Για να καταλάβουμε τη σημερινή κατάσταση στη Μέση Ανατολή είναι αναγκαίο να κάνουμε μια ανασκόπηση ενός αιώνα ιστορίας. Είναι αναγκαίο να πάμε πίσω μετά το τέλος του Πρώτου Παγκόσμιου Πολέμου για να μελετήσουμε ένα μεγάλο όγκο γεωπολιτικών δεδομένων που εξηγούν την πολλαπλότητα και την περιπλοκότητα των σημερινών συγκρούσεων. Ένα πράγμα είναι σίγουρο: αν οι μεγάλες δυνάμεις έχουν επηρεάσει εδώ και καιρό αποφασιστικά την πορεία των γεγονότων, οι περιφερειακοί και τοπικοί φορείς έχουν διεκδικήσει το χώρο τους καθόλη τη διάρκεια του αιώνα. Μετά την επικράτηση της Μεγάλης Βρετανίας και της Γαλλίας κατά τη διάρκεια του μεσοπολέμου, ανέλαβαν δράση οι δύο υπερδυνάμεις του Ψυχρού Πολέμου. Μετά την πτώση του Τείχους του Βερολίνου και ειδικά μετά την 11η Σεπτεμβρίου 2001 η αμερικανική παντοδυναμία τίθεται υπό αμφισβήτηση. Η εποχή της παγκοσμιοποίησης βρίσκει τις περιφερειακές δυνάμεις να αυξάνουν διαρκώς την αυτονομία και την ανεξαρτησία της δράσης τους, πράγμα που οξύνει τις αντιπαλότητες μεταξύ τους.

Ας προσπαθήσουμε να δούμε τα πράγματα πιο καθαρά.

Ιστότοποι που οδηγούν στα άλλα 2 άρθρα αυτής της ανάλυσης:
From 1945 to 1990, an issue of the Cold War (2/3) – κείμενο στα αγγλικά, βρίσκεται σε διαδικασία ελληνικής μετάφρασης.
From the end of the Cold War to the aftermath of the “Arab Spring” (3/3) – κείμενο στα αγγλικά, βρίσκεται σε διαδικασία ελληνικής μετάφρασης.

Από τον 16ο αιώνα η Αραβική Μέση Ανατολή συμπεριλαμβάνεται στην Οθωμανική Αυτοκρατορία. Αυτή την πολυ-εθνική και πολυ-ομολογιακή αυτοκρατορία κυβερνούσε η Τουρκική δυναστεία του Οσμάν με επίκεντρο την πρωτεύουσα Ιστανμπούλ. Οι Οθωμανικοί ηγέτες, οι σουλτάνοι, έφεραν επίσης τον τίτλο του Χαλίφη, δηλαδή των θρησκευτικών ηγετών των Σουνιτών του Ισλάμ. Ήλεγχαν τους ιερούς τόπους της Μέκκα και της Μεντίνα. Στην ανατολή συγκρούστηκαν με τους μεγάλους αντιπάλους τους, τους Σάχεις της Περσίας, μεγάλους ηγέτες των Σιιτών του Ισλάμ. Μέχρι τον 19ο αιώνα, η Μέση Ανατολή ήταν θύμα του αγώνα για επιρροή μεταξύ των ευρωπαϊκών ιμπεριαλιστικών δυνάμεων. Η Μεγάλη Βρετανία, η Ρωσία, η Γαλλία και, μόλις πρόσφατα, η Γερμανία ανταγωνίζονταν για πολιτική, οικονομική, πολιτιστική ακόμα και στρατιωτική παρέμβαση. Η Αίγυπτος ήταν ήδη Βρετανικό προτεκτοράτο από το 1882. Ο αραβο-περσικός κόλπος είχε τεθεί υπό τον έλεγχο της Μεγάλης Βρετανίας στην αλλαγή του αιώνα. Οι δυτικές οικονομικές επενδύσεις είχαν πολλαπλασιαστεί στην οθωμανική αυτοκρατορία. Η Περσία ξεκίνησε να γίνεται αντικείμενο εκμετάλλευσης το 1908. Σε αυτό το πλαίσιο ξέσπασε ο Πρώτος Παγκόσμιος Πόλεμος, ως αποτέλεσμα αντιπαλοτήτων μεταξύ των ευρωπαίων ιμπεριαλιστών.

