Ο Γιάννης Νάτσης, υπεύθυνος πολιτικής για την πρόσβαση στο φάρμακο της European Public Health Alliance (EPHA), ήταν καλεσμένος ομιλητής τον περασμένο Δεκέμβριο στην Αθήνα σε συνέδριο με θέμα Τιμολόγηση και Αποζημίωση των φαρμάκων. Η συνέντευξη που ακολουθεί δημοσιεύθηκε για πρώτη φορά στις 21/12/2017, στη συνδρομητική ιατρική επιθεώρηση HealthDaily, από την οποία και την αναδημοσιεύουμε.

 

HD: Η αίσθηση που έχουμε όλοι είναι ότι μετά από πολλά χρόνια στασιμότητας, κάτι αλλάζει στους κόλπους της Ε.Ε. αναφορικά με το φάρμακο, τις τιμές και την πρόσβαση. Κατά τη γνώμη σας είναι δικαιολογημένη αυτή η αίσθηση; Υπάρχουν κινήσεις που αλλάζουν το πεδίο συζήτησης στον χώρο του φαρμάκου και εάν ναι, ποιες είναι αυτές;
Το παιχνίδι αλλάζει, αυτό είναι γεγονός όχι εκτίμηση. Οι κυβερνήσεις ανησυχούν για τη βιωσιμότητα των συστημάτων υγείας ως εκ τούτου, αμφισβητούν για πρώτη φορά ανοικτά τη στρατηγική των φαρμακοβιομηχανιών. Τα τελευταία δύο χρόνια παρατηρούμε πρωτοφανείς σε πολιτικό επίπεδο συζητήσεις, με το θέμα των αδικαιολόγητα υψηλών τιμών ορισμένων φαρμάκων μονίμως στη κορυφή της ατζέντας των Υπουργών Υγείας των 28. Η Ολλανδική προεδρία και τα σχετικά συμπεράσματα των 28 Υπ. Υγείας του Ιουνίου 2016, η έκθεση του Ευρ. Κοινοβουλίου επί του ιδίου θέματος, οι καινοτόμες διακρατικές πρωτοβουλίες συνεργασίας Beneluxa, Valletta και Visegrad 4, η έμφαση του ΟΟΣΑ στο θέμα της πρόσβασης σε καλύτερα και προσιτά φάρμακα, η «καυτή» Ευρωπαϊκή και παγκόσμια συζήτηση γύρω από τις πατέντες και τα μονοπώλια στο χώρο του φαρμάκου είναι ορισμένες μόνο από τις πρόσφατες εξελίξεις που επιβεβαιώνουν το γεγονός ότι οι Υπουργοί Υγείας της Ε.Ε. λένε στη φαρμακοβιομηχανία «gameover» και απαιτούν από τις φαρμακευτικές εταιρείες άμεση και ουσιαστική αλλαγή συμπεριφοράς. Εξάλλου, μην γελιόμαστε οι συνεργασίες όπως η Beneluxa κ.ά. είναι απόρροια των παράλογων τιμών πολλών νέων φαρμάκων και του διάχυτου προβληματισμού ο οποίος μάλιστα είναι εντονότερος στα πλουσιότερα κράτη μέλη της Ένωσης. Είναι αξιοσημείωτο άλλωστε ότι η Beneluxa γεννήθηκε το 2015 μεταξύ του Βελγίου και της Ολλανδίας και στη συνέχεια, προστέθηκαν το Λουξεμβούργο και η Αυστρία, ενώ η ομάδα της Valletta συστήθηκε μόλις το περασμένο Μάιο απαρτιζόμενη από χώρες σαφώς λιγότερο εύπορες.

HD: Τον τελευταίο καιρό διεξάγονται συζητήσεις στους κόλπους της Ε.Ε. με θέμα τopatentprotection. Πού βρίσκονται αυτές οι συζητήσεις και πόσο θεωρείτε ότι μπορεί να συνδέονται με πολιτικές και νομοθετικές ρυθμίσεις και πρωτοβουλίες στον χώρο του φαρμάκoυ;
Πέρυσι, η Ολλανδική προεδρία έσπασε πολλά ταμπού διότι έβαλε για πρώτη φορά στο τραπέζι όλα τα προβλήματα του επιχειρηματικού φαρμακευτικού μοντέλου. Η φιλελεύθερη πρώην πλέον υπουργός Υγείας, κα Edith Schippers, γνωστή και ως η σιδηρά κυρία της Ολλανδίας, έπεισε τους ομολόγους της και οδήγησε την Ε.Ε. στα πιο ειλικρινή συμπεράσματα που έχουμε δει τα οποία συνυπέγραψαν οι 28 Υπουργοί Υγείας τον Ιούνιο 2016. Με αυτά κατέκριναν τις υψηλές τιμές, αμφισβήτησαν τη λεγόμενη «καινοτομία» υπενθυμίζοντας ότι ένα νέο φάρμακο δεν είναι απαραιτήτως καλύτερο από ένα υπάρχον και υπογράμμισαν, μεταξύ άλλων, το ρόλο της δημόσιας στήριξης στην έρευνα και ανάπτυξη (R&D) νέων θεραπειών. Επιπρόσθετα, οι Υπουργοί εξέπληξαν τους πάντες και σόκαραν τη φαρμακοβιομηχανία όταν ζήτησαν από την Ευρ. Επιτροπή να μελετήσει αν τα προνόμια και τα κίνητρα που σχετίζονται με τις πατέντες και που παρέχονται στις φαρμακευτικές αποφέρουν ουσιαστική καινοτομία ή αν οι εταιρείες τα καταχρώνται και κερδοσκοπούν σε βάρος των ασθενών και των δημόσιων προϋπολογισμών. Δεν έχει υπάρξει ποτέ στο παρελθόν σε τόσο υψηλό πολιτικό επίπεδο τέτοια κριτική συζήτηση για θέματα που άπτονται των δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας. Οι πατέντες είναι η «ιερή αγελάδα» για τις εταιρείες. Αυτό και μόνο δείχνει πόσο σοβαρές είναι οι προκλήσεις που αντιμετωπίζουν όλα τα κράτη-μέλη ανεξαρτήτως ΑΕΠ. Οι συζητήσεις γύρω από τις πατέντες και η αναζήτηση εναλλακτικών μοντέλων δεν περιορίζεται μόνο στην Ε.Ε. αλλά λαμβάνουν χώρα στον ΟOΣΑ καθώς και στα Ηνωμένα Έθνη ενώ επιμέρους κράτη-μέλη όπως η Ολλανδία φαίνονται πρόθυμα να πειραματιστούν με εναλλακτικές.

HD: Σε κάποιες χώρες της Ε.Ε., συμπεριλαμβανομένης και της Ελλάδας, βλέπουν το φως της δημοσιότητας καταγγελίες για ελλείψεις φαρμάκων. Πού κατά τη γνώμη σας οφείλονται αυτές, μια που μιλάμε για Ε.Ε. και με ποιες κινήσεις θα μπορούσε να εξαλειφθεί το φαινόμενο των ελλείψεων αυτών;
Οι αιτίες ποικίλουν και μπορεί να οφείλονται μεταξύ άλλων στη τιμολογιακή πολιτική των κρατών ή στις στρατηγικές επιλογές των εταιρειών. Οι ελλείψεις αυτές μπορεί να είναι τεχνητές ούτως ώστε να χρησιμοποιηθούν ως μοχλός πίεσης προς την εκάστοτε κυβέρνηση ή να έχουν να κάνουν με τις εξαγωγές και το παράλληλο εμπόριο.

HD: Στην Ελλάδα πρόσφατα δημοσιοποιήθηκε πρόθεση απόσυρσης φαρμακευτικού σκευάσματος από εταιρεία, ως απάντηση σε νομοθετική κίνηση από την πλευρά της κυβέρνησης. Μια που το θέμα έλαβε και ευρωπαϊκή διάσταση, ποια η κριτική σας πάνω στο ζήτημα;
Δεν πιστεύω ότι η εταιρεία θα τολμούσε να προβεί σε αντίστοιχη κίνηση αν βρισκόταν στην Ιταλία ή στην Ισπανία. Με άλλα λόγια, εκμεταλλεύτηκε την ιδιαίτερη κατάσταση της Ελλάδας αλλά δεν της βγήκε και εν τέλει αυτοπαγιδεύθηκε. Η ελληνική κυβέρνηση ορθώς διεθνοποίησε μία τέτοια προβληματική και επονείδιστη εταιρική συμπεριφορά. Αυτού του είδους οι κοντόφθαλμες απειλές δεν έχουν απήχηση πλέον, αμαυρώνουν τη συνολική εικόνα της φαρμακοβιομηχανίας και δυναμιτίζουν τις σχέσεις με τις κυβερνήσεις που είναι οι κεντρικοί πελάτες των εταιρειών. Προσωπικά, περίμενα μία ξεκάθαρη καταδίκη της εν λόγω φαρμακοβιομηχανίας από το ΣΦΕΕ αλλά κυρίως από τις ελληνικές οργανώσεις ασθενών.

HD: O ρόλος των συλλόγων ασθενών στη λήψη αποφάσεων στον χώρο της υγείας παραμένει ζητούμενο σε όλες σχεδόν τις χώρες της Ε.Ε . Πού κατά τη γνώμη σας οφείλεται αυτό;
Οι ασθενείς είναι και πρέπει να είναι ένα αναπόσπαστο κομμάτι των διαδικασιών λήψης αποφάσεων γύρω από το φάρμακο. Όσο περισσότερο ενσωματώνονται στη χάραξη της φαρμακευτικής πολιτικής, τόσο μεγαλύτερη προτεραιότητα πρέπει να δίνουν στην ανεξαρτησία τους και στη κριτική τους σκέψη. Η πρόσβαση στο φάρμακο είναι σήμερα θέμα κοινωνικής δικαιοσύνης και συνοχής ως εκ τούτου, η συζήτηση γύρω από το φάρμακο είναι πλέον πραγματική και όχι προσχηματική. Συνεπώς, οι οργανώσεις ασθενών οφείλουν να είναι πολύ πιο προσεκτικές στις σχέσεις τους με τη φαρμακοβιομηχανία. Η διαφάνεια από μόνη της δεν είναι πλέον αρκετή καθώς διαφάνεια για παράδειγμα, στο θέμα της χρηματοδότησής τους από τις εταιρείες δεν ισούται με ανεξαρτησία. Δυστυχώς, λόγω της επιθετικής τιμολογιακής πολιτικής των εταιρειών, δημιουργείται ανταγωνισμός μεταξύ των ασθενών καθώς τα συστήματα υγείας αδυνατούν να καλύψουν τις ανάγκες όλων και αναγκάζονται να προβούν στη διαλογή των ασθενών.

HD: Η αλλαγή της έδρας του ΕΜΑ από το Λονδίνο στο Άμστερνταμ, ενδέχεται κατά τη γνώμη σας να σηματοδοτήσει και αναβάθμιση του ρόλου του ΕΜΑ, ως ενός οργανισμού που κάνει περισσότερα πράγματα από το να εγκρίνει απλώς νέα φάρμακα, κάτι το οποίο αποτελεί αίτημα πολλών;
Λόγω της πρόσφατης αλλά πολύ έντονης συζήτησης επί των υψηλών τιμών των φαρμάκων, οι κυβερνήσεις αφυπνίζονται και αρχίζουν να διερωτώνται για το ποιος είναι ο ρόλος και οι ευθύνες των εθνικών οργανισμών φαρμάκων και κυρίως του Ευρ. Οργανισμού Φαρμάκων σε αυτό το θέμα. Πρέπει να επανεξετάσουμε το ρόλο και τα σήματα που στέλνει ο ΕΜΑ στην αγορά. Πόσο υψηλά θέτει τον πήχη για την έγκριση νέων φαρμάκων; Πόσο επηρεάζει η φαρμακοβιομηχανία τις αποφάσεις του; 22 χρόνια μετά την έναρξη της λειτουργίας του, απαιτείται μία κριτική θεώρηση του Οργανισμού. Ο ΕΜΑ άλλωστε δεν πρόκειται για έναν απλό επιστημονικό οργανισμό αλλά για ένα πανίσχυρο παγκόσμιο παίκτη ανάλογο του αμερικανικού FDA, με δισεκατομμύρια και τη δημόσια υγεία ως διακύβευμα. Πρέπει να σημειώσουμε ότι το 83% του συνολικού εισοδήματος του ΕΜΑ προέρχεται από τις φαρμακευτικές εταιρείες οι οποίες πληρώνουν για τις υπηρεσίες του. Αυτό οφείλεται σε μία πολιτική απόφαση της οποίας τις επιπτώσεις στην ανεξαρτησία και στη κριτική σκέψη του Οργανισμού πρέπει να αναλύσουμε. Ποιός είναι ο «πελάτης» του ΕΜΑ; Η δημόσια υγεία και το καλό όλων των ασθενών ή τα εμπορικά συμφέροντα των εταιρειών;