Η Πηγή πίσω από τη μεγαλύτερη διαρροή ιδιωτικών πληροφοριών στην ιστορία, γνωστή και ως Έγγραφα Παναμά (Panama Papers), μίλησε για πρώτη φορά από τη στιγμή που δημοσιεύθηκαν οι πρώτες διαρροές στα μέσα ενημέρωσης του κόσμου. Ισχυρίζεται ότι δεν συνδέεται με κυβερνήσεις ή υπηρεσίες ασφαλείας, και ζητάει δίωξη των δικηγόρων της Μοσάκ Φονσέκα για τα εγκλήματα που διαπράχθηκαν ως αποτέλεσμα των νομικών υπηρεσιών που παρείχαν, ενώ ταυτόχρονα δηλώνει ότι πρέπει να προστατεύονται νομικά οι πληροφοριοδότες. Παρακάτω αναδημοσιεύουμε μετάφραση της δήλωσης που πρωτότυπη μπορείτε να τη δείτε εδώ.
Η επανάσταση θα ψηφιοποιηθεί
Η εισοδηματική ανισότητα είναι ένα από τα καθοριστικά ζητήματα της εποχής μας. Επηρεάζει όλους μας σε όλο τον κόσμο. Η συζήτηση για την όλο και μεγαλύτερη διεύρυνση των ανισοτήτων μαίνεται εδώ και χρόνια, με τους πολιτικούς, ακαδημαϊκούς και ακτιβιστές να είναι ανήμποροι να ελέγξουν την κατάσταση παρά τις αμέτρητες ομιλίες, τις στατιστικές αναλύσεις, τις λίγες πενιχρές διαμαρτυρίες και τις περιστασιακές αποδείξεις. Παρόλα αυτά, τα ερωτήματα παραμένουν: γιατί; και γιατί τώρα;
Τα Έγγραφα Παναμά παρέχουν μια ελκυστική απάντηση σε αυτά τα ερωτήματα: μαζική, διάχυτη διαφθορά. Και δεν είναι σύμπτωση ότι η απάντηση έρχεται από μια νομική εταιρεία. Η Μοσάκ Φονσέκα είναι κάτι περισσότερο από ένα γρανάζι στη μηχανή της “διαχείρισης πλούτου”, αφού χρησιμοποίησε την επιρροή της για να γράψει ή να αναστείλει νόμους σε όλο τον κόσμο προκειμένου να ευνοήσει τα συμφέροντα εγκληματιών για δεκαετίες. Στην περίπτωση δε της νήσου Νιούε (case of the island of Niue), η εταιρεία έτρεξε ουσιαστικά ένα φορολογικό παράδεισο από την αρχή μέχρι το τέλος. Οι Ραμόν Φονσέκα και Γιούργκεν Μοσάκ θα μας κάνουν να πιστέψουμε ότι οι εταιρείες βιτρίνα του δικηγορικού γραφείου τους, που μερικές φορές ονομάζονται και “οχήματα ειδικού σκοπού”, είναι ακριβώς όπως τα αυτοκίνητα. Αλλά οι πωλητές αυτοκινήτων δεν γράφουν νόμους. Και ο μόνος “ειδικός σκοπός” των οχημάτων που παρήγαγαν ήταν πολύ συχνά η απάτη σε ευρεία κλίμακα.
Οι εταιρείες βιτρίνα συνδέονται συχνά με εγκλήματα φοροδιαφυγής, αλλά τα Έγγραφα Παναμά απέδειξαν πέρα κάθε αμφιβολίας ότι αν και οι εταιρείες βιτρίνα δεν είναι εξ ορισμού παράνομες, παρόλα αυτά χρησιμοποιούνται για να διεξάγουν ένα ευρύ φάσμα σοβαρών εγκλημάτων που υπερβαίνουν τη φοροδιαφυγή. Αποφάσισα να εκθέσω την Μοσάκ Φονσέκα γιατί νομίζω ότι οι ιδρυτές, υπάλληλοι και πελάτες της θα πρέπει να λογοδοτήσουν για το ρόλο τους σε αυτά τα εγκλήματα, αφού μόνο μερικά από αυτά έχουν έρθει στο φως μέχρι σήμερα. Θα χρειαστούν χρόνια, ίσως και δεκαετίες, για να γίνει γνωστό το πλήρες περιεχόμενο των άθλιων πράξεων αυτού του δικηγορικού γραφείου.
