Της Thais Moya, αρθρογράφου της Jornalistas Livres
Ένα εβδομαδιαίο περιοδικό, το όνομα του οποίου δεν αξίζει να αναφέρουμε, δημοσίευσε ένα άρθρο για τη γυναίκα του αντιπροέδου της Βραζιλίας με τον εξής τίτλο: Marcela Temer: όμορφη, σεμνή και νοικοκυρά.
Από μόνος του ο τίτλος αποτελεί προσβολή για τον αγώνα των γυναικών για τα δικαιώματά τους, εκθειάζοντας φαλλοκρατικές αξίες που σκοπό έχουν να τοποθετήσουν τη γυναίκα όσο πιο μακριά γίνεται από τα πολιτικά δρώμενα.
Εξηγούμαι.
Η ανάγκη να είμαστε όμορφες είναι ένα βάρος για τις γυναίκες επειδή, πριν απ’ όλα, πριν θεωρηθούμε άνθρωποι, αξιολογούμαστε από την εμφάνισή μας. Σε οποιοδήποτε περιβάλλον, από το φούρνο της γειτονιάς μέχρι την επιχείρηση στην οποία δουλεύουμε, το σώμα μας και τα ρούχα μας είναι το αρχικό «φίλτρο» που χρησιμοποιούν για να μας κρίνουν. Μόνο μετά απ’ αυτό αξιολογούνται οι άλλες ικανότητες και τα χαρακτηριστικά που έχουμε. Οι άντρες δεν είναι θύματα αυτού του απανθρωπιστικού φίλτρου της ομορφιάς. Πριν απ’ όλα είναι άντρες, άνθρωποι.
Η υποχρέωση να είμαστε όμορφες είναι ένα βάρος γιατί είναι εξαντλητική, απασχολεί μεγάλο κομμάτι του χρόνου μας και, σε πολλές περιπτώσεις είναι επώδυνη. Ή μήπως η αποτρίχωση, το peeling ή το ίσιωμα των μαλλιών με παράγωγα της φορμόλης έχουν γίνει ανώδυνες και ευχάριστες ασχολίες;
Μια άλλη σκληρή πλευρά του γυναικείου αισθητικού προτύπου είναι το παραμύθι που λέει πως αν δεν είμαστε όμορφες, δε θα ζήσουμε τον έρωτα, δε θα παντρευτούμε και, κατά συνέπεια, θα είμαστε δυστυχισμένες και μη ολοκληρωμένες. Οι γυναίκες διδαχτήκαμε να είμαστε δυστυχισμένες, μη ολοκληρωμένες, απροστάτευτες και εύθραυστες. Μας πείσανε πως μόνο αν παντρευτούμε έναν άντρα, αυτό το «κενό» θα γεμίσει. Και πώς αντιδρούμε μπροστά σ’ αυτό «το μισογυνικό παραμύθι των νεράιδων». Καταρχάς γινόμαστε εχθρικές και δυνητικές αντίζηλοι των άλλων γυναικών. Κατά δεύτερον, καθορίζουμε σχεδόν όλες τις επιλογές της ζωής μας με το στόχο να βρούμε σύζυγο. Και αυτές οι επιλογές περνούν μέσα από μια σειρά τραυμάτων στο σώμα μας από το κεφάλι μέχρι τα πόδια, κυριολεκτικά.
Ακολουθώντας αυτή τη λογική, γίνεται ευκολότερο να καταλάβουμε το φαλλοκρατικό νόημα του όρου «σεμνή». Η σεμνότητα είναι, εξ ορισμού, μια συμπεριφορά ατόμων που είναι σχεδόν αόρατα. Βρίσκονται στο χώρο για να τα αγνοούν. Υπάρχει πιο απανθρωπιστικό και τρομακτικό απ’ αυτό; Στην ιστορία μας αυτή η σεμνή συμπεριφορά ήταν η αρμόζουσα για τους σκλάβους που υπηρετούσαν στα μεγάλα σπίτια. Την ίδια συμπεριφορά απαιτούμε σήμερα από τις οικιακές βοηθούς.
Ο χαρακτηρισμός μιας γυναίκας ως σεμνής συνεπάγεται μια προφανή δυαδική εστίαση που είναι πολύ γνωστή και έχει επικριθεί ευρέως από τις φεμινιστικές θεωρίες: «καλή γυναίκα» εναντίον «πουτάνας». Τα σώματά μας και το μυαλό μας υποβάλλονται από την παιδική μας ηλικίας σε σωματικές πειθαρχίες και συναισθηματικά βασανιστήρια με στόχο να μας απομακρύνουν από την εμφάνιση της πόρνης. Σοβαρά τώρα, τι σημαίνει ότι μοιάζω με πουτάνα; Και ακόμη περισσότερο ποιον ενδιαφέρει να απανθρωπίζει αυτές τις γυναίκες που για διάφορους λόγους και συνθήκες κατέληξαν να πουλούν το σώμα τους; Τελευταίο και ίσως το πιο σημαντικό ερώτημα: γιατί οι άντρες που αγοράζουν αυτές τις υπηρεσίες δεν υπόκεινται ούτε σε ένα χιλιοστό της προκατάληψης και της διάκρισης στην οποία υπόκεινται οι πόρνες;
Με πιο απλά λόγια, οι γυναίκες που δεν υποτάσσονται στην αορατότητα και την έλλειψη ικανοποίησης πάντα επικρίθηκαν ως «πουτάνες».
Ο όρος «νοικοκυρά» αποκαλύπτει ξεκάθαρα τη φαλλοκρατική πρόθεση να μένει η γυναίκα στην ιδιωτική σφαίρα. Δηλαδή: οι δημόσιοι χώροι είναι των αντρών και στις συζύγους τους αντιστοιχεί ο χώρος του σπιτιού. Αυτός ο τρόπος σκέψης μας κόστισε αιώνες σκοταδισμού κατά τους οποίους δεν μπορούσαμε να μορφωθούμε, να δουλέψουμε και να ψηφίσουμε.
Δεν είναι τυχαίο. Μέχρι και σήμερα είναι δύσκολο να αποδομηθεί η αντίληψη ότι η γυναίκα δεν είναι πολιτικό ον. Η πολιτική δημιουργήθηκε για και από τους άντρες. Αυτούς πρέπει να υπηρετεί. Όταν εμείς, οι γυναίκες, αρχίζουμε να μην είμαστε «όμορφες, σεμνές και νοικοκυρές» ξεκινάμε να γινόμαστε πολιτικά όντα που έχουν δικαίωμα να διεκδικούν θέσεις εξουσίας. Αυτό υπήρξε το «έγκλημα» των γυναικών του τελευταίου αιώνα. Αυτό είναι το μόνο αποδεδειγμένο μέχρι στιγμής «έγκλημα» της Dilma Roussef.
Οι γυναίκες δεν είμαστε πια υποχρεωμένες να είμαστε όμορφες, σεμνές και νοικοκυρές.
Οι γυναίκες θα είμαστε κάθε μέρα και περισσότερο πολιτικά όντα. Σε όποιον αρέσει.