«Βρισκόμαστε, ίσως, αντιμέτωποι με τη μεγαλύτερη εκστρατεία μάρκετινγκ της ανθρώπινης ιστορίας που στόχο έχει, αυτή τη φορά, τα παιδιά μας. Θα χρειαστούν μερικές πενταετίες ή δεκαετίες πριν αρχίσουμε ν’ ανησυχούμε για τις ασθένειες που θα έχει προκαλέσει η υπέρ του δέοντος φαρμακοδοσία των παιδιών μας και να δούμε ποιος θα αναλάβει τότε την ευθύνη για να διορθώσει όσα θα έχουν ήδη συμβεί».
Συνέντευξη του δημοσιογράφου και συγγραφέα Μιγκέλ Χάρα στους Ανθρωπιστές του Καραμπαντσέζ.
Μιγκέλ, σ’ ευχαριστούμε που μας αφιερώνεις λίγο απ’ το χρόνο σου για να μοιραστείς μαζί μας τις σκέψεις σου σχετικά με τη ΔΕΠ-Υ (Διαταραχή Ελλειμματικής Προσοχής και Υπερκινητικότητας), τη φαρμακευτική βιομηχανία και την αύξηση των διαγνωσμένων περιπτώσεων που καταγράφεται σε όλο τον κόσμο. Καταρχάς, μετά από τη σχετική έρευνα που έχεις κάνει τι πιστεύεις γι’ αυτή τη διαταραχή;
Αυτό που πιστεύω είναι πως η ΔΕΠ-Υ είναι μια επινόηση των εργαστηρίων, και λέω επινόηση, όχι τόσο λόγω της ασθένειας: υπάρχουν παιδιά που πληρούν αυτά τα χαρακτηριστικά, ως προς αυτό δεν υπάρχει αμφιβολία. Τυχαίνει, όμως, τα συμπτώματα αυτά να είναι τα ίδια με τα συμπτώματα που παρουσιάζουν παιδιά που αρρωσταίνουν από δηλητηριάσεις οι οποίες οφείλονται σε τοξικές χημικές ουσίες.
Δεν αμφιβάλλω ότι κάτι συμβαίνει σε ένα μικρό ποσοστό των παιδιών, αλλά αυτό έχει μεταβληθεί σε αντικείμενο εκμετάλλευσης. Δεν είναι κάτι πρωτάκουστο για τα φαρμακευτικά εργαστήρια η επινόηση μιας «ιδέας» και, βάσει αυτής, η δημιουργία ειδικών εγχειριδίων, εκπαιδευτικών μεθόδων, η παραγωγή φαρμάκων, διαγνωστικών τεστ, κ.λπ. Με λίγα λόγια, η δημιουργία μιας ολόκληρης αγοράς γύρω από μια ασθένεια που αποτελεί επινόηση της ίδιας της φαρμακευτικής βιομηχανίας.
Μπορείς να μας εξηγήσεις πώς έχει δράσει στο παρελθόν και πώς δρα σήμερα η φαρμακευτική βιομηχανία όσον αφορά σε αυτή τη διαταραχή;
Δεν είναι εύκολο να το συνθέσω και να το εκφράσω με λίγες λέξεις. Βασικά χρησιμοποιούν τη στρατηγική του φόβου και την παρασκηνιακή τους δύναμη. Οι Άγγλοι ονομάζουν τη δημιουργία και εμπορία ασθενειών “diseases mongering” (το εμπόριο της αρρώστιας).