Εν τω μεταξύ, μια νέα παγκόσμια συζήτηση έχει ξεκινήσει, που είναι ενθαρρυντικό. Σε αντίθεση με την ευγενική ρητορική του παρελθόντος, που παραλείπονταν προσεκτικά κάθε υπαινιγμός περί ατασθαλιών της ελίτ, αυτή η συζήτηση επικεντρώνεται άμεσα σε αυτό που έχει σημασία.
Επί του σημείου αυτού έχω κάποιες σκέψεις.
Προς υπόμνηση, δεν εργάζομαι για οποιαδήποτε κυβέρνηση ή μυστική υπηρεσία, άμεσα ή ως ανάδοχος, και δεν έχω εργαστεί ποτέ στο παρελθόν. Η οπτική γωνία είναι εντελώς δική μου, καθώς ήταν δική μου απόφαση να μοιραστώ τα έγγραφα με την εφημερίδα Süddeutsche Zeitung και τη Διεθνή Κοινοπραξία των Ερευνητών Δημοσιογράφων (στο εξής ICIJ) – όχι για οποιοδήποτε συγκεκριμένο πολιτικό σκοπό αλλά – απλώς και μόνο επειδή κατάλαβα αρκετά για το περιεχόμενό τους και το μέγεθος των αδικιών που περιγράφονται.
Η επικρατούσα αφήγηση στα μέσα μαζικής ενημέρωσης σχετικά με το σκάνδαλο έχει επικεντρωθεί μέχρι στιγμής στο τι είναι νόμιμο και επιτρέπεται από το σύστημα. Το τι όμως επιτρέπεται, είναι σκανδαλώδες στην πραγματικότητα και πρέπει να αλλάξει. Αλλά δεν πρέπει να ξεχνάμε ένα άλλο σημαντικό γεγονός: το δικηγορικό γραφείο, οι ιδρυτές και εργαζόμενοί του στην πραγματικότητα εν γνώσει τους και επανειλημμένα παραβίαζαν πληθώρα νόμων σε όλο τον κόσμο. Δημοσίως επικαλούνται άγνοια, αλλά τα έγγραφα δείχνουν λεπτομερή γνώση και εσκεμμένη αδικοπραγία. Αν μη τι άλλο γνωρίζουμε ήδη ότι ο Μοσάκ έχει ψευδορκήσει ενώπιον ομοσπονδιακού δικαστηρίου της Νεβάδας και γνωρίζουμε επίσης ότι προσωπικό τεχνολογίας πληροφοριών του επιχείρησαν να καλύψουν τα βασικά ψέματα. Θα πρέπει όλοι να διωχθούν ανάλογα, χωρίς καμία ειδική μεταχείριση.
Σε τελική ανάλυση χιλιάδες διώξεις θα μπορούσαν να προέλθουν από τα Έγγραφα Παναμά, εάν οι υπηρέτες του νόμου μπορούσαν να έχουν πρόσβαση και να αξιολογήσουν τα αυθεντικά έγγραφα. Η ICIJ και οι εκδοτικοί εταίροι της ορθώς δήλωσαν ότι δεν θα τα παρέχουν σε υπηρεσίες επιβολής του νόμου. Εγώ όμως θα ήμουν πρόθυμος να συνεργαστώ για την επιβολή του νόμου, στο βαθμό που είμαι ικανός.
Τούτου λεχθέντος, έχω παρακολουθήσει τον ένα μετά τον άλλο, πληροφοριοδότες και ακτιβιστές στις Ηνωμένες Πολιτείες και την Ευρώπη να έχουν καταστρέψει τη ζωή τους επειδή έριξαν φως σε προφανείς ατασθαλίες. Ο Έντουαρντ Σνόουντεν έχει εγκλωβιστεί στη Μόσχα, εξορισμένος λόγω της απόφασης της κυβέρνησης Ομπάμα που τον διώκει στο πλαίσιο του νόμου περί κατασκοπείας. Για τις αποκαλύψεις του για την NSA, του αξίζει υποδοχή ήρωα και επιβράβευση, όχι εξορία. Η ενημέρωση του Μπράντλυ Μπίρκενφελντ σχετικά με την ελβετική τράπεζα UBS άξιζε εκατομμύρια – αλλά κέρδισε μια ποινή φυλάκισης από το Υπουργείο Δικαιοσύνης. Ο Αντουάν Ντελτούρ είναι σήμερα σε δίκη για την παροχή πληροφοριών σε δημοσιογράφους σχετικά με το πώς το Λουξεμβούργο χορηγούσε μυστικές φορολογικές συμφωνίες σε πολυεθνικές εταιρείες, κλέβοντας ουσιαστικά δισεκατομμύρια φορολογικών εσόδων από γειτονικές του χώρες. Και υπάρχουν πολλά ακόμα τέτοια παραδείγματα.