Το Νοέμβριο του 1914, η κυβέρνηση της Ιστανμπούλ έπεσε στην Γερμανική Αυτοκρατορία. Κατά τη διάρκεια των συγκρούσεων οι Τούρκοι αντιμετώπισαν τα Ρωσικά στρατεύματα στον Καύκασο και τα Βρετανικά στην Παλαιστίνη και τη Μεσοποταμία (σημερινό Ιράκ). Ως σύμμαχοι της Γερμανίας κατά τη διάρκεια της σύγκρουσης οι δεύτεροι ανήκαν στους ηττημένους το 1918. Τα σημερινά κράτη της Μέσης Ανατολής, οι Αραβικές χώρες, η Τουρκία, το Ισραήλ κατά μεγάλο μέρος τους προήλθαν από την αποσύνθεση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας στο τέλος του Πρώτου Παγκόσμιου Πολέμου. Οι νικητές, Βρετανία και Γαλλία, ξανασχεδίασαν τον χάρτη της περιοχής με βάση τα συμφέροντά τους. Οι επιθυμίες των ανθρώπων που κατοικούσαν στις περιοχές αυτές, φυσικά δεν λήφθηκαν υπόψη. Οι πληρεξούσιοι σχεδίασαν τα σύνορα, επέλεξαν τους ηγέτες, όπως έκαναν οι Βρετανοί στο Ιράκ και στην Ιορδανία ή ενεπλάκησαν άμεσα στη διαχείριση, όπως έκαναν οι Γάλλοι στη Συρία και το Λίβανο και οι Βρετανοί στην Παλαιστίνη.

Το 1922 η Λεγαιώνα των Εθνών, πρόγονος των Ηνωμένων Εθνών, προίκισε τη Μεγάλη Βρετανία και τη Γαλλία με «εντολές» που αφορούσαν τις παλαιότερες αραβικές επαρχίες της Οθωμανικής αυτοκρατορίας. Κατά την προσπάθεια να οδηγηθούν όλα αυτά τα εδάφη σε ανεξάρτητα, οι εντολοδόχες δυνάμεις τους συμπεριφέρθηκαν σαν να ήταν αποικιοκρατίες. Έτσι μέσα από το καθεστώς της επιτροπείας αναδύθηκαν τα 4 κράτη που μέχρι σήμερα είναι μέρος της Αραβικής Μέσης Ανατολής: το Ιράκ, η Συρία, η Ιορδανία και το Λίβανο, στα οποία προστέθηκαν η Παλαιστίνη και το Ισραήλ.

Το έδαφος της Παλαιστίνης, ήταν πιο ανοιχτό στην Ισραηλινή αποικία της Ευρώπης που στηριζόταν από τη Βρετανική κατοχή και οργανωνόταν από το κίνημα των Σιωνιστών*. Το Σιωνιστικό εγχείρημα εμφανίστηκε ως διπρόσωπος Ιανός, όταν αποφασίστηκε το μέλλον της Παλαιστίνης: αν θα ήταν ένα εθνικοαπελευθερωτικό κίνημα για τους Ασκενάζι πληθυσμούς της Ευρώπης, θα μπορούσε μόνο να εμφανιστεί ως αποικιοκρατικό εγχείρημα για τους αραβικούς πληθυσμούς που ζούσαν στην Παλαιστίνη. Η εγκατάσταση Εβραίων στην Παλαιστίνη, που ξεκίνησε από την αγορά γης από το 1880, πήρε σημαντικές διαστάσεις όταν, κατά τη διάρκεια του Πρώτου Παγκόσμιου Πολέμου, η Βρετανική κυβέρνηση δημοσίευσε τη Διακήρυξη του Μπάλφουρ, στην οποία δήλωσε υπέρ της εγκαθίδρυσης ενός «Εβραϊκού εθνικού οίκου» στην Παλαιστίνη.