Η ΔΕΠ-Υ εμπίπτει ακριβώς σ’ αυτό το πλαίσιο. Πώς έγινε αυτή η επινόηση; Ξεκίνησε από τους ψυχιάτρους. Πάνε πολλά χρόνια από τότε που δημιουργήθηκε η έννοια της ΔΕΠ-Υ και εντάχθηκε στη Βίβλο της Ψυχιατρικής, το Διαγνωστικό Εγχειρίδιο Ψυχικών Διαταραχών (ΔΕΨΔ). Πρόκειται για μια ομάδα ψυχιάτρων που συγκεντρώνονται κάθε λίγα χρόνια για να αποφασίσουν ποιες είναι οι καινούριες ψυχικές διαταραχές που πρέπει να συμπεριληφθούν στο ΔΕΨΔ, το οποίο έχει ήδη φτάσει τις 5 εκδόσεις. Σκοπός μου δεν είναι να κρίνω τη δουλειά των ψυχιάτρων όμως έχουν ήδη δημοσιευτεί σε επιστημονικά περιοδικά οι συγκρούσεις συμφερόντων που έχουν. Ποια είναι, για παράδειγμα, η σχέση αυτών των ψυχιάτρων με τα εργαστήρια που έχουν συμφέρον από την ύπαρξη αυτής της διαταραχής και την πώληση των αντίστοιχων φαρμάκων. Και η απόλυτη πλειοψηφία, για να μην πούμε όλοι οι ψυχίατροι που συμμετείχαν στο σχεδιασμό και την προώθηση των πιο πρόσφατων βιβλίων του ΔΕΨΔ, έχουν σχέσεις και κοινά συμφέροντα με τα συγκεκριμένα εργαστήρια.
Σ’ αυτό αναφέρομαι όταν μιλάω για το πώς επινοείται μια έννοια, πώς διαδίδεται και εξαπλώνεται. Επειδή και μόνο το γεγονός πως συμπεριλαμβάνεται στο τεράστιο κόκκινο εγχειρίδιο, που όλοι οι ψυχίατροι επιδεικνύουν πάνω στα γραφεία τους, αποτελεί τη μεγαλύτερη ώθηση που μπορεί να δοθεί σε μια ασθένεια.
Εκτός αυτού η βιομηχανία συνεργάζεται με γιατρούς, δίνοντας διαλέξεις, διοργανώνοντας ψυχιατρικά συνέδρια για την ασθένεια και εκδίδοντας κλινικά εγχειρίδια αντιμετώπισης των πασχόντων. Είναι πολύ βασικά αυτά τα εγχειρίδια που καθορίζουν τι πρέπει να γίνει όταν ένα παιδί πηγαίνει για διάγνωση και πιθανολογείται ότι πάσχει από τη ΔΕΠ-Υ. Και βέβαια, αυτά τα εγχειρίδια, με τη σειρά τους, βαρύνονται με διάφορες συγκρούσεις συμφερόντων αυτών που τα εκδίδουν. Επιπροσθέτως, κάθε φορά που κυκλοφορεί ένα καινούριο φάρμακο στην αγορά, η βιομηχανία που έχει συμφέρον στη διάδοσή του στέλνει εκατοντάδες ιατρικούς επισκέπτες στους γιατρούς για να εξηγήσουν την καινοτομία. Αυτό γίνεται με όλες τις ασθένειες. Είναι, θα μπορούσαμε να πούμε, μια στάνταρ διαδικασία προώθησης των πωλήσεων.
Εξίσου σημαντική στρατηγική για τη γνωστοποίηση μιας νέας ασθένειας ή επινοημένης έννοιας, συνδρόμου ή διαγνωστικής διαδικασίας είναι η χρηματοδότηση οργανώσεων ασθενών ή πασχόντων. Και είναι σημαντική, επειδή οι μεγάλοι συνταγογράφοι της κοινωνίας μας είναι οι γιατροί αλλά και οι πάσχοντες. Στις οργανώσεις αυτές μπορεί να καταφύγει ένας ανήσυχος γονιός, που υποψιάζεται πως κάτι μπορεί να συμβαίνει στο παιδί του και εκεί να πάρει πληροφορίες. Οι πληροφορίες, όμως, άλλες φορές είναι ανεξάρτητες και άλλες φορές παραποιημένες, δεδομένου πως οι οργανώσεις αυτές λαμβάνουν χρηματοδοτήσεις από τα εργαστήρια για να εκδώσουν φυλλάδια, να φτιάξουν μια web σελίδα, να οργανώσουν ένα συνέδριο, κ.ο.κ.
