Η παράσταση «Το Ευχαριστώ», που ανέβασαν το 7ο Γυμνάσιο Κορυδαλλού σε σκηνοθεσία των Αγγέλικα Σταυροπούλου και Στέφανου Αχιλλέως (oμάδα Cheek-Bones) στο Onassis Youth Festival 2018 στη Στέγη του Ιδρύματος Ωνάση, ανεβαίνει και πάλι στο Πνευματικό Κέντρο του Δήμου Κορυδαλλού, το Σάββατο 12 Μαΐου, στις 9.00 μ.μ. Στο πλαίσιο ελευθερίας αυτής της θεατρικής πράξης, η «συνάντηση» των εφήβων με τον Αριστοτέλη φέρει την ορμή της «συνάντησης» με την επιθυμία γνώσης.
«Υπάρχει εκεί, πράγματι, κάτι το απρόσμενο, κάτι που δεν το περιμέναμε. Είναι η έκπληξη!
Μια συνάντηση εισάγει μία τομή ανάμεσα σε ένα πριν και ένα μετά και προκαλεί, επ’ ευκαιρία, μια ρήξη [..] κυρίως με μία γνώση.
Ως εκ τούτου, η σχέση με τη γνώση αλλάζει.
Διότι η ερώτηση τίθεται: θέλουμε, ή όχι, να μάθουμε κάτι από τη συνάντηση;
Χρειάζεται, πράγματι, θάρρος – για να αντιμετωπίσουμε το πραγματικό του απρόβλεπτου και να ξεφύγουμε από τη φαντασίωση της οποίας είμαστε αιχμάλωτοι».
Χρειάζεται η γενναιότητα που ανακαλούν οι έφηβοι επί σκηνής με την επανάληψη της φράσης: «Το θάρρος που άρθρωσαν όσοι ανδρείοι είχαν φτάσει στο παρελθόν στο ίδιο σημείο».
Η «συνάντηση» είναι και η κεντρική ιδέα της παράστασης
Ο Νίκος και η Μάχη συναντιούνται σε μια αποβάθρα – σημείο μετάβασης, τη χρονική στιγμή της προσωπικής τους μετάβασης από την παιδικότητα στην ενηλικίωση. Μια βαλίτσα με μεταβατικά αντικείμενα (κουβερτάκι, αρκουδάκι, βιβλίο κ.α.) μεταφέρεται ως θησαυροφυλάκιο σημαινόντων, ιχνηλατώντας και ιχνογραφώντας τη μετάβασή τους. Καθώς εξελίσσεται η γνωριμία τους, η ζωή σφύζει γύρω τους μέσα από την δράση των συνομηλίκων τους, γεννώντας ερωτήματα που καθώς ζητούν απαντήσεις, ανοίγουν νέα ερωτήματα. Ο/η κάθε έφηβος/η έρχεται στη σκηνή με τις ιδιαίτερες δυσκολίες και τον μοναδικό τρόπο να στέκεται απέναντι σε αυτές, να αναρωτάται για την ουσία της ευτυχίας, της φιλίας, της χαράς, της αλήθειας. Ερωτήσεις που απασχολούν τον άνθρωπο σε όλη τη ζωή και στις οποίες ανακαλύπτει την αδυναμία του να δώσει οριστική απάντηση.
«Δεν γνωρίζω αν υπάρχει τελικά απάντηση για το τί εστί φιλία», λένε οι έφηβοι στην εξέλιξη του τόσο ζωντανού διαλόγου τους με τα Ηθικά Νικομάχεια.
Αναγνωρίζουν έτσι πως υπάρχει κάτι που διαφεύγει. Κι ευτυχώς! Γιατί εκεί, σε αυτό που δεν είναι πλήρες νοήματος, εδράζεται η επιθυμία γνώσης. Η σκηνοθετική ομάδα Cheek-Bones, αφουγκρασμένη τα ερωτήματα των εφήβων, που αναδύονται στη συνάντησή τους με το λόγο του Αριστοτέλη, έχει τη διορατικότητα να φέρει στη σκηνή αυτή τη ρωγμή. Την έλλειψη, η οποία ελευθερώνει την επιθυμία για γνώση. Το «ό,τι» κάθε ζωντανό ον έχει μέσα στον ίδιο τον εαυτό του, «ό,τι» ο Αριστοτέλης ονομάζει «αρχήν της κινήσεώς του = αρχή της αύξησής του».
Το «τι ην είναι» του Αριστοτέλη, καθώς αναζητάει τη φύση της Αρετής, τοποθετείται αριστοτεχνικά μέσα από τους αυτοσχεδιασμούς των εφήβων στη μεσότητα μεταξύ της υπερβολής και της έλλειψης. Μας φέρνουν ως θεατές μπροστά στην έννοια του υποκειμένου την οποία εισαγάγει ο Αριστοτέλης όταν μιλά για τη μεσότητα σε σχέση όχι προς το μέσον αλλά προς το άτομο: «φυσικά όχι το μέσον το σε σχέση προς το πράγμα, αλλά το σε σχέση προς εμάς».