Η Αραβία αποτελούσε τη σκηνή όπου εξελισσόταν ένα έργο με μακροπρόθεσμες συνέπειες. Το 1932 διακηρύχθηκε το βασίλειο της Σαουδικής Αραβίας. Η οικογένεια Σαούντ, σύμμαχοι των καλόγερων Wahhabi, άρπαξαν την εξουσία στην καρδιά της αραβικής χερσονήσου και κατέλαβαν τους ιερούς τόπου του Ισλάμ: τη Μέκκα και τη Μεντίνα. Τα μικρά κράτη που συνόρευαν με την αραβική θάλασσα και τον περσικό κόλπο ήταν υπό Βρετανική κηδεμονία. Ο θαλάσσιος δρόμος μεταξύ Μεσογείου και Ινδίας, που περνούσε από τη διώρυγα του Σουέζ, ελεγχόταν κατά συνέπεια από τη Μεγάλη Βρετανία. Τα παραγωγικά κοιτάσματα πετρελαίου του Ιράν τα χειρίζονταν οι Βρετανοί (Αγγλο-Περσική Πετρελαϊκή εταιρία BP, Βρετανικά Πετρέλαια) ενώ τα Ιρακινά πετρέλαια τα χειριζόταν μια διεθνής κοινοπραξία (Ιρακινή Εταιρία Πετρελαίου).

Η Τουρκία προχώρησε στην ίδρυση της Δημοκρατίας από τον Μουσταφά Κεμάλ «Ατατούρκ» το 1923. Το έδαφός της ανταποκρινόταν στην παλιά καρδιά της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Το σουλτανάτο (μοναρχία) καταργήθηκε το 1922 και ο θεσμός του Χαλιφάτου καταργήθηκε το 1924. Ο πατέρας της μοντέρνας Τουρκίας επέβαλε το δρόμο προς την εκκοσμίκευση και δυτικοποίηση του κράτους. Η Περσική αυτοκρατορία δεν συμμετείχε στον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο. Παρόλα αυτά παρέμεινε βορά στην αντιπαλότητα μεταξύ των Βρετανικών και των Ρωσικών συμφερόντων. Μια αντίστοιχη προσπάθεια δυτικοποίησης με αυτήν της Τουρκίας, που δεν στέφθηκε όμως και με αντίστοιχη επιτυχία, έγινε στην Περσική αυτοκρατορία από τον Reza Pahlavi το 1925. Η χώρα μετονομάστηκε σε Ιράν το 1935. Αυτές οι δυο χώρες κυβέρνησαν με αυταρχικά καθεστώτα και προσπάθησαν να κρατήσουν τις αποστάσεις και ως προς τις δυνάμεις της Δύσης και ως προς τη νεοσύστατη τότε ΕΣΣΔ. Είναι σημαντικό να ειπωθεί ότι ο κουρδικός πληθυσμός ήταν διαιρεμένος τότε μεταξύ 4 κρατών, της Τουρκίας, του Ιράν, του Ιράκ και της Συρίας, αποτελούσε παντού μειονότητα και δεχόταν πάνω κάτω την ίδια καταπίεση.

Φωτογραφία: Εκδόσεις Chavonnes.

 