Υπάρχουν επίσης στην πολιτική φανερές και σκληρές «ομάδες πίεσης». Όσον αφορά στη ΔΕΠ-Υ, γνωρίζουμε πως κάποια εργαστήρια που ενδιαφέρονται να προωθήσουν την κατανάλωση φαρμάκων για τα παιδιά έχουν συναντήσεις με πολιτικούς, με υψηλούς αξιωματούχους, με τα κόμματά τους, και πως στη Βουλή κατατίθενται προτάσεις και νομοσχέδια που σκοπό έχουν να εξυπηρετήσουν τα συμφέροντα των εργαστηρίων, ακόμη κι όταν αυτό γίνεται υπό τον μανδύα της μέριμνας για τα παιδιά ή για την εκπαίδευση.
Τι αντιδράσεις έχεις παρατηρήσει στους γονείς που βρίσκονται αντιμέτωποι με μια διάγνωση μιας τόσο αμφιλεγόμενης διαταραχής όπως είναι η ΔΕΠ-Υ;
Στη διάρκεια των τελευταίων 7 ή 8 χρόνων που γνωρίζω τι είναι η διαταραχή ελλειμματικής προσοχής και υπερκινητικότητας, έχω δει πολλούς γονείς και υπάρχουν όλων των ειδών οι αντιδράσεις.
Έχω συναντήσει γονείς που πιστεύουν τυφλά πως η υπερκινητικότητα είναι αρρώστια. Τη θεωρούν κάτι ξεκάθαρο και αδιαμφισβήτητο, υπεραμύνονται της φαρμακευτικής αγωγής, η οποία είναι επικίνδυνη και μπορεί να δημιουργήσει εξάρτηση, έχει σοβαρότατες παρενέργειες και πενιχρά αποτελέσματα. Αλλά εκείνοι πιστεύουν τυφλά στην ασθένεια αυτή, στη διάγνωσή της, στους γιατρούς και στα φάρμακα.
Έχω, επίσης, συναντήσει γονείς που με τίποτα δεν πιστεύουν ότι η ΔΕΠ-Υ είναι αρρώστια και σου λένε, χωρίς περιστροφές, ότι πρόκειται για μια επινόηση των εργαστηρίων. Η επιχειρηματολογία τους είναι πως το κλειδί αυτών των συμπτωμάτων βρίσκεται στα κοινωνικά προβλήματα, σε μια δομικά περίπλοκη, υπερδραστήρια και αγχώδη κοινωνία. Αναμφισβήτητα, αυτά τα κοινωνικά προβλήματα αφήνουν το αποτύπωμά τους στα παιδιά και τα συμπτώματα που παρουσιάζουν κάποια απ’ αυτά αντανακλούν περισσότερο ένα κοινωνικό, εκπαιδευτικό και οικογενειακό πρόβλημα παρά κάποιο πρόβλημα με την υγεία τους.
Πολλοί γονείς, αυτό πρέπει να το καταλάβουμε, όταν το παιδί τους παρουσιάζει μεγάλη νευρικότητα και υπερκινητικότητα, ανησυχούν. Είναι μια καινούρια κατάσταση που καλούνται να αντιμετωπίσουν, αγχωτική, ένα πρόσθετο φορτίο και, έτσι, επιλέγουν τη φαρμακευτική οδό. Ίσως θα έπρεπε να αναζητήσουμε τις βαθύτερες αιτίες, αλλά, κατά κάποιο τρόπο, καταλαβαίνω και αυτούς τους γονείς επειδή η αλήθεια είναι πως υπάρχουν πολύ ανεξέλεγκτες καταστάσεις. Αλλά εγώ πιστεύω στην κριτική στάση, εκείνων που ασκούν κριτική στη φαρμακευτική βιομηχανία, την επινόηση που η ίδια δημιούργησε, τις στρατηγικές μάρκετινγκ του φόβου, του να τρομοκρατείς τους γονείς με το τι μπορεί να συμβεί.
