Δελτίου Τύπου της Ελληνικής Ένωσης για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου
H μήνυση του Μητροπολίτη Κυθήρων κατά των συντελεστών της θεατρικής παράστασης «Jesus Christ Superstar», για «κακόβουλη βλασφημία» και «καθύβριση θρησκεύματος» με βάση τα άρθρα 198 και 199 του Ποινικού Κώδικα, επαναφέρει για πολλοστή φορά στην επικαιρότητα μια χρονίζουσα υστέρηση της ελληνικής έννομης τάξης, την οποία η Ελληνική Ένωση για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου δεν έχει κουραστεί να υπενθυμίζει. Οι επίμαχες διατάξεις δεν τιμωρούν τη διακινδύνευση της κοινωνικής ειρήνης αλλά την προσβολή σε βάρος του Θεού, σαν να είχε καν ανάγκη τέτοιας προστασίας. Αλλά και η υπεράσπιση αυτών των διατάξεων με επίκληση της κοινωνικής ειρήνης είναι εξόφθαλμα υποκριτική, καθώς όσοι προβάλλουν τέτοια επιχειρήματα είναι, εν τέλει, οι ίδιοι που υποδαυλίζουν τα θρησκευτικά πάθη.
Η ελευθερία του λόγου και της τέχνης, σε πείσμα της συνταγματικής κατοχύρωσής της, αποτελεί το επιφανέστερο θύμα αυτής της ποινικής μας ιδιαιτερότητας. Από τα «Μυστήρια της Κεφαλλονιάς» του Λασκαράτου μέχρι τον «Τελευταίο Πειρασμό» του Καζαντζάκη, από το κόμικ του Haderer μέχρι τον πίνακα του de Cordier και από τον «Άγιο Πρεβέζης» μέχρι το «Γέροντα Παστίτσιο», γενιές εγχώριων και ξένων συγγραφέων και καλλιτεχνών έχουν δοκιμάσει τους κινδύνους της δράσης τους στην Ελλάδα.
Ακόμη και αν η τέχνη δεν απειλείται τόσο από νόμους όσο από γραφικά φαινόμενα μισαλλόδοξης αυτοδικίας, και πάλι οι συντεταγμένες εξουσίες του κράτους θα έπρεπε να αποτρέπουν την κοινωνική μισαλλοδοξία και όχι να συμμαχούν μαζί της ή να της προσφέρουν επιχειρήματα. Είναι κατ’ αρχήν παρήγορο ότι με την τελευταία αυτή θεατρική παράσταση έχουν μέχρι στιγμής ασχοληθεί μόνο κληρικοί και όχι αστυνομικοί ή εισαγγελείς, πλην όμως ακριβώς το ίδιο συνέβη πρόσφατα στο Παλαιό Φάληρο με το γλυπτό «Φύλαξ», του οποίου η καταστροφή δεν φαίνεται να αποτέλεσε καν αντικείμενο έρευνας.