Ζούμε σε μια εποχή κατά την οποία η βία είναι θεσμοθετημένη και θεωρείται φυσιολογική η μνησικακία και η εκδικητικότητα ανάμεσα στα ανθρώπινα όντα, παρόλο που αυτό μας προκαλεί οδύνη. Μπορεί να αντιστραφεί αυτή η κατάσταση; Σε αναζήτηση μιας απάντησης, τρεις μελετητές του μηνύματος του Σίλο, ο Ντάριο Έργας Μπενμαγιόρ [1], ο Χοσέ Ριβαντενέιρα Οριχουέλα [2] και η Μαντελέν Τζον Πότσι-Έσκοτ [3],σύντομα θα εκδώσουν το δοκίμιο «Πρόταση προς τη Συμφιλίωση», ένα κείμενο – πρόταση, στο οποίο καταδύονται στα βάθη του ανθρώπινου όντος για να συναντήσουν τη «σκοτεινή πλευρά» και τη «φωτεινή πλευρά» που κρύβουμε όλοι και που μας βυθίζουν στην απόλυτη θλίψη ή στη χαρά και στην ελπίδα. Τελικά…είναι δυνατή η συμφιλίωση;
Της Τζούντιθ Πουρισάγα
Pressenza.- Μαντελέν, γιατί να γράψει κάποιος ένα δοκίμιο πάνω στη Συμφιλίωση;
Μ.Τ.- Η ιδέα προέκυψε ως σύγκλιση ανάμεσα σε τρεις φίλους. Και οι τρεις, για διαφορετικούς λόγους, δουλέψαμε πάνω στο θέμα. Από τη μια πλευρά, με προσωπικό τρόπο, γιατί όσον αφορά το θέμα της υπέρβασης της οδύνης, η συμφιλίωση είναι θεμελιώδης· και επιπλέον μας φαίνεται ένα κεντρικό θέμα. Αν κάποιος επιθυμεί μια γεμάτη ζωή, με συνεισφορά στην κοινωνία και με αυξανόμενη ευτυχία, δεν μπορεί να μνησικακεί με τον εαυτό του με τους αγαπημένους του και ούτε με τα ανθρώπινα όντα γενικά· είναι αντιπαραγωγικό. Η ευτυχία και η μνησικακία είναι εντελώς αντίθετα πράγματα, είναι αντώνυμα.
Από την άλλη πλευρά, σε κοινωνικό επίπεδο, είναι φανερό ότι ζούμε μια κρίση σε παγκόσμιο επίπεδο και στο Περού, συνυπάρχοντας καθημερινά με τη βία σε ποικίλες εκφάνσεις. Και πιστεύω ότι για όλους επίσης είναι σχεδόν κοινός τόπος η αναγνώριση του γεγονότος ότι έχουμε πολλή μνησικακία μεταξύ μας, ανάμεσα στα διαφορετικά άτομα και κοινωνικές ομάδες που συμβιώνουμε σ΄ αυτή τη χώρα, και ότι επιπλέον κουβαλάμε ιστορικές μνησικακίες.
Αναμφισβήτητα, η βία που ζούμε σχετίζεται με πολλούς παράγοντες. Ένας από αυτούς τους παράγοντες είναι η μνησικακία. Τώρα, αν θέλεις να συνεισφέρεις σε μια μη βίαιη κοινωνία, χωρίς διακρίσεις, περισσότερο δίκαιη και περισσότερο ανθρώπινη, έρχεσαι αντιμέτωπος με το θέμα ότι πρέπει να ξεπεράσεις τις μνησικακίες που έχουμε. Πρέπει να βαδίσουμε προς μια κοινωνική συμφιλίωση. Επομένως, είμαστε τρία διαφορετικά άτομα που έχουμε δουλέψει γι’ αυτό το δοκίμιο. Ένα από αυτά ζει στο Χουανκάγιο, ο Χοσέ Ριβαντενέιρα. Ο Χοσέ εργάστηκε ως διευθυντής στον Τόπο της Μνήμης, και γι αυτό ήταν συνδεδεμένος άμεσα με το θέμα , με την πρόσφατη μνήμη, γιατί οι Τόποι της Μνήμης αναφέρονται στα 20 χρόνια εμφυλίου πολέμου.
P: Στο δοκίμιο μιλάτε πολύ για τους διαφορετικούς παράγοντες που υποδαυλίζουν το θέμα της μνησικακίας και που κάνουν αναγκαία και επείγουσα τη συμφιλίωση. Μίλα μου λίγο γι΄ αυτό.