Τεκμηριωμένοι πληροφοριοδότες που εκθέτουν αναμφισβήτητες ατασθαλίες, είτε είναι γνώστες εκ των έσω είτε όχι, αξίζουν ασυλία από τις κυβέρνησεις αντί τιμωρίας, τελεία και παύλα. Έως ότου οι κυβερνήσεις ενσωματώσουν νομική προστασία για τους πληροφοριοδότες στη νομοθεσία, οι υπηρεσίες επιβολής του Νόμου θα πρέπει απλά να εξαρτώνται από δικούς τους πόρους ή την εν εξελίξει διαρροή έγγραφων με παγκόσμια κάλυψη από τα ΜΜΕ.
Στο μεταξύ καλώ την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, το Βρετανικό Κοινοβούλιο, το Κογκρέσο των ΗΠΑ και όλα τα κράτη, να λάβουν άμεση δράση όχι μόνο για την προστασία των πληροφοριοδοτών, αλλά για να μπει ένα τέλος στην παγκόσμια κατάχρηση των εταιρικών μητρώων μετόχων (coorporate registries). Στην Ευρωπαϊκή Ένωση τα εταιρικά μητρώα μετόχων κάθε κράτους μέλους θα πρέπει να είναι ελεύθερα προσβάσιμα, με λεπτομερή στοιχεία ξεκάθαρα και διαθέσιμα στους τελικούς δικαιούχους. Το Ηνωμένο Βασίλειο μπορεί να είναι υπερήφανο για τις εγχώριες πρωτοβουλίες του μέχρι τώρα, αλλά μπορεί ακόμα να παίξει ζωτικό ρόλο προς τον τερματισμό των οικονομικών απορρήτων στις διάφορες νησιωτικές περιοχές του, που αδιαμφισβήτητα αποτελούν τον ακρογωνιαίο λίθο της παγκόσμιας θεσμικής διαφθοράς. Οι δε ΗΠΑ είναι σαφές ότι δεν μπορούν να είναι σίγουρες ότι και στις 50 πολιτείες θα παρθούν σημαντικές αποφάσεις σε σχέση με τα εταιρικά τους δεδομένα. Έχει προ πολλού παρέλθει ο καιρός που το Κονγκρέσο όφειλε να παρέμβει και να επιβάλει τη διαφάνεια, θεσπίζοντας πρότυπα για τη δημοσιοποίηση και τη δυνατότητα πρόσβασης του κοινού.
Αντιλαμβανόμαστε φυσικά ότι είναι άλλο πράγμα να επαινείς τις αρετές της κυβερνητικής διαφάνειας σε διεθνή συνέδρια, προκαλώντας με ασφάλεια το ακροατήριο και είναι τελείως διαφορετικό το να μπαίνεις σε διαδικασία να εφαρμόζεις τη διαφάνεια. Είναι κοινό μυστικό ότι στις ΗΠΑ, εκλεγμένοι αντιπρόσωποι περνούν το μέγιστο του χρόνου τους αναζητώντας πόρους. Η απόδοση φόρων δεν μπορεί να γίνει ορθά όταν οι αιρετοί αξιωματούχοι εκληπαρούν για χρήματα από τις ελίτ που έχουν ισχυρότατα κίνητρα δωρεών με στόχο την αποφυγή των φόρων, που καλείται όμως κάθε άλλο κομμάτι του πληθυσμού να αποδώσει. Αυτές είναι ανούσιες πολιτικές πρακτικές που έχουν κάνει τον κύκλο τους και δεν πρέπει πλέον να συμβιβαζόμαστε μαζί τους. Η μεταρρύθμιση του διαλυμένου συστήματος χρηματοδότησης των εκστρατειών στην Αμερική, δεν μπορεί να περιμένει άλλο.
