Η προσφυγική κρίση των τελευταίων χρόνων, σε συνδυασμό με τη γενικότερη ανθρωπιστική και κοινωνική κρίση της εποχής μας, έχει συμβάλει καθοριστικά στην επικράτηση ενός μοντέλου «πολυπολιτισμικών κοινωνιών», στο οποίο αντικατοπτρίζονται οι ανάγκες της σύγχρονης πραγματικότητας.
Υφίσταται όμως ουσιαστική πραγμάτωση αυτού του μοντέλου κοινωνιών; Και κατά πόσο επιτυγχάνεται στην πράξη η αρμονική συμβίωση ατόμων με διαφορετικό (πολιτισμικό) υπόβαθρο; Πώς βιώνουν αυτή την εμπειρία τα μέλη της κοινωνίας;
Μιλήσαμε με δύο γυναίκες πρόσφυγες για το πώς αντιλαμβάνονται τον δυτικό τρόπο ζωής, αν και πώς τις επηρεάζει, αλλά και για το πώς τον αξιολογούν σε συνάρτηση με το δικό τους πολιτισμικό υπόβαθρο.
Σε ερώτηση μας σχετικά με το αν και κατά πόσο έχουν αλλάξει οι συνήθειες τους από τότε που ήρθαν στη χώρα μας, μας απάντησαν θετικά, αλλά διευκρίνισαν πως η αλλαγή δεν είναι πολύ έντονη. Σχετίζεται κυρίως με το κοινωνικό στάτους και την κοινωνική ζωή γενικότερα. Για μερικούς το κοινωνικό τους στάτους στην Ελλάδα είναι καλύτερο από ότι στη χώρα καταγωγής, ενώ για κάποιους άλλους το αντίστροφο.
Όπως μας ανέφεραν, οι γυναίκες εδώ έχουν την επιλογή να «ζήσουν για τον εαυτό τους», με την έννοια ότι μπορούν να κάνουν τις δικές τους επιλογές, στον βαθμό βέβαια που καμία από τις πράξεις τους δεν προσβάλλει τον άντρα τους, την οικογένειά τους ή και την οικογένεια του άντρα τους. Πρόκειται, δηλαδή, περισσότερο για μία κατ’ όψη –και όχι κατ’ ουσία- ελευθερία, η οποία, παρ’ όλα αυτά, γεννά ελπίδες ανεξαρτησίας.
Σε σχέση με εκείνη του «δυτικού προτύπου», η θέση των γυναικών προσφύγων στις χώρες καταγωγής τους διαφέρει ριζικά. Όπως μας ανέφεραν, στο Αφγανιστάν η λέξη «γυναίκα», είναι σχεδόν συνώνυμο της δούλας. Οι γυναίκες «χαρίζουν τη ζωή», όμως δεν δύνανται να ζήσουν τη δική τους. Η καταπίεση εκεί είναι τεράστια, και οι προσπάθειες που γίνονται για να αλλάξει η κατάσταση –κυρίως από τις ίδιες τις γυναίκες-, είναι μικρές με μηδαμινά αποτελέσματα. Ένα πολύ μικρό ποσοστό γυναικών καταφέρνει να επιτύχει μια αλλαγή στην ζωή του, ενώ η πλειοψηφία παραμένει στην καταπίεση.
Στο Ιράν, η κοινωνική θέση της γυναίκας είναι σχετικά καλύτερη, αλλά και πάλι δεν πλησιάζει τα ευρωπαϊκά δεδομένα. Θεωρούν πως οι γυναίκες στην Ευρώπη ζουν –σχεδόν- σαν «πριγκίπισσες».
Σε γενικές γραμμές, οι περιορισμοί κατά των γυναικών προέρχονται, κυρίως, από τις παραδόσεις και τις συνήθειες του λαού και λιγότερο από το νόμο. Πάντως, αφορούν σε γενικές γραμμές διάφορες πτυχές της καθημερινότητας.
Οι γυναίκες εκεί (δηλ. στις χώρες καταγωγής τους) δεν έχουν το δικαίωμα ούτε να δουλέψουν ελεύθερα αλλά ούτε πολλές φορές να βγουν έξω. Ακόμα και γυναίκες που έχουν σπουδάσει, δεν μπορούν να ασκήσουν ελεύθερα το επάγγελμά τους και φυσικά ούτε να δουλέψουν ανάμεσα σε άνδρες.
Ακόμα, παρά την διάδοση και την μεγάλη προσβασιμότητα σε σελίδες κοινωνικής δικτύωσης, οι γυναίκες δεν έχουν δικαίωμα να ανεβάζουν φωτογραφίες και γενικότερα αναρτήσεις που αφορούν ή προβάλλουν τις ίδιες.
Σε ό,τι αφορά τη δημιουργία οικογένειας και τη σύναψη γάμου, βάσει του νόμου, οι γυναίκες έχουν δικαίωμα να υποβάλουν αίτηση διαζυγίου. Στην πράξη βέβαια -εν τέλει- λόγω της παράδοσης, στερούνται αυτή τη δυνατότητα. Σε κάθε επίπεδο, οι άνδρες είναι αυτοί που θα λάβουν τις αποφάσεις για ό,τι έχει να κάνει με τις ίδιες. Ακόμα και η επιλογή συζύγου, προέρχεται από άλλους. Η αλήθεια είναι πάντως, πως παλιά η σχετική με το γάμο κατάσταση ήταν πολύ χειρότερη. Αλλαγές έχουν γίνει, αλλά και πάλι, για ένα πολύ μικρό ποσοστό γυναικών που δε θα μπορούσε να θεωρηθεί ικανοποιητικό.
Πραγματοποιώντας αυτή τη συνέντευξη, ένα από τα ερωτήματα που μας γεννήθηκαν ήταν το ακόλουθο: Τι είναι αυτό που κάνει τους άνδρες να συμφωνούν με αυτές τις καταπιέσεις και γιατί μετά την σχετική πρόοδο στα «γυναικεία ζητήματα» κατά τις δεκαετίες ’70 και ’80 αυτό δεν συνεχίστηκε;
Μερικοί από τους παράγοντες που αναχαίτισαν το κύμα προόδου ήταν ο πόλεμος και η έλλειψη διαπολιτισμικής κουλτούρας. Παράλληλα υπάρχει ανεπαρκής οργάνωση του κράτους με συνέπεια να μην γίνεται καμία προσπάθεια να αλλάξει η κατάσταση μέσω της εκπαίδευσης στο σχολείο, και έτσι οι νεαροί άνδρες –τελικά- μένουν στις παραδόσεις.
Στο Ιράν η κατάσταση άλλαξε με τον ερχομό του Χομεϊνί και την επιβολή του ισλαμικού καθεστώτος. Στο Αφγανιστάν, μάλλον δεν αξιοποιήθηκε σωστά η ελευθερία ούτε από τον άνδρα ούτε από την γυναίκα. Ήταν ίσως δύσκολο για τον άντρα να αποδεχτεί το μέγεθος της ελευθερίας που θα είχαν οι γυναίκες και ίσως φοβήθηκαν πως εξαιτίας των ελευθεριών αυτών οι γυναίκες θα κατέληγαν να μην τους χρειάζονται πια. Παράλληλα, λόγω και πάλι της έλλειψης σωστής, οργανωμένης εκπαίδευσης, στα μάτια των ανδρών η ελευθερία αυτή μεταφραζόταν ως ένα μεγάλο «κακό». Δεδομένης της εμπειρίας τους στο «δυτικό τρόπο ζωής», οι γυναίκες πρόσφυγες, απαντώντας σε σχετική ερώτησή μας, τόνισαν πως θα ήθελαν να συνεχίσουν να ακολουθούν αρκετές από τις συνήθειές τους και να διατηρήσουν τις αξίες τους όπως ο σεβασμός προς τους ηλικιωμένους, κάποια γαμήλια έθιμα αλλά και το πρότυπο του συζύγου- προστάτη, ενώ παράλληλα θα ήθελαν να ενστερνιστούν στοιχεία του δυτικού προτύπου, -κυρίως σε θέματα ισότητας φύλων ή ζητήματα εκπαίδευσης και εργασίας. Ιδανικά θα ήθελαν να κρατήσουν στοιχεία και από τις δύο κουλτούρες και να τα συνδυάσουν δημιουργικά. Από την μια πλευρά σίγουρα θα ήθελαν να είναι μέλη μιας ευρωπαϊκής κοινωνίας, από την άλλη όμως δεν θα ήθελαν για κανένα λόγο να χάσουν την εθνική τους ταυτότητα και τις παραδόσεις τους.
Συντάκτες οι Nadir Noori & Έλενα Χάλαρη
Μπορείτε να βρείτε το αρχικό άρθρο του συνεργάτη μας εδώ.