ανεργία, κυρίως για τους νέους».
Η ιστορία, όμως, φαίνεται πως έχει όχι έναν αλλά δύο δράκους. Ο πρώτος είναι τα φαινόμενα διαφθοράς που πάντα γιγαντώνονται σε χώρες με προβληματικό κράτος δικαίου. Και ο δεύτερος είναι το κατά πόσο τα έσοδα θα μείνουν στη χώρα ή θα φύγουν για την αποπληρωμή του χρέους.
«Θα είναι τραγικό, αν υπάρξουν έσοδα, να μη χρησιμοποιηθούν για την ανοικοδόμηση της οικονομίας και να πάνε στους δανειστές», υποστηρίζει ο διεθνούς φήμης οικονομολόγος, συμπληρώνοντας ότι «η συμφωνία που αποδέχθηκε η Ελλάδα από το ΔΝΤ και την Ε.Ε. σημαίνει ότι η χώρα δεν θα μπορέσει να αποπληρώσει το χρέος ούτε στον αιώνα τον άπαντα».