Στις αρχές της εβδομάδας βρέθηκα καλεσμένη της Ευρωπαϊκής Επιτροπής σε συνάντηση διαβούλευσης με θέμα τον “Ευρωπαϊκό Πυλώνα Κοινωνικών Δικαιωμάτων”. Εκεί άκουσα για πρώτη φορά, από την Αναπληρώτρια Υπουργό Απασχόλησης, κα Ράνια Αντωνοπούλου, για τη δημιουργία ενός νέου μηχανισμού για τη διάγνωση των αναγκών της αγοράς εργασίας. Κύριος στόχος του είναι η παροχή αξιόπιστων δεδομένων για την αγορά εργασίας. Απώτερος στόχος θα είναι εστιασμένα προγράμματα κατάρτισης σε αντιδιαστολή με τις γνωστές σε όλους μας γλαφυρές ιστορίες που διηγούμαστε γελώντας κατά τη διάρκεια εφαρμογής τριών ολόκληρων Κοινοτικών Πακέτων Στήριξης (ΚΠΣ).
Είναι βέβαιο ότι αν θες να λύσεις ένα πρόβλημα πρέπει τουλάχιστον να το έχεις αντιληφθεί στη σωστή του διάσταση. Η πολυπόθητη απάντηση στο μεγάλο πρόβλημα της ανεργίας που ταλανίζει τη χώρα χρειάζεται αρχικά – και εκ των έσω – χαρτογράφηση αναγκών αλλά και γνώση του πεδίου και των προκλήσεων. Πρέπει να ξέρουμε τι συμβαίνει στις οικονομίες σήμερα όσον αφορά τις νέες τάσεις, όμως την ίδια στιγμή οφείλουμε να ξέρουμε ποια είναι τα δικά μας “δυνατά χαρτιά” και τι είδους ένεση επιμόρφωσης χρειάζεται για να ενισχυθούν. Αναρωτήθηκα αν ήταν μια ακόμα εξαγγελία της οποίας αναμένουμε απλώς την υλοποίηση. Μελετώντας διαπίστωσα ότι ο μηχανισμός όντως ξεκίνησε το 2015 με επιστημονικό υπεύθυνο του έργου το Εθνικό Ινστιτούτο Εργασίας & Ανθρώπινου Δυναμικού (ΕΙΕΑΔ).
Μία από τις βασικές εργασίες του Μηχανισμού Διάγνωσης είναι η ανάλυση δεξιοτήτων και ο δυναμισμός των επαγγελμάτων, δηλαδή ποια επαγγέλματα έχουν ζήτηση, έχουν όπως λέμε πέραση στην αγορά εργασίας, όπως αυτή αξιολογείται ανά εξάμηνο από τον μηχανισμό. Επίσης, ο προσδιορισμός του δυναμισμού των κλάδων οικονομικής δραστηριότητας και των αναδιαρθρώσεων σε αυτούς. Λαμβάνοντας υπόψη και τις πρόσφατες αλλαγές στην απασχόληση, οι κλάδοι οικονομικής δραστηριότητας που παρουσιάζουν τον υψηλότερο δυναμισμό είναι το εμπόριο, ο τουρισμός, η μεταποίηση και οι επαγγελματικές, επιστημονικές και τεχνικές δραστηριότητες ενώ αυτοί με τον μικρότερο δυναμισμό είναι η γεωργία, οι κατασκευές, οι χρηματοοικονομικές δραστηριότητες και η ενημέρωση. Διαβάζοντας όμως την μελέτη, επιβεβαιώνεται μεν ότι η γεωργία είναι ένας κλάδος που φθίνει στο σύνολό της, οι πολυετείς όμως καλλιέργειες είναι ένας από τους δυναμικότερους υποκλάδους της. Αντίστοιχη είναι η εικόνα του τουριστικού κλάδου στον οποίο τα καφέ και τα εστιατόρια έχουν δυναμισμό ενώ τα ξενοδοχεία όχι.
Ένα άλλο ενδιαφέρον στοιχείο σε αυτόν τον εν ενεργεία μηχανισμό διάγνωσης είναι η εμπλοκή και άλλων Υπουργείων και διαφορετικών οργανισμών όπως η ΕΛΣΤΑΤ και ο ΟΑΕΔ, ενώ και οι Περιφέρειες και οι Κοινωνικοί Εταίροι συμμετέχουν παρέχοντας στοιχεία, μελέτες και έρευνες στον τομέα τους. Έτσι μαθαίνουμε ότι παρατηρούνται για παράδειγμα σημαντικές διαφοροποιήσεις μεταξύ των περιφερειών, ένα στοιχείο που καθιστά αναγκαία την ανάλυση και στο επίπεδο αυτό.
Κάτι που επίσης μου κίνησε το ενδιαφέρον ήταν η διαφαινόμενη ολιστική προσέγγιση που φαίνεται να υιοθετούν οι επιστημονικοί υπεύθυνοι ταυτόχρονα με την περιοδικότητα των μετρήσεων τους (σε εξαμηνιαία, ετήσια, κ.ο.κ βάση). Τον όλο μηχανισμό τον αναπτύσσουν σε στάδια με βάση την Ελληνική πραγματικότητα λαμβάνοντας υπόψη την αστάθεια του κοινωνικοοικονομικού περιβάλλοντος σε εθνικό και διεθνές επίπεδο, όπως για παράδειγμα την οικονομική κρίση ή το μεταναστευτικό – προσφυγικό αλλά και άλλους παράγοντες.
Μια σημαντική καινοτομία που εισήγαγε πρόσφατα η επιστημονική ομάδα του ΕΙΕΑΔ είναι ο υπολογισμός του δυναμισμού των επαγγελμάτων με ένα σύνθετο δείκτη που λαμβάνει υπόψη εκτός από την απόλυτη και σχετική μεταβολή της απασχόλησης (που αποτελούσαν μέχρι πρότινος τον τρόπο υπολογισμού του δυναμισμού των επαγγελμάτων), τη μεταβολή της ανεργίας, το εκπαιδευτικό επίπεδο, την ηλικιακή διάρθρωση της απασχόλησης και τη μεταβολή των μισθών.
Ο μηχανισμός διάγνωσης φαίνεται ότι παράγει αποτελέσματα ως προς τη χαρτογράφηση των αναγκών και μάλιστα ζητούμενα από την κοινωνία επί δεκαετίες. Στοιχεία και αποτελέσματα που ποτέ δεν καταφέραμε να τα έχουμε με τόσο οργανωμένο και αποτελεσματικό τρόπο. Ξέρουμε ότι είχαν γίνει και στο παρελθόν απόπειρες οι οποίες όμως – κατόπιν πολιτικών παρεμβάσεων – είχαν διακοπεί.
Τώρα προκύπτουν δυο ζητούμενα: αφενός να συνεχίσει ο μηχανισμός να εμπλουτίζεται αφετέρου να οδηγήσει σε συγκεκριμένες πλέον προτάσεις πολιτικής για την εξεύρεση λύσεων. Αυτές οι τελευταίες, εξ όσων γνωρίζω τουλάχιστον, ακόμη εκκρεμούν από την πολιτική ηγεσία του Υπουργείου.