Της Madeleine John
Όταν πρωτοκυκλοφόρησε το βιβλίο «Το δεύτερο φύλο» της Σιμόν ντε Μπωβουάρ, η αποκάλυψη ενός κόσμου φτιαγμένου από τον άντρα όπου εκείνος ήταν το κέντρο και η ουσία του, ενώ οι γυναίκες το «άλλο», προκάλεσε ένα δυνατό σοκ. Εντούτοις, «οι άλλοι» δεν είμαστε μόνο οι γυναίκες. Είμαστε εκατομμύρια εκατομμυρίων ανθρώπινα όντα. Τουλάχιστον στο δυτικό κόσμο, το πρότυπο του ατόμου που έχαιρε εκτίμησης και το οποίο μας έμαθαν να επιδιώκουμε, ήταν πολύ πιο σύνθετο. Δεν ήταν μόνο αρσενικό, αλλά και ετεροφυλόφιλο, λευκό, με ένα συγκεκριμένο μορφωτικό επίπεδο, μιας ορισμένης κοινωνικής τάξης, κ.λπ. κ.λπ. «Οι ετερότητες» αντιμετωπίζονται ακόμη και σήμερα ως άνθρωποι δεύτερης κατηγορίας και σε πιο ακραίες περιπτώσεις ως λιγότερο ανεπτυγμένα ή «ανεπαρκή» άτομα. Σ’ αυτές τις «ετερότητες» περιλαμβάνεται ένα ευρύτατο φάσμα ανθρώπων για πολλούς και ποικίλους λόγους, όπως είναι, μεταξύ άλλων, η εθνικότητα ή ο πολιτισμός, ο σεξουαλικός προσανατολισμός, το επάγγελμα, οι δεξιότητες. Όλ’ αυτά ακούγονται αρκετά αφηρημένα. Αλλά, πρακτικά, σημαίνουν τη διάκριση πολύ συγκεκριμένων ανθρώπινων όντων επειδή μπορεί να είναι: sinti[1] ή awajún[2], αυτιστικοί, λεσβίες, κουφοί, αναλφάβητοι, οδοκαθαριστές, αλφικοί… Ακόμη και η ίδια η γλώσσα προδίδει αυτή τη διάκριση όταν μιλάμε για τον «τρίτο κόσμο», την ανώτερη ή τη χαμηλή τάξη, τις «διαφορετικές» δεξιότητες˙ κάτω από αυτές τις λέξεις κρύβεται η τεράστια οδύνη, η περιθωριοποίηση και η έλλειψη ευκαιριών για την πλειοψηφία των ανθρώπων.
Εδώ και δεκαετίες, γενναίες γυναίκες και άντρες εργάζονται και αγωνίζονται για την αναγνώριση της πλήρους ανθρωπινότητας των «ετεροτήτων». Ανάμεσά τους συγκαταλέγονται, ως παραδείγματα και σημεία αναφοράς, το φεμινιστικό κίνημα, το κίνημα για τα δικαιώματα των αφροαμερικάνων, οι προτάσεις συμμετοχικής εκπαίδευσης, οι ΛΟΑΤ κοινότητες, οι Μαπούτσε και η υπεράσπιση της γης τους, και τόσοι άλλοι. Αυτοί είναι ο φρέσκος αέρας του κόσμου του αύριο που φτάνει ως εμάς.
Σήμερα, όλοι εμείς που επιθυμούμε έναν δικαιότερο και πιο ανθρώπινο κόσμο, οφείλουμε να στηρίξουμε την πλήρη αναγνώριση και ισότητα ευκαιριών για όλες τις «ετερότητες». Ταυτόχρονα θα χρειαστεί να κάνουμε μια προσπάθεια για να ξεπεράσουμε όλα τα πιστεύω και τις αξίες με τις οποίες διαμορφωθήκαμε. Να παρατηρήσουμε σε μας τους ίδιους πώς εκδηλώνονται οι προκαταλήψεις και πώς εκφράζονται ως αδιαφορία, έλλειψη ενδιαφέροντος, φόβος ή βία προς άλλους ανθρώπους. Συναντώντας την ανθρώπινη διαφορετικότητα αποκτούμε νέους τρόπους αντίληψης και επικοινωνίας με τον κόσμο. Κάποιες φορές, απέναντι σ’ αυτόν που είναι διαφορετικός από μένα, αισθάνομαι «γυμνός», χωρίς τα στηρίγματα στα οποία βασίστηκα για να τοποθετηθώ στον κόσμο. Δε θα έχουν αξία ούτε τα αντικείμενα που κατέχω, ούτε το επώνυμό μου, ούτε ο τίτλος μου, ούτε τα ρούχα μου, ούτε η δουλειά μου. Σ’ αυτή την προσπάθεια να πάμε πέρα από το φαίνεσθαι για να συναντήσουμε την ανθρωπινότητα στον άλλο, θα αναγκαστούμε, ταυτόχρονα, να εμβαθύνουμε στη δική μας ανθρωπινότητα. Χωρίς αμφιβολία, σ’ αυτή τη συνάντηση με την ουσία του καθενός, με εκείνο που ενώνει όλους τους ανθρώπους και στο οποίο βρίσκεται το μεγαλείο μας, θα ανακαλύψουμε τη δύναμη και την έμπνευση ενός νέου κόσμου. Ενός κόσμου όπου όλοι οι άνθρωποι αναγνωρίζονται για την πλήρη ανθρωπινότητά τους, ενός νέου, τελείως διαφορετικού κόσμου, ενός κόσμου που τόσο καιρό λαχταράμε και που έχει ήδη αρχίσει να ανθίζει.
[1] Τσιγγάνοι της κεντρικής Ευρώπης.
[2] Ή aguaruna, εθνότητα της περουβιανής ζούγκλας.