Μιγκέλ, εδώ και χρόνια καταγγέλλεις στα βιβλία σου και σε διάφορα μέσα επικοινωνίας τις μεθόδους που χρησιμοποιεί η φαρμακευτική βιομηχανία. Πώς μπορούμε να αντιμετωπίσουμε αυτή την κατάσταση;
Είναι αλήθεια ότι θα πρέπει με κάποιο τρόπο να αντισταθούμε σ’ αυτή την τόσο μεγάλη βιομηχανική και θεσμική πίεση. Όμως, όπως σας είπα κάτι τέτοιο δεν είναι εύκολο επειδή υπάρχουν πολλά χρήματα στο τραπέζι, χρήματα που έχουν επενδυθεί για τη διάδοση, τη διάγνωση και τη φαρμακευτική αντιμετώπιση της ασθένειας. Πιστεύω ότι ένα από τα μεγάλα όπλα που έχουμε στα χέρια μας εμείς οι άνθρωποι είναι η πληροφόρηση. Είμαι δημοσιογράφος που ασχολούμαι με την έρευνα και την ανάλυση, με τη συγκέντρωση και τη δημοσίευση στοιχείων, και είμαι πεπεισμένος πως η καλή πληροφόρηση μπορεί ν’ αλλάξει τα άτομα. Και πως οι άνθρωποι όταν έχουν ένα σοβαρό πρόβλημα, που τους ανησυχεί, που τους δημιουργεί μεγάλο άγχος, όπως το να έχεις ένα παιδί και να μην ξέρεις πολύ καλά τι του συμβαίνει, γίνονται περισσότερο επιδεκτικοί στην καλή πληροφόρηση.
Εξάλλου, υπάρχει ένα μέτωπο κριτικής, ίσως όχι τόσο οργανωμένο αλλά στο οποίο εντάσσονται όλο και περισσότεροι γονείς, οικογένειες, εκπαιδευτικοί, άτομα με κοινωνική δράση, επιστήμονες, γιατροί, φαρμακοποιοί, κ.λπ. Είναι άτομα που έχουν συνειδητοποιήσει και προσπαθούν να ευαισθητοποιήσουν και άλλους στο ότι αυτή η κατάσταση, αν και μπορεί να έχει μια βάση, μια μικρή βάση αλήθειας, δεν παύει να είναι ένας τρόπος για άνοιγμα της αγοράς εκ μέρους της φαρμακευτικής βιομηχανίας για την εξυπηρέτηση των δικών της κερδοσκοπικών συμφερόντων.
Νομίζω πως ο καλύτερος τρόπος για να βοηθήσουμε τον κόσμο να οργανωθεί είναι να διαδόσουμε μια κριτική, έντιμη, ειλικρινή και επιστημονική πληροφόρηση για τα όσα συμβαίνουν. Είναι, εξίσου, σημαντικό οι πιο ανεξάρτητες οργανώσεις του ιατρικού τομέα, υπάρχουν και τέτοιες, καθώς και οι οργανώσεις γονέων, σχολείων ή οικογενειών που ασχολούνται με το θέμα και οι οποίες θεωρούνται περισσότερο ανεξάρτητες να συνεργαστούν ώστε να δημοσιεύσουν τα δικά τους δελτία τύπου, τα δικά τους εγχειρίδια και να πληροφορήσουν σχετικά με τις αποφάσεις που πρέπει να λαμβάνονται όταν κάποιος βρίσκεται αντιμέτωπος με τις τεράστιες εμπορικές πιέσεις που κρύβονται πίσω από την έννοια της ΔΕΠ-Υ.
Η εμπορική στρατηγική των εργαστηρίων βάζει σε κίνδυνο τις γενιές του μέλλοντος. Τα βασικά φάρμακα που χρησιμοποιούνται για τη θεραπεία των παιδιών είναι πολύ λίγο αποτελεσματικά, επικίνδυνα και έχουν σοβαρές ανεπιθύμητες ενέργειες που δεν έχουν αποδειχτεί μακροπρόθεσμα. Η φαρμακοδοσία των παιδιών σήμερα, μπορεί να δημιουργήσει καινούρια προβλήματα και καινούριες επιδημίες στο μέλλον.