Η περίοδος του μεσοπολέμου σηματοδοτήθηκε από την «τυπική» ανεξαρτησία που δόθηκε στην Αίγυπτο από την Μεγάλη Βρετανία το 1922, και μετά στο Ιράκ το 1932. Το 1936 μια ένοπλη εξέγερση των Παλαιστινίων κατεστάλη από τα Βρετανικά στρατεύματα κατοχής και τις Εβραϊκές πολιτοφυλακές στο Yishuv, όνομα που δόθηκε στο εμβρυακό κράτος του Σιωνιστικού κινήματος που ήταν υπό δημιουργία στην Παλαιστίνη. Η Γαλλία, από την άλλη πλευρά, χώριζε την περιοχή του Λιβάνου από τη Μεγάλη Συρία. Καταστέλει κάθε απόπειρα αμφισβήτησης με τη βία. Η οικονομική εμπλοκή της Βρετανίας, την οποία εγγυόταν η διαρκής στρατιωτική παρουσία, εξόργιζε τους κοσμικούς ή τους θρησκευτικούς εθνικιστές. Το 1928, ο Hassan-al-Banna ίδρυσε το κίνημα της Μουσουλμανικής αδερφότητας, που ήταν και αδερφότητα αλλά και πολιτικό κίνημα στην Αίγυπτο. Οι τελευταίοι ήθελαν να ξαναδημιουργήσουν το Ισλάμ, ξαναγυρνώντας στις πηγές, αρνούμενοι κάθε επιρροή της Δύσης, πολιτική, οικονομική ή πολιτιστική. Ζητούσαν τον εκ νέου εξισλαμισμό των κοινωνιών με τα δικά τους κριτήρια, ξεκινώντας από την κοινωνική βάση ενώ αδημονούσαν να καταλάβουν και την πολιτική εξουσία. Κοσμικές ομάδες είτε φιλελεύθερες, είτε εθνικές, είτε Μαρξιστικές κατείχαν επίσης μέρος της πολιτικής σφαίρας σε όλες τις χώρες της γεωγραφικής περιοχής. Σε κάθε περίπτωση ζητούσαν ανεξαρτησία από τη Μεγάλη Βρετανία και τη Γαλλία.

Όταν ξέσπασε ο Δεύτερος Παγκόσμιος Πόλεμος, οι Εβραίοι του Yishuv έπεσαν πίσω από τη Μεγάλη Βρετανία. Οι Άραβες εθνικιστές είδαν με συμπάθεια την Γερμανία κι έτσι το Ιράκ εξεγέρθηκε εναντίον της Αγγλίας το 1941 με την υποστήριξη της Γερμανίας. Ηττήθηκε. Η Γαλλική Συρία, υπό τον κυβερνήτη Vichy, κατατροπώθηκε την ίδια χρονιά από τις απελευθερωτικές δυνάμεις της Βρετανίας και της Γαλλίας, δηλαδή τους Γκωλλιστές (Gaullistes). Ενώ η Τουρκία κρατούσε την ουδετερότητά της, το Ιράν, που κινήθηκε προς την πλευρά της Γερμανίας, βρέθηκε υπό Βρετανική κατοχή και οι Σοβιετικοί το πίεσαν να έρθει από την πλευρά των συμμάχων.

Στο τέλος του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου, η Μεγάλη Βρετανία και η Γαλλία είχαν μοιραστεί τη Μέση Ανατολή. Η Τουρκία και το Ιράν, παρόλα αυτά, παρέμεναν ανεξάρτητα κράτη, ενώ στο κέντρο της Αραβίας εγκαθιδρυόταν το Βασίλειο των Σαούντ. Την ίδια στιγμή στην Παλαιστίνη, τα πρώτα σημάδια της Ισραηλινής-Παλαιστινιακής σύγκρουσης έκαναν την εμφάνισή τους. Η γενική αναδιανομή της τράπουλας γινόταν στο πλαίσιο της αντιπαλότητας για το πετρέλαιο. Ο Δεύτερος Παγκόσμιος Πόλεμος ήρθε για να νικήσει τους χάρτες της περιοχής. Προετοίμασε τη μεγάλη αντιπαλότητα του Ψυχρού Πολέμου, στον οποίο η Μέση Ανατολή θα παίξει σημαντικό ρόλο, όπως θα δούμε στο επόμενο άρθρο.

——–
* Ιδρύθηκε το 1897 και στόχευσε στο να παράσχει γη στον ευρωπαϊκό Εβραϊκό πληθυσμό με την άνοδο του αντι-σημιτισμού (πογκρόμ στη Ρωσική αυτοκρατορία, υπόθεση Dreyfus στη Γαλλία) και να ιδρύσει εκεί το Εβραϊκό κράτος. Η επιλογή έγινε για την Παλαιστίνη, μια χώρα που είχε δει τη διαδοχική ανάπτυξη διάφορων εβραϊκών βασιλείων κατά τη διάρκεια της αρχαιότητας (βασίλειο του Δαβίδ και του Σολομώντα, αντίπαλα βασίλεια του Ισραήλ και του Ιούδα, το βασίλειο Hasmonean, Ηρώδη).