Φυσικά δεν είναι μόνο αυτά τα θέματα που χρειάζονται παρεμβάσεις. Ο πρωθυπουργός της Νέας Ζηλανδίας, Τζων Κέι, έχει τηρήσει υποδειγματική σιωπή για το ρόλο της χώρας του στο να ευνοεί την οικονομική Μέκκα απάτης και αναφέρομαι στα νησιά Κουκ. Στη Βρετανία το συντηρητικό κόμμα των Τόρις δεν έδειξε κανέναν ηθικό φραγμό στο να αποκρύψει, ακόμα και εσωκομματικά, την εμπλοκή offshore εταιριών, την ώρα που η Τζένιφερ Σάσκι Κάλβερι, διευθύντρια του ΣΔΟΕ στις ΗΠΑ, μόλις δήλωσε την παραίτησή της ώστε να ξεκινήσει να εργάζεται στην τράπεζα HSBC, μια από τις πιο δημοφιλείς τράπεζες στον πλανήτη (της οποίας τα κεντρικά γραφεία δεν βρίσκονται τυχαία στο Λονδίνο). Και έτσι ο γνωστός ήχος της περιστρεφόμενης Αμερικάνικης πόρτας αντηχεί μέσα στην παγκόσμια εκκωφαντική σιωπή χιλιάδων – έτοιμων να αποκαλυφθούν – τελικών πραγματικών εταιρικών μετόχων, οι οποίοι μάλλον προσεύχονται όποιος την αντικαταστήσει να είναι εξίσου άβουλος. Απέναντι στην πολιτική δειλία, είναι δελεαστικό να αποδίδεται στην ηττοπάθεια το γεγονός ότι το status quo παραμένει ουσιαστικά αμετάβλητο, τη στιγμή που τα Έγγραφα Παναμά είναι, αν μη τι άλλο, ένα κραυγαλέο σύμπτωμα της νοσηρής κοινωνίας μας και του ηθικά σάπιου ιστού της.
Πάντως το θέμα έχει τελικά έρθει στο τραπέζι και δεν είναι αξιοπερίεργο ότι αυτή η αλλαγή χρειάστηκε χρόνο. Για πενήντα χρόνια η εκτελεστική, η νομοθετική και η δικαστική εξουσία παγκοσμίως απέτυχε παταγωδώς να αντιμετωπίσει τους “μεταστατικούς” φορολογικούς παραδείσους που αναπτύσσονταν στην επιφάνεια της Γης. Ακόμα και σήμερα ο Παναμάς λέει ότι θέλει να μείνει στην Ιστορία για κάτι περισσότερο από τα Έγγραφα, όμως η κυβέρνησή του έχει ευμενώς εξετάσει μόνο ένα από τα περιστρεφόμενα αλογάκια – offshore εταιρίες – του καρουσέλ.
Οι τράπεζες, οι παράγοντες που ρυθμίζουν τον χρηματοπιστωτικό τομέα και οι εφορίες έχουν αποτύχει. Έχουν εφαρμοστεί πολιτικές αποφάσεις που έχουν γλυτώσει τους πλούσιους και επικεντρώνονται στους μικρομεσαίου εισοδήματος πολίτες.
Τα δικαστήρια συσσωρεύουν απελπιστικά τις υποθέσεις, είναι τελείως αναποτελεσματικά. Έχουν αποτύχει. Οι δικαστές συναινούν συχνότατα στα επιχειρήματα των πλουσίων, των οποίων οι δικηγόροι – και όχι μόνο της Μοσάκ Φονσέκα – είναι πολύ καλά εκπαιδευμένοι στο γράμμα του Νόμου ενώ ταυτόχρονα κάνουν ό,τι περνά από το χέρι τους για να βεβηλώνουν το πνεύμα του Νόμου.
Τα ΜΜΕ έχουν αποτύχει. Πολλά ενημερωτικά δίκτυα αποτελούν πλέον καρικατούρες του προηγούμενου εαυτού τους, μεμονωμένοι δυσεκατομμυριούχοι αγοράζουν εφημερίδες σαν χόμπι, περιορίζοντας την κάλυψη πολύ σημαντικών θεμάτων, που αφορούν τους πλούσιους, την ίδια στιγμή που σοβαροί ρεπόρτερ δεν χρηματοδοτούνται από πουθενά. Αυτή η κατάσταση έχει αντίκτυπο: εκτός από την Süddeutsche Zeitung και την ICIJ, και παρά το γεγονός ότι αρκετά μεγάλα ΜΜΕ ισχυρίστηκαν το αντίθετο, έβαλαν σοβαρούς δημοσιογράφους να ερευνήσουν τα Έγγραφα Παναμά. Αποφάσισαν όμως να μην καλύψουν το θέμα. Η πικρή αλήθεια είναι ότι μεταξύ των πιο ικανών και πολλά υποσχόμενων οργανισμών ΜΜΕ ανά τον κόσμο δεν προθυμοποιήθηκε καμία να αναφερθεί στο θέμα. Ακόμα και τα Wikileaks δεν απάντησε στις επανειλημμένες εκκλήσεις.