Μας συνδέουν με τη γνώση πως η αναγνώριση του φίλου ισοδυναμεί με την αναγνώριση του γεγονότος της ύπαρξής του ως ξέχωρου – από εμάς – υποκειμένου και αντιστοιχεί στην ίδια τη συναίσθηση για τη δική μας ύπαρξη.
«Σε ευχαριστώ που μου έμαθες να βλέπω», είναι «Το ευχαριστώ» που απευθύνει ο φίλος στο φίλο. Μία δυνατή ίσως απάντηση στο «τί εστί φιλία».
Στιγμιότυπο από την παράσταση “Το ευχαριστώ”, φωτογραφία Κική Παπαδοπούλου,
από τη σελίδα Στέγη Ιδρύματος Ωνάση.
«Το ευχαριστώ» είναι και το ερώτημα που απεύθυνα στην Αγγέλικα Σταυροπούλου – μία από τους σκηνοθέτες της παράστασης – και στην Έλενα Τουτουδάκη, υπεύθυνη καθηγήτρια.
Μετά τη διάδραση με τους εφήβους στο πλαίσιο της θεατρικής πράξης, ποιό «Το ευχαριστώ» που θα τους αποδίδατε;
Aγγέλικα Στ.: Το όλο αυτό εγχείρημα είχε κάτι το απρόσμενο. Οι συναντήσεις μας ήταν μία φορά της εβδομάδα και ακόμη θυμάμαι αυτήν την προσμονή που είχα κάθε φορά για την επόμενη συνάντηση. Σα να γινόμουν και εγώ παιδί με τα παιδιά μαζί. Ευχαριστώ για αυτήν την “παιδικότητα” που κάθε φορά μου θύμιζαν τα παιδιά, κάτι πολύ σημαντικό να μας ακολουθεί στη ζωή μας, την εμπιστοσύνη που μας έδειχναν και μας βοηθούσαν κάθε φορά να συνεχίζουμε, μιας και ήταν μια μεγάλη διαδρομή και οι μεγάλες διαδρομές συναντούν πολλά στο διάβα τους. Μα πάνω απ’ όλα ευχαριστώ τον καθένα και την καθεμία πραγματικά για την αυθεντικότητά του/της, την ειλικρίνεια του/της, για τη φροντίδα και την αγκαλιά, που έδωσαν σε όλα όσα κάναμε μαζί.
Έλενα Τ.: Είναι ανείπωτο το φως αυτής της παράστασης και ο ορίζοντας που άνοιξε για μένα. Άλλαξε τη σχέση μου με τους μαθητές και τις μαθήτριες μου. Μπορώ πια να χαίρομαι την όποια μας ανταλλαγή, που ισοδυναμεί με τη χαρά να δημιουργούμε μαζί τη στιγμή. Ένα μεγάλο ευχαριστώ για αυτή την ανέλπιστη ευτυχία!
Έχουμε πολλά να μάθουμε από τους μαθητές! Ο ζωντανός διάλογος των εφήβων του σήμερα με τα Ηθικά Νικομάχεια του Αριστοτέλη, μας συνδέει ως θεατές με την αναζήτηση του «τι ην είναι». Τί είναι εκείνο που υπάρχει στο σημείο εκκίνησης κάθε προσπάθειας για μάθηση, για σύνδεση, για ζωή με νόημα; Χιλιετίες μετά τον Αριστοτέλη που το άρθρωσε, παραμένει ερώτημα ανοιχτό, όπως και η ουσία, το «στοιχείον» του κάθε υποκειμένου που είναι ιδιαίτερο και πάντα θα διαφεύγει της καταγραφής και στοιχειοθέτησής του. «Το υποκείμενο: ένα πράγμα περίπλοκο, εύθραυστο, για το οποίο είναι τόσο δύσκολο να μιλήσουμε και χωρίς το οποίο δε μπορούμε να μιλήσουμε».
Αυτή είναι και η ιδιαίτερη αξία αυτής της παράστασης. Το ότι βάζει στο κέντρο της συνάντησης του λόγου του Αριστοτέλη με τη φωνή των εφήβων του σήμερα, το κάθε υποκείμενο και το ερώτημά του, στρέφοντας μας στο δικό μας προσωπικό ερώτημα. Η αυλαία κλείνει με μια σύσταση και μια ερώτηση ανοιχτή στο θεατή που θα θελήσει να ενσκήψει μέσα του για να συναντηθεί με τον άλλο:
«Με λένε Μάχη, μάχομαι. Εσένα πως σε λένε;»