Αυτό είναι ένα κείμενο που έγραψε ο Εδουάρδο Γκαλεάνο τον Οκτώβριο του 1999 και στο οποίο μιλά για «Το δικαίωμα στο όνειρο».
Του Εδουάρδο Γκαλεάνο
Ξεκινά πια η νέα χιλιετία. Δε χρειάζεται να το παίρνουμε και τόσο στα σοβαρά: άλλωστε, το έτος 2001 των χριστιανών είναι το έτος 1379 των μουσουλμάνων, το 5514 των μάγια και το 5762 των Εβραίων. Η νέα χιλιετία ξεκινά μια πρώτη του γενάρη λόγω και χάρη σε ένα καπρίτσιο των γερουσιαστών της ρωμαϊκής αυτοκρατορίας, που μια ωραία μέρα αποφάσισαν να σπάσουν την παράδοση που ήθελε να γιορτάζεται η πρωτοχρονιά μέσα στην άνοιξη. Και ο υπολογισμός των χρόνων της χριστιανικής εποχής έρχεται κι αυτός από ένα άλλο καπρίτσιο: μια ωραία μέρα, ο πάπας της Ρώμης αποφάσισε να βάλει ημερομηνία στη γέννηση του Ιησού, αν και κανείς δεν ξέρει πότε γεννήθηκε.
Ο χρόνος διασκεδάζει με τα όρια που του βάζουμε για να πιστέψουμε στο παραμύθι πως αυτός μας υπακούει. Αλλά να που ο κόσμος ολόκληρος γιορτάζει και τρέμει αυτό το σύνορο.
Χιλιετία φεύγει, χιλιετία μπαίνει, η περίσταση είναι κατάλληλη για τους ρήτορες των φλεγόμενων λόγων να αγορεύσουν πάνω στη μοίρα της ανθρωπότητας, και για τους εκπροσώπους της οργής του Θεού να αναγγείλουν το τέλος του κόσμου και την έκρηξη των πάντων, ενώ ο χρόνος συνεχίζει, σιωπηλός, το δρόμο του μέσα από την αιωνιότητα και το μυστήριο.
Για να λέμε την αλήθεια, κανείς δεν αντιστέκεται: σε μια τέτοια ημερομηνία, όσο αυθαίρετη κι αν είναι, καθένας νιώθει τον πειρασμό να αναρωτηθεί πώς θα είναι οι καιροί που έρχονται. Και ποιος να το ξέρει; Ένα μόνο είναι βέβαιο: τον εικοστό πρώτο αιώνα, αν ακόμα είμαστε εδώ, όλοι εμείς θα είμαστε άνθρωποι του περασμένου αιώνα και, ακόμα χειρότερα, θα είμαστε άνθρωποι της προηγούμενης χιλιετίας.
Αν και δεν μπορούμε να μαντέψουμε τους καιρούς που έρχονται, έχουμε όμως τουλάχιστον το δικαίωμα να φανταζόμαστε πώς θέλουμε να είναι. Το 1948 και το 1976, τα Ηνωμένα Έθνη διακήρυξαν μακροσκελείς καταλόγους με τα ανθρώπινα δικαιώματα: αλλά η τεράστια πλειοψηφία της ανθρωπότητας δεν έχει άλλο από το δικαίωμα να βλέπει, να ακούει και να σωπαίνει. Πώς θα σας φαινόταν αν αρχίζαμε να ασκούμε το ουδέποτε «διακηρυγμένο» δικαίωμα στο όνειρο; Πώς θα σας φαινόταν αν παραληρούσαμε για λίγο; Ας εστιάσουμε το βλέμμα μας κάπου πέρα από τη σημερινή αθλιότητα για να μαντέψουμε έναν άλλο δυνατό κόσμο:
ο αέρας θα είναι αμόλυντος από κάθε δηλητήριο που δεν έρχεται από τους ανθρώπινους φόβους και τα ανθρώπινα πάθη. Στους δρόμους τα σκυλιά θα τσαλαπατούν τ’ αυτοκίνητα·
οι άνθρωποι δε θα οδηγούνται απ’ τ’ αυτοκίνητα, ούτε θα προγραμματίζονται από τους υπολογιστές, ούτε θ’ αγοράζονται απ’ το σουπερμάρκετ, ούτε θα κοιτάζονται από την τηλεόραση·
η τηλεόραση δε θα είναι πια το πιο σημαντικό μέλος της οικογένειας και θα χρησιμοποιείται όπως το σίδερο ή το πλυντήριο·
ο κόσμος θα δουλεύει για να ζήσει, αντί να ζει για να δουλεύει·
θα ενσωματωθεί στους ποινικούς κώδικες το έγκλημα της βλακείας που διαπράττουν όσοι ζουν για να έχουν ή για να κερδίζουν, αντί να ζουν απλώς για να ζουν, όπως τραγουδά το πουλί χωρίς να ξέρει τι τραγουδά και, όπως παίζει το παιδί χωρίς να ξέρει τι παίζει·
σε καμιά χώρα δε θα συλλαμβάνονται τα αγόρια που αρνούνται να εκπληρώσουν τη στρατιωτική θητεία, παρά εκείνοι που θέλουν να την εκπληρώσουν·
οι οικονομολόγοι δε θα ονομάζουν βιοτικό επίπεδο το επίπεδο της κατανάλωσης, ούτε θα ονομάζουν ποιότητα ζωής την ποσότητα των πραγμάτων·
οι μάγειρες δε θα πιστεύουν ότι στους αστακούς αρέσει να τους βράζουν ζωντανούς·
οι ιστορικοί δε θα πιστεύουν ότι στις χώρες αρέσει να τις καταλαμβάνουν·
οι πολιτικοί δε θα πιστεύουν ότι στους φτωχούς αρέσει να τρώνε υποσχέσεις·
η σοβαρότητα θα πάψει να θεωρείται αρετή και κανείς δε θα παίρνει στα σοβαρά κανέναν που δε θα μπορεί να γελά με τον εαυτό του·
ο θάνατος και το χρήμα θα χάσουν τις μαγικές τους δυνάμεις, και ούτε λόγω θανάτου ούτε λόγω περιουσίας θα γίνεται ο κανάγιας ενάρετος ιππότης·
κανείς δε θα θεωρείται ήρωας ούτε ηλίθιος επειδή κάνει αυτό που θεωρεί σωστό αντί να κάνει αυτό που περισσότερο τον συμφέρει·
ο κόσμος δε θα είναι πια σε πόλεμο με τους φτωχούς, αλλά με τη φτώχια, και η στρατιωτική βιομηχανία δε θα έχει άλλη επιλογή απ’ το να κηρύξει πτώχευση·
το φαΐ δε θα είναι εμπόρευμα, ούτε η επικοινωνία επιχείρηση, επειδή το φαΐ και η επικοινωνία είναι ανθρώπινα δικαιώματα·
κανείς δε θα πεθαίνει από πείνα, επειδή κανείς δε θα πεθαίνει από βαρυστομαχιά·
τα παιδιά του δρόμου δε θα αντιμετωπίζονται σα να ήταν σκουπίδια, επειδή δε θα υπάρχουν παιδιά του δρόμου·
τα πλούσια παιδιά δε θα αντιμετωπίζονται σα να ήταν χρήμα, επειδή δε θα υπάρχουν πλούσια παιδιά·
η εκπαίδευση δε θα είναι προνόμιο εκείνων που μπορούν να την πληρώσουν·
η αστυνομία δε θα είναι η κατάρα εκείνων που δεν μπορούν να την πληρώσουν·
η δικαιοσύνη και η ελευθερία, σιαμαίες αδελφές, καταδικασμένες να ζουν χώρια, θα ενωθούν ξανά, σφιχτά-σφιχτά, πλάτη με πλάτη·
μια γυναίκα, μαύρη, θα είναι πρόεδρος της Βραζιλίας και μια άλλη γυναίκα, μαύρη, θα είναι πρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής. Μια ινδιάνα γυναίκα θα κυβερνά τη Γουατεμάλα και μια άλλη, το Περού·
στην Αργεντινή, οι τρελές της Πλατείας του Μάη θα είναι ένα παράδειγμα πνευματικής υγείας, επειδή αυτές αρνήθηκαν να ξεχάσουν τους καιρούς της υποχρεωτικής αμνησίας·
η αγιοτάτη Εκκλησία θα διορθώσει τα τυπογραφικά λάθη στις πλάκες του Μωυσή, και η έκτη εντολή θα επιτάσσει το γιορτασμό του σώματος·
η Εκκλησία θα υπαγορεύσει μια ακόμη εντολή, που ξέχασε ο Θεός: Θα αγαπάς τη φύση, της οποίας είσαι μέρος·
θα αναδασωθούν οι έρημοι του κόσμου και οι έρημοι της ψυχής·
οι απελπισμένοι θα περιμένονται και οι χαμένοι θα βρεθούν, επειδή αυτοί είναι που απελπίστηκαν από το τόσο που περίμεναν και αυτοί είναι που χάθηκαν από το τόσο που έψαξαν·
θα είμαστε συμπατριώτες και σύγχρονοι όλων όσοι έχουν θέληση για δικαιοσύνη και θέληση για ομορφιά, όπου κι αν έχουν γεννηθεί και όποτε κι αν έχουν ζήσει, χωρίς να έχουν την παραμικρή σημασία τα σύνορα του χάρτη ή του χρόνου·
η τελειότητα θα συνεχίσει να είναι το βαρετό προνόμιο των θεών· αλλά σ’ αυτόν τον χαοτικό και μπερδεμένο κόσμο, θα ζούμε την κάθε νύχτα σα να ήταν η τελευταία και την κάθε ημέρα σα να ήταν η πρώτη·
Αυτό το κείμενο είναι απόσπασμα από το βιβλίο Τα πόδια ψηλά. Το σχολείο του κόσμου ανάποδα.
(*) Εδουάρδο Γκαλεάνο, γεννήθηκε στο Μοντεβιδέο το 1940 και πέθανε στις 13 Απριλίου του 2015 στην ίδια πόλη. Είναι Ουρουγουανός συγγραφέας και δημοσιογράφος, γνωστός για το έργο του «Οι ανοιχτές φλέβες της Λατινικής Αμερικής», ένα μανιφέστο ενάντια στην εκμετάλλευση της Λατινικής Αμερικής από τις ξένες δυνάμεις από τον 15ο αιώνα