Οι Τυνήσιοι ψήφισαν την Κυριακή στις πρώτες ελεύθερες δημοτικές τους εκλογές, ένα μεγάλο βήμα σε μια δημοκρατική μετάβαση που έχει επηρεαστεί από την απογοήτευση για την έλλειψη θέσεων εργασίας και οικονομικών ευκαιριών. Τα κόμματα Ennahda και Nidaa Tounis, που σχηματίζουν συνασπισμό σε εθνικό επίπεδο, αναμένεται να κυριαρχήσουν στις δημοσκοπήσεις σε 350 δήμους.
Η Τυνησία έχει χαιρετιστεί ως η μόνη δημοκρατική επιτυχία της Αραβικής Άνοιξης, επειδή ανατράπηκε το 2011 το μακρόβιο απολυταρχικό καθεστώς του Zine El Abidine Ben Ali, χωρίς να προκληθεί σοβαρή βία ή να το διαδεχθεί άλλο αυταρχικό καθεστώς.
Όμως, ο ενθουσιασμός για δημοκρατική αλλαγή έχει επηρεαστεί εδώ και πολύ καιρό από τα χαμηλά επίπεδα διαβίωσης, που οδήγησαν ορισμένους Τυνήσιους να κάνουν τη επικίνδυνη θαλάσσια διαδρομή στην Ευρώπη αναζητώντας εργασία και έκαναν μερικούς άλλους να στραφούν στο μαχητικό Ισλάμ.
“Σκόπευα να μποϊκοτάρω (την ψηφοφορία), αλλά άλλαξα γνώμη την τελευταία στιγμή”, δήλωσε ο Μοχάμεντ Αλί Αμπάντι στο Reuters κατά την αποχώρησή του από ένα εκλογικό τμήμα. “Αντιμετωπίζουμε πολλά οικονομικά προβλήματα, αλλά θα συνεχίσουμε το δρόμο μας προς μια πραγματική δημοκρατία”.
Η προσέλευση σε τρία εκλογικά κέντρα που επισκέφθηκε το Reuters στην πρωτεύουσα Tunis δεν ήταν τόσο δυναμική και αφορούσε κυρίως ηλικιωμένους ψηφοφόρους, ενώ οι νέοι κάθονταν σε κοντινές καφετέριες. “Θέλω δουλειά”, είπε ένας νεαρός άνδρας με το όνομα Ramzi. «Κανείς δεν μας νοιάζει τα τελευταία χρόνια και υποφέρουμε από την ανεργία».
Η κύρια πρόκληση θα είναι να ανταποκριθούν οι τοπικοί προϋπολογισμοί στις προσδοκίες των ψηφοφόρων, σε μια χώρα όπου η κεντρική κυβέρνηση λαμβάνει τις βασικές αποφάσεις για το πώς και πού δαπανώνται τα χρήματα.
Ένας νέος νόμος προβλέπει τη λήψη ορισμένων αποφάσεων σταδιακά σε τοπικό επίπεδο, αν και δεν είναι σαφές πώς θα λειτουργήσει στην πράξη.
Δυτικοί δωρητές θέλουν να παρέχουν κεφάλαια στα δημοτικά συμβούλια για να ξεκινήσουν έργα από την πρώτη κιόλας μέρα. Αυτά θα προστεθούν στο ήδη υπάρχον δάνειο δισεκατομμυρίων του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου και διάφορων επίσης χωρών που δάνεισαν για να βοηθήσουν στην κάλυψη ενός δημοσιονομικού ελλείμματος που προκλήθηκε από τις πολιτικές αναταραχές και μια πολιτική που οδήγησε σε ένα από τα υψηλότερα ελλείμματα του δημοσίου τομέα παγκοσμίως.
Η πολύ μεγάλη εξάρτηση της οικονομίας της Τυνησίας από τις ξένες επιχειρήσεις την ανάγκασαν να παρέχει φορολογικά πλεονεκτήματα στους διεθνείς επενδυτές – τα οποία την οδήγησαν μέσω ελλειμμάτων του προϋπολογισμού στην παγίδα του χρέους. Το δημόσιο χρέος της είναι 60% του ΑΕΠ της και η χώρα πληρώνει σχεδόν 20% των εσόδων της στους ξένους πιστωτές της, γεγονός που σημαίνει ότι τα χρήματα αυτά εκρέουν στο εξωτερικό, προκαλώντας της μια προβληματική αιμορραγία.
Εκτός αυτού το ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών της Τυνησίας γίνεται όλο και πιο ελλειμματικό, οπότε αυξάνεται το εξωτερικό της χρέος, κάτι που συνήθως συμβαίνει όταν σε μια χώρα εισβάλλουν το ΔΝΤ και οι πολυεθνικές εταιρίες ή/και ιδιωτικοποιούνται οι επιχειρήσεις της από ξένους επενδυτές. Τα ελλείμματα συνοδεύονται από την υποτίμηση του νομίσματος, οπότε από τον περιορισμό της αγοραστικής δύναμης των νοικοκυριών, με τελικό αποτέλεσμα τη μείωση του βιοτικού επιπέδου.
Η οικονομία της χώρας οδηγήθηκε σκόπιμα και μονόπλευρα σε ελάχιστους εξαγωγικούς τομείς. Προωθούνται κλάδοι όπως η κλωστοϋφαντουργία, τα απλά μηχανήματα και οι ηλεκτρικές συσκευές, οι οποίοι κυριαρχούνται από τις ευρωπαϊκές επιχειρήσεις, με τις γερμανικές εταιρίες να διαδραματίζουν σημαντικό ρόλο, αφού περί τις 250 έχουν επενδύσει 350 εκατομμύρια ευρώ στην Τυνησία, αποτελώντας τους μεγαλύτερους εργοδότες.
Μέσω αυτών των ξένων επενδύσεων έχει δημιουργηθεί μια οικονομική κουλτούρα, η οποία εξειδικεύεται σε κλάδους με χαμηλά κεφαλαιακά κέρδη, ενώ ταυτόχρονα οι ξένοι επενδυτές επιδιώκουν τη μεγιστοποίηση των κερδών τους κυρίως μέσω της ελαχιστοποίησης του κόστους παραγωγής, ειδικά όσον αφορά το εργατικό κόστος. Αυτά τα κέρδη μεταφέρονται με νόμιμους ή παράνομους τρόπους στις έδρες των ξένων επενδυτών (υπερτιμολογήσεις, φορολογικές απάτες, κλπ), οπότε η Τυνησία αιμορραγεί διαρκώς, με αποτέλεσμα να υποχωρεί νομοτελειακά η οικονομία της.
——–
Πηγές: middleeastmonitor.com, analyst.gr