γράφει η Σμαρώ Μακροπούλου*
Η γερμανική εφημερίδα Neue Osnabrueckner Zeitung, σε άρθρο της την προηγούμενη εβδομάδα, αναφέρει πως οι γερμανικές αρχές κατέγραψαν τουλάχιστον 950 επιθέσεις εναντίον μουσουλμάνων και μουσουλμανικών ιδρυμάτων για το 2017, σύμφωνα με στοιχεία του Υπουργείου Εσωτερικών. Σύμφωνα με το Reuters, Ο Αϊμάν Μάζιεκ, επικεφαλής του Κεντρικού Συμβουλίου Μουσουλμάνων της Γερμανίας σε δήλωσή του στην εφημερίδα, αναφέρει πως ο αριθμός των επιθέσεων εναντίον του μουσουλμανικού πληθυσμού είναι πιθανώς πολύ μεγαλύτερος, αφού δεν καταγράφονται όλα τα περιστατικά από τις αρχές και κάποια θύματα δεν καταγγέλλουν τις επιθέσεις στην αστυνομία.
Η Ισλαμοφοβία στις δυτικές κοινωνίες και τα αντι-ισλαμικά αισθήματα φαίνεται πως παρουσιάζουν ανησυχητική αύξηση τα τελευταία χρόνια. Σύμφωνα με την Ετήσια Έκθεση για την Ισλαμοφοβία στην Ευρώπη (European Islamophobia Report) από το SETA Foundation για το 2016, «η έκθεση για το 2016, η οποία καλύπτει σχεδόν όλη την ευρωπαϊκή ήπειρο, δείχνει καθαρά ότι ο βαθμός της Ισλαμοφοβίας σε τομείς όπως η εκπαίδευση, η εργασία, τα μέσα ενημέρωσης, η πολιτική και το σύστημα δικαιοσύνης αυξάνεται… έχει ξεπεράσει το στάδιο της ρητορικής εχθρότητας και έχει γίνει σωματική εχθρότητα, την οποία οι μουσουλμάνοι βιώνουν στην καθημερινότητά τους, όντας στο σχολείο, στη δουλεία, στα τεμένη ή πολύ απλά στο δρόμο».
Η έννοια της πολυπολιτισμικότητας στις χώρες της Δύσης έχει αλλάξει εν μέσω της προσφυγικής κρίσης. Οι δυτικές κοινωνίες έχουν γίνει πιο εσωστρεφείς, και αυτό αντανακλάται έντονα στην πολιτική και δημόσια σφαίρα. Αντι-ισλαμικές πολιτικές υιοθετούνται ολοένα και περισσότερο από τις δυτικές κυβερνήσεις, τόσο σε Ευρώπη όσο και σε Αμερική, και η άνοδος ακροδεξιών ομάδων και πολιτικών κομμάτων έχουν αμφισβητήσει την ανεκτικότητα των δυτικών κοινωνιών. Η εσωστρέφεια και η εκδήλωση ισλαμοφοβικών αισθημάτων συνδέεται άμεσα με την φύση της τρομοκρατίας.
Το 2017 έγιναν πάνω από τρεις επιθέσεις σε Ευρώπη και Αμερική, όπου μουσουλμάνοι δράστες οδήγησαν οχήματα σε πλήθος πολιτών με μοιραίες απώλειες. Κάθε δράστης χαρακτηρίστηκε ως τρομοκράτης, τόσο από τις εκάστοτε πολιτικές και αστυνομικές αρχές όσο και από τα μέσα ενημέρωσης. Τον Αύγουστο του ίδιου έτους, ένας λευκός Αμερικανός πολίτης άνοιξε πυρ στο πλήθος μιας συναυλίας στο Las Vegas, σκοτώνοντας δεκάδες ανθρώπους και τραυματίζοντας εκατοντάδες ακόμα. Ωστόσο, ο χαρακτηρισμός της τρομοκρατίας δεν αποδόθηκε στην επίθεση, παρόλο που η πράξη ήταν το ίδιο αποτρόπαια. Όπως και σε καμία άλλη επίθεση μαζικού πυροβολισμού στις Ηνωμένες Πολιτείες, ή σε επιθέσεις ακροδεξιών εναντίων μειονοτικών ομάδων.
Αυτό που στην ουσία φαίνεται ως ένα απλό ζήτημα χαρακτηρισμού, στην πραγματικότητα οδηγεί στον στιγματισμό μιας ολόκληρης κοινότητας. Με αυτόν τον τρόπο υποδηλώνεται πως το να ονομάζεται ένας μουσουλμάνος δράστης ως τρομοκράτης είναι νόμιμο, ενώ το αντίθετο όχι.
