Η Συνθήκη των Ηνωμένων Εθνών για τα Δικαιώματα του Παιδιού (ΣΗΕΔΠ) υιοθετήθηκε το 1989. Τα λόγια της Maalfrid Flekky παραμένουν αξιοσημείωτα: «Η Συνθήκη είναι χρήσιμη, μπορείς να τη χρησιμοποιήσεις για να υποστηρίξεις τα επιχειρήματα σου[..]. Αλλά έχει τα όριά της. Είναι τόσο σημαντική, όσο της επιτρέπουν οι άνθρωποι. Έχει βέβαια επικυρωθεί από πολλά κράτη, κι όμως σήμερα δεν είναι τα πάντα όπως πρέπει για τα παιδιά».
Η ανάγκη εφαρμογής της Συνθήκης είναι ακόμη ζητούμενο. Χρειαζόμαστε πολιτική βούληση μα και την έμπνευση που θα την εμψυχώσει. Το έργο της Englantyne Jebb, πρωτοπόρου των δικαιωμάτων των παιδιών, θα μπορούσε να μας εμπνεύσει και σήμερα. Γεννημένη στην Αγγλία το 1876. Δασκάλα στο επάγγελμα με αναπτυγμένη κοινωνική συνείδηση. Υπό το βάρος των δεινών του Α’ Παγκόσμιου Πολέμου πρωτοστάτησε στη δημιουργία το 1920 του πρώτου διεθνούς κινήματος για τα παιδιά στη Γενεύη – τη Διεθνή Ένωση Βοήθειας στα Παιδιά. Το 1923 ο πρώτος χάρτης δικαιωμάτων των παιδιών- η Διακήρυξη της Γενεύης – ήταν γεγονός. Μια διευρυμένη εκδοχή αυτής της Διακήρυξης υιοθετήθηκε από τα Ηνωμένα Έθνη το 1959 και αποτέλεσε το 1989 την κύρια πηγή έμπνευσης της Συνθήκης των Ηνωμένων Εθνών για τα Δικαιώματα του Παιδιού (ΣΗΕΔΠ).
Στο μέσον του κυκλώνα της μεγαλύτερης ανθρωπιστικής κρίσης μετά τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο είναι επιτακτική η ανάγκη της κινητοποίησης της κοινωνίας των πολιτών ώστε να πλαισιωθεί δυναμικά η Συνθήκη αυτή. Δεν αρκεί μόνο η εδραίωση των δικαιωμάτων των παιδιών, χρειάζεται να αποκτήσουν υψηλή θέση την ατζέντα της ΕΕ. Η Englantyne Jebb από το 1923 υποστήριζε ότι ο μόνος τρόπος για να εξασφαλιστεί η προστασία των δικαιωμάτων των παιδιών σε εποχές καταστροφής είναι να δημιουργηθεί ένα όσο γίνεται τελειότερο σύστημα προστασίας των παιδιών σε κανονικές συνθήκες. Σήμερα στεκόμαστε προ των ευθυνών μας απέναντι στα παιδιά που δέχονται τόσο βάναυσα τις επιπτώσεις της αδυναμίας μας να τα προστατέψουμε. Αθώα θύματα ενός οικονομικού «πολέμου» που τα καταδικάζει κατά χιλιάδες να μεγαλώνουν υπό το βάρος της φτώχειας αντιμετωπίζοντας την αδικία της ανισότητας. Αθώα θύματα της ανεπάρκειας της Ευρωπαϊκής μεταναστευτικής πολιτικής να βάλει στο άξονά της τα βασικά αναφαίρετα δικαιώματα του ανθρώπου. Η αναγνώριση των δικαιωμάτων των παιδιών δεν εξαντλείται στο γράμμα του νόμου. Απαιτεί από τους ενήλικες να αναλάβουμε νέες ευθύνες απέναντί τους. Τα ίδια το επισημαίνουν: «Δικαίωμα είναι αυτό που είναι πραγματικό, όχι αυτό που βρίσκεται στη φαντασία. Δικαίωμα είναι όταν έχεις το δικαίωμα να κάνεις κάτι».
Σήμερα η πρόκληση να αντιμετωπιστούν τα δικαιώματα των παιδιών ως μέρος μιας δημοκρατικής πολιτικής για την παιδική ηλικία είναι υπάρχουσα μπροστά μας. Το άρθρο 13 της ΣΗΕΔΠ δίνει στα παιδιά την ευκαιρία να εκφράσουν τις ανάγκες και τις απόψεις τους πάνω σε θέματα που τα αφορούν. Πέρα από τα αναφαίρετα «δικαιώματα επιβίωσης» – τα δικαιώματα στη ζωή, την υγεία, την εκπαίδευση και την αποτροπή κάθε μορφής εκμετάλλευσης, αξιώνει το δικαίωμα του παιδιού να γίνεται σεβαστό ως πρόσωπο, να συμμετέχει στην κοινωνία και να λαμβάνεται υπόψη. Κόντρα στην αλλοτρίωση του ατομικισμού, η ανάγκη επένδυσης στην ιδιότητα του Πολίτη και στην αλληλεγγύη απαιτεί να εδραιωθεί το δικαίωμα των παιδιών στη συμμετοχή. Συμμετέχω, είμαι σε μια χρήσιμη θέση ως προς τον εαυτό μου και τους άλλους, είμαι υπολογίσιμος, έχω τον έλεγχο της ζωής μου και του περιβάλλοντός μου. Όταν ένα παιδί βιώνει την αίσθηση ότι με την γνώμη του μπορεί να επηρεάζει τα πράγματα, μακροπρόθεσμα έχει μεγαλύτερες πιθανότητες να αναλαμβάνει τις προκλήσεις και τις δυσκολίες της ζωής. Δίνουμε φωνή στα παιδιά ακούγοντάς τα. Τι λένε για παράδειγμα τα μικρά παιδιά – προσχολικής ηλικίας – για τα δικαιώματα;
“Έχουμε το δικαίωμα να παίζουμε, αλλά δεν είμαστε υποχρεωμένοι να παίζουμε. / Τα παιδιά πρέπει να ξέρουν πράγματα. Είναι καλύτερα να ξέρεις πράγματα, παρά να συμβαίνουν πράγματα χωρίς να τα ξέρεις , για παράδειγμα , ο πόλεμος και ο θάνατος. / Ελευθερία είναι το δικαίωμα να ξέρεις πράγματα. / Ελευθερία σημαίνει ότι μιλάς για τα πράγματα που συμβαίνουν. / Αν ένα παιδί δεν ξέρει κάτι, έχει το δικαίωμα να κάνει λάθος. Αλλά αυτό είναι καλό, γιατί όταν βλέπεις τα προβλήματα και τα λάθη που κάνεις και μετά μαθαίνεις, τότε τα παραδείγματα σε βοηθούν. / Ένα αφεντικό που έχει περισσότερα δικαιώματα δεν είναι καλό. / Δυο φίλοι έχουν το δικαίωμα να μαλώνουν. Είναι καλό, για να ξέρεις πότε έχεις λάθος. Μπορείς να συζητήσεις, αλλά και να μαλώσεις. Είναι σαν να χτυπάς κάποιον με τη φωνή σου. / Όταν ένα παιδί θέλει να συζητήσει κάτι, οι άλλοι πρέπει να το ακούν, είναι δικαίωμά του. Διαφορετικά θυμώνει. / Είναι δικαίωμα να ζούμε ευτυχισμένοι και με ειρήνη.”