Πριν από 41 χρόνια δυό επιστήμονες ανακάλυψαν ένα βουνό στο οποίο καταλήγουν κάθε Ιανουάριο εκατομμύρια πεταλούδες. Είναι ο Μονάρχης η πεταλούδα Danaus plexippus το μόνο έντομο που μεταναστεύει σα πουλί για να ξεχειμωνιάσει σε κλίμα θερμό και ύστερα με την Άνοιξη επιστρέφει στον Καναδά και την Βόρεια Ευρώπη. Αυτή την ανακάλυψη τιμά φέτος 9 Ιανουαρίου το Google.
Είναι στη Φύση το να φεύγεις για καλύτερα.
Ό,τι δεν έχει ρίζα ταξιδεύει μα ακόμα και τα φυτά, που είναι καταδικασμένα να μαραζώνουν αν βρεθούν στα άγονα, επιστρατεύουν κόλπα και τερτίπια για να φύγει ο σπόρος μακριά και να εξασφαλίσουν τα παιδιά τους.
Έγινε στον 20ό αιώνα μεγάλη προσπάθεια από κυβερνήσεις να καρφιτσωθούν οι λαοί σε ό,τι, κάπως αυθαίρετα, αποφασίστηκε πως είναι ο τόπος τους και να ταυτιστεί στη συνείδησή μας ως αλήτης ο περιπλανόμενος.
Δεν ήταν έτσι πάντα. Πέρα από τους μοναχικούς τροβαδούρους και σαμάνους, πέρα από νομαδικούς λαούς σαν τους τσιγγάνους ή τις φυλές Ινδιάνων και Μασάι αλλά, και πιο κοντά μας, από την αρχαιότητα ως δυό γενιές πίσω, ήταν συνήθεια πολλών ομάδων η εποχική μετανάστευση είτε επρόκειτο για βοσκούς που το μισό χρόνο κατέβαιναν στα χειμαδιά με τα κοπάδια τους, είτε για τους Ηπειρώτες πετράδες, φημισμένους χτίστες που μόλις έβλεπαν να λιώνει το χιόνι φορτώνονταν τα εργαλεία τους κι έφταναν μέχρι τη Ρουμανία, είτε και για ψαράδες, ναυτικούς ή πειρατές που ξεχειμώνιαζαν μεθώντας στα λιμάνια μα όταν έσκαγε το πρώτο πράσινο στα γκρίζα κλαδιά της συκιάς έριχναν τα καράβια τους στη θάλασσα και έφευγαν για μήνες αφήνοντας τη γη, τα ζώα, τα παιδιά τους στις γυναίκες τους.
Με δίψα να καλυτερέψουν τη ζωή τους νέοι αριστοκράτες ξεκινούσαν να περιηγηθούν αρχαίους τόπους κι άγριους λαούς ή υπέρκομψα σαλόνια πριν επιστρέψουν για να κυβερνήσουν την πατρίδα και το σπίτι τους διότι η άρχουσα τάξη δε δεχόταν πως είχε ολοκληρωθεί η παιδεία ενός νέου αν, πριν γυρίσει για να κατασταλάξει στην κυβέρνηση ή τα κτήματά του, ο νέος δεν είχε περιπλανηθεί, να ανοίξει το μυαλό και να πλουτίσει με εμπειρίες και γνώση. Με δίψα να καλυτερέψουν τη ζωή τους έφευγαν οι πιο προικισμένοι νέοι από τους δευτεροκλασάτους τόπους τους για να καλλιεργηθούν και να εξασκηθούν στην Επιστήμη τους έστω για λίγους μήνες στα καλά πανεπιστήμια της γης. Με ίδια δίψα για καλύτερη ζωή έφευγαν πάντα οι νέοι και αρτιμελείς από όπου έπεσαν λιμοί, λοιμοί και καταποντισμοί και επέστρεφαν με πλούτη ψυχικά και υλικά ως ευεργέτες να χτίσουν τα θαυμαστά που ζήλεψαν στους ξένους τόπους.
Έφευγαν κι οι Σεβάχ, θαλασσινοί που η στεριά δεν τους κρατούσε, και αναθρεφόμαστε με τις διηγήσεις και τα παραμύθια τους, όλων εκείνων που ένας τόπος δεν τους χώραγε μόνο ήθελαν πάντοτε να φεύγουν, σπρωγμένοι άλλοτε από τη δύσκολη ζωή κι άλλοτε μόνο απ’ την αγάπη για «το ωραίο ταξίδι». Είναι η κουλτούρα μας αυτά, τα ζήσαμε τα ταξίδια τους, τα φέρουμε εντός μας κι είναι εαυτός και φίλος ο Οδυσσέας, είναι οι Αργοναύτες κι οι Βίκινγκς και ο Μάρκο Πόλο κι ο Ροβινσώνας κι ο μικρός Σεβάχ της Χαλιμάς σαν το Στράτη Θαλασσινό, το alter ego του Σεφέρη, του ποιητή που ταξίδεψε σα πρέσβης και σα φοιτητής μα δεν την ξέχασε την προσφυγιά, ούτε το σπίτι εκείνο στο χωριό που ήταν δικό του από τον παππού αλλά δεν το ξανάδε.
Είναι στη Φύση το να φεύγεις για καλύτερα. Είναι στη Φύση να εξασφαλίζεις τα παιδιά σου και να φεύγεις μακριά απ’ τον πόνο και τη φτώχεια. Όλα τα άλλα τα περί συνόρων και εθνών είναι κατασκευάσματα και σοφιστείες.
Γιώργος Σεφέρης, Κίχλη:
Α´
Τὸ σπίτι κοντὰ στὴ θάλασσα
Τὰ σπίτια ποὺ εἶχα μου τὰ πῆραν. Ἔτυχε
νά᾿ ναι τὰ χρόνια δίσεχτα πόλεμοι χαλασμοὶ ξενιτεμοὶ
κάποτε ὁ κυνηγὸς βρίσκει τὰ διαβατάρικα πουλιὰ
κάποτε δὲν τὰ βρίσκει- τὸ κυνήγι
ἦταν καλὸ στὰ χρόνια μου, πῆραν πολλοὺς τὰ σκάγια-
οἱ ἄλλοι γυρίζουν ἢ τρελαίνουνται στὰ καταφύγια…
65 χώρες έχουν σηκώσει φράχτες στα σύνορά τους (φωτογραφία από την Daily Mail)