Φυσικά, δεν υπονοείται εδώ ότι οι αποδεδειγμένες επιθέσεις ισλαμιστών δεν είναι τρομοκρατία, ωστόσο ο συστηματικός συσχετισμός του Ισλάμ με αυτή οδηγεί σε μια αναπόφευκτη ταύτιση των δύο εννοιών. Αυτός ο διαχωρισμός της βίας, σύμφωνα με τον οποίο οι μουσουλμάνοι μπορούν να είναι τρομοκράτες, αλλά η μη-μουσουλμάνοι όχι, δημιουργεί μια στερεοτυπική εικόνα για το Ισλάμ και τοποθετεί κάθε Μουσουλμάνο ως πιθανό τρομοκράτη.
Το να αποδίδουμε την ευθύνη σε κάποιον σε τέτοιες περιπτώσεις είναι μια φυσιολογική ανθρώπινη ανάγκη. Όλοι έχουμε την ανάγκη για κάποια εξήγηση όταν συμβαίνουν τρομοκρατικές επιθέσεις, για να μας βοηθήσει να δικαιολογήσουμε τον πόνο που προκαλούν. Το Ισλάμ, με το γνωστό του σε όλους jihad, αποτελεί πλέον έναν οικείο ένοχο. Η συστηματική ταύτιση του Ισλάμ με την τρομοκρατία δημιουργεί αυτή την τάση να βλέπουμε τους μουσουλμάνους ως ένα μέρος μιας ‘πέμπτης φάλαγγας’ και τους λευκούς άνδρες δολοφόνους ως εξαιρέσεις.
Ωστόσο, αυτή η ανάγκη μπορεί να μας παραπλανήσει. Οδηγεί στο να βλέπουμε τους δράστες αυτούς, ειδικά όταν είναι μουσουλμάνοι, ως αντιπροσωπευτικούς μιας ολόκληρης κοινότητας – οδηγεί στο να πιστεύουμε ότι αντιπροσωπεύουν έναν πόλεμο ιδεών και πολιτισμών. Όμως κάποιες φορές, η εναλλακτική και όχι τόσο ικανοποιητική εξήγηση για την τρομοκρατία, όπως ψυχική ασθένεια του δράστη, εξάρτηση ουσιών κλπ, είναι αυτή που ισχύει περισσότερο.
Η ταύτιση του Ισλάμ με την τρομοκρατία έχει εξαιρετικά επικίνδυνα αποτελέσματα. Ο δυτικός κόσμος έχει υποφέρει από πολλές επιθέσεις τα τελευταία χρόνια, και ο συνδυασμός του αισθήματος ανασφάλειας και της αντίληψης των μουσουλμάνων ως πιθανούς τρομοκράτες οδηγεί σε καχυποψία, φόβο και μίσος. Η απεικόνιση του Ισλαμ ως ένας επικύνδινος ‘άλλος’ απο τον πολιτικό και δημοσιογραφικό λόγο δημιουργεί ένα χάσμα, το οποίο τοποθετεί ορισμένες κοινωνικές ομάδες σε θέση άμυνας. Έτσι ελοχεύει ο κίνδυνος μιας διαχωρισμένης και ρατσιστικής κοινωνίας, στην οποία οι ισλαμοφοβικές επιθέσεις και οι ακροδεξιές ομάδες θα αυξάνονται. Η αναφορά της Neue Osnabrueckner Zeitung στις επιθέσεις εναντίον μουσουλμάνων είναι ένα μικρό παράδειγμα της αυξημένης Ισλαμοφοβίας, η οποία, δυστυχώς, δεν καταγράφεται από τα μέσα ενημέρωσης όσο θα έπρεπε. Αποτελεί, πάραυτα, έναν υπαρκτό κίνδυνο για τις δημοκρατικές κοινωνίες.
———-
*Η Σμαρώ Μακροπούλου, 24 ετών, είναι δημοσιογράφος και απόφοιτη του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης. Γεννήθηκε και μεγάλωσε στην Καβάλα και είναι κάτοχος μεταπτυχιακού με ειδίκευση στη Δημοσιογραφία Κρίσεων και Κινδύνου. Ερευνά τα ανθρώπινα δικαιώματα, την προσφυγική κρίση και θέματα της Μέσης Ανατολής.