Στις 2 οκτωβρίου, τη Διεθνή Ημέρα Μη Βίας, ο λαός της Κολομβίας πήγε στις κάλπες. Ως αποτέλεσμα της συμφωνίας που υπογράφτηκε μεταξύ της κυβέρνησης του Juan Manuel Santos και των FARC-EP στις 26 σεπτεμβρίου, μετά από 4 χρόνια διαπραγμάτευσης, η Κολομβία κλήθηκε ν’ αποφασίσει ανάμεσα στο Ναι και το Όχι σε αυτή τη συμφωνία. Τι συνέβη τελικά;

Αυτό που συνέβη είναι πως το 62,5% των Κολομβιανών δεν πήγε στις κάλπες. Δεν είπε ούτε ναι, ούτε όχι… Ίσως τους ακινητοποίησαν η απογοήτευση, ο σκεπτικισμός, η δυσπιστία ή απλά η αδιαφορία.

Και έτσι, μόνο το 37% εκφράστηκε, περίπου 13 εκατομμύρια άνθρωποι. Και από αυτό το 37,5%, το 49.78% είπε Ναι στις συμφωνίες της ειρήνης. Είπαν ναι οι κάτοικοι του Ειρηνικού, της Καραϊβικής και του Αμαζονίου: λαοί που έχουν υποφέρει επανειλημμένα από τον πόλεμο. Λαοί αφρικανικής προέλευσης, ιθαγενείς και αγρότες. Είπαν ναι τα θύματα του πολέμου, για πρώτη φορά ορατά και αναγνωρισμένα ως συνομιλητές στις συμφωνίες. Είπαν ναι, και μάλιστα ευρέως, οι νέες γενιές, δείχνοντας την αλληλεγγύη τους και τη λαχτάρα τους για μια καινούρια χώρα.

Αλλά επίσης αυτό που συνέβη είναι πως το 50.21% όσων ψήφισαν είπε Όχι στις συμφωνίες της ειρήνης. Είπαν όχι οι κάτοικοι των μεγάλων πόλεων, με εξαίρεση τη Μπογκοτά. Είπαν όχι οι εύπορες περιοχές της χώρας, οι περιοχές με τις βιομηχανίες και τις μεγάλες επιχειρήσεις που έχουν ωφεληθεί από τον πόλεμο. Είπαν επίσης όχι οι παραστρατιωτικές περιοχές. Είπαν επίσης όχι πολλοί τρομοκρατημένοι Κολομβιανοί, πιστεύοντας πως η Κολομβία θα μπορούσε να γίνει κομουνιστική ή πως ο ηγέτης των FARC Timoleón Jiménez θα αναλάμβανε την εξουσία και θα έπαιρνε τα πάντα από τους πάντες. Έτσι διαπότισε το ψέμα τις συνειδήσεις του λαού μας. Είπαν όχι εκείνοι που είδαν τον πόλεμο εκ μακρόθεν, σα μια ιστορία που δεν είναι η δική τους.

Η Κολομβία είναι διχασμένη, είναι διχασμένη εδώ και πολλά, πολλά χρόνια. Βαθιά διχασμένη. Σήμερα, αυτός ο βαθύς διχασμός εκφράστηκε στις κάλπες, όχι στα όπλα, όχι στο θάνατο. Είναι σαφές πως όλα παρουσιάστηκαν ως μια αναμέτρηση ανάμεσα στον [αρχηγό της αντιπολίτευσης] Uribe και τον πρόεδρο Santos και σίγουρα πολλοί ψήφισαν με τη σκέψη πως ψήφιζαν για τον ένα ή για τον άλλο και όχι για μας, ως σύνολο. Αλλά κατά βάθος, κατά βάθος, αυτή η ελάχιστη διαφορά είναι η απόδειξη ενός διχασμού που μας συνοδεύει ιστορικά ως λαό, που μας έχει κάνει αδιάλλακτους απέναντι στη διαφορά και μας έχει συνηθίσει στην εξάλειψη του αντίθετου ως το μοναδικό και ψευδή τρόπο για να αντιμετωπίζουμε μια σύγκρουση.

Σ’ αυτήν τη δύσκολη στιγμή, είναι ένα βήμα το ότι ο διχασμός εκφράστηκε χωρίς βία. Είναι ένα βήμα ότι οι FARC-EP κράτησαν το λόγο και τη δέσμευσή τους και πως συνεχίζεται η επ’ αόριστον και διμερής παύση πυρός. Χωρίς τον οδυνηρό θόρυβο των όπλων και γνωρίζοντας πως ακόμη δε συμφωνούμε, ίσως να ήταν εφικτό ένα σκηνικό ευρέος εθνικού διαλόγου και συναίνεσης. Ίσως αυτό να είναι αναγκαίο για να χτίσουμε μια ειρήνη για όλες και όλους εκείνους που το επιθυμούν πραγματικά, ακόμη κι αν ψήφισαν όχι. Ίσως.

Πρέπει να μάθουμε την ειρήνη και να ξεμάθουμε τον πόλεμο. Ένα ακόμη εμπόδιο εμφανίστηκε στο δρόμο μας. Σίγουρα θα μπορέσουμε να το ξεπεράσουμε, αλλά στο μεταξύ, είναι αδύνατο να μη νιώσουμε πως η ειρήνη βρίσκεται σήμερα λίγο πιο μακριά απ’ ό,τι χτες.