Στις 17 Μαρτίου 2016 ανακηρύχτηκε επίσημα το «ομοσπονδιακό δημοκρατικό σύστημα της Ρογιάβα» (ένας κουρδικός όρος για τη Βόρεια Συρία). Κάπου 150 εκπρόσωποι από κουρδικές, αραβικές και ασσυριακές (κυρίως χριστιανικές) ομάδες συναντήθηκαν στην πόλη της Ρμέλαν στην βορειοανατολική Συρία και ψήφισαν υπέρ της ένωσης των τριών «καντονιών» που κυρίως κατοικούνται από Κούρδους – τα καντόνια του Άφριν, του Κομπάνι και του Τζαζίρα. Η κυβέρνηση καθώς και ένα μεγάλο μέρος του συνασπισμού της αντιπολίτευσης που είναι παρόντες στις συριακές διαπραγματεύσεις που λαμβάνουν χώρα στην Γενεύη από τα μέσα του Μαρτίου, ο Συριακός Εθνικός Συνασπισμός, δήλωσαν την άρνησή τους να δεχθούν ένα ομοσπονδιακό σύστημα το οποίο προβλέπουν να είναι το πρώτο βήμα για τη διάσπαση της Συρίας. Το συριακό Υπουργείο Εξωτερικών δήλωσε ότι: «Μια τέτοια ανακοίνωση δεν έχει καμία νομική αξία και δεν θα έχει κανένα νομικό, πολιτικό, κοινωνικό και οικονομικό αντίκτυπο όσο δεν αντικατοπτρίζει τη θέληση ολόκληρου του συριακού λαού». Δεν αναφέρθηκε καθόλου στο πώς η «θέληση ολόκληρου του συριακού λαού» θα καθοριστεί με μία χώρα υπό πόλεμο.
Ενώ το κουρδικό ζήτημα έχει προσελκύσει τη διεθνή προσοχή και η κατά κύριο λόγω αυτόνομη κουρδική περιοχή στο Ιράκ είναι σημαντικός παίχτης στην ιρακινή πολιτική, οι Κούρδοι της Συρίας έχουν μελετηθεί λιγότερο καθώς δεν ήταν ορατοί παράγοντες μέχρι τώρα όπως άλλες εθνοτικές ή σεκταριστικές ομάδες. Όπως έγραψε ο ειδικός στο κουρδικό ζήτημα, Michael Gunter: «Στις 19 Ιουλίου 2012 οι σχεδόν ανήκουστοι προηγουμένως Σύριοι Κούρδοι ξαφνικά αναδύθηκαν ως πιθανοί παράγοντες που θα μπορούσαν να αλλάξουν τις ισορροπίες στον εμφύλιο πόλεμο της Συρίας και τις μελλοντικές του συνέπειες στην Μέση Ανατολή, όταν τα κυβερνητικά στρατεύματα αποσύρθηκαν απότομα από μεγάλες κουρδικές περιοχές σε μια προσπάθεια να εδραιώσουν την αυξανόμενα δεινή τους θέση. Οι Κούρδοι στην Συρία έγιναν ξαφνικά αυτόνομοι, μία κατάσταση η οποία επηρέασε σοβαρά και τη γειτονική Τουρκία και την πρακτικά ανεξάρτητη Κουρδική Περιφερειακή Κυβέρνηση στο Ιράκ. Πράγματι η απότομη άνοδος των Κούρδων στην Συρία αποπειράται να γίνει το σημείο καμπής που θα μπορούσε να βοηθήσει στην αλλαγή των τεχνητών συνόρων της Μέσης Ανατολής που εγκαθιδρύθηκαν μετά τον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο μετά την περιβόητη Συμφωνία Σάικς–Πικό».[1]
Με την ελπίδα να κρατήσει τους Κούρδους έξω από την όλο και σφοδρότερη ένοπλη σύγκρουση, λίγο μετά τις 15 Μαρτίου 2011 που ξεκίνησαν οι συριακές ένοπλες συγκρούσεις, τον Απρίλιο του 2011, ο Μπασάρ αλ Άσαντ έδωσε συριακή υπηκοότητα σε περίπου 220.000 Κούρδους οι οποίοι περίμεναν καιρό να αναγνωριστούν ως πολίτες ή που τους είχαν στερήσει την υπηκοότητά τους στην απογραφή του 1962. Παρόλα αυτά οι ένοπλες συγκρούσεις εξαπλώθηκαν και το Ισλαμικό Κράτος άρχισε να ελέγχει εδάφη κοντά σε περιοχές που κατοικούνται κυρίως από Κούρδους. Κάποιοι παρατηρητές βλέπουν τους Κούρδους ως «φυσικούς σύμμαχους» του Μπασάρ καθώς έχουν πολλούς κοινούς εχθρούς.
Λόγω κυρίως τις συνεργασίας τους με το καθεστώς οι κουρδικές περιοχές γλίτωσαν από τους κυβερνητικούς βομβαρδισμούς και επέτρεψαν στην κουρδική ηγεσία να χτίσει εναλλακτικές μορφές διακυβέρνησης. Ο Gunter περιγράφει με λεπτομέρεια την επιρροή, στους Κούρδους ηγέτες στην Τουρκία και στην Συρία, των γραπτών του Μάρεϋ Μπούκτσιν (1921-2006) και των απόψεών του πάνω στην οικολογική, αυτόνομη διακυβέρνηση, τη «δημοκρατική αυτονομία».[2]
Κατά τη διάρκεια της τωρινής «ομίχλης του πολέμου» είναι δύσκολο να δούμε ποιες μορφές συνεργασίας θα αναπτυχθούν μεταξύ των κουρδικών περιοχών στην Συρία, το Ιράκ, την Τουρκία και ίσως το Ιράν. Πρόσφατα λάβανε χώρα συνομιλίες στην Ελβετία μεταξύ Κούρδων ηγετών από τις τέσσερις αυτές χώρες. Υπάρχουν αυτοί που βλέπουν όλες τις προτάσεις για ομοσπονδιακή-συνομοσπονδιακή μορφή διακυβέρνησης σε ένα προηγουμένως πολύ συγκεντρωτικό Κράτος ένα βήμα προς τη διάλυση του Κράτους. Όμως τα πρώτα χρόνια της γαλλικής κυριαρχίας στην Συρία μετά τον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο, οι Γάλλοι δημιούργησαν μία μορφή «ομοσπονδιακής» διοίκησης και ήταν οι Γάλλοι που διευκόλυναν τη δημιουργία του Λίβανου το οποίο μέχρι τότε ήταν μέρος της «Μεγάλης Συρίας». Είναι δύσκολο να φανταστούμε ένα συγκεντρωτικό Κράτος με ένα κόμμα να ξαναδημιουργηθεί αφού τερματιστούν οι ένοπλες συγκρούσεις, όπως ήταν κάτω από την ηγεσία του αλ Άσαντ – πατέρα και γιου. Παρόλο που οι Κούρδοι δεν ήταν παρόντες στις διαπραγματεύσεις του ΟΗΕ στην Γενεύη (μετά την πίεση της Τουρκίας) η πρόταση για ομοσπονδία είναι τώρα στο τραπέζι και τα πλεονεκτήματα εξετάζονται στενά.
Rene Wadlow, Πρόεδρος και εκπρόσωπος του Association of World Citizens στα Ηνωμένα Έθνη στην Γενεύη.
[1] Michael M. Gunter. Out of Nowhere. The Kurds of Syria in Peace and War (London: Hurst and Co, 2014, p.1)
[2] Damian White. Bookchin: A Critical Appraisal (London: Pluto Press, 2008)