Κυρίως όμως οι δικηγόροι απέτυχαν. Η δημοκρατική διακυβέρνηση εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από υπεύθυνα άτομα που βρίσκονται σε κάθε πτυχή του συστήματος, που κατανοούν και τηρούν το Νόμο, αντί να τον εκμεταλλεύονται. Κατά μέσο όρο οι δικηγόροι είναι τόσο διεφθαρμένοι που είναι επιτακτική ανάγκη να υπάρξουν σαρωτικές αλλαγές στο επάγγελμα, πολύ περισσότερο σε βάθος από όσες σήμερα βρίσκονται στο τραπέζι συζήτησης. Για αρχή ο όρος “νομική δεοντολογία”, πάνω στην οποία βασίζονται κώδικες δεοντολογίας και άδειες εξασκήσεως του επαγγέλματος έχει καταντήσει σχήμα οξύμωρο. Η Μοσάκ Φονσέκα δεν δούλεψε εν κενώ – παρά τα επανειλημμένα πρόστιμα και τις τεκμηριωμένες ρυθμιστικές παραβιάσεις, κατάφερε να βρει συμμάχους και πελάτες μέσα από τις μεγάλες νομικές εταιρίες σε κάθε κράτος. Αν τα κατακερματισμένα οικονομικά της εταιρείας δεν αποτελούσαν επαρκείς αποδείξεις, δεν αρνείται πλέον κανείς ότι δεν πρέπει να επιτρέπεται πια σε δικηγόρους να ρυθμίζουν ο ένας τον άλλο. Αυτό το σύστημα δεν λειτουργεί. Αυτοί που μπορούν να πληρώσουν περισσότερα μπορούν πάντα να βρουν έναν δικηγόρο να υπηρετήσει στους σκοπούς τους, είτε αυτός βρίσκεται στην Μοσάκ Φονσέκα είτε σε άλλη δικηγορική εταιρία, που ίσως δεν γνωρίζουμε ακόμα. Τί γίνεται όμως με την υπόλοιπη κοινωνία;
Ο συλλογικός αντίκτυπος αυτών των αποτυχιών αποτέλεσε την πλήρη διάβρωση των ηθικών προτύπων, οδηγώντας τελικά σε ένα νέο σύστημα που εξακολουθούμε να αποκαλούμε Καπιταλισμό, που όμως ισοδυναμεί με οικονομική σκλαβιά. Σε αυτό το σύστημα – στο σύστημά μας – οι δούλοι δεν έχουν επίγνωση ούτε της ιδιότητάς τους ούτε των αφεντικών τους, οι οποίοι ζουν σε έναν άλλον κόσμο, όπου τα άυλα δεσμά είναι προσεκτικά κρυμμένα ανάμεσα σε δεσμίδες γεμάτες από απρόσιτες νομικούρες. Το τρομακτικό μέγεθος της βλάβης που γίνεται στον κόσμο θα πρέπει να μας βγάλει όλους με τη μία από το λήθαργο. Αλλά αν χρειάζεται ένας πληροφοριοδότης για να σημάνει συναγερμός, αυτό αποτελεί αιτία ακόμα μεγαλύτερης ανησυχίας. Σηματοδοτεί ότι οι έλεγχοι και οι ισορροπίες της δημοκρατίας έχουν αποτύχει, ότι η βλάβη είναι συστημική, και ότι μια σοβαρή αστάθεια θα μπορούσε να είναι προ των πυλών. Έτσι, τώρα ήρθε η ώρα για πραγματική δράση, και αυτή ξεκινά από τη στιγμή που ξεκινούν οι ερωτήσεις.
Οι ιστορικοί μπορούν εύκολα να διηγηθούν πώς τα θέματα που αφορούν τη φορολογία και τις ανισορροπίες της εξουσίας οδήγησαν σε επαναστάσεις στο παρελθόν. Στη συνέχεια οι στρατιωτικές δυνάμεις ήταν απαραίτητες για να υποτάξουν τους λαούς, ενώ τώρα ο περιορισμός της πρόσβασης στην πληροφορία είναι εξίσου αποτελεσματικός, ίσως και πιο αποτελεσματικός, δεδομένου ότι η πράξη είναι συχνά αόρατη. Ωστόσο ζούμε σε μια εποχή που η απεριόριστη ψηφιακή αποθήκευση και οι γρήγορες συνδέσεις στο ίντερνετ που υπερβαίνουν τα εθνικά σύνορα, είναι σχεδόν ανέξοδες. Δεν παίρνει πολύ για να εμφανιστεί η κρυφή εικόνα: από την αρχή μέχρι το τέλος, από την εισαγωγή έως την παγκόσμια διανομή των μέσων ενημέρωσης, η επόμενη επανάσταση θα είναι ψηφιακή.
Μπορεί και να έχει ήδη αρχίσει.