Κρυμμένοι σαν τον Αστερίξ και τον Οβελίξ στο θησαυροφυλάκιο της Ευρώπης, οι Ελβετοί ψηφοφόροι απειλούν να ανατρέψουν εκ των έσω το τραπεζικό σύστημα της χώρας τους με ένα δημοψήφισμα. Οι δημοσκόποι δεν αναμένουν εκπλήξεις. Αυτό, όμως, δεν έλεγαν και για το Brexit; – γράφει ο Άρης Χατζηστεφάνου.
Είθε οι Ελβετοί να τολμήσουν
Μάρτιν Γουλφ (Financial Times)
Αποστολή: Ελβετία
«Θέλετε να τινάξετε στον αέρα τον τρόπο με τον οποίο λειτουργούν οι τράπεζες στον σύγχρονο καπιταλισμό; Ψηφίστε Ναι ή Όχι». Αν δεχθούμε την παλιά ρήση ότι «οι εκλογές θα ήταν παράνομες αν μπορούσαν να αλλάξουν τα πράγματα», τότε οι εμπνευστές του δημοψηφίσματος που θα πραγματοποιηθεί την Κυριακή στην Ελβετία θα έπρεπε να… τουφεκιστούν για παραδειγματισμό. Οι Ελβετοί πολίτες όμως το απαίτησαν και τώρα καλούνται να λάβουν μια τόσο ριζοσπαστική (αν και ελαφρώς διαφορετικά διατυπωμένη) απόφαση: αν θα απαγορεύσουν στις ιδιωτικές τράπεζες να δημιουργούν επιπλέον χρήμα.
Ως γνωστόν, οι τραπεζίτες προσφέρουν δάνεια τα οποία δεν καλύπτονται από τις καταθέσεις που έχουν στα θησαυροφυλάκιά τους. Προσφέρουν δηλαδή κεφάλαια που δεν διαθέτουν. Σε παλαιότερες εποχές, η μόνη τους ανησυχία ήταν να μη ζητήσουν όλοι οι καταθέτες ταυτόχρονα τα χρήματά τους, γεγονός που θα προκαλούσε το λεγόμενο bank run, τον τραπεζικό πανικό. Στα χρόνια του καπιταλισμού-καζίνο όμως, απλώς… σταμάτησαν να ανησυχούν.
Γνωρίζοντας ότι το κράτος θα παρέμβει για να τους διασώσει (με τα χρήματα των φορολογούμενων) άρχισαν να χρησιμοποιούν όλο και πιο σύνθετα χρηματοπιστωτικά εργαλεία για να παράγουν χρήμα από το πουθενά. Σε χώρες όπως η Βρετανία, οι τράπεζες δημιουργούν πλέον πάνω από το 90% του χρήματος που κυκλοφορεί στην αγορά. Και το κάνουν με φερεγγυότητα που χαρακτήριζε τους αλχημιστές του Μεσαίωνα.
Η πρωτοβουλία για το λεγόμενο sovereign money ή Vollgeld (κρατικό χρήμα), την οποία καλούνται να εγκρίνουν ή να απορρίψουν οι Ελβετοί πολίτες, υπόσχεται να τερματίσει αυτή την ασυδοσία δίνοντας στην κεντρική τράπεζα το αποκλειστικό δικαίωμα δημιουργίας χρήματος. Οι υποστηρικτές της αναφέρουν ότι έτσι θα απελευθερώσουν το κράτος από την ομηρία των τραπεζιτών, θα αποτρέψουν επερχόμενες φούσκες και χρηματοπιστωτικές κρίσεις και θα ακυρώσουν την περίφημη αρχή too big to fail (πολύ μεγάλη για να αφεθεί να καταρρεύσει) με την οποία οι τραπεζίτες εκβιάζουν για τη διάσωσή τους, μεταφέροντας τις αποτυχίες τους στους φορολογούμενους.
Φαινομενικά το sovereign money φαντάζει σαν μια ακραία ριζοσπαστική κίνηση, που για κάποιο λάθος της ιστορίας φύτρωσε σαν εντελβάις στη χώρα των τραπεζιτών. Μια πιο προσεκτική ματιά όμως αποδεικνύει ότι αρκετοί από τους υποστηρικτές του δεν προέρχονταν από κάποια οργάνωση αγανακτισμένων ή από τη μετεξέλιξη του κινήματος κατά της παγκοσμιοποίησης, αλλά από τους πιο «σκοτεινούς διαδρόμους» της οικονομικής σκέψης.