Ξεκινήσαμε από μια διαπίστωση : ότι, στην πραγματικότητα, η ερώτηση για τη συμφιλίωση συνδέεται με την ερώτηση για το νόημα της ζωής. Γιατί αν τίποτα δεν έχει νόημα, τότε γιατί θα έπρεπε να συμφιλιωθείς; Ή αναρωτιέσαι και νιώθεις την ανάγκη της συμφιλίωσης γιατί αναρωτιέσαι επίσης για ένα νόημα στη ζωή σου, στις πράξεις σου. Βεβαίως, μπορεί κάποιος να προσπαθήσει να ζήσει «γεμίζοντας το χρόνο του» μέχρι να πεθάνει. Δηλαδή, αυτό που ξέρεις με βεβαιότητα είναι ότι κάποια στιγμή πρόκειται να πεθάνεις και αυτό το γεγονός έχει μεγάλο αντίκτυπο. Μπορείς να αποφύγεις το θέμα αλλά πάντα θα έρχεσαι αντιμέτωπη με το γεγονός της θνητότητας και γι΄ αυτό πρέπει να αναρωτηθείς για το νόημα της ζωής. Για το ανθρώπινο ον, το να κάνει τα πράγματα χωρίς νόημα είναι ματαιωτικό, του αφαιρεί κάθε κίνητρο. Επομένως, μια ζωή που δεν έχει νόημα είναι η ρίζα της οδύνης. Γι΄ αυτό συνδέουμε τόσο το θέμα του νοήματος με την υπέρβαση της οδύνης και επίσης, με την υπέρβαση της μνησικακίας. Αντίθετα, αν η ζωή σου έχει ένα νόημα για σένα, μια κατεύθυνση, δε θα θελήσεις να μείνεις παγιδευμένος στη μνησικακία.
P : Και σε αυτό προστίθενται και άλλοι κοινωνικοί παράγοντες που αναφέρετε, όπως ότι η βία είναι «φυσιολογική»…
Αυτό που λέμε εμείς είναι ότι η παγκόσμια κρίση που ζούμε τώρα είναι μια κρίση του τέλους μιας μακράς ιστορικής περιόδου που στηρίχθηκε σε αξίες και πεποιθήσεις που εξαντλούνται, που δεν ανταποκρίνονται πια στις ανάγκες του ανθρώπινου όντος. Αυτή είναι η αιτία της κρίσης τη σήμερον ημέρα. Ωστόσο, αυτές οι πεποιθήσεις ακόμα λειτουργούν και αποτελούν εμπόδιο για να προχωρήσουμε προς μια νέα ιστορική στιγμή. Ποιες είναι αυτές οι πεποιθήσεις; Υπάρχουν πολλές, αλλά εμείς ξεχωρίζουμε αυτές που μας φαίνονται κεντρικές.
Αρχικά, η πίστη στην αποτελεσματικότητα της βίας. Αν ρωτήσεις τον οποιονδήποτε, θα σου πει ότι δε θέλει τη βία. Ωστόσο, επιβιώνει η πεποίθηση ότι είναι αναγκαία, χρήσιμη, αποτελεσματική. Αυτή η πεποίθηση είναι πολύ περίπλοκη γιατί, πώς, λοιπόν, μπορείς να αναζητάς μια μορφή κοινωνικής συνύπαρξης αν πιστεύεις ότι δεν είναι δυνατή και ότι η βία είναι αναγκαία; Θα την αποδεχθείς και κάθε φορά που πιέζει λίγο η κατάσταση, θα την απαιτείς. Επομένως είναι μια πεποίθηση που μας εμποδίζει να πετύχουμε αυτό που θέλουμε.
Έπειτα, η πεποίθηση ότι το ανθρώπινο ον είναι ένα ον «φυσικό», μηχανικό, «είναι έτσι από τη φύση του», γι΄ αυτό είναι βίαιο από τη φύση του, είναι μέρος της φύσης. Αυτή η απαρχαιωμένη και μηχανική σύλληψη του ανθρώπινου όντος επίσης είναι εξαιρετικά περιοριστική σε προσωπικό επίπεδο και σε κοινωνικό επίπεδο. Εμείς, μέσα στο Μήνυμα του Σίλο, πιστεύουμε ότι το ανθρώπινο ον είναι κυρίως ένα ον με πρόθεση και χάρη στην πρόθεσή του μπορεί να τροποποιεί όχι μόνο τη φύση αλλά επίσης να τροποποιεί τον εαυτό του· κι επομένως αυτό αφήνει το μέλλον εντελώς ανοιχτό. Είναι μια άλλη ματιά. Γι΄ αυτό το λόγο, δεν ισχύει «αυτό είναι έτσι και δεν μπορεί να αλλάξει». Όχι, μπορεί να αλλάξει!