Θέλεις να προσθέσεις κάτι ακόμα όσον αφορά στα συμφέροντα που ευνοούν την εξάπλωση της διάγνωσης της ΔΕΠ-Υ;
Νομίζω ότι ο καθένας μας πρέπει να κάνει μια ενδοσκόπηση, προσωπικά θεωρώ πως μεγάλο μέρος της ευθύνης έχουν και τα εργαστήρια. Επίσης μου κάνει μεγάλη εντύπωση το γεγονός πως υπάρχουν γιατροί που πληρώνονται από τις φαρμακευτικές εταιρίες, αν και οφείλουμε να σημειώσουμε ότι υπάρχουν και γιατροί που κρατούν επικριτική στάση, σοβαροί γιατροί που ασκούν κριτική στη ΔΕΠ-Υ. Επίσης μου προκαλεί εντύπωση ότι το ίδιο το σχολείο υποδαυλίζει τη διαγνωστική διαδικασία. Κάποιος κατάφερε να κάνει μόδα το να είναι οι δάσκαλοι ιδιαίτερα ευαίσθητοι και έτοιμοι για δράση όταν ένα παιδί «κινείται» υπερβολικά φτάνοντας μάλιστα στο σημείο να κάνουν οι ίδιοι την πρώτη διάγνωση. Πολλές φορές τα παιδιά πηγαίνουν στο γιατρό έχοντας ήδη διαγνωστεί απ’ τους δασκάλους τους. Και βέβαια, οι γονείς σπεύδουν, σαν πρόβατα για σφαγή, γιατί αν ο δάσκαλος που βλέπει το παιδί 4 και 5 ώρες τη μέρα λέει ότι είναι υπερκινητικό ή πως δεν προσέχει… Τους είναι αδιάφορο αν το παιδί έχει υψηλό δείκτη νοημοσύνης ή στόχους και όνειρα για τη ζωή του από πολύ μικρό, αν έχουν μπροστά τους ένα μικρό διαμάντι. Επαναλαμβάνω ότι γίνεται μια κακή χρήση της έννοιας και ότι δεν είναι καθόλου μα καθόλου σαφής και πως είναι επινόηση των εργαστηρίων.
Πολλά γρανάζια της κοινωνίας εργάζονται ταυτόχρονα, ξεκινώντας από τις οικογένειες που μπαίνουν στο παιχνίδι – κατά την άποψή μου – αβασάνιστα, και φτάνοντας στους δασκάλους, τους γιατρούς και τους πολιτικούς. Αυτοί οι τελευταίοι το μόνο που θέλουν είναι να τα πηγαίνουν καλά με τις μεγάλες εταιρίες και τις οργανώσεις ασθενών, υποθέτω για να μαζεύουν ψήφους και χωρίς να μελετούν εις βάθος το ζήτημα. Δεν είναι μόνο τα εργαστήρια. Τα εργαστήρια είναι αυτά που κινούν τα νήματα, αυτά που ρίχνουν την πέτρα και μετά κρύβουν το χέρι τους ενώ μοιάζει πως όλοι οι μηχανισμοί που υπάρχουν γύρω από τα παιδιά μας μπαίνουν σε κίνηση χωρίς κανείς να τους πει τίποτα.
Με λίγα λόγια, πιστεύω πως η ΔΕΠ-Υ είναι μια ασθένεια που αποτελεί αντικείμενο ενός κτηνώδους μάρκετινγκ. Βρισκόμαστε, ίσως, αντιμέτωποι με τη μεγαλύτερη καμπάνια μάρκετινγκ της ανθρώπινης ιστορίας και με στόχο τα παιδιά μας. Τα αποτελέσματα, δυστυχώς, θα είναι σοβαρά και θα μας πάρει χρόνια μέχρι να τα δούμε. Θα χρειαστούν μερικές πενταετίες ή δεκαετίες πριν αρχίσουμε ν’ ανησυχούμε για τις ασθένειες που δημιουργήθηκαν από την υπερβολική φαρμακοδοσία των παιδιών και να δούμε ποιος θα αναλάβει τότε την ευθύνη για να διορθώσει όσα θα έχουν ήδη συμβεί.