Τα νέα για την εισαγγελική έφοδο την περίοδο των εορτών στα γραφεία της γνωστής φαρμακευτικής εταιρίας έκαναν τον γύρο όχι μόνο της Ελλάδας. Άλλωστε η έρευνα για χρηματισμό σειράς επαγγελματιών για την προώθηση προϊόντων της ξεκίνησε εδώ και δύο χρόνια στην Αμερική. Ενόσω λοιπόν η δικαστική έρευνα βρίσκεται σε εξέλιξη και αναμένεται, όπως τονίζουν με βάση το tvxs.gr πηγές του Υπουργείου Δικαιοσύνης, να είναι “γρήγορη και σε βάθος”, παραθέτουμε ένα κείμενο που δημοσιεύθηκε στο info-war.gr για να γνωρίσετε καλύτερα ορισμένες πτυχές της εταιρίας που έχουν κάνει μεγάλο θόρυβο διεθνώς. Ενθαρρύνουμε δε, ως ενεργοί πολίτες, τη δικαιοσύνη να διεξάγει σοβαρές έρευνες σε κάθε αδιαφανή συναλλαγή που αφορά πρωτίστως ζητήματα υγείας. Ίσως η Novartis να είναι μέρος μιας μεγάλης αλυσίδας παράνομων συναλλαγών και χρηματισμών στον τομέα της υγείας.
Η Novartis προέκυψε από την ένωση των φαρμακευτικών εταιρειών Ciba-Geigy και Sandoz η οποία βρίσκεται πίσω από την παρασκευή και πρώτη χρήση του LSD.
Στα τέλη της δεκαετίας του ’90 η Novartis ενεπλάκη σε μια από τις μεγαλύτερες δικαστικές μάχες της ιστορίας απέναντι στην Ινδία για τα δικαιώματα παρασκευής του φαρμάκου Gleevec για τον καρκίνο. Στόχος της εταιρείας ήταν να μπορεί να πουλά το φάρμακο για 2.666 δολάρια το μήνα αντί για 177-266 που κοστολογούνταν τα γενόσημα.
Η εταιρεία θεωρείται σαν ένας από τους βασικούς υπευθύνους για την εκτόξευση (σχεδόν πενταπλασιασμός) των τιμών των φαρμάκων για τον καρκίνο στις ΗΠΑ.
Από την πρώτη δεκαετία του 20ου αιώνα η εταιρεία βρίσκεται σε συνεχή αντιπαράθεση με το αμερικανική υπηρεσία Τροφίμων και Φαρμάκων που την κατηγορεί για παραπλανητικές διαφημίσεις φαρμάκων.
Το καλοκαίρι του 2013 το υπουργείο Υγείας της Ιαπωνίας άσκησε δίωξη εναντίον της εταιρείας όταν έγινε γνωστό ότι υπήρχαν παραποιημένα στατιστικά στοιχεία για την αποτελεσματικότητα του φαρμάκου Valsatran. Ένας υπάλληλος της εταιρείας είχε συμμετάσχει στην ομάδα που παρουσίασε τα συγκεκριμένα στοιχεία χωρίς να αναφέρει την ιδιότητά του.
To 2010 η Novartis έδωσε 422 εκατομμύρια δολάρια σε εξωδικαστικό συμβιβασμό σε μια υπόθεση όπου κατηγορήθηκε για δωροδοκίες με στόχο την προώθηση φαρμακευτικών προϊόντων της.
Από τη υπόθεση επιβαρύνθηκε το αμερικανικό δημόσιο κατά σχεδόν 500 εκατομμύρια δολάρια από την επιχορήγηση των συγκεκριμένων φαρμάκων που προωθούσε η εταιρεία.