P: Και πότε πιστεύεις ότι παρουσιάστηκε αυτή η διαστροφή της προθετικότητας, ότι το ανθρώπινο ον άλλαξε τόσο την οπτική του γωνία και ότι δεν αναζητά να αλλάξει αλλά, αντίθετα, καταφεύγει στο θέμα της βίας για να λύσει τα προβλήματα της ζωής του;
Μ.Τ : Για να το πούμε καλύτερα, αυτές οι πεποιθήσεις έχουν ιστορική ρίζα.. Πιστεύω ότι υπάρχει και μια άλλη πεποίθηση που είναι περίπλοκη: η πίστη στην αξία της οδύνης. Κι έτσι λέει η παροιμία : «Αυτό που δε σου κοστίζει, δεν το υπολογίζεις». Αυτό αποκαλύπτει μια απόδοση αξίας στην οδύνη. Είναι σα να λυτρώνεσαι μέσω της οδύνης. Λοιπόν, στην πραγματικότητα, τα θρησκευτικά πρότυπα που υπερισχύουν σ΄ αυτά τα μέρη, αναφέρονται σε ένα Λυτρωτή που υποφέρει, που υποφέρει και πεθαίνει για να λυτρώσει το ανθρώπινο ον. Αυτές είναι πεποιθήσεις που έχουν ιστορική ρίζα και τώρα χρειαζόμαστε νέες πεποιθήσεις, γιατί το ανθρώπινο ον δεν είναι στατικό, αλλά προχωράει. Εκείνο που κάποια στιγμή υπήρξε χρήσιμο, φθείρεται και δείχνει τα όριά του· επομένως χρειάζεται να αλλάξει, είναι πάντα έτσι. Αυτές οι πεποιθήσεις έχουν φθαρεί, αλλά ακόμα δεν μπορούμε να πούμε ότι έχουν εξαντληθεί, γιατί αν ήταν έτσι, θα ζούσαμε σε έναν άλλο κόσμο. Τώρα βρισκόμαστε σε έναν κόσμο που πεθαίνει μέσα σε κρίση και επίσης σε ένα νέο κόσμο που αρχίζει να ζυγώνει, που θέλει να βλαστήσει.
P: Πώς βιώνει το ανθρώπινο ον τα δύο κεντρικά θέματα: τη μνησικακία και τη συμφιλίωση;
Μ.Τ.: Η πρώτη μεγάλη δυσκολία που συναντάμε στο θέμα της συμφιλίωσης είναι ότι δεν είναι πάντα εύκολο να αναγνωρίσουμε τη μνησικακία. Είναι πολύ εύκολο αν μνησικακώ με ένα πρόσωπο, γιατί πιστεύω ότι με έχει βλάψει, μου έχει προκαλέσει πόνο, κι επομένως και μόνο που το σκέφτομαι, νιώθω ένταση. Εδώ είναι πολύ εμφανές. Αλλά δεν είναι πάντα έτσι, για πολλούς λόγους, μερικές φορές γιατί τα συναισθήματα μνησικακίας δεν είναι καθαρά. Για παράδειγμα, κάποιος μπορεί να μνησικακεί με κάποιο πολύ κοντινό του πρόσωπο για το οποίο νιώθει επίσης στοργή. Υπάρχουν πολλές μορφές μνησικακίας που δεν είναι τόσο φανερές και που εμφανίζονται ως έλλειψη εσωτερικής ειρήνης, ως αδιαφορία, έλλειψη χαράς της ζωής, έλλειψη μέλλοντος. Κάποιες φορές τις ανιχνεύει κανείς μέσω κοινωνικών δεικτών όπως η βία και ο φόβος. Γιατί αν πιστεύεις ότι οι άλλοι σε έχουν κάνει να υποφέρεις, φοβάσαι τους άλλους, φοβάσαι ότι θα σε ξανακάνουν να πονέσεις. Όπως στην περίπτωση μερικών προσώπων που, μετά το τέλος μιας ερωτικής σχέσης, φοβούνται να ξεκινήσουν μια σχέση με καινούριο σύντροφο· και έτσι προχωρούν στη ζωή σα σκαντζόχοιροι, έχοντας σκληρύνει, με πανοπλίες, για να μην υποφέρουν. Ο φόβος, πολλές φορές, όταν κάποιος καταδύεται στα βάθη του, αποκαλύπτεται πως είναι προϊόν μνησικακίας.
P: Επομένως, είναι η συμφιλίωση ένα θεμελιώδες γεγονός και το πρώτο βήμα για την υπέρβαση της οδύνης και για τη μεταμόρφωση του ανθρώπινου όντος;
Εγώ νομίζω ότι είναι θεμελιώδες, δεν το βλέπω με άλλο τρόπο. Αλλά το γεγονός ότι αναγνωρίζω ότι μνησικακώ δε με οδηγεί αναγκαστικά στην απόφαση να θέλω να συμφιλιωθώ. Νομίζω ότι αυτό συμβαίνει όταν κάποιος αρχίζει να καταλαβαίνει πόσο αρνητικό είναι να μνησικακείς, όταν κάποιος αρχίζει να καταλαβαίνει μέσα στην ίδια του τη ζωή ότι η μνησικακία, στην πραγματικότητα, του αφαιρεί τη ζωή . Δηλαδή, η μνησικακία με κρατά παγιδευμένο στο παρελθόν, δεν μπορώ να προχωρήσω.
