Της Anderline Amamgbo

Διαμαρτυρίες έχουν αρχίσει στην κατά πλειοψηφία αγγλόφωνη νότια περιοχή του Καμερούν, απαιτώντας ένα τέλος στη χρήση της γαλλικής γλώσσας στα δικαστήρια και στο σχολικό σύστημα.

Οι διαμαρτυρίες ξεκίνησαν τον Οκτώβριο του 2016 όταν μια ομάδα αγγλόφωνων δικηγόρων βγήκαν στους δρόμους της Bamenda, πρωτεύουσα της Βορειοδυτικής Περιφέρειας, για να διαμαρτυρηθούν κατά της χρήσης της γαλλικής γλώσσας στα δικαστήρια και την έλλειψη της αγγλικής γλώσσας στις εκδόσεις ορισμένων νομικών πράξεων και κωδίκων.

Η απάντηση της κυβέρνησης ήταν ισχυρή: συλλήψεις, εκφοβισμός και τουλάχιστον δύο θάνατοι διαδηλωτών τον Δεκέμβριο στην πόλη, το κύριο σημείο αναφοράς για αγγλόφωνους, όταν η αστυνομία χρησιμοποίησε πραγματικά πυρά για να διαλύσει τις διαδηλώσεις.

Οι διαμαρτυρίες συνεχίστηκαν όλο το Νοέμβριο με τους δικηγόρους να απεργούν τόσο στην Βορειοδυτική όσο και στη Νοτιοδυτική Περιφέρεια, τις δύο αγγλόφωνες περιοχές του Καμερούν, που κατοικούνται από 3.200.000 ανθρώπους.

Πρόσφατα ο υπουργός Εδαφικής Διοίκησης απαγόρευσε τις δραστηριότητες του Εθνικού Συμβουλίου Νοτίου Καμερούν (SCNC) και της Αγγλόφωνης Κοινοπραξίας της Κοινωνίας των Πολιτών του Καμερούν (CACSC). Ο πρόεδρος της CACSC, Barrister Nkongho Felix Agbor-Balla, και ο Γενικός Γραμματέας, ο Δρ Fontem Aforteka’a Neba, συνελήφθησαν. Την ίδια ημέρα, τόσο Agbor-Balla και ο Δρ Fontem Neba είχαν υπογράψει μια δήλωση ζητώντας οι πράξεις διαμαρτυρίας να πραγματοποιούνται χωρίς τη χρήση βίας.

Σύμφωνα με τη Διεθνή Αμνηστία, οι δύο αυτοί άνδρες συνελήφθησαν αποκλειστικά και μόνο για την ειρηνική άσκηση του δικαιώματός τους στην ελευθερία της έκφρασης. Αυτή η κατάφωρη περιφρόνηση για τα βασικά δικαιώματα πιθανότατα θα πυροδοτήσει την ήδη τεταμένη κατάσταση στην αγγλόφωνη περιοχή της χώρας και είναι σαφώς μια προσπάθεια να φιμωθεί η διαφωνία.

Ο Σύνδεσμος του Βορειοδυτικού Καμερούν ισχυρίστηκε ότι η αστυνομία έκανε χρήση δακρυγόνων για να διαλύσει τη συγκέντρωση δικηγόρων. Αυτός ο ισχυρισμός πυροδότησε περαιτέρω διαδηλώσεις στο αγγλόφωνο Καμερούν, με τους διαδηλωτές να ζητούν ανεξαρτησία.

Το Νότιο Καμερούν ήταν υπό βρετανικό έλεγχο στη Δυτική Αφρική και από το 1984 υπήρξε τμήμα της Δημοκρατίας του Καμερούν, με δύο περιφέρειες, την Βορειοδυτική και Νοτιοδυτική. Από το 1994, ομάδες πίεσης άρχισαν να ζητούν την ανεξαρτησία της περιοχής από τη Δημοκρατία του Καμερούν ενώ η Οργάνωση των Λαών του Νότιου Καμερούν (SCAPO) ανακήρυξε την Δημοκρατία της Ambazonia στις 31 Αυγούστου 2006. Το «Αγγλόφωνο Κίνημα του Καμερούν» δημιουργήθηκε το 1984. Τα μέλη του αρχικά προσπάθησαν την επιστροφή ενός ομοσπονδιακού συστήματος στη χώρα αλλά τελικά άρχισαν να ζητούν ανεξαρτησία. Είχε προηγηθεί η έγκριση ενός νέου συντάγματος το 1972, αντικαθιστώντας το ομοσπονδιακό με ενιαίο κράτος.

 

Λόγοι πίσω από τα αιτήματα ανεξαρτησίας

«Αυτό δεν είναι ένα θέμα που ξεκίνησε με τη διαμαρτυρία των δικηγόρων τον Οκτώβριο του 2016 αλλά άρχισε το 1961. Τότε που τα εδάφη του Νότιου Καμερούν προσαρτήθηκαν στο σύγχρονο Καμερούν», δήλωσε ο Ngu Tatih, από το Διοικητικό Συμβούλιο της Ambazonia. Ο όρος Ambazonia χρησιμοποιείται για να προσδιορίσει την κίνηση για την αποκατάσταση του Νότιου Καμερούν. Ομάδες υπέρ της ανεξαρτησίας υποστηρίζουν ότι το ψήφισμα 1608 των Ηνωμένων Εθνών του Απρίλη 1961 δεν εφαρμόστηκε ποτέ.

«Το 1961 δόθηκαν στο λαό μας δύο επιλογές και αποφασίσαμε να ενώσουμε το Καμερούν σε μια συνομοσπονδία. Αλλά εμείς δεν αποφασίσαμε να δημιουργηθεί μια ξένη κυβέρνηση για το λαό μας, όπως έγινε τελικά στην συγκεκριμένη περίπτωση. Οι άνθρωποι στην Ambazonia (Νότιο Καμερούν) ζητουν ανεξαρτησία χωρίς προϋποθέσεις. Ζητούμε από τη διεθνή κοινότητα να παρέμβει για το θέμα αυτό, πριν η κατάσταση χειροτερεύσει», συνέχισε ο Tatih.

Η Διεθνής Αμνηστία σε δελτίο τύπου κάλεσε τις αρχές του Καμερούν να απελευθερώσουν άμεσα και άνευ όρων τους δύο ηγέτες της κοινωνίας των πολιτών που συνελήφθησαν στο αγγλόφωνο τμήμα της χώρας, και να άρει την απαγόρευση για την οργάνωσή τους.