Πρώτος επιχείρησε να καλύψει την πρωτοβουλία με τις φτερούγες του ο Μάρτιν Γουλφ, επικεφαλής οικονομολόγος των Financial Times και πρώην στέλεχος της Παγκόσμιας Τράπεζας. Αφού υπενθύμισε ότι από το 1970 έως το 2011 ζήσαμε 147 εθνικές τραπεζικές κρίσεις, προέβλεψε ότι το σημερινό σύστημα, που έχει ρυθμιστεί να παράγει λιγότερες αλλά μεγαλύτερες κρίσεις, σύντομα θα καταρρεύσει. «Οι τράπεζες», έλεγε σε πρόσφατη συνέντευξή του, «θα χρησιμοποιήσουν τα υπερκέρδη τους σε επιχειρήσεις-λόμπι για να μειώσουν την κρατική επιτήρηση και -με τον Τραμπ στην εξουσία- η κατάρρευση θα έρθει ακόμη πιο σύντομα».
Η παρέμβαση του Μάρτιν Γουλφ αποτέλεσε, όπως ήταν αναμενόμενο, κόκκινο πανί για αρκετούς αριστερούς οικονομολόγους. Ακαδημαϊκοί όπως ο Τζο Μίτσελ υπενθύμιζαν ότι η βασική λογική πίσω από το Vollgeld γεννήθηκε από ένα είδος «μουτζαχεντίν» της ελεύθερης αγοράς, στο Σικάγο της δεκαετίας του ’30, και προωθήθηκε από τον πατέρα του νεοφιλελευθερισμού, Μίλτον Φρίντμαν.
Ο Μίτσελ εξηγούσε ότι αυτή η μονεταριστική προσέγγιση (η αντίληψη δηλαδή ότι βασικά μακροοικονομικά προβλήματα μπορούν να λυθούν με την αυξομείωση της προσφοράς χρήματος) δοκιμάστηκε και από τη Θάτσερ τη δεκαετία του ’80, οδηγώντας τη Μεγάλη Βρετανία σε ύφεση και έκρηξη της ανεργίας.
Είναι λοιπόν το «κρατικό χρήμα» μια προσπάθεια επιστροφής στις ρίζες του πιο σκληρού νεοφιλελευθερισμού, η οποία ενδύεται έναν μανδύα ριζοσπαστισμού και καταφέρνει έτσι να αποπλανήσει μεγάλα τμήματα της Αριστεράς;
Αρκετοί Ελβετοί φαίνεται να έχουν διαφορετική άποψη. Οι δημοσκόποι βλέπουν πίσω από τους υποστηρικτές του Vollgeld μεγάλο κομμάτι της Αριστεράς, των πιο φτωχών και κυρίως των νέων ψηφοφόρων, που ζητούν άμεσες λύσεις για την ασυδοσία των τραπεζών. Παρά το γεγονός ότι το ΝΑΙ έχει ελάχιστες πιθανότητες επιτυχίας και κανένα πολιτικό κόμμα δεν στηρίζει την πρωτοβουλία, αν πλησιάσεις έναν τραπεζίτη στη Γενεύη ή τη Βασιλεία, ίσως και να δεις μια σταγόνα κρύου ιδρώτα να τρέχει πίσω από το αυτί του.
Το ενδεχόμενο η κυκλοφορία του χρήματος να φύγει από τους ανεξέλεγκτους τραπεζίτες και να έρθει πιο κοντά στις εκλεγμένες κυβερνήσεις ίσως να είναι απλώς ένα εργαλείο και όχι πραγματική λύση στα προβλήματα του καπιταλισμού. Θα μπορούσε όμως να σημάνει στροφή των επενδύσεων στην παραγωγική οικονομία και ενίσχυση του κοινωνικού κράτους. Και αυτό το σενάριο θα έκανε τους μονεταριστές υποστηρικτές του «κρατικού χρήματος» να θέλουν να πνιγούν σε μια κατσαρόλα με καυτό φοντί.
Διαβάστε επίσης: Why the Swiss should vote for «Vollgeld»
O Μάρτιν Γουλφ στους Financial Times ξιφουλκεί εναντίον των ιδιωτικών τραπεζών για να σώσει, όπως λέει, την ελεύθερη αγορά.
——
Πηγή: Εφημερίδα των Συντακτών – www.info-war.gr