Λέτε: «δένεσαι στο παρελθόν και κλείνεις το μέλλον σου»…
Έτσι είναι. Και κάποιος πρέπει να πει : «Θέλω να βγω από αυτή την κατάσταση, θέλω να μάθω να συμφιλιώνομαι με τις καταστάσεις που μου προκάλεσαν πόνο, με τα πρόσωπα· θέλω να απελευθερωθώ από αυτή την αλυσίδα- αυτό που στην πραγματικότητα είναι ένα δίχτυ από σκιές, μια σκοτεινιά, αυτό είναι η μνησικακία, αυτό το πηγάδι της θλίψης, έτσι δεν είναι ; Θέλω να βγω από αυτό. Θέλω να μπορώ να ζω με μεγαλύτερη χαρά, με περισσότερο ενθουσιασμό, με την καρδιά ανοιχτή, θέλω να μπορώ να αγαπώ…». Επιτέλους. Και τότε κάποιος λέει : Ωραία, πώς θα το κάνω αυτό;
Ποια είναι η διαφορά ανάμεσα στη συμφιλίωση και στη θρησκευτική πρακτική «γυρνάω το άλλο μάγουλο;»
Ναι βέβαια, αν κάποιος με βλάψει, γυρνάω το άλλο μάγουλο, αλλά εξακολουθώ να μνησικακώ. Δηλαδή, πώς αυτό μου λύνει το πρόβλημα; Δε μου το λύνει, συνεχίζω να μνησικακώ. Επομένως, τι να κάνω για να βγω από τη μνησικακία; Για να συμφιλιωθώ; Αρχικά, μας φαίνεται ότι υπάρχει ένα σημείο-κλειδί σε αυτό, γιατί συνήθως κανείς ακούει ότι ο κόσμος δικαιολογεί τη μνησικακία μέσω αυτού που τους έχει συμβεί: «Μνησικακώ με το τάδε πρόσωπο, γιατί μου έκανε αυτό κι αυτό».Στην πραγματικότητα όμως δεν είναι αυτό που μου έκανε ο άλλος που μου προκαλεί μνησικακία, δεν είναι η επώδυνη κατάσταση, είναι η απάντηση που δίνω, αυτή που επιλέγω, αυτή που με οδηγεί στο μονοπάτι της οδύνης ή της συμφιλίωσης. Δεν είμαι ένα μηχανικό ον, κι απέναντι σε έναν πόνο που κάποιος μου προκαλεί, έχω ποικίλες επιλογές απαντήσεων. Εδώ έχει τη ρίζα της η ελευθερία επιλογής του ανθρώπινου όντος. Αυτό βρίσκεται σε συμφωνία με το νόημα που έχω, με αυτό που θέλω να δημιουργήσω στη ζωή μου. Και υπάρχουν πολύ συγκινητικά παραδείγματα ανθρώπων που , απέναντι σε καταστάσεις μεγάλου πόνου, αποφασίζουν με πρόθεση να μη βαδίσουν από το μονοπάτι της εκδίκησης και της βίας αλλά να πάρουν το μονοπάτι της συμφιλίωσης και να στοχεύσουν στο μετασχηματισμό της κατάστασης που τους προκαλεί πόνο.
Και αυτό τον τρόπο διαχείρισης, αυτή την πρόθεση σε προσωπικό επίπεδο, κάποιος μπορεί επίσης να την προβάλει σε κοινωνικό επίπεδο;
Ακριβώς, βλέπει κανείς το παράδειγμα του Μαντέλα, που έμεινε 21 χρόνια στη φυλακή, και όταν βγήκε, το πρώτο που είπε ήταν: «Δε θέλω εκδίκηση, δε θέλω βία». Φυσικά, είναι ένα αξιοθαύμαστο παράδειγμα, είναι ένα σημείο αναφοράς, ένα πρόσωπο πολύ αγαπητό· όμως σε διαφορετικούς χώρους κανείς ακούει εξαιρετικές ιστορίες. Μου διηγήθηκαν μια ιστορία, δεν ξέρω αν είναι αλήθεια ή όχι, για μια Εβραία κυρία στο Ισραήλ. Ένας νεαρός Παλαιστίνιος έβαλε βόμβα στο σπίτι της και σκότωσε τη μοναχοκόρη της· και μετά τα γεγονότα, φυσικά, ήρθαν δημοσιογράφοι περιμένοντας ότι εκείνη θα έλεγε κάτι βίαιο κι εκείνη είπε μόνο: « Είμαι συνταραγμένη και πολύ λυπημένη, γιατί εδώ υπήρξαν δυο νεκροί, η κόρη μου και ο νεαρός παλαιστίνιος που έβαλε τη βόμβα, και οι δυο υπήρξαν θύματα της βίας. Θρηνώ και για τους δυο». Λοιπόν, εμένα αυτό με συγκινεί. Αυτή η γυναίκα, εκείνη τη στιγμή, διαλέγει ένα δρόμο. Και παρόμοια και στο Περού επίσης υπάρχουν πολλά παραδείγματα.
Και πιστεύεις ότι είναι δυνατή μια συμφιλίωση από την πλευρά των οικογενειών που έχασαν τους αγαπημένους τους στην εποχή της βίας στο Περού; Εκείνοι δεν καταφέρνουν να καταλάβουν και έχουν ένα συναισθηματικό φορτίο πολύ βαρύ που κρατά μνησικακία και που δε φτάνει τη συμφιλίωση.
Πάντοτε είναι δυνατή, αλλά είναι μια προσπάθεια με πρόθεση. Είπες κάτι σημαντικό: ότι δεν καταφέρνουν να καταλάβουν. Πιστεύω ότι η συμφιλίωση δεν είναι λήθη, γιατί τι να κάνει κάποιος για να ξεχάσει; Δηλαδή, συγχώρα με, αλλά αν μου έχουν σκοτώσει το γιο, πώς να κάνω σα να μην είχε υπάρξει ποτέ; Ο γιος μου είναι μέρος του εσώτερου κόσμου μου και του εαυτού μου, δεν μπορώ ποτέ να τον ξεχάσω. Επομένως, ο δρόμος δεν είναι η λήθη, αλλά ότι πρέπει να κάνω μια προσπάθεια για να καταλάβω αυτό που συνέβη από διαφορετικές οπτικές γωνίες. Μερικές φορές χρειάζεται μια προσπάθεια για να εξανθρωπίσουμε τον τρόπο που βλέπουμε το θύτη.
Σε τι αναφέρεσαι όταν λες να εξανθρωπίσουμε τον τρόπο που βλέπουμε το θύτη;
Σε κάθε ανθρώπινο όν υπάρχουν ματαιώσεις, υπάρχουν αποτυχίες ,αλλά υπάρχουν επίσης ελπίδες· σε κάθε ανθρώπινο όν υπάρχουν επίσης θαυμάσια πράγματα. Πολλές φορές όταν κάποιος βλέπει ένα άτομο πολύ βίαιο, και που είναι υπερβολικά τρυφερό με το παιδί του, για παράδειγμα, είναι σα μια αντίφαση· και πράγματι είναι μια αντίφαση. Επομένως κάποιος πρέπει να καταλάβει τι μας οδηγεί σε αυτές τις καταστάσεις τόσο μεγάλης αντίφασης…Αυτό σημαίνει να εξανθρωπίσουμε το βλέμμα, να προσπαθήσουμε να καταλάβουμε τον άλλον στο ανθρώπινο στοιχείο του. Όχι μόνο τη φρικτή ή αρνητική πλευρά αυτού του προσώπου. Αυτό είναι μια ολότητα, έχει αυτή την πλευρά αλλά επίσης έχει και άλλες. Είναι ένα ανθρώπινο ον, όπως εγώ· δε διάλεξε πιθανώς αυτή τη ζωή. Δεν είναι ότι από παιδί κάποιος τον ρωτά «Τι θέλεις να γίνεις όταν μεγαλώσεις;» και του απαντά «Θέλω να γίνω φονιάς»…Όχι, ο κόσμος ονειρεύεται άλλα πράγματα. Είναι τα ατυχήματα, οι ματαιώσεις, η έλλειψη ευκαιριών· τελικά, μια σειρά από καταστάσεις που εγκλωβίζουν τα άτομα, που δε βρίσκουν έξοδο και τους οδηγούν σε μονοπάτια που και γι΄ αυτούς τους ίδιους είναι πολύ οδυνηρά. Επομένως, πιστεύω ότι το θέμα της συμφιλίωσης χρειάζεται αυτή την προσπάθεια για να καταλάβουμε, για να διευρύνουμε το βλέμμα για να δούμε όλους τους παράγοντες που έχουν επιδράσει· αλλά μου φαίνεται ότι η συμφιλίωση δε σταματά εδώ. Νομίζω ότι αυτή χρειάζεται μια δέσμευση και μια δράση προς το μέλλον ώστε οι συνθήκες που έκαναν δυνατή τη βία να μην επαναληφθούν.
«Για να μην επαναληφθεί», αυτή είναι η φράση που συνοψίζει τη δράση των Τόπων Μνήμης που βρίσκονται σε διαφορετικές περιοχές της χώρας και που ασχολούνται με τις συνέπειες των χρόνων της βίας.
Υπάρχει μια φράση που μου φαίνεται πολύ συγκινητική, η οποία ειπώθηκε κατά τη διάρκεια της ημέρας πνευματικής έμπνευσης στην οποία μας προσκάλεσε ο Σίλο το 2007, στο Πάρκο Μελέτης στο Πούντα ντε Βάκας, όπου κάνει μια ομιλία πάνω στο θέμα της Συμφιλίωσης και λέει: «Ούτε λήθη ούτε συγχώρεση. Συμφιλίωση!» και λέει ότι πρέπει να ρίξουμε μια εξανθρωπιστική ματιά πάνω στο δέρμα της τερατωδίας, διακρίνοντας μέσα σε μένα και μέσα στον άλλο τις αποτυχίες μας· αλλά επίσης το ωραίο μέσα μας, τις ελπίδες μας. Γιατί είναι με αφετηρία εκείνες τις ελπίδες, εκείνο το όμορφο που πάντα υπάρχει μέσα σε καθέναν από μας, απ΄ όπου μπορούμε να συγκλίνουμε για να κατασκευάσουμε ένα διαφορετικό μέλλον, ένα μέλλον καλύτερο από αυτό που προκάλεσε αυτή την οδύνη.
Μια που μιλάμε για τα χρόνια της βίας…γιατί είναι τόσο σημαντικός ένας Τόπος Μνήμης σ΄ αυτούς τους καιρούς;
Λοιπόν, είπαμε νωρίτερα ότι δεν μπορούμε να έχουμε λήθη. Σε τίποτα καλό δε μας οδηγεί το να προσπαθήσουμε να σβήσουμε ή να αλλοιώσουμε τη μνήμη. Ζήσαμε μια κατάσταση μεγάλης βίας και δε μείναμε σημαδεμένοι μόνο αυτοί που ζήσαμε εκείνη την εποχή της βίας, καθώς αυτό επηρεάζει ακόμα τα παιδιά μας, από γενιά σε γενιά. Επομένως εμείς πρέπει να εντάξουμε μέσα μας αυτή την κατάσταση, γιατί είχε έναν πολύ δυνατό αντίκτυπο. Αν εσύ ζεις καταστάσεις πολέμου (οι πόλεμοι είναι πάντα τερατώδεις), μετά τι να κάνεις για να πιστέψεις στο ανθρώπινο ον, τι να κάνεις όταν έχεις δει το χειρότερο από αυτό; Τι πρέπει να κάνεις για να ενσωματώσεις αυτή την κατάσταση, για να ενσωματώσεις αυτό το παρελθόν και που να σου επιτρέπει να δεις ανοιχτό το μέλλον, με ενθουσιασμό…ότι είναι δυνατό να αλλάξει; Δεν μπορούμε να κάνουμε σα να μη συνέβη, γιατί, ναι, συνέβη και είχε συνέπειες. Από την άλλη πλευρά, είναι απαραίτητος ένας Τόπος Μνήμης που μας βοηθά να καταλάβουμε τα γεγονότα και όλους τους παράγοντες που επέδρασαν, γιατί δε γίνεται να εξαφανίστηκαν 69.000 άτομα και να μην έχει σημασία, αυτό δεν είναι δυνατό. Κάθε ανθρώπινο ον είναι μοναδικό, αναντικατάστατο. Είναι πολύ σημαντικός ο Τόπος Μνήμης για να διασώσουμε την ανάμνηση καθενός από τα πρόσωπα που εξαφανίστηκαν. Αν κάνουμε σα να είναι μόνο ένα νούμερο, ανώνυμο, σα να μην υπήρξαν, σα να μην έχουν όνομα, απανθρωπιζόμαστε ως άτομα και ως κοινωνία. Χρειαζόμαστε την ανάμνηση του καθενός. Πρέπει να διασώσουμε την καλή μνήμη.
Στο κείμενό σας μιλάτε για την αντιμετώπιση των φόβων και πόνων για να μπορέσουμε να προχωρήσουμε μπροστά…
Έτσι είναι. Είναι μια προσπάθεια για να καταλάβουμε την ιστορία μας. Για να καταλάβουμε, από τη μια πλευρά, αυτή την εξαιρετική παρόρμηση του ανθρώπινου όντος για να αναπτυχθεί, για να προχωρήσει, για να ξεπεράσει, για να διορθώσει όλα τα λάθη που μπορεί να διαπράξει· πρέπει να καταλάβουμε όλο αυτό και να μπορέσουμε να το ξεπεράσουμε. Αν δεν έχεις επίγνωση ενός λάθους, πώς το ξεπερνάς; Για να μπορέσει κάποιος να προχωρήσει, να διορθώσει, χρειάζεται πρώτα να αναγνωρίσει: «εδώ υπάρχει ένα λάθος». Και το μονοπάτι της αναγνώρισης της αποτυχίας και του λάθους θα μας εμποδίσει να ξαναπεράσουμε από αυτό το αδιέξοδο. Είναι σημαντική αυτή η σκέψη, αυτή η αναγνώριση. Πώς θα πω: «δε θέλω άλλη βία»; Επειδή σκέφτομαι πάνω σε αυτό και λέω: «Όχι, αυτό είναι λάθος».
Αυτό το τόσο κρίσιμο θέμα φαίνεται ότι δεν έγινε κατανοητό από τις αρχές της επαρχίας Χουνίν, που στην αρχή της θητείας τους έκλεισαν τον Τόπο Μνήμης του Χουανκάγιο, τόπο όπου βιώθηκε με μεγάλη ένταση η εσωτερική βία.
Όλα αυτά τα πράγματα για τα οποία μιλάμε, αυτή η ανάγκη για μια καινούργια πνευματικότητα που έχει τη συμφιλίωση ως άξονα, τη μη- βία, την αναγνώριση της αξίας του άλλου ανθρώπινου όντος· νομίζω ότι ακόμα δεν είναι μαζική. Βρισκόμαστε σε αυτή τη διαδικασία. Αλλά φυσικά και πιστεύω ότι αναδύεται κάθε φορά και περισσότερο η ανάγκη να αναζητήσεις διεξόδους, να συναντήσεις αυτή την καινούργια πνευματικότητα που μας επιτρέπει να αποκτήσουμε επαφή με το άλλο ανθρώπινο ον αναγνωρίζοντας τη σημασία του, εκτιμώντας το στην αξιοπρέπεια του… Δεν είναι έξω, αυτό βρίσκεται στα βάθη του καθενός από μας. Μου φαίνεται ότι αυτή η καινούργια πνευματικότητα θα βλαστήσει όταν ανακαλύψουμε ότι στρεφόμενοι προς τον ίδιο μας τον εαυτό υπάρχουν όλα αυτά τα όνειρα που έχουμε, τα ιδανικά ενός αδελφικού κόσμου, μη βίαιου· αυτό υπάρχει μέσα μας. Και όχι μόνο ως ιδανικό αλλά και ως εμπειρία. Η εμπειρία της αγάπης υπάρχει μέσα σε καθέναν από μας. Αυτή μπορεί να είναι σκεπασμένη από στρώσεις φόβου, από πανοπλίες τελικά· αλλά στο βάθος του καθενός από εμάς υπάρχει η εμπειρία της αγάπης. Επομένως, πρέπει να μάθουμε να έχουμε πρόσβαση σε αυτή την πηγή της αγάπης, της ανθρωπιάς, της ελπίδας. Αυτή είναι μια καινούργια πνευματικότητα που επιβεβαιώνει τη χαρά της ζωής, που αρνείται το να πηγαίνεις ψάχνοντας για ενόχους, γιατί κατά βάθος αυτό δεν είναι ενδιαφέρον. Κοίτα, αν πω : «Εσύ είσαι ο ένοχος», εγώ δεν έχω τίποτα να διορθώσω. Δηλαδή, εγώ απαιτώ από εσένα να διορθώσεις εσύ, κι αν εσύ δε θέλεις, μπορώ να περάσω όλη μου τη ζωή περιμένοντας να κάνεις κάτι. Κι εγώ; Παθητικός.
Επομένως, μια προϋπόθεση για να το ξεπεράσουμε αυτό είναι η δράση;
Έτσι είναι, είναι η κατανόηση, ο εξανθρωπισμός του βλέμματος προς όλους τους εμπλεκόμενους, και είναι η δράση. Αυτή είναι μια κατάσταση στην οποία είμαστε όλοι εμπλεκόμενοι. Επομένως μου φαίνεται πολύ πιο ενδιαφέρον να επιλέξουμε ποια ζωή θέλουμε να ζήσουμε, να ανασκουμπωθούμε και να πιάσουμε δουλειά, ποια είναι η κοινωνία στην οποία θέλουμε να συνεισφέρουμε όσο καιρό θα ζούμε. Και αυτή η δράση με συνοχή, τελικά, με κάνει σταδιακά να συμφιλιώνομαι, γιατί μου δίνει την εμπειρία ότι το να αλλάζεις είναι δυνατό.
Το 1981 ο Σίλο είπε: « Πώς θα νικήσει το ανθρώπινο ον τη σκιά του; Βάζοντάς το στα πόδια; Αντιμετωπίζοντάς την; Κι αν ο κινητήρας της ανθρωπότητας είναι η εξέγερση ενάντια στο θάνατο, εξεγέρσου ενάντια στη ματαίωση και στην εκδίκηση». Είναι η συμφιλίωση μια πράξη εξέγερσης προς αυτές τις συνθήκες που σε οδηγούν στη μνησικακία και στην οδύνη;
Ναι, νομίζω ότι μπορεί να γίνει κατανοητή ως πράξη εξέγερσης, ως μια κραυγή ελευθερίας, ως μια επιβεβαίωση της ζωής. Κι εδώ, για μια ακόμη φορά σ΄ αυτή την παραπομπή που έκανες, ο Σίλο τη συνδέει με το νόημα της ζωής. Γιατί τελικά αν αναζητάς την εμπειρία του νοήματος της ζωής, και κάποιος ξέρει ότι όταν είναι ευτυχισμένος νιώθει σε ενότητα με τον εαυτό του, επομένως νιώθει ότι υπάρχει περισσότερο νόημα στη ζωή· αντίθετα, όταν κάποιος είναι μνησίκακος, έχει υποστεί βία, όταν είναι ματαιωμένος, είναι πιο δύσκολο να βρει το νόημα. Φαίνεται πως το «νόημα» έχει να κάνει με εσωτερικές καταστάσεις.
Επομένως, αυτή η αναζήτηση του νοήματος της ζωής προϋποθέτει να απαγγιστρωθούμε εσωτερικά, να απαγγιστρωθούμε από τις μνησικακίες, να συμφιλιωθούμε. Αλλά επιπλέον, αν εγώ προσεγγίζω σιγά-σιγά σε αυτή την εμπειρία, ότι, δηλαδή, υπάρχει ένα σημαντικό νόημα στη ζωή, καταλαβαίνω επίσης ότι χρειάζεται να ελευθερωθώ και να πάρω το δρόμο της συμφιλίωσης και της αδελφικής συνάντησης με το άλλο ανθρώπινο ον, γιατί το να μην το κάνω πηγαίνει ενάντια στην πρόθεσή μου. Τώρα, το νόημα της ζωής του, θα το βρει ο καθένας. Αυτό που εμείς επιβεβαιώνουμε είναι ότι είναι δυνατό να έχουμε μια εμπειρία υποψίας του νοήματος, της βεβαιότητας ότι δεν τελειώνουν όλα με το θάνατο.
Στη Θεραπεία της Οδύνης, ο Σίλο λέει αλληγορικά: « Από τη σκοτεινή άβυσσο ξαναγεννιέται το φως του πολυπόθητου νοήματος»…Τι σημαίνει αυτό;
Νομίζω ότι η βία, η μνησικακία, όλα αυτά τα πράγματα είναι πολύ σκοτεινά και πυκνά, είναι αυτό που ονομάζεται «η σκοτεινή πλευρά», όπως η δύναμη του Νταρθ Βέιντερ, αλλά που όλοι τη γνωρίζουμε, γιατί έχουμε επίσης ένα μικρό Νταρθ Βέιντερ ο καθένας από μας μέσα του. Η θλίψη, η αποθάρρυνση. Αντίθετα, όταν κάποιος είναι ευτυχισμένος, ερωτευμένος για παράδειγμα, ακτινοβολεί, έτσι δεν είναι; Βλέπει κανείς τη λάμψη στα μάτια του άλλου ατόμου. Πράγματι, το νόημα της ζωής , αυτή η βεβαιότητα ότι η ζωή δεν εμποδίζεται, ότι προχωράει, είναι μια φωτεινή παρόρμηση που μεταφράζεται ως χαρά, ενθουσιασμός, ως ελπίδα. Όλες αυτές είναι μεταφράσεις αυτού του νοήματος που ωθεί το ανθρώπινο ον από τις απαρχές του. Σε αυτό θα μας οδηγούσε η συμφιλίωση, είναι το να βγαίνεις από το σκοτάδι και να ανοίγεις το άπειρο μέλλον, γιατί οι δυνατότητες ανάπτυξης του ανθρώπινου όντος είναι απεριόριστες. Δεν ξέρουμε πώς θα είναι ο κόσμος από σήμερα σε λίγα χρόνια, αλλά θα εξαρτηθεί από αυτό που κάνουμε σήμερα. Είθε να συνεισφέρουμε με τον καλύτερο τρόπο σε εκείνον που ελπίζουμε ότι θα είναι ένας κόσμος πιο ανθρώπινος, πιο αδελφικός, που κάποιος θα νιώθει πραγματικά στο σπίτι του. Όμως πρέπει να αρχίσει κανείς από τον εαυτό του και είθε αυτό που έχει μέσα του να είναι η φωτεινή πλευρά.
Μετάφραση: Μαρία Κολιάκου
[1] Ντάριο Έργας , ανθρωπιστής συγγραφέας, συνεργάστηκε στη δημιουργία του Ανθρωπιστικού Κινήματος στην Αμερική και Ευρώπη, στην ίδρυση του Ανθρωπιστικού Κόμματος στη Χιλή, στη Διεθνή Ανθρωπιστική στη Φλωρεντία και στη διαμόρφωση της Περιφερειακής Λατινοαμερικανικής Ανθρωπιστικής.
[2] Χοσέ Ριβαντενέιρα, ερευνητής του Πάρκου Μελέτης και Περισυλλογής «Ιχουάνκο», κοινωνικός ακτιβιστής στο πεδίο των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και στην προώθηση της ενεργού μη- βίας.
[3] Η Μαντελέν Τζον, ερευνήτρια του Πάρκου Μελέτης και Περισυλλογής «Πούντα ντε Βάκας», προωθεί την ενεργό μη-βία και τη μη- διάκριση.