UNICEF και Συνήγορος του Παιδιού κάλεσαν σήμερα σε κοινή συνέντευξη τύπου για να επικοινωνήσουν τα αποτελέσματα της συνεργασίας τους. Αυτή περιλάμβανε σειρά καταγραφής της κατάστασης που επικρατούσε μέχρι και τα τέλη του 2016 στα σημεία διαμονής παιδιών προσφύγων και ασυνόδευτων ανηλίκων. Η έκθεση δόθηκε στη δημοσιότητα με μια μικρή καθυστέρηση (5 μήνες μετά). Αυτό το – φυσιολογικό κατά τα άλλα – χρονικό διάστημα είναι μεγάλο για την περίπτωση των επειγόντων περιστατικών που μια κρίση υποδοχής φέρνει και μπορεί ήδη να έχει καταστήσει ορισμένα σημεία της ανεπίκαιρα. Τα περισσότερα συμπεράσματα, παρόλα αυτά, έχουν ισχύ και σήμερα, παρά τις πρωτοβουλίες που σε ορισμένα θέματα φαίνεται να παίρνει η ελληνική κυβέρνηση (όπως για παράδειγμα στο θέμα της επιτροπείας, με νομοσχέδιο που δίνει αυξημένες αρμοδιότητες στο Εθνικό Κέντρο Κοινωνικής Αλληλεγγύης, όπως ανακοίνωσαν η ΓΓ Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, κα Γιαννακάκη και ο Πρόεδρος του ΕΚΚΑ, κος Περικλής Τζιάρας). Με βάση λοιπόν την UNICEF και τον Συνήγορο του Παιδιού θεωρείται απαραίτητη:
• Η βελτίωση των συνθηκών διαμονής στη βάση προδιαγραφών αξιοπρεπούς και ασφαλούς διαβίωσης στις δομές φιλοξενίας (μέσα και από τη βελτίωση του συντονισμού των αρμοδίως εμπλεκομένων φορέων), με την ταυτόχρονη προώθηση μακροπρόθεσμων λύσεων για τη διασφάλιση αξιοπρεπούς διαμονής που θα εγγυάται την ομαλή κοινωνική ένταξη, ιδίως εκείνων των παιδιών και των οικογενειών τους που θα μείνουν για μεγαλύτερο διάστημα στη χώρα.
• Η θέσπιση συνεκτικού συστήματος εντοπισμού και καταγραφής των παιδιών στη βάση ενιαίων δεικτών και μεθοδολογίας σε όλο το πλέγμα των δομών υποδοχής και φιλοξενίας, κατά τρόπο που θα επιτρέπει την καλύτερη δυνατή αξιολόγηση και σχεδιασμό για την αντιμετώπιση των αναγκών προστασίας τους.
• Η βελτίωση της πρόσβασης σε διαδικασίες διεθνούς προστασίας, καταρχήν μέσω της επιτάχυνσης της καταγραφής των αιτημάτων των ευάλωτων ομάδων και της κατάλληλης υποστήριξης τους, με ταυτόχρονες παρεμβάσεις για την αντιμετώπιση θεσμικών και διαδικαστικών δυσλειτουργιών της οικογενειακής επανένωσης και μετεγκατάστασης.
• Η αξιολόγηση της εφαρμογής του προγράμματος εκπαίδευσης των παιδιών προσφύγων κατά το τρέχον έτος και ο έγκαιρος σχεδιασμός για τη νέα σχολική χρονιά 2017-18, με ιδιαίτερη έμφαση στη λειτουργία τάξεων υποδοχής στην πρωινή ζώνη των σχολείων.
• Η περαιτέρω υποστήριξη των παιδιών για τη συνέχιση της επαρκούς πρόσβασης σε υπηρεσίες υγείας, λαμβάνοντας υπόψη τις ιδιαίτερες ανάγκες πολιτισμικής διαμεσολάβησης.
• Η άμεση προώθηση του θεσμού της επιτροπείας που βρίσκεται στο κέντρο όλων σχεδόν των προβληματικών ζητημάτων που αφορούν στην προστασία των ασυνόδευτων παιδιών, με την ταυτόχρονη λήψη μέριμνας για τη θεσμοθέτηση του λειτουργικού πλαισίου των δομών φιλοξενίας για τα ασυνόδευτα παιδιά (περιλαμβανομένων και των ασφαλών χώρων), αλλά και την πρόβλεψη για παροχή κατάλληλης υποστήριξης και εποπτείας στους φορείς φιλοξενίας.
• Η ευρύτερη βελτίωση του συστήματος παιδικής προστασίας και η περαιτέρω ειδικότερη προσαρμογή του στις ανάγκες των προσφυγικών πληθυσμών, με την παράλληλη διασφάλιση της ενημέρωσης των γονέων σχετικά με την ισχύουσα νομοθεσία στην Ελλάδα, ιδίως ως προς τις ευθύνες τους, καθώς και πραγματοποίηση έγκαιρων παρεμβάσεων για την προστασία των παιδιών από οποιαδήποτε μορφή κακοποίησης, παραμέλησης ή εκμετάλλευσης.
Παράλληλα οι δυο φορείς εξήγησαν τη νέα τους, διευρυμένη αυτή τη φορά, συνεργασία. Πρόκειται για τη δημιουργία ενός Δικτύου συντονισμού μεταξύ Συνηγόρου, Ύπατης Αρμοστείας, ΔΟΜ, UNICEF και 15 μη κυβερνητικών οργανώσεων που εργάζονται για ζητήματα που αφορούν τα παιδιά που έρχονται στη χώρα μας διαφεύγοντας των πολέμων και των συγκρούσεων, είτε με τις οικογένειές τους, είτε ασυνόδευτα. Στόχος όλων των φορέων η καταγραφή των προκλήσεων που υπάρχουν στην υποδοχή, τις διαδικασίες ασύλου, οικογενειακής επανένωσης, μετεγκατάστασης αλλά και ένταξης και οι παρεμβάσεις για την έγκαιρη διόρθωση των προβλημάτων, όπου αυτό είναι